Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2018

Βελούδινο Σκοτάδι / Στυλιανού Παυλίνα




Το ξέρω πως δεν είναι όνειρο
να πω πως θα φύγει θα περάσει
είναι βαθύ βελούδινο σκοτάδι του μυαλού
που σφήνωσε για  να’ ναι  εφιάλτης

Οι θνητοί ιππότες σου θα το παλέψουν σφόδρα
τα ξίφη τους θα βγάλουνε να του κτυπήσουν τα πνευμόνια
με το θεριό αντίκρυ τους είν'  έτοιμοι να τα βάλουν
και τα βαθιά βελούδινα σκοτάδια τους να κάνουν να σωπάσουν

Ο αγώνας θα  είναι άνισος, το ξέρω το προβλέπω
μα οι θνητοί θα είναι εδώ το χέρι
να κρατήσουν και σε κάθε δύσκολη στιγμή
μαζί σου έτοιμοι να πολεμήσουν
  
Μες στο βαθύ βελούδινο σκοτάδι
καπετάνιος του μυαλού σου εσύ μέσα στ’ αγιάζει
κόβεις ταχύτητα πριν σε καταστρέψει πλήρως
και μέσα από αυτό , και από την δική σου ψυχή θα βγεις γαλήνιος





Σημείωση: για όλους όσους παλεύουν καθημερινά με τον καρκίνο, με την ευχή μια μέρα να καταφέρουν να τον νικήσουν

Nα με θυμάσαι / Στυλιανού Παυλίνα



Να με θυμάσαι
και θα σε παίρνω πάντα αγκαλιά
θα σε γεμίζω με φιλιά
και θα κοιμάσαι
δίπλα μου θα’ σαι

Να με θυμάσαι...

Να με θυμάσαι
ποτέ να μην το ξεχνάς
στα όνειρα σου να με συναντάς
και να θυμάσαι...
θα κάνω πάντα ό,τι μου ζητάς
να μην φοβάσαι...
 να το θυμάσαι

Παίρνω το θάρρος να σου πω
πόσο πολύ σε αγαπώ
σ’ έχω μέσα μου σαν φυλακτό
να το θυμάσαι…
να μην φοβάσαι…

Το σ’ αγαπώ θα το κρατώ σφιχτά
στο τραγουδώ όπου και να’ σαι
θέλω να μείνει πάντα στην καρδιά σου
να μην φοβάσαι…
να το θυμάσαι…

Τα όσα ζήσαμε μαζί
είναι κρυμμένα βαθιά μες στη ψυχή
εγώ και συ πάντα μαζί
να μην φοβάσαι…
 να το θυμάσαι…

Να με θυμάσαι
και θα σε παίρνω αγκαλιά
θα σε γεμίζω με φιλιά
μάτια μου γλυκά


Να με θυμάσαι...

[Φτιάξε ένα αστέρι] / Στυλιανού Παυλίνα

Φτιάξε ένα αστέρι
δώσε του λάμψη με το χέρι σου
Ζωγραφίζοντας το στο χαρτί
με το πινέλο σου
Κι άμα τελειώσεις τη δημιουργια σου
Κλείσε τα μάτια
Κι ονειρέψου το όνειρο που άφησες
στη μέση χθες βράδυ
μόλις είχε νυχτώσει!!!

Η Ιθάκη μου, της ψυχής μαργαριτάρι (απόσπασμα) / Στυλιανού Παυλίνα



Σαν το γλυκό του κουταλιού


Σαν το γλυκό του κουταλιού οι λέξεις,
τις βάζεις δίπλα - δίπλα
και σε ταξιδεύουν
σαν την βαρκούλα που κυλά
μέσα σε ποτάμια με κουπιά,
κι εσύ απλά ονειρεύεσαι!
                   
Κωδικός Αίνιγμα, οι λέξεις,
μην γεράσεις ποτέ, σου φωνάζουν.
Είναι οι λέξεις που σου γεμίζουν την μοναξιά.
Είναι οι λέξεις που σου φτιάχνουν τ’ όνειρο.
Είναι οι λέξεις που σου δίνουν ζωή.
Σαν το γλυκό του κουταλιού.

***


Με τα μάτια της ψυχής μου 

Με τα μάτια της ψυχής μου σε γνώρισα
μέσα από αυτά σε ένιωσα και σε πόθησα
Ήταν τα μάτια που δεν με πρόδωσαν
αυτά που με το κοίταγμα ψυχής σε αναγνώρισαν

Μ’ ένα κοίταγμα ψυχής  εμείς ενώσαμε
τα πέταλα μας να μην ματώσουνε
να μην χαθούνε απ’  το φύσημα του αέρα
και γίνουν αόρατα ψηλά εις τον αιθέρα

Με τα μάτια της ψυχής μου  
χάιδεψα τη μορφή που σκιαγράφησα
το λιγοστό φως της δικής μου ενώθηκε με τη δική σου
έπαψα πια να είμαι τυφλή

σ’ ευχαριστώ





Και μετά σίγησε ο ουρανός / Π.Στυλιανού




Σβήσαν τα φεγγάρια
Χάθηκε το φως
Στη θάλασσα κοιμούνται πια οι γλάροι
Δίπλα σε αγγέλους με φτερά σ'ένα χορό
Κλείνεις τα μάτια και ονειρεύεσαι
Σιγή παντού απλώνεσαι!!

Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2018

Περεντός Λούης (βιβλιογραφία)

«Διάφανα», 1973.
«Προς Ερυσίχθονας», 1977.
«Παχύδερμα», 1979.
«Τ’απωθημένα ενός μικροαστού», 1982.
«Κύπρις το Μοιραίον», 1987.
«Αγάπες του Απόλυτου’,2008.
«Γκραφίτι πάνω σε Κυπριακά χατονομίσματα», 2010.



παραπομπή: http://paragoges.pi.ac.cy/?audio=14&sup=5

http://politis.com.cy/article/syggrafeas-louis-perentos

Μάνα / Λούης Περεντός



τι  έχεις κι έρχεσαι τις νύχτες
γρατσουνάς απαλά τα παντζούρια
μιλάς λέξεις που δεν ακούγονται;
Δε βρήκες το κλειδί στη γλάστρα
να μπείς με τ’ αλαφρό σου βάδισμα
να μου χαδέψεις το μέτωπο;
Στέκεσαι με τις ώρες στη βροχή
κι  εγώ στο βαθύ μου ύπνο
ταξιδεύω σε θάλασσες δικές μου.
Κάθεσαι και κρατάς το κεφάλι
―χλωμή του κόσμου που μετοίκησες―
ψάχνεις τ’ άστρα να βρεις απαντήσεις
κι εγώ παραμιλώ αβοήθητος
«έλα, μπες , τι περιμένεις στο σκοτάδι».
Το πρωί
βρήκα την πόρτα ανοιχτή
είχες ποτίσει τα γεράνια  με το κλάμα
δεν άκουσα τι μού’ λεγες το βράδυ
όμως το σπίτι ήταν ζεστό
και μύριζε Αγάπη.

Η ΧΩΡΑ ΜΟΥ / Λούης Περεντός


Η χώρα μου με βαμμένα μαλλιά και μισό ξυρισμένο κεφάλι ξενυχτά σε υγρά υπόγεια μιας εποχής αλλόκοτης Αποστήματα λουφά­ζουν στο κορμί της κινήσεις ύποπτες περι­φράζουν τ' άδυτά της δασίτριχα κρύβουν το πρόσωπό της   

Τις Κυριακές κανένας δε θυμάται. Μόνο στα γήπεδα βιάζεται η Μνήμη όταν ο απολιθωμέ­νος αχινός ψάχνει να ξαναβρεί τα χαμένα του αγκάθια

Τα πρωινά τις νύχτες σε κλαίω μες στο κλουβί της βεράντας μου όταν κανένας δεν βλέπει τα δέντρα να λικνίζουν το μοιρολόι σου βιγλίζοντας κατά το πέλαγο των Φοινίκων αρχαία γιουχαΐσματα να ξαναζωντανεύουν

Μια μέρα ο Θεός θ' αποφασίσει να κοιτάξει στα παλιά του συρτάρια χώρες στερημένες το νερό θα ψάχνει στο χάρτη μαύρες κηλίδες δακρυσμένες κορφές ήχους παράξενα νε­κρούς κι ακτές με πανιά τσιμεντένια

Ως τότε κρατώ γερά την πικρή γεύση μιας δίσεκτης χρονιάς

ΜΑΝΑ / Λούης Περεντός


Μάνα θα με πεις τρελό που βλέπω το χορό του δρεπανιού και δακρύζω να 'ξερες πόσα όνειρά μου άρρωστα κρύβονται στο γρήγορο ρυθμό του πόσες θανατηφόρες κινήσεις πάνω από μαύρες κεφαλές Μάνα

μια μέρα θα πεθάνω από καρκίνο του πνεύμα­τος θα εξαφανιστώ μέσα σε βυζαντινές εικό­νες σε τοίχους ξεφλουδισμένους σε μάρμαρα διαβρωμένα και συ θα ταξινομείς τα ξεσκι­σμένα μου ποιήματα στο μέσα συρτάρι του ερμαριού ανακαλύπτοντας τα αίτια του θανά­του μου. Βέβαια τα ξέρεις πριν τα διαβάσεις τα υποψιάζεσαι με τη σειρά.

χάντρες κομπολογιού στο νήμα της ζωής μου που ράγισαν ανεπανόρθωτα.

Είχαμε πάντα τις πόρτες ανοιχτές / Λούης Περεντός


Είχαμε πάντα τις πόρτες ανοιχτές.
Η υγρασία ταξίδευε το κιούλι στον ύπνο μας
περνούσαν οι ώρες με τα λευκά τους
κι έφερναν μνήμες και οράματα.
Τώρα τα βράδια είναι αλλιώτικα.
Κανείς δεν έρχεται, κανείς δεν φεύγει
οι σκέψεις μας κάνουν γύρο
κι όλο βυθίζονται στο μαύρο.
Αλλάζουμε ονόματα για να κρυφτούμε
παίζουμε ζάρια για να ξεχάσουμε
το πρωί ξυπνάμε από φόβο
μη μείνει η νύχτα στην αυλή μας.
Έτσι περνάνε τα χρόνια
κι ανοίγουν τρύπες στο ποτήρι μας
βγάζουν αγκάθια τα βιβλία στην ψυχή μας
ξένες σημαίες ριζώνουν στο βουνό μας.

[Αύριο ..] / Λούης Περεντός

Αύριο θα σου δείξω τι μπορώ να 
κάνω, δώσε μου αυτή τη μέρα και θα 
μείνεις με το στόμα ανοικτό, άσε μου 
περιθώριο ν΄ ανασάνω, χρειάζομαι το 
δικό μου κενό. 

Από την ποιητική έκδοση: Εσωτερικό διάλογος 

[ Μην κλαις τώρα...] / Λούης Περεντός

Μην κλαις τώρα,άσε να περάσουν τα
χρόνια, να φύγει ο κόσμος, να φύγουν 
τα σπίτια, να σβήσουν οι μουσικές και 
τότε θα βρεις το δικό σου κόσμο μέσα 
σε πιάτο κρύο, που θα το φας με τα 
χέρια όπως πάντα.



Απόσπασμα από : ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

[Μας ζητάτε] / Λούης Περεντός

Μας ζητάτε 
ν΄ απαγγείλουμε ποιήματα 
τώρα που 
τα ποιήματα δεν απαγγέλλονται 
παρά τα δένομε στο στήθος χιαστί
σε σφαιροθήκες .

Κι αν κάποτε μας περισσεύουν 
ταχυδρομούμε τους στίχους μας 
στους λαούς 
που έχουν ανάγκη πολεμικό υλικό.

Δε μας μένει λοιπόν 
κανένα υπόλοιπο στίχων 
για ηλιοβασιλέματα κι αμυγδαλιές.

Ξεχάστε μας.!


Λούης Περεντός 


Παχύδερμα, 1979

Παπαγαβριήλ- Κωνσταντινίδου Μαρίνα

Κύπρια Συγγραφέας

Έργα της:

Μυθιστόρημα: Κολιμπρί / Εκδόσεις εν τύποις

Ο ΛΥΡΑΡΗΣ ΤΗΣ ΚΕΡΟΥ / Παπαγαβριήλ- Κωνσταντινίδου Μαρίνα

Ποιος είσαι άραγε;
Πως βρέθηκες στα βοσκοτόπια
τούτου του έρημου νησιού;
Πως ξέφυγες απ΄ του νεκρού τον τάφο
εγκαταλείποντας αγήτευτες ψυχές;
Δεν απαντάς.
Παραμένεις σιωπηλός, απόμακρος ,μυστήριος . 
Καθισμένος στον πλούσιο θρόνο σου, 
τον τέλεια λεξευμένο,
αφήνεσαι στους μαγικούς της λύρας ήχους,
στην Ερατώ ολοκληρωτικά δοσμένος
και κοιτάζεις εκστατικά το άπειρό σου χρόνο.
Οι ειδικοί σ΄ ονόμασαν Ορφέα.
Τους μάγεψες, ομολόγησαν 
και σ΄ αναζήτησαν κάπου ανάμεσα
στου ονείρου τις εικόνες και στο ύθο. 
Υποθέτουν πως ήσουν κάποιος ήρωας
κάποιος σπουδαίος, απίσημος αοιδός.
Μετά... σ΄ αποκάλεσαν εύρημα πολύτιμο
σπάνιο ανδρικό ειδώλιο, κυκλαδικό. 
Σήμερα είσαι το νούμερο 3908.
Αναπαύεσαι σε μια περίοπτη προθήκη.
Για μένα όμως εξακολουθείς να είσαι ο Ορφέας.
Θα σε κρατάωπάντα ζωντανό, στα βάθη της καρδιάς μου.