Είχαμε πάντα τις πόρτες ανοιχτές.
Η υγρασία ταξίδευε το κιούλι στον ύπνο μας
περνούσαν οι ώρες με τα λευκά τους
κι έφερναν μνήμες και οράματα.
Τώρα τα βράδια είναι αλλιώτικα.
Κανείς δεν έρχεται, κανείς δεν φεύγει
οι σκέψεις μας κάνουν γύρο
κι όλο βυθίζονται στο μαύρο.
Αλλάζουμε ονόματα για να κρυφτούμε
παίζουμε ζάρια για να ξεχάσουμε
το πρωί ξυπνάμε από φόβο
μη μείνει η νύχτα στην αυλή μας.
Έτσι περνάνε τα χρόνια
κι ανοίγουν τρύπες στο ποτήρι μας
βγάζουν αγκάθια τα βιβλία στην ψυχή μας
ξένες σημαίες ριζώνουν στο βουνό μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου