Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

Ωωωω Κύπρος γλυκιά μου / Κυπριανού Ντίνος



Χαμένη μου γη καμένο μου χώμα
κλεμμένη πατρίδα ανασαίνεις ακόμα
να ξερες μόνο πως σε πουλήσανε ,

στενάζει η ψυχή σου που σε πατάνε 
πνιγμένη η φωνή σου σε ξεπουλάνε
πατρίδα γλυκιά μου όλοι σε φτύσανε ..

Δεν είσαι εσύ είσαι μια άλλη
και .... που σε αντικρίζω με πιάνει η ζάλη
από τον λήθαργο ξύπνα ..βρίσε τους ,

και σε πατάνε και σε ξεπουλάνε
με σχοινιά σε τραβάνε στην σφαγή να σε πάνε

τον τοίχο στήσε τους κι' ύστερα φτύσε τους ..


από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή: ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΟΥ 

Παρασκευή 29 Αυγούστου 2014

Μάνα μου

Πώς να σε πω; χαρά μου, χαρά θλιμμένη!
Ένα νησί στον ήλιο μας περιμένει

Πόρτα πλατιά που ανοίγεις μες την ψυχή μου
Σου τραγουδώ και λάμπεις, ανατολή μου

Μάνα μου!
Γλυκιά πατρίδα, σεργιανά μου
Τα όνειρα σου, αχ μάνα μου!
Μες της καρδιάς το βυθό

Δείχ’ τη μου
την ομορφιά σου, Αφροδίτη μου
Το κύμα μπαίνει στο σπίτι μου
Και σκύβω και προσκυνώ

Είσαι φλουρί της μέρας, του ήλιου μάτι
Αηδόνι μες του ύπνου το μονοπάτι

Βρύση που στάζει μέλη και παραμύθια
Είσαι καημός που θέλει και λέει αλήθεια

Μάνα μου!
Γλυκιά πατρίδα, σεργιανά μου
Τα όνειρα σου, αχ μάνα μου!
Μες της καρδιάς το βυθό

Δείχ’ τη μου
την ομορφιά σου, Αφροδίτη μου
Το κύμα μπαίνει στο σπίτι μου
Και σκύβω και προσκυνώ

Μάνα μου!
Γλυκιά πατρίδα, σεργιανά μου
Τα όνειρα σου, αχ μάνα μου!

Και σκύβω και προσκυνώ

Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

ΠΕΡΙΛΑΙΜΙΑ / Σακαλλή Αυγή

Φτάσαν οι κόρες, φτάσαν τ΄  ακρογιάλια...
Και περιλαίμια γίνανε
τ΄ άλικα 
της θάλασσας κοράλια.

Νυφτιάτικα εφτάσανε ντυμένες, 
με σταφάνια από κρίνα, 
μ΄ όνειρα
τα μαλλιά στεφανωμένες!

Φτάσαν οι κόρες, φτάσαν τους γιαλούς
κι οι πόθοι, με τα κύματα
μαργαριτάρια αναπηδήσανε
από της θάλασσας
τους άμετρους βυθούς...

Απλώσανε οι κόρες, 
τα χέρια απλώσανε τα δέσμια
κι οι πόθοι πια στους κύκνειους λαιμούς
της φυγής έγιναν περιλαίμια...

Φτάσαν οι κόρες:
τα όνειρα φτάσαν στ΄ ακρογιάλια, 
κι οι πόθοι πια τύλιξαν τους λαιμούς
κι άλικα κρέμονται κοράλια!...

ΘΥΡΕΣ / Σακαλλή Αυγή

Ν΄  άνοιγαν οι κλεισμένες θύρες μου μια μέρα, 
γαμπρό να σ΄ έβλεπα να φτάνεις από πέρα, 
σαν παραμύθι νύχτας φεγγερής...

Οι βουβοί τοίχοι του σπιτιού μου οι γκρεμισμένοι 
μ΄ ανθοστεφάνια θά ΄ταν πάλι στολισμένοι, 
κεριά θα τους φωτίζανε Λαμπρής!

Αχ! να μπορούσανε οι θύρες μου οι κλεισμένες,
απ΄ τον αγέρα και το φως λησμονημένες, 
γιορτάσιμα ν΄ ανοίγανε ξανά.

Απ΄  τα  θαμπά κι αραχνιασμένα παραθύρια,
από έναν ήλιο κι ένα Μάη πανηγύρια, 
να μπουν με τα τραγούδια τ΄ αυγινά!...

Αμμόχωστος


Για να σε λησμονήσω
ξαπλώνω στην άμμο σου
και μαεύω φωτόνια
Ύστερα τα αλείβω
με ευλάβεια στο δέρμα μου
Μικροσκοπικά αστέρια
φυτρώνουν εντός μου
και τότε ανατέλλω
μηδενικά φορτισμένη
πανδέκτης και πανσέληνος αλλού
Μα δε σε λησμονώ

Τραγική ειρωνία


Όσο κι αν το προσπάθησα 
να ξεχωρίσω δεν κατάφερα
αν ήταν αλλοθρήσκων 
ή ομοθρήσκων οι καρδιές
που κάποια χέρια σκάλισαν 
σε τοίχο στη μοιραία πόλη 
Επέζησαν εντούτοις
του πολέμου

Λήδρας



Πέραν του οδοφράγματος 
χρόνος ανάδρομος
χώρος αλαλάζων
ουρανός πλατύτερος
μνήμη αιχμηρή 
Η χώρα ενδότερη 
στρώματα ιστορίας
σώματα μυθολογίας
χώματα και ονόματα
Εκεί 
η πατρίδα ψυχή
πτώμα σε Προκρούστειο κλίνη


Τρίτη 26 Αυγούστου 2014

Η ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΤΗς ΠΑΛΙΡΡΟΙΑΣ


ότι ακόμα απομένει
ακουμπά στο διάβα του ελάχιστου λευκού
για την απόδειξη της καθαρότητας σαν ησυχία

σαν αγωνία, σαν παλίρροια πυρετού
η πληρότητα υπομένει την πλημμύρα
όταν αδειάζει η θάλασσα την ώρα
όταν η μνήμη τ’ ουρανού στερεύει

και ο κόπος εξαντλείται στην αλμύρα

η αποτέφρωση της λίμνης


η αποτέφρωση της λίμνης
αφυδάτωσε τον αέρα και τον άδειασε

τώρα που ρίξανε τους ουρανούς
που στερέψαν
τους παλιούς ανθρώπους του νερού
τώρα που κάψανε και σκόρπισαν
χαμένους τους ανέμους
ακούγονται κάτω να σπαράσσουν
τα όσα θαμμένα σώθηκαν
αυτά που μόνο βρέθηκαν


τα οστά και το αλάτι

Ενθύμια Λόγια


στην περίμετρο των κλειστών περιοχών
εκεί που δεν μπορούν να πάν οι βάρκες
η Αναβάτης ερχόταν
στο κέντρο της οθόνης με τον ήχο

φύσαγε στις απέραντες ακτές της
αντίλαλος που πέρναγε
κι ακούγονταν αθάνατα παντού
τα Ενθύμια Λόγια

«…στη γη των ουρανών
ο βόγγος των βουνών
η θανή των λίθων …»

ενθύμια τα λόγια του επισκέπτη

εικόνα ηχώ η Άνεμος-Αναβάτης
η άβατος πηγή των θαλασσών
ίσο σημείο των αποστάσεων ο λόγος

η λέμβος και ο φλοίσβος της αυλής

«Παναγία της Ομορφιάς»*


η μνήμη θα βαφτίζεται στις λίμνες
εκεί που
γνέφεις κι επιστρέφει ο καιρός
και περιφέρεις τους ορίζοντες
παραπλανείς το χρόνο
πως ειν’ καινούργιος πάλι τωρινός
εκεί στων θαλασσών τις στέρνες
που πνίγεις τα πηγάδια
και δένεις το νερό
να ‘ναι ο κόσμος διψασμένος
παρθένος πάντα να’ ναι ο στεναγμός
εκεί
το σώμα σου γλυφό
εκεί να μείνει μυστικό
η μια μεριά σου θάλασσα να είσαι ουρανός


* μικρή εκκλησία στα Πάνω Λεύκαρα της Κύπρου

παραπομπή στη Θεά Αφροδίτη

το φέγγος του χρόνου


μακριά στην αντιφεγγιά των μαρμάρων
αντηχούσε ο κραδασμός των φύλλων
έπαλλαν τα λαξεμένα βάθη
κι o απόηχος αχός
έφερνε κύκλω ως εδώ τον όρθρο

ξημέρωνε ολημερίς η νύχτα
κράταγε τον ορίζοντα κλωστή κι ακροβατούσε
ισορροπούσε στην ακροθαλασσιά του φλοίσβου
κι έγερνε πάλι μακρινή
η φεγγερή αστραφτερή αθανασία

χρόνοι της γης
καιροί των δέντρων διαυγείς

στα χάλκινα ραγίσματα του ήχου

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΠΙΚΛΗΣΗ

Προχώρησε μόνη
και πήρε τη θέση της 
στη νύχτα,
πλάι σ΄ όλα τ΄αστέρια, 
στο βάθος τ΄ ορίζοντα. 

Εκεί, 
στην αντίπερα άκρη
διανύοντας όλη την απόσταση 
στο στερέωμα, 
τρεμόσβηνε 
επαναληπτικά, 
ή τελευταία Επίκληση. 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ

Όλο τα μάτια σου να χάνουν το τοπίο
κι΄ όλο τα χείλη σου να μου θυμίζουν 
ένα παλιό κι΄ ανείπωτο τραγούδι.

ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ

Κάθε που χάνεται 
κυτώ επίμονα τ΄ αχνάρια.

Η αφή σου 
στοχασμός
σ΄ όλη την έκταση του κάμπου. 

Εκεί, 
κάθε που υπάρχεις
κι΄ ο στεναγμός
αβάσταχτη ανάσα
της νύχτας.