Έτσι θα περάσει και τούτη η νύχτα
όπως και οι προηγούμενες
χωρίς κουβέντα.
Κανείς δεν έχει να σου πει τίποτα
κι η γη δεν λέει να στεγνώσει
η βροχή δεν σωπαίνει.
Κρύφτηκαν πάλι οι άνθρωποι
τον μαύρο ουρανό φοβήθηκαν.
Ατέρμονες ώρες έξω λογομαχούνε
ποια θα φυγαδεύσει την ανελέητη βροχή,
ποια θα καταλαγιάσει τον θυελλώδη βοριά.
Χορεύουν αδιάκοπα οι αστραπές,
τα πουλιά καταφύγιο ψάχνουν,
τα δένδρα σωριάστηκαν.
Κατάκοπος κι εσύ, σε ένα κλειστό δωμάτιο.
Μάκρυναν πολύ τα γένια σου, κατάλευκα πια.
Βαθιά χαραγμένες στο πρόσωπο οι ρυτίδες,
χρόνια πολλά μαρτυράνε.
Σούφρωσες πάλι τα φρύδια.
Ναι, γιατί αλλιώς σου φάνταζε κάποτε ο ήλιος.
Τώρα, παρηγοριά σου η πρώτη ηλιαχτίδα.
Κάποτε, προσπερνούσες τις ώρες,
και των αλλονών τα χρόνια
πίσω από τα δικά σου έτρεχαν.
Τώρα, πλάι σου η σιωπή.
Πίσω σου, μια χούφτα μονάχα ανθρωπάκια.
Παρών εσύ με μόνιμη διεύθυνση,
κι αυτοί αχαρτογράφητοι στον πλανήτη.
**
ΕΙΡΗΝΗ / Δημήτριος Γκόγκας
Ειρήνη είναι το ποίημα του Ποιητή*
Είναι το πρωινό ξύπνημα της μέρας.
Ο ήλιος που ανατέλλει μαζί μας.
Είναι το μεσημέρι που μας καλεί στο τραπέζι.
Το δείλι που γέρνει ευλαβικά στον ώμο της γης.
Είναι ο μικρός και μεγάλος κύκλος της ζωής.
Είναι η ζωή μας.
Μπροστά ο πόλεμος, η πείνα και η δίψα, μπροστά κι η ερημιά.
Ξωπίσω χρόνος όλοι μας, ξόβεργες που δεν βλαστήσανε
Μοιρασμένοι άνθρωποι, στη χαρά και τη λύπη,
με μια βουκέντρα στο χέρι να χτυπάμε το γέλιο.
Όλοι όμως αντάμα κι η ίδια πεθυμιά,
όλοι αγκαλιασμένοι με το αύριο για το αύριο.
Αν θες Ειρήνη πρέπει να πολεμήσεις για την Ειρήνη.
Με το ψωμί, με το νερό.
Για το ψωμί και το νερό.
Να, λοιπόν μπροστά μας το πανιασμένο ψωμί.
Μ΄ ένα διαρκή θυμό το αποδιώχνουμε.
Να, δίπλα μας το βρώμικο νερό.
Το νερό που δεν πίνεται, δεν δροσίζει ούτε τα πόδια σου!
Με την ακράτητη οργή το ξεμπροστιάζουμε.
Αν θες την Ειρήνη πρέπει να την προσέχεις.
Όταν κρυώνει και κρυώνει συχνά να την ζεσταίνεις με το χνώτο σου.
Όταν πεινά, να της στρώνεις καθημερινά το τραπέζι.
Εκείνο το τραπέζι που σε κάλεσαν να γευματίσεις.
Όταν διψά, ν΄ αποστραγγίζεις το θολό νερό που δεν πίνεται.
Να της σφουγγίζεις ευγενικά με ευλάβεια τα χείλη.
Όταν αρρωσταίνει, να νιώθεις την ασθένεια μέσα σου,
το πόνο και το δάκρυ της.
Με τη φλόγα και το πνεύμα του οίνου να τη θεραπεύεις.
Να κομματιάζεις τη καρδιά σου, να της θυσιάζεσαι.
Αν θες Ειρήνη να λέγεσαι, πρέπει να γίνεις το Ποίημα του Ποιητή
*Αναφορά στο ποίημα Ειρήνη του Γιάννη Ρίτσου
**
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ / Ανδρόνικος Κατσιαντώνης
Που ήντα χώμαν έπιασες, πηλόν για να ζυμώσεις,
Γιατί Θεέ στα πλάσματα, την λογικήν να δώσεις,
Τζι αντί σαν τ' άλλα τα χτηνά, αρμονικά να ζιούσιν,
Που την αρκήν πασκίζουσιν, να σσιυλλοφαηχούσιν,
Ο κόσμος καταστρέφεται, μα κάτω εν το βάλλου,
Γίνεται πλάσμαν να πουλά, σκλάβον ο ένας τ' άλλου,
Καμπόσα γρόνια μάχουνται, την γήν κατατρυπούσιν,
Τζιαι όπως τους βρυκόλακες, που μέσα της ρουφούσιν,
Αέραν, χώμαν τζιαι νερόν, ούλλα τζι αν τα μολύνουν,
Έχουσιν έννοια μανιχά, τα κέρτη να πολλύνουν,
Τα δέντρα λλιανίσκουσιν, που κρούζουσιν τα δάση,
Σαν το κρανίον έν η γη, που πάει να κκελλιάσει,
Οι λλίοι έχουν τα πολλά, τζιαι οι πολλοί καθόλου,
Τζιαι ούλλοι σουρουσούϊλα, πάμεν κατα θκιαόλου,
Έτσι πλανήτην πού 'καμες, τα πλάσματα να ζιούσιν,
Κιάρεις τα τζι αφήννεις τα, Θεέ μου να χαθούσιν,
Το μυάλον σου αμάρτημαν, αν πούν να σε δικάσουν,
Εν η ριτζιά στα πλάσματα, π' άφηκες να σου μοιάσουν,
Τζιαι θα σου κόφκασιν ποινήν, μες το τζιελλίν να μείνεις,
Που γίνουνται οι πόλεμοι, στ' όνομαν της ειρήνης...
**
ΕΙΡΗΝΗ ΣΤΗ ΓΗ / Ελευθερία Κούβαρου- Τρισόκκα
Όπου πλάσκετε ναν κράτος, Νήσος τζι΄ ήπειρος στη Γην
όπλα να ΄χαν την Ειρήνην
έθθα σιεν φωθκιές καμίνιν
Τζι΄ ουτ΄αγιάτρευτην πληγήν.
Αντί σφαίρες τζιαι παρούτιν, θάνατος τζιαι ματζιελιών,
να κρατούσαν εις τα σιέρκα,
όι ππάλες τζιαι μασιέρκα
κλώνους τζιαι κλαδκιά ελιών.
Χριστιανοί, Τούρτζιοι τζιαι μαύροι, τζιήτρινοι τζι΄ Οθωμανοί,
η ττουλούμπα να τυλίξει,
τους πολέμους να τους ρίξει,
μες στο χάος τζιαί κανεί.
Απ΄ Ανατολήν ως Δύσην, τζι΄ απού Νότον ως Βορκάν,
ας φυλάξουν την Ειρήνην,
τζιαι ανέτζιειστη να μείνει
στη δική τους την μερκάν.
Τζι' όσοι ζιείτε σαν πασάες, τζι΄ άρκοντες τούντον τζιαιρόν,
μην αρπάσσετε ακόμα,
τζιαι που του φτωχού το στόμαν,
το ψουμίν τζιαι το νερόν.
Όπως το νερό που τρέσιει, τρεξιμιόν που μιαν πηγή,
στον πλανήτη να τζιυλίσει,
μες το κόσμο να σκορπίσει,
την Ειρήνη πας τη Γην.
**
Αγάπη τζιαι ειρήνη / Θεογνωσία Κούβαρου Μιχαηλά
Θεέ μου πέψε τη χαρά στην γην να βασιλέψει
τζιαι το κακόν που κυβερνά να λείψει, να στερέψει.
Το κλαθε πλάσμαν μανιχά να ζιει για την ειρήνη,
πόλεμος, μίσος, βάσανα, στο παρελθόν να μείνει.
Να ' ρτουν καλύττερες στιγμές, να δκιόξουσειν τον πόνον,
τζι΄ ο κόσμος ούλος να περνά με την αγάπην μόνον.
Να μεν υπάρχουν πλάσματα φτωχά τζιαι πεινασμένα,
να λείψουν πιον τα ορφανά τζιαι τα ξεσπιτωμένα.
Τζι΄η Κύπρος η πολύπαθη η πολλοφατζιημένη
να ξανανοίξει τα φτερά να μεννεν λυπημένη.
Να ΄ρτει μια μέσα στο νησίν πουν να κτυπούν καμπάνες
τζιαι να ξαναγελάσουσειν τζι΄οι πικραμένες μάνες.
Να ζιουν τουρκάλες τζιαι ρωμιές με τον σκοπόν ναν έναν,
να μεν υπάρχει διχασμός τζιαι πρόβλημαν κανέναν.
Βορκάς τζιαι νότος να' μαστειν ούλοι μας ενωμένοι,
πάλε να ξαναζήσουμεν σαν πρωτ΄ αγαπημένοι.
Τζι΄ αφού η γη εν στροντιυλή καπάλιν τζιαι γυρίζει,
κάθε καντούνιν τζιαι γωνιά Ειρήνην να μυρίζει.
**
ΕΛΑ ΕΙΡΗΝΗ/ Ελένη Τυρίμου
Τώρα, διψάσατε πολύ
στις χούφτες
κρατάμε την ψυχή μας,
όσα- όσα πουλάνε
τα φτωχά, ταπεινά όνειρά μας
ανελέητα μαδούν, σκορπούν
την ζωή μας
Τώρα λιτό γλυκό ψωμί
στο τραπέζι
το όνομά σου ΕΙΡΗΝΗ
γενιές το φωνάζουν με αχαλίνωτο πόθο.
Εστί δίχως σύνορα, χρώμα
γίνε ο κρίκος γης, ουρανού
γίνε άσβηστη γραφή
κάτω στο χώμα.
Έλα Ειρήνη, μες στη ξαγρυπνία μας
που μονάχα τα λυσσασμένα σκυλιά ουρλιάζουν
και η ματωμένη Αυγή, μετρά τους νεκρούς
μαζί με το μοιρολόι της περήφανης Μάνας.
Δάση τα χέρια, κοπάδια οι νεκροί
θα αδράξουν θάλασσες, κάμπους, βουνά
καταφύγιο οι μνήμες,
χαμένες πατρίδες, σελίδες γραμμένες με αίμα.
Κάθε αστέρι το όνομά σου να λάμπει
το φεγγάρι κύκλο να κάνει την δική σου σφραγίδα!
εσύ άσβεστη δάδα
κάθε πατρίδας.
Έλα ΕΙΡΗΝΗ προαιώνιος πόθος
πληγές να γιατρέψεις
ΕΙΡΗΝΗ, ΕΙΡΗΝΗ εσύ ας βασιλέψεις.
**