Κυριακή 14 Ιουλίου 2024

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΙΑΣ / Κατσώνη Αναστασία

 



Βγήκαμε στον δρόμο
και πήραμε το τρένο για τη δύση,
γιατί ο ήλιος βασίλεψε πια
κι ο ορίζοντας δεν θα ροδίσει.
Ατενίζοντας για λίγο την ανατολή,
μείναμε έντρομοι
για το ταξίδι μας στη δύση.
Αναποφάσιστοι
ξεκινήσαμε για το ταξίδι μας,
το άμοιρο ταξίδι μιας μοίρας πικρής,
με τη θλίψη στην ψυχή
και την πίκρα στα χείλη…

ΚΟΥΡΣΕΨΑΜΕ ΤΟΝ ΗΛΙΟ / Κατσώνη Αναστασία

 


Κουρσέψανε τον ήλιο!
Και σταμάτησε
να φωτίζει τη ζωή μας
στο πλακόστρωτο
που περπατούσαμε
και τρέχαμε συνάμα
να προλάβουμε
το φως του.

ΗΛΙΟΣ ΑΤΑΙΡΙΑΣΤΟΣ / Κατσώνη Αναστασία

 


Πήραμε και πάλι το μονοπάτι
της ίδιας κορυφής,
λαμβάνοντας υπόψη εκείνα
τα ίδια, τα βαρετά.
Ήλιος να ροδίσει στον ορίζοντα
δεν φάνηκε σήμερα.
Ξέραμε ότι θα ζούσαμε και σήμερα
στη σκοτεινιά,
σε ήλιο αταίριαστο για μας.
Ατενίσαμε για λίγο
τον δικό μας ήλιο,
μα ποτέ δεν ανέτειλε…

(10/08/1974)
Προσφυγιά, Γ’ Γυμνάσιο Μόρφου

 

Παρασκευή 12 Ιουλίου 2024

ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΕΠΙΣΚΕΨΗ / Ονουφρίου Αναστασία

 


Το καλοκαίρι, αυτός μονοπωλεί την ηλιοφάνεια
κρούει την πόρτα, έπειτα κρύβεται
επιδιώκει να μείνει αφανής.
Εγώ έζησα στην πλειστόκαινο εποχή γιατρέ
δεν υπολογίσατε τη νοσηρότητα του κλίματος στα νοσήλια
ούτε το διάστημα που πενθεί κανείς.
Το να συγκεντρώνει κάποιος στάχυα ήταν δύσκολο
μετά έγινα πληβείος κι έπλεκα καλάθια
και κάποτε πέρασα ινκόγκνιτο από δω.

ΤΟ ΣΠΙΤΙ / Ονουφρίου Αναστασία

 



Η χωμάτινη λεία στα παπούτσια μου
συναρμολογεί τα βήματα του πατώματος
λήθαργος θά ’ρθει
θα μπει απ’ της πόρτας την κλεμμένη απόχη
θα μείνει μαζί μας ο πόνος
λούφαξε εδώ, όπου θέλει
κατέβηκε στους οπωρώνες και στις υδάτινες λεύγες
ξεχάστηκε στη φλούδα μας
τη χαραγμένη, τη δαγκωμένη, την πεταμένη
κι ισάξιος με μυγοσκοτώστρα έλαμψε
φάρος μέσα μας.

Η ΑΠΟΨΗ MOΥ ΓΙΑ ΣΕΝΑ / Ονουφρίου Αναστασία

 

Σου ζαρώνω το πουκάμισο γιατί σ’ αγαπώ
και σου φωνάζω μέσ’ απ’ τη ζαφειρένια μου καρδιά
να μ’ αγαπάς κι εσύ
κι ας δείχνει ο κόσμος ξένους δάχτυλους στους δρόμους
στρίβοντας από δασύφυλλες κι έγχρωμες πολύ καλλιγραφίες.

0 έρωτάς σου ο πνιγερός γι’ αυτόν τον πνεύμονα
μονοξείδιο στις κουπαστές τα Σάββατα
πεμπάμενο και πομπευμένο
μ’ άφησε μ’ ένα
αλόγιαστο κι αλλοιωμένο άλγος.

Τετάρτη 10 Ιουλίου 2024

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ / Βίκτωρος Αλεξία

 


Βρόμισε σάρκα η σκόνη
και αίμα η γη,
έδαφος
με δώματα
απέθαντων.
Κάνεις δεν πεθαίνει.
Κάνεις δε ζει, όπως άρχισε να βιώνει.
Είχα να καπνίσω το ίνδαλμά μας στον ήλιο.
Βαφτίστηκα, μπογιατίστηκα και νέγρα
παραπονιόμουν για την ποιότητα της θέρμης.

Δημοσιεύτηκε στο Ποιείν  22/6/2022

ΑΝΑΣΕΣ / Βίκτωρος Αλεξία

 


Με φίλησαν οι ανάσες,
όσες φανταζόμουν από αύριο και χτες -φοβάμαι τις αγάπησα όλες,
η μνήμη μου ψυχράθηκε πια-
και απόρησα
που τόσο φρικτά
θα μπορούσα,
πριν μάθαινα μια κρίσιμη άγνοιά μου,
να ζήσω έτσι
μια ζωή
για μια ζωή,
με φτυάρια από το Κρεμλίνο,
αηδόνια που μοιρολογούν – όπως από τότε –
και ήττες
ξεπερασμένες από του Οβίδιου
το αντίστροφο πένθος
του έρωτα.

ΘΥΜΗΣΗ / Βίκτωρος Αλεξία

 


Είναι η θύμησή σου,
ίδια η λαλιά σου.
Πρόωρα άλλαξες
να ελέγχεις
τη διάβρωση και τη ροή του ανείπωτου.

Κυριακή 7 Ιουλίου 2024

ΠΗΝΕΛΟΠΕΣ / Γαλανού Αλεξάνδρα

 



Οι Πηνελόπες
πέταξαν τους αργαλειούς στη θάλασσα.
Δεν υφαίνουν πια
ούτε κεντούν τα βράδια.
Κατεβαίνουν στον κήπο από το παράθυρο.
Ανοίγουν την καγκελόπορτα,
προχωρούν στην παραλία.
Κάθονται σε μπαράκια σκοτεινά,
ανοιγοκλείνουν τα μάτια και χαμογελούν
ενώ οι ναύτες τραγουδούν το «Μαραμπού».

Οι μνηστήρες, απ’ ό,τι λένε, βαρέθηκαν
τα γλέντια κι έφυγαν.
Όσο για τον Οδυσσέα,
αυτός ακόμη ταξιδεύει.

ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΣ, ΝΙΟΒΡΗΣ 2020 / Γαλανού Αλεξάνδρα

 


Ελπίδες που ποδοπατήθηκαν
τελεσίδικα πια
σφηνώθηκαν σε μια γωνιά του μυαλού,
αίθουσα αναμονής αναμνήσεων.
Ίσως,
μια μέρα κάποτε
ο ποιητής του μέλλοντος
να τις ξυπνήσει από τον λήθαργο,
να τις ντύσει με τραγούδια λυπητερά
και να τις περπατήσει στους δρόμους της πόλης
εκεί που αλλόκοτοι επισκέπτες
χαριεντίζονται, περιεργάζονται
τα ρημαγμένα σπίτια
και ασύστολα ονειρεύονται ποιο θα διαλέξουν.

ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΜΟΥ / Γαλανού Αλεξάνδρα

 


Κεκλεισμένων των θυρών
το σπίτι ασφυκτιά μες στη σιωπή.
Στράβωσαν τα πορτρέτα στους τοίχους
και το δάκρυ που ξέμεινε από έρωτα παλιό
κρύφτηκε για πάντα στις πτυχές κλειστής κουρτίνας.
Μια θητεία μοναξιάς
χωρίς φύλλο πορείας
γέμισε τις ρωγμές στον τοίχο
-δεν πρόλαβε να τις κλείσει
πριν τον εγκλεισμό-
τώρα σχηματίζουν τον χάρτη
χώρας άγνωστης που υπόσχεται
ταξίδια…
Η γυναίκα κάθεται και περιμένει,
απέναντι
το βάζο με άρωμα ανθισμένης λεμονιάς,
είναι άνοιξη

Σάββατο 6 Ιουλίου 2024

ΜΟΥΣΙΚΗ / Τέμβριου Αθηνά

 


Ένα φύλλο πρωί πρωί με χαιρέτησε.
Ήταν το σώμα τον ισχνό μα αγέρωχο.
Η αγάπη ακόμα μου <δείξε το δρόμο.
Ο άνεμος με βαρύφερνε ‘δω και ‘κει.
Χρυσές στιγμές τον Ντεπουσσί,
πρωί πρωί οι νότες…

ΖΩΗ / Τέμβριου Αθηνά

 


Α.
Κάθε στιγμή που η γη γυρνά
γράφω ένα ποίημα,
για να επιβεβαιώνω την ύπαρξή μου,
να δικαιολογώ τη ζωή χωρίς εμένα …
Β.
Σήμερα πεθαίνουν τα γιασεμιά,
τα πλήγωσε ο κρύος νοτιάς,
τα γύμνωσε ο έρωτας,
τα σπάραξε η αγάπη…
Γ.
Ναυαγοί είμαστε
σε νησάκια του κόσμου
πριν να ανασάνουμε
άνθρωποι,
πριν να χύσουμε αίμα αθώο
σε γη, θάλασσα,
ουρανό και φωτιά.

1974 / Τέμβριου Αθηνά

 


Λήθη στους χειμώνες που περνούν
αν ζητά η καρδιά ή το παράπονο
πικρού καλοκαιριού ή ένα καράβι που αρχινά
ταξίδι στα βαθιά,
μα όλο κινά και πνίγεται
μαζί με ξένους ναυτικούς
σε ξένες θάλασσες.
Έρχεται ο χρόνος, γυρολόγος
κρυφά να εναγκαλίζεται
ώρες πικρού καλοκαιριού
και κυνηγούμε τ* όνειρο
τ’ όνειρο της λευτεριάς.
Πατρίδα πολυτάραχη το βιος
σου πάει και χάνεται.
Σε γέλασε το πράσινο σε μια γραμμή
και ορθώνεται σαν τείχος.
Βάρεσε της σκλαβιάς ο πόνος
στα χρόνια της παρηγοριάς, στα χρόνια της ελπίδας
μα η νοσταλγία της σιωπής το δρόμο σου χαράζει.