Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2020

Χριστίνα Χριστοφή :Μην αφήσεις κανενός τα ζιζάνια να παρασιτέψουν στην αυλή σου.



Αργές πληγές

 

Τις ημέρες εκείνες που διακόπτετε η συνήθεια, εξορύσσονται οι κρυμμένες πληγές. Οι ανεπούλωτες όλες κατά σειράν, σα κυπαρίσσια που γέρνουν νωχελικά με το πρώτο δυνατό απάνεμο.

Καίνε τα σωθηκά σου, περονίζουν της καρδιάς τα τοιχώματα, σιγομουρμουρίζουν στα βάθη της ψυχής.

Δικές σου οι ανοιχτές πληγές.

Κατάδικές σου.

Κι ετούτες οι αδικημένες, οι κακόμορφες, εξακολουθούν να'ναι μισοζώντανες...

Ενώσο τις ταϊζεις, ενώσο τις ποτίζεις, ενώσο τους παρέχεις ζωοδόχο οξυγόνο απ'της φαιάς σου ουσίας τα έγκατα, σε ακολουθούν...

Σε σκιάζουν και σε στοιχώνουν...

Κλείσε τις επιτέλους...

Κλείσε τις προτού σε ασφαλίσουν εκείνες...

Προτού σε πνίξουν αιώνια...

Προτού σε κλείσουν και κείνες οι άτιμες ν'ανθίσουν, να ζωντανέψουν πιότερο, να γίνουν εσύ κι εσύ κείνες...

Μονάχα κείνες...

 

 

**

Τόπος

 

Ετούτη η γη δέχθηκε κάποτε μια βροχή.

Θα ταν χρυσοβρόχι, ευλογημένο, πρώτο ράντισμα.

Η υγρασία ακόμα θάμπει τα περβόλια, τους καλαμιώνες, ώσπου γίνεται ένα με τη θάλασσα.

Κείνη τη θάλασσα που πνίγει και καημούς και τέρτια, και τα πιό θαυμαστά λιογέρματα.

Πύρρινος ο ουρανός σμίγει την ώρα κείνη με τη κυρά θάλασσα και το χωριό βρίσκει την ωραιότερη κορνίζα του.

Τα περβόλια της προσμονής και της αστείρευτης ευφορίας, θαρρείς έχουν καλλιεργηθεί με των ανθρώπων τον ιδρώτα, τον κόπο και τον μόχθο...

Το ξέρουν τα περβόλια κι αποδίδουν, όπως το ξέρουν και οι χρυσοί καλαμιώνες και σφυρίζουν κάθε δείλι, να ευχαριστήσουν κείν'το γεροψαρά, με τη ξεβαμμένη άγκυρα στον αγκώνα, και τη φρεσκοβαμμένη θάλασσα στην καρδιά...

Είναι ο τόπος μου μια υδατογραφία, πολλή νερό και εύφορο χώμα...

Άμα σμίξουν με την απύθμενη των ανθρώπων τη πίστη, κείνο το λαξευμένο ξωκλήσι, κείνο το σφυρηλατιμένο με τις προσευχές και τις ευχές, το σμιλεμένο με τα τάματα και των αιώνων τη βαριά ιστορία, κείνο το ξωκλήσι, θαρρείς γίνεται ένα με του τόπου το πόνο, μια γέφυρα παρηγοριάς...

Να διαβαίνουν να αναθυμούνται οι άνθρωποι.

 


 

**

Σχεδόν

 

Θροίζει το δειλινό σα σφύριγμα οχιάς εν τω μέσω του Ιούλη, ασημίζουν τα λιόδεντρα υπό τα αληθινά φιλιά του λιογέρματος, κι οι εραστές αναθυμούνται τέτοιες στιγμές τη γοητεία της θάλασσας την ώρα ετούτη που αφήνεται να δοθεί στις λυγισμένες οφθαλμαπάτες των οριζόντων...

Δειλινά αστείρευτα γοητευτικά... Σχεδόν μαγευτικά, σχεδόν ονειρεμένα, σχεδόν απατηλά...

Μα'ναι ανέκαθεν τούτο ακριβώς το σχεδόν που ραγίζει τις μνήμες μας και καλπάζει στις κρύπτες της καρδιάς μας.

Τούτο το σχεδόν που μας ντύνει αιωνίως στο αβάσταχτο χρώμα της προσμονής και στο χρυσοποίητο ξεφλούδισμα των άστρων.

Για τούτο το σχεδόν είναι που αφήνουμε, δήθεν πως ξεχνάμε, τις πήλινες γλάστρες με τις μαβιές λεβάντες στα υγραμμένα περβάζια των αυλών μας, υγραμμένα από νοσταλγία και πολλές χαρακιές, τις αφήνουμε τις γλάστρες να νοτιάζονται στο ύστερο του δειλινού...

Του δειλινού που ανέκαθεν ακολουθεί η νύχτα η θερινή.

Να την αρπάξουμε κι αυτήν...

Ολοκληρωτικά...

Χωρίς κανένα σχεδόν.

Γιατί πάντα είναι η πολυτιμότερη κρύπτη του κάθε όνειρού μας...

 

**

Άνεμος Οπωρινός

 

Δε ταιριάζει στο δείλι το σεπτεμβριανό ο λίβας,

σα δε ταιριάζει και στα μάτια σου η θλίψη.

Μα ναι τα χρώματα στις άκρες των βλεφάρων σου θολά κι ο άνεμος υγρός και καυτός, ανίκανος να στεγνώσει την όποια πίκρα.

Μα ναι οι νευρώσεις της ψυχής σου παλλόμενες με πάθος για ζωή κι ας τα πόδια σου έχουν βαρύνει απ'της καρδιάς τα ατσαλένια πανωφόρια...

Άσε τη ψυχή σου ν'αντικρύσει γυμνή τη δροσιά της νύχτας της οπωρινής...

Θα'ναι πια σα να ξυπνάς εσύ τον γλυκάνεμο γύρο σου.

Η καρδιά σου θα δροσίσει πια με το σχήμα του ανέμου.

Κείνο που τη ζωντάνεψε κάποτε.

 

 

**

 

Κήπος

 

Κρύβει ο όποιος κήπος το δειλινό, υπέροχα μυστικά.

Νοτιασμένες οι φυλλωσιές θαρρείς κατοπτρίζουν τα πρώτα άστρα, σάμπως και γνωρίζουν πως είναι, παραταύτα, και τα τελευταία που σβήνουν απορροφημένα απ'το πρώτο ηλιάναμμα.

Μα ναι ο όποιος κήπος, απρόσμενα ρομαντικός...

Κι ας το αναμασητό μιας καμουφλαρισμένης ακρίδας να ξυπνά μνήμες... φτιάξε νέες,  σκαρφαλώνοντας στις σθεναρές αραχνοσκάλες, δρασκέλισε ιστό, ιστό τα όνειρα... 

Τώρα πια είσαι στο δικό σου κήπο.

Μην αφήσεις κανενός τα ζιζάνια να παρασιτέψουν στην αυλή σου.

Χρόνια ξηρά τον πότιζες, καιρός να αισθανθείς τα ολοζώντανα άνθη του...

 

**


Οκτώβριος

 

Ο ιός ελεύθερος να περιπλανιέται.

Εμείς πλανεμένοι σε πλάνη οικτράν.

Ο κόσμος πια να ανασαίνεται εντός του ασφυκτικού μιας μάσκας.

Το πρωτοβρόχι πώς μας λησμονεί... αβάσταχτα σκληρή η έλλειψίς του.

Οι φλεγμονές απαιτούν σχήμα και προνόμια. Θαρρείς δε τους αρκεί που χουν παρασιτέψει στης ζωής το ύδωρ.

Εν τω μέσω του αγαπητού Οκτωβρίου, εντούτοις, μπορούμε ακόμη να σκαλίσουμε για ελπίδα...

Είναι βράδυ η νύχτα όψιμη καλλονή χωρίς φτιασίδια, έχει τάξει άλλη μια πανσέληνο...

Το φεγγάρι δικαίως κτίζει υπερβολές...

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2020

Βαρυθυμία επηρεασμένη: Βραχίμης Νίκος

 


Τι να τον κάνεις τον ρυθμό,
τη μουσική, τη ρίμα
διάλεξε να κρεμαστείς από το νήμα
το λεπτό που να δονεί με το σφυγμό
της κουρασμένης της καρδιάς σου.

Ένας μικρούτσικος παλμός,
το ξέρεις, μυστικός ψαλμός,
λησμονημένος και παλιός,
ηχεί μόλις εντός σου.
Η νύχτα στέκεται μουγγή.
Κάποιος εκφυλισμένος θα βρεθεί
τραγούδι να την κάνει αφού σκεφθεί.
Κι όμως θα σου ’λεγα παντοτινά να κοιμηθείς
να ξεχαστείς και να ξεχάσεις.
Οι άνθρωποι θα πουν με λογικό 
πως μοιάζεις κάποιον άνθρωπο
τρελό, ή, ένα παιδί που μαγικό
ντύμα την ποίηση δέχτει και πω! πω!
επηρεασμένος έπαιξε τον τραγικό
μεσ’ τα βαθιά να κοιμηθεί δήθεν ερέβη

Ποθητές πατρίδες: Ποίημα του Νίκου Βραχίμη

 


Θά ’ρτει μια μέρα
να μας γιατρέψει
τις αγιάτρευτες πληγές,
μια μέρα θά ’ρτει
κάποια καινούργι’ αγάπη
Με δάκρυα πολλά θα μας ξεπλύνει
και θα μας φέρει
της μετάνοιας τον εξαγνισμό.
Ποθητή πατρίδα!
Εκεί κατοικεί
από καταβολής κόσμου
ο Θεός μου,
και το ρημαγμένο καράβι
της ανταρσίας
άνοιξε τα καινούργια του
τότε πανιά
για τα ευλογημέν’ ακρογιάλια σου.

Διάγνωσις : Ποίημα του Νίκου Βραχίμη

 


Ωχροί σαν το κερί
διαβαίνουν οι καιροί.
Μικροί γευτήκαμε πικρή
τη γλύκα της ζωής, νεκροί. 

Αισθήσεις μη ζητήσεις.
Σα βουητό θα το συγχύσεις
το χάρμα μες στο χάραμα, 
την όραση στο χρώμα.

Κυρίες φθινοπώρου: Ποίημα του Νίκου Βραχίμη

 


Ήρθαν κι αυτές διαβατικές, 
πουλιά γοργόφτερα, περαστικές, 
να μας λαμπρύνουν με χαρές
τη ρεμβική που χρόνισε ανία. 

Ήρθαν κι αυτές όπως κι εκείνες
να μας θυμίζουνε κυρίες, 
που, αλί, πριν τις χαρούμε
θα μας φύγουνε και κρύες
τις καρδιές μας θα γρικούμε, 
ίσως, όπως και κείνες.

Ήρθαν κι αυτές
για να μας πούνε πράγματα
χίλιες φορές, αλί, λεγμένα,
πως το Φθινόπωρο, φύλλα ριγμένα, 
είναι να φτάσει
και φοβάμαι
πως θα περάσει;

Ιερουσαλήμ: Απόσπασμα από το ποίημα του Νίκου Βραχίμη [1914 - 1961]

 


Δεν μπορούμε να υπολογίσουμε χωρίς δεδομένα, 
δεν υπάρχουμε χωρίς υπολογισμούς
και δεν υπάρχουν δεδομένα, 
ευτυχώς!

Έχω ξεχάσει πού εγεννήθηκα
και κανείς δεν ξέρει να με πληροφορήσει, 
οι δρόμοι ερήμωσαν από τη σκόνη και τα βήματα, 
υπάρχει μόνο ένα κομμάτι ουρανού
και ο άνεμος

για να προσδιορίσει τη διεύθυνση 
σ΄ αυτούς τους τόπους
που χάσανε τ΄ όνομά τους, 
υποψιάζομαι.

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2020

Το χρέος του ποιητή / Ανδρέου Ειρήνη


Δυο ξίφη πάντα κουβαλώ
το ένα νέκταρ στάζει
μα τ' άλλο είναι κοφτερό
αίμα και δάκρυ σταζει.
Το αίμα ειναι της καρδιάς
το δάκρυ της ψυχης μου
που όταν αβάσταχτα πονά
νέχταρ ζητά η πληγή μου.
Και κάνω επιστράτευση
της γης όλα τα κάλλη
ζητώ απ΄όλους άφεση
μα μέσα μου μια πάλη.
Με ψάχνουνε κάτι παιδιά,
Πού χάθηκες φωνάζουν;
Παιδιά κατώτερου Θεού
τον ποιητή τους κράζουν.
Αρπάζω τ' άλλο και κτυπώ
τέρατα και διαβόλους
διπλή η κόψη του, πονώ
μ' αλλάζω αμέσως ρόλους .
Μπαίνω στην θέση του παιδιού ,
άλλο δεν περιμένω
νιώθω τον πόνο τ αλλουνού
για με δεν είναι ξένος...
Ξέρω τι πα 'να πει σκλαβιά
στην ίδια σου την χώρα
ακούω το κλάμα απ τα παιδιά
Κ̌άθε στιγμή και ώρα.
Ακούω νεκρούς να βρίζουνε
που τους ξεχάσαν όλοι
τα σωθικά μου σκίζονται
που κυβερνούν διαβόλοι.
Τι σόι είμαι ποιητής
το δίκιο αν δεν φωνάξω
και για τα τέρατα της γης
ξίφος αν δεν αρπάξω;
Χρέος έχει ο ποιητής ,
η πένα η δύναμη του
κληρονομιά πάνω στη γη
ν ' αφήνει την κραυγή του...
Ειρήνη Ανδρέου

Η Ελπίδα ζεί!!! / Νικηφόρου- Θεοκλή Αντρούλλα


Το περιστέρι πέταξε,
Ειρήνη για να φέρει,
κλαδί ελιάς στο ράμφος του,
ελπίδα μεταφέρει.
Μα στα μισά λαβώθηκε,
κόψανε την ελπίδα,
γιατί όλο στοχεύουνε,
μιά μοιρασμένη πατρίδα.
Το περιστέρι λαβώθηκε,
μα τα φτερά πετάνε,
και πάντα βλέπει στο Βορκά,
σε τόπους που αγαπάμε.
Τα φύλλα έχουν ξεραθεί,
μα οι σπόροι έχουν πέσει,
στο χώμα θ´αναγγενηθεί,
καινούργιο δέντρο,θ´αναστηθεί.
Της ελιάς οι ρίζες της,
απλώνουν και ριζώνουν,
και τη ελπίδα στην ψυχή,
ποτέ δεν ξεριζώνουν!

Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2020

Κρατικό Βραβείο Ποίησης Κύπρου για εκδόσεις του έτους 2019


Το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για εκδόσεις του έτους 2019, απονέμεται στη Νάσα Παταπίου για το έργο της: Μελουζίνης ενώτια ή Η ωραία που έρχεται (εκδόσεις Καστανιώτη). 


Σκεπτικό βράβευσης: Η Νάσα Παταπίου με την ποιητική συλλογή της Μελουζίνης ενώτια ή Η ωραία που έρχεται εκδιπλώνει και ανασυστήνει τον ποιητικό της κόσμο με μνημονικές εικόνες, δραματικές αλήθειες και ιστορικά στοιχεία, τα οποία εμποτίζονται με λατρεία για τον γενέθλιο χώρο, ονειροπόληση, ερωτική επιθυμία και πνευματική εξύψωση. Αποτυπώνει τις ποιητικές εικόνες της με εύφορη διαχρονική αφήγηση, εκλεπτυσμένη μουσικότητα, γλωσσική επάρκεια και ιστορική μνήμη, η οποία εξακτινώνεται συνειρμικά και αισθητικά στον χώρο του φανταστικού, του μυθικού, του παράδοξου, αλλά και της ρεαλιστικής πραγματικότητας, χωρίς να απουσιάζουν η συμβολική και αλληγορική διάσταση στο όλο έργο της. Συναιρώντας πρόσωπα, τόπους και γεγονότα, οικοδομεί έναν κόσμο αναγέννησης και αναδημιουργίας, δια μέσου ενός ουσιώδους, απλού και ακαριαίου λόγου που αναβιώνει μια εγκόσμια πραγματικότητα. Η πραγματικότητα αυτή δίδεται μέσα από το ποιητικό υποκείμενο ως καθαρτήρια μνήμη και ζωογόνος δεσμός που περικλείει αέναα την αναπόδραστη θύμηση του γενέθλιου τόπου και της ιστορικής του διαδρομής. 


Η βραχεία λίστα για το βραβείο ποίησης 

Κατάλογος επικρατέστερων έργων (αλφαβητικά):

  1.  Αρτεμίου-Φωτιάδου Ελένη, REM: Ποιήματα (εκδόσεις Μανδραγόρας) 
  2. Καλοζώης Γιώργος, Η πλαστικότητα των μορίων (εκδόσεις Φαρφουλάς) 
  3. Ονουφρίου Αναστασία, Όταν λέω άλφα (εκδόσεις Σαιξπηρικόν) 
  4. Παταπίου Νάσα, Μελουζίνης ενώτια ή Η ωραία που έρ
  5. Φιλούση Νένα, Σώματα ασφαλείας (εκδόσεις Κύμα) 

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2020

Ποθητές πατρίδες / Νίκος Βραχίμης

 


Θά ’ρτει μια μέρα
να μας γιατρέψει
τις αγιάτρευτες πληγές,
μια μέρα θά ’ρτει
κάποια καινούργι’ αγάπη
Με δάκρυα πολλά θα μας ξεπλύνει
και θα μας φέρει
της μετάνοιας τον εξαγνισμό.
Ποθητή πατρίδα!
Εκεί κατοικεί
από καταβολής κόσμου
ο Θεός μου,
και το ρημαγμένο καράβι
της ανταρσίας
άνοιξε τα καινούργια του
τότε πανιά
για τα ευλογημέν’ ακρογιάλια σου.

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2020

Φαντάσου! / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 


Ήταν μια βουτιά στο κενό!

δεν προλάβαινα να κρατηθώ

στο χείλος της αβύσσου∙

με παρέσυρε το ποτάμι

της ζωής∙

παφλάζοντας μ’ άρπαξε στις δίνες του.

Αισθάνθηκα κρύα την επαφή

της ατμόσφαιρας,

αφιλόξενη την αγκαλιά που μου

προσφέρθηκε.

Ήταν αλλιώς με την ενδομήτρια

διαβίωση∙

 

αλλιώς οι χυμοί διακλαδίζονταν

στο κορμί μου.

Τώρα κάθε φορά θα έπρεπε να δηλώσω

την ανάγκη μου∙

υποχρεωτική κατάθεση στο παρουσιολόγιο

της καθημερινότητας.

Για να με προσέξουν έπρεπε να τσιρίζω.

Ήταν η πρώτη γλώσσα που μάθαινα

διαβαίνοντας το κατώφλι της ζωής∙

κι ήταν άλλα-σωρός άλλα- να επακολουθήσουν.

Καλή μου μαμά, καταλαβαίνω τη φούρια σου∙

καταλαβαίνω την αδυναμία σου να με

καταλάβεις.

Όμως ήταν τόσον όμορφα στον προθάλαμο

της ζωής,

τόσον αναπάντεχα ρόδινα και

παραμυθένια!

Δεν αποκλείεται  με τον καιρό να συνηθίσω∙

με τον καιρό ν’ αποβάλω το δέρμα της ανέμελης

ευτυχίας.

Μπορεί-δεν είμαι καθόλου σίγουρη που

δε θα συμβεί κι έτσι- τόσο ν ’αγαπήσω

τη δική σας ζωή ,τόσο να μπλεχτώ με τα νήματα

της αγάπης σας που να μού’ναι πιο δύσκολο

να ξαναγυρίσω στην προηγούμενη μου

κατάσταση.

Ώρες ώρες τραβώντας το μίτο του παραλογισμού

φτάνω στην ακρότητα της υπόθεσης∙

φαντάσου, λέω, φαντάσου να καταντήσω να κλαίω

μήπως και μ’ εγκαταλείψει η ζωή,

φαντάσου!...

 

Aπό την ποιητική συλλογή  ΄΄ Γράμματα στη Χριστιάνα ΄΄

ΕΚΔΟΣΗ    1984

Συμπαιγνία / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 

        

Τ’ αρκεί που του αναπέμπουμε τους αίνους∙

αγαλλιά με τις κνίσες και τους επαίνους

Παίζει κι αυτός την παρτίδα του.

Ξαπλωμένος με κάποια παλλακίδα του

θα σκέφτεται που όλα κυλούν κατ’ ευχή.

Πλούσια τα σφάγια κι η προσευχή,

όλα να βασιλεύουν υπό τη σκέπη του

κι εμείς να παραβιάζουμε τ ‘αμέτρητα ‘’πρέπει’’ του.

Ξέρει που τον δουλεύουμε∙

ξέρει που μας εμπαίζει.

Σ’ίδιο τραπέζι

 συνωμοτούμε, μαγειρεύουμε

τα μυστικά μας αλληλοκλέβουμε

τρώγοντας πετιμέζι!

 

ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΡΑΤΟΥΝΤΕΣ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΙ 1985

Πτώμα επί σκηνής / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου


Μας αρκεί που δεν παρακολουθήσαμε το φόνο∙

Εμείς επί σκηνής βλέπουμε μόνο το πτώμα.

Το τι προηγήθηκε πάνω στο σώμα

δεν αφορά την ευαισθησία μας στον πόνο.

Άλλοι που θα’πρεπε να σκαλίσουν το χρόνο.

Εξάλλου πολλά παρασκήνια θ’ αποκαλυφθούν ακόμα

πολλές αξίνες θα σκάψουν το χώμα

μέχρι που τα πειστήρια ν ’ανιχνεύσουν το δολοφόνο.

Σε μας προβάλλεται μια συντελεσθείσα πράξη.

Το πολύ πολύ να καθίσουμε να σχολιάσουμε

τα σχετικά με τη διασαλευθείσα θεία τάξη.

Από κει και πέρα τα κεφάλια μας ‘’εντάξει’’.

Δεν μπορούμε και τον ύπνο μας να χάσουμε

ούτε προτιθέμεθα τα στομάχια μας να χαλάσουμε!

ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΡΑΤΟΥΝΤΕΣ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΙ 1985

Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2020

Χριστίνα Χριστοφή: Είν'η ζωή μια άμπωτη κι οι στιγμές βυθισμένες στης καρδιάς … το κόκκινο...

 


Ο φτωχός συγγενής

 

Απομερίστηκε πια κι απ'τις ενημερωμένες λίστες αναμονής.

Αποβλήθηκε απ'την ανέκαθεν πιστοποιημένη του γωνία της ντροπής.

Διαγράφηκε σιγανά και σταθερά από όπου κλεινόταν να παρευρεθεί, από υποχρέωση κι όχι εν τέλει από ανιδιοτελή αγάπη.

Είναι ο φτωχός ο συγγενής.

Που με τη πρώτη σύγχρονη πανδημία, έγινε στα διακριτά τους μάτια, ακόμα πιο φτωχός, ακόμα λιγότερο απαραίτητος, ακόμα περισσότερο παρείσακτος...

Κι ο συγγενής ετούτος να διαγράφεται απ' τις λίστες των αδέσποτων κρίσεών τους.

Να ναι το πρώτο ανεπιθύμητο βάρος που ανισορροπεί την κίβδηλη ζυγαριά των βαρεμένων καρδίων τους...

Μα ίσως ο φτωχός συγγενής, να παραμένει κατά βάθος ο πλουσιότερος...

Διότι σα συγχωρεί ξέρει καλά να ανοίγει όλες τις λίστες μνήμης και να διαβάζει μονάχα λευκό...

 

**

Λαχανόκηπος

 

Η γυναίκα παρά το μεσόκοπο των χρόνων και της τσακισμένης της καρδιάς, ποτίζει το λαχανόκηπο.

Συνήθως κατά τη διάρκεια του λιογέρματος.

Συνήθως με τα χέρια λυγισμένα, τα γόνατα χρονοφαγωμένα, το λάστιχο μπαλωμένο από παντού και το νερό το τρεχάμενο, ανέκαθεν χλιαρό, ώρα που είναι.

Ίσως για όλα ετούτα και άλλα που δε βλέπω με τα μάτια, πολλά, ετούτος ο λαχανόκηπος, όποια ώρα και να τον κοιτάζω, μοιάζει απότιστος. Άκαρπος. Ατημέλητος, κι όχι επιμελώς.

Ετούτος ο λαχανόκηπος μοιάζει να'χει αφεθεί σε μοίρα ανθρώπινη...

Κι όσο ποτίζεται, τόσο ξηραίνεται...

 

**

 

Ναι

 

Έχεις ποτέ σου δει λιόδεντρο να ποτίζεται το δειλινό αντίκρυ μιας θάλασσας;

Έχεις ποτέ σου ακούσει το βυθό με το φιλί στ'αυτί μιας γιγάντιας πουρούς και το χέρι με χάδι το παφλασμό ενός οπωρινού κύμματος;

Έχεις ποτέ ανάψει κερί ταμένο σε ξωκκλήσι πευκόκρυφτο την ώρα κείνη που η πάχνη σαστίζει τη σκέψη σου...

Έχεις ποτέ βουτήξει τη ψυχή σε ολόθαμπη λίμνη και να εξορυχθεί έπειτα από μια εξομολόγηση, σε χρυσαφιά θάλασσα...

Έχεις ποτέ χαρίσει τα χείλια σου ξηρά και ανήλια, σε χείλια απροσάρμοστα, ποθητά κι αγαπημένα... και να τα παραλάβεις έπειτα δύο ξέχειλες κρήμνες, με περίσσιο μέλι να σταλάζει ο έρωτας...

Αν έστω ένα ναι, γύρε απόψε στον ύπνο ελαφρά τη καρδία σου.

Είν'η ζωή μια άμπωτη κι οι στιγμές βυθισμένες στης καρδιάς σου το κόκκινο...