Ανέβηκα στο λόφο να φωνάξω το
όνομά σου
κι ο ήλιος αρνιόταν να βγει
κάθισα να σου γράψω
κι οι λέξεις αρνιόντουσαν να
μείνουν στο χαρτί
προσπάθησα να σου στείλω ένα φιλί
και τα χείλη μου μάτωσαν
Τώρα κάθομαι στην άκρη του λόφου
και περιμένω τον ήλιο να βγει
τώρα άφησα το χαρτί
και αναζητώ τη μορφή σου
τώρα που σκοτείνιασε
τώρα που το τραπέζι άδειασε
απλώνω την καρδιά μου γυμνή
στο υγρό χορτάρι
που μου θυμίζει το στόμα σου
τότες που μ’ αγαπούσες
τότες που καθόσουν στο παράθυρο
κι αγνάντευες το δρόμο
ώσπου να ’ρθω.