Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2014

Ιερουργικά / Γιαγκουλλή Χριστούλα



Για Σε
το πρώτο δάκρυ κύλησε
για Σε
Μητέρα πάναγνη
ιερουργικά αναδύθηκε
Η καρδιά στ αργαστήρι του νου.
Στην Αγία Σου Τράπεζα
θε να τεθεί το τάμα!
Στην Αγία Σου Τράπεζα
Παναγιά της Ασίνης
αναβίωσαν τα παιδικά όνειρα
στο τοπίο σου βούλιαξα

Παναγιά της Ασίνης.

Καινούργιοι δρόμοι / Γιαγκουλλή Χριστούλα



Καινούργιοι δρόμοι
χαράσσονται στο μέτωπο
της μέρας.

Καινούργιοι δρόμοι
χαράζουν

το καθάριο πρόσωπο της αυγής!

[Και αυτά όλα...] / Ναδίνα Δημητρίου

Και αυτά όλα 
ενώ κάπου κοντά, 
η μοίρα μοίραζε, 
διαρκώς πολλαπλασίαζε, διαιρούσε, 
τόσο σπάνια μετρούσε
μ΄ ακρίβεια κι΄ αντιστοιχία. 

Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

Μεσοπέλαγα




Η αγάπη μας βρήκε
ναυαγούς μεσοπέλαγα
βάρκα ήταν
μας μάζεψε
την πορεία της χάραξε
δίχως χάρτη κι ελπίδα
με σπασμένη πυξίδα
μας παράτησε
η αγάπη
ναυαγούς μεσοπέλαγα

Αιώνες τώρα





Περιμέναμε την Άνοιξη 
και την Ανάσταση
Λησμονήσαμε 
ότι προηγούνται 
αιώνες τώρα 
η προδοσία 
και η σταύρωση
Αιώνες τώρα 
Πόντιοι Πιλάτοι 
και Ιούδες
Αιώνες τώρα 
μας φιλούν

ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ ΚΡΑΔΑΣΜΟΙ (Απόσπασμα)

ΕΙΣΑΚΟΥΣΕ ΜΕ 


Πουλιά των μακρινών καιρών 
κι΄ ένας μακρόσυρτος μες την καρδιά μου πόνος να οργιάζη.
Ν΄ ανθέξω τον παρατεταμό της νύχτας
καθώς σιγαλινά απ΄ το χρόνο μ΄ ανακόπτουν 
τ΄αθέλητα μάτια της καταιγίδας.
Κι ύστερα 
μες τ΄ αυγινά ακρογιάλια να πνιγώ στην παρανάλωση.
Γνώρισα την αγάπη ακδιώχνοντας
ανακαλώντας τους ιριδισμούς της Πούλιας
θρυμματίοντας βράχους οκνούς της ψυχής μου. 
Κι η θάλασσα η συντρόφισσά μου
μες τις μεταλλαγές της ανημποριάς μου
αγνοώντας το τραγούδι με παράτησε.
Κύριε, θεέ της ψυχής μου
ενθάδε κείται τ΄ άυλο παραμύθι της ποίησής μου.
Αηδόνι ερωτικό της φυλής μου εισάκουσέ με 
ακολουθώντας τις φθινοπωρινές υποστολές των βουνών
 κι έλα να με πάρεις, να με πάρεις
καθώς τα γαλανά ρυάκια των αστερισμών 
θα πλαταίνουνε τις θάλασσες. 
Ω θεέ μου, να πεθάνω έτσι 
κι΄ ας χαθούν ολόγυρά μου οι μνήμες
κι΄ οι πληγές του Σύμπαντος.
....

1974

Σε μυστήριο ευτυχίας 
πνίγηκε η ψυχή, 
(Μια θερμή ανάσα κι η θεσπέσια μνήμη) 
να πάρη και να δώση
αίμα απ΄ τη μορφή της.

Σε πλατειά ποτάμια 
η σιωπή κι΄ ο Δίας.
Στην καρδιά το φως. 
Κύκνοι σε χιλιάδες
απεργούν το θρήνο
Φεύγουν τα καράβια, σφίζουν οι ωδές
κι΄ οι ρυθμοί ταλαίπωροι 
ανασαίνουν ανταρσία

.......

ΔΙΑΘΗΚΗ


του Τάκη Χριστοφίδη


(θα πάω εκεί που ο στοχασμός θα φτάση την καρδιά μου) 

Κάποτε τα μάτια μου μ΄ ανάπλασαν 
κι΄ ήταν οι κόσμοι μου
επίδοξες ερωτικές στιγμές.
Ντυμένες, ενάριες, βασιλικές
ντελίριες ευτυχίες μες την καρδιά μου
λύγιζαν τραγούδια. 
Τώρα τα μάτια δεν πεθαίνουνε ποτέ
αντιβουίζοντας απ΄ τη χώρα τ΄Αηδόνιου
κι΄ η ονειροπόληση με το κρασί και με τον έρωτα. 
Αργοί γαλανισμοί όπως και πριν 
σας αναγέννησε την ποίηση ο Μεγαλέξανδρος
με τους ενάλιους βυθούς να ξαναγεννηθούν. 
Εγκαταλελειμένη ιστορία
ματιές χλωμές που σε κοιτάζουν 
καθώς σε παίρνουνε στο πέλαγος 
αναπολώντας τους βαρβάρους. 




(τέσσερα ποιήματα αφιερωμένα στον Παύλο Μεράνο) 

1. 

Τ΄ άλογο κι΄  η ψυχή 
πήρανε ανεπαίσθητα
την ηδονή της θάλασσας
κι΄ απόμεινε ο ποιητής 
ενάλιος να συμπληρώνη
με την κραυγή της Αγιάς Σαλαμονής
τα ρημαγμένα λιμανάκια.
Τότε είναι που ο άνθρωπος 
καταμεσίς της γης 
κάθησε και συμμάζεψε τη γνώση 
και τους βαρβάρους πρόλαβε. 

2. 

Σήμερα παραβιάσανε το φρούριο.
Αύριο η ποίηση 
θα ξαναβάλη τάξη
όπως και πριν που ζούσε 
ο Βασιλιάς Αηδόνιος.

3α.

Έχω ένα φίλο ομοίδιο μου!
Στο φρούριο του η ψυχή μου
κι΄  ακολουθούν οι μέρες ανασαίνοντας. 

3β.

Τυχαίνει μες τα δάκρυα της χαράς
σε δειλινές αποσπερίδες
να λησμονιέμαι σαν παιδί 
μες το μεθυστικό ταξίδι
συνήθεια ως είναι μακρινή
το πετροβόλημα της γνώσης.
Κι΄ αυτό μικροί μου Αγγελινοί 
γιατί μ΄  απόμεινε ο Θεός 
κι΄  η Περιπλάνησή Του. 

4.

(Ανάτειλε ύπνε μου και συ κοιμήσου
ο ακοίμητος σεισμός της συνείδησής μου).  Π. Μεράνος. 

Καράβι μεθυσμένο η ζωή μου
κι ΄  ένας απέθαντος θεός 
μεγαλινός που με προσμένει. 
Βράχοι ψηλόδενδροι δικοί μου
και κάποιο χέρι. 
Ακοίμητα θαλασσινά πουλιά
σε κάποια ποίηση μεθυσμένη
σε κάποια δάκρυα θεικά

που μ΄ ανταμώνουν.


ΚΑΘΕΤΕΣ ΠΛΗΓΕΣ

Τ΄  αηδόνια τα σκοτώσανε 
για χάρη της μάνας του. 
Αύριο οι πληγές θα ομολογήσουνε 
ανοίγοντας στους κάμπους τις καρδιές των 
και κηρύσσοντας τον πόλεμο. 



ΙΕΡΟΤΕΛΕΣΤΙΑ 

Μπασμένη στη φωλιά του μίσους 
η ζωή μας μας χτενίζει.


ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜΟΙ

Της μνήμης η Αγάπη 
Της θύμησης οι κορεσμοί 

ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜΟΙ

Της μνήμης η Αγάπη 
Της θύμησης οι κορεσμοί 

ΙΕΡΟΤΕΛΕΣΤΙΑ

Μπασμένη στη φωλιά του μίσους 
η ζωή μας μας χτενίζει.

ΚΑΘΕΤΕΣ ΠΛΗΓΕΣ

Τ΄  αηδόνια τα σκοτώσανε 
για χάρη της μάνας του. 
Αύριο οι πληγές θα ομολογήσουνε 
ανοίγοντας στους κάμπους τις καρδιές των 
και κηρύσσοντας τον πόλεμο. 

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΡΥΘΜΩΝ

(τέσσερα ποιήματα αφιερωμένα στον Παύλο Μεράνο) 

1. 

Τ΄ άλογο κι΄  η ψυχή 
πήρανε ανεπαίσθητα
την ηδονή της θάλασσας
κι΄ απόμεινε ο ποιητής 
ενάλιος να συμπληρώνη
με την κραυγή της Αγιάς Σαλαμονής
τα ρημαγμένα λιμανάκια.
Τότε είναι που ο άνθρωπος 
καταμεσίς της γης 
κάθησε και συμμάζεψε τη γνώση 
και τους βαρβάρους πρόλαβε. 

2. 

Σήμερα παραβιάσανε το φρούριο.
Αύριο η ποίηση 
θα ξαναβάλη τάξη
όπως και πριν που ζούσε 
ο Βασιλιάς Αηδόνιος.

3α.

Έχω ένα φίλο ομοίδιο μου!
Στο φρούριο του η ψυχή μου
κι΄  ακολουθούν οι μέρες ανασαίνοντας. 

3β.

Τυχαίνει μες τα δάκρυα της χαράς
σε δειλινές αποσπερίδες
να λησμονιέμαι σαν παιδί 
μες το μεθυστικό ταξίδι
συνήθεια ως είναι μακρινή
το πετροβόλημα της γνώσης.
Κι΄ αυτό μικροί μου Αγγελινοί 
γιατί μ΄  απόμεινε ο Θεός 
κι΄  η Περιπλάνησή Του. 

4.

(Ανάτειλε ύπνε μου και συ κοιμήσου
ο ακοίμητος σεισμός της συνείδησής μου).  Π. Μεράνος. 

Καράβι μεθυσμένο η ζωή μου
κι ΄  ένας απέθαντος θεός 
μεγαλινός που με προσμένει. 
Βράχοι ψηλόδενδροι δικοί μου
και κάποιο χέρι. 
Ακοίμητα θαλασσινά πουλιά
σε κάποια ποίηση μεθυσμένη
σε κάποια δάκρυα θεικά

που μ΄ ανταμώνουν.

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

ΑΝΙΑ

Τα πρόσωπα 
αυτά τ΄ απελπιστικά καλούπια
ιστορούν τη ζωή μας. 

Πάνω απ΄ τα καμπαναριά 
πλανάται η απόγνωση 
τα χέρια μου
τα δέκα μου δάκτυλα
διαγράφονται 
πάνω από τα σιωπηλά κωδωνοστάσια. 

Ο δρόμος
πλημμυρίζει χρυσάφι
καθώς χαμογελάς.
Ποιος χρυσικός 
κάπνισε μ΄ ασήμι και μάλαμα
τα φύλλα του βασιλικού δένδρου;

Εδώ μέσα 
ζευγάρωσεν η παγωνιά με την ανία

Θα ρθή το καλοκαίρι
Θα ρθή η μέρα
θα ρθή το πλοίο 
ακριβώς το καταμεσήμερο.
Σα θρίαμβος αρχαίου Καίσαρα
μεγάλε αδελφέ
θα με στεφανώσης
μέσα στο καταμεσήμερο. 

ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ

Ενόσω γεύομαι 
την ουσία της ζωής
θ΄ αποδημώ 
καθώς φωτεινή λιτανεία 
με κόκκινα πανιά 
με θορύβους 
και μουσική 
σμίγει το άσπρο μεσημέρι. 
Η θάλασσα
γεμίει μυρωδιά και χρώμα 
μέσα στο μεσημέρι. 

Θα πορεύωμαι 
μ΄ ένα λεπτό 
επίχρυσο φύλλο 
εφαρμοστό στο πρόσωπό μου
αδιόρατα. 

Σ΄ ΕΝΑ ΑΓΩΝΙΣΤΗ

Η μορφή του 
λάμπρυνε το απόγευμα 
μαί με το Κυπραίικο κρασί 
στ΄ αμέριμνα ποτήρια. 

Τώρα 
η χαμένη μουσική του 
πλέει ανάμεσά μας
σα μαύρη γαλέρα
με κάτι σα σκιές
δίπλα στα χάλκινά της ξάρτια. 

Τώρα 
η θερισμένη νεότης
μόνη καθρεφτίζεται 
μέσ΄ στην πικρία των στίχων 
που ζητούσε. 

Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014