Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ΄/ Μοράρης Γιώργος



Ένα νησί ταξιδεύει
με την ψυχή στην άπνοια
κοντά στον φάρυγγα του Λεβιάθαν.
Η κιβωτός τον λησμόνησε
ωσότου βρήκε τον κρυψώνα του
στον κατακλυσμό.
Κύματα που κάποτε παίζαν
με την ανάσα τ’ ουρανού
κλωσσώντας στην άμμο
την πεμπτουσία τους,
ζωγράφιζαν την αστάθειά τους
επίορκοι στο κάλλος εγγυητές του
κύματα, κορυφές και βάραθρα.

Το λουτρό / Το Ικρίωμα : Δύο Ποιήματα του Γιώργου Μοράρη

ΠΤΗΣΗ / Μοράρης Γιώργος



Σαν τις χελώνες δεν είμαστε
που με τα βήματά τους
ο μέγας χρόνος τους αθροίζεται
στον μοναχικό τους δρόμο.
Μοιράζεται μ’ άλλους
ο δικός μας χρόνος ο βραχύς.
Κάποτε πέφτει πάνω τους σκιά
και κατεβαίνει η βουή του ανέμου
κι αυτές με τα ιερογλυφικά στην πλάτη
σέρνουν το καβούκι τους, έτοιμο τάφο
όταν αετοί τις αρπάζουν

προς ένα ουρανό
στεγνό κι αδάκρυτο.
Γύρω σμήνη των άστρων με το βόμβο τους
χλευάζουν
το περιορισμένο διάστημα της ύπαρξης.

Για κείνους που ιππεύουν αετούς
είναι το άπειρο μια τεράστια φάρσα.

Λεοντίου Παύλος (μικρό βιογραφικό)

Γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1945.
Είναι απόφοιτος του Παγκύπριου Γυμνασίου Κύκκου. 


Ποιητική Συλλογή: Επιμαρτυρία 

[Τα χέρια σου] / Λεοντίου Παύλος

Τα χέρια σου στα χέρια μου,
και πως άλλαξε ο κόσμος! 

Αιώνες τώρα


Περιμέναμε την άνοιξη
και την ανάσταση
Λησμονήσαμε 
ότι προηγούνται
αιώνες τώρα
η προδοσία
και η σταύρωση
Αιώνες τώρα
Πόντιοι Πιλάτοι
και Ιούδες
Αιώνες τώρα
μας φιλούν

Αγγέλα Καϊμακλιώτη "Εκ του σύνεγγυς"

ΕΛΠΊΔΑ / Πενταράς Νίκος


το Φως
ντυμένο στα λευκά
βγαίνει σεργιάνι κάθε βράδυ στα σοκάκια 
τα βήματά του στο πλακόστρωτο
του δειλινού καμπάνες
στη μνήμη μου ξυπνούν
φθινόπωρα και χειμωνιές ατέλειωτες
μα που στην πόρτα μου μπροστά εναποθέτουν
ολάνθιστα χρυσάνθεμα
σημάδι κάποιας άνοιξης που πάντα καρτερώ
μα που δεν καταδέχτηκε
έστω μια μαδημένη ανθοδέσμη
στην πόρτα μου μπροστά να εναποθέσει
τα βήματά του στο πλακόστρωτο
κατάλευκα μαντίλια γλάρων π’ αρμενίζουν
στο γλαυκό βλέμμα της θάλασσας
δίπλα σε σκάφη γκρίζα με κόκκινα πανιά
που πάντα προγραμμάτιζαν τη ρότα τους
μα πάντα βρίσκαν κόντρα τον καιρό
κι ακόμα ψάχνουν
χρόνια τώρα
για να βρουν λιμάνι.
Ποιητική Συλλογή:  «ΦΩΣ ΕΚ ΦΩΤΟΣ», 1994

ΟΙ ΕΠΙΖΩΝΤΕΣ / Χριστοδουλίδης Γιώργος


Όσοι συνέρχονται
έχουν παραμορφωμένα πρόσωπα
κομμένα μέλη
και τους λείπει το προηγούμενο κοίταγμα.
Βυθίζονται σε ζάλη αφρισμένη
και τα λόγια τους γίνονται πουλιά
που δεν έχουν φωλιές.
Βλέπουν τις σπίθες ως ηλιαχτίδες
τις πληγές ως λάθος του τεχνίτη
και τα θύματα
ως αγγέλους που αποκοιμήθηκαν.
Βλέπουν τη σκηνή του δυστυχήματος
χωρίς τη φρίκη.
Ακριβώς όπως οι επιζώντες
μιας ήσυχης μέρας
– πολλών ήσυχων ημερών.

[Απόψε αποφάσισα να κάνω στην άκρη] / Γεωργίου Εύα

Απόψε αποφάσισα να κάνω στην άκρη
όλα τα γιατί,
όλα τα μπορεί
όλα τα πιθανά… 
Θα έρθουν μπροστά όλα τα λυτρωτικά!
Η ώρα λοιπόν να συμβιβαστώ μαζί σου!
0,τι ακριβώς προστάζεις…
Επιτέλους να πάρεις την μόνιμη θεση που σου αξίζει…
Θα μπορώ από εδώ κι μπρός
να σε κοιτάζω ίσια στα μάτια
να σου μιλάω ευθεια στην καρδιά…
Απο την πρώτη Καλημέρα μέχρι την
τελευταία μου Καληνύχτα
Ξέρω πώς νιώθεις…
Ξέρω πόσο πολύ σε αδίκησα…
Τελευταία , σε στρίμωξα πολύ
Όλα τα όχι σου, τα έκανα ναι…
Μου έλεγες δεν αντέχεις κι εγώ σε έσερνα…
Με ρωτούσες πού σε οδηγώ ,
κι εγώ σου έλεγα, απλά προχώρα…
Σε τραβούσα με βία να γίνουν πιο γοργά τα βήματά σου …
Σου έβαζα χίλια δυο να σκεφτείς, αγνοώντας αν είναι μέρα , νύχτα
γιορτή η καθημερινή
Αρκεί να ησουν μόνιμα παρών...
Από τον παράδεισο , σε οδήγησα στην κόλαση…
Απόψε σε είδα για πρώτη φορά να καταρρέεις και τρόμαξα...
Με προειδοποίησες αλλά δεν έβλεπα, δεν άκουγα …
εξάλλου ήμουνα πολύ μακριά
Ήρθε λοιπον η δικιά σου ώρα,
έστω με λίγη καθυστέρηση
Ναι….
Γερνάει ο χρόνος...
Φύγαμε!!!!

ΦΥΣΑ ΒΟΡΙΑ


Φύσα αέρα δυνατά και πάρε το μυαλό μου
κλέψε τις μνήμες απ' τον νου κάν' το για το καλό μου!
Φύσα βοριά και μην ντραπείς να' ρθεί κακοκαιρία
να ξεχαστώ να μπερδευτώ ν' αλλάξω την πορεία!
Κλέψε τις σκέψεις μου εσύ να πάψω να πονάω
τις μνήμες πάρε μακρυά για χάρη στο ζητάω!
Χριστοδούλου Θάλεια

Της Μαρίας / Τιμοθέου Ανδρέας


Μικρή απ’ το παράθυρό σου,
σε χειροκρότησαν.
Σ΄ άκουσαν στο ραδιόφωνο πρώτη φορά
σε χειροκρότησαν.
Μέσα στους πρώτους φόβους σου
οι δάσκαλοί σου
σε χειροκρότησαν.
Περνούσε ο καιρός, τα χέρια πλήθαιναν
χωρίς σταματημό
κι όλου του κόσμου τα θέατρα
σε χειροκρότησαν.
Δοξαζόσουν κι ο κόσμος χειροκροτούσε.
Μεταμορφωνόσουν κι ο κόσμος χειροκροτούσε.
Ερωτευόσουν κι ο κόσμος χειροκροτούσε.
Έχανες τη φωνή σου κι ο κόσμος χειροκροτούσε.
Βυθιζόσουν μες στην κατάθλιψη κι ο κόσμος χειροκροτούσε
Κηδευόσουν κι ο κόσμος χειροκροτούσε.
Μα εγώ που δεν είχα δυο χέρια στα χρόνια σου
να γίνω κρότος στον κόσμο που τότε ζούσες
μαθητεύω σ’ άλλη χρήση των χεριών,
ευλαβικός συλλέκτης του προσώπου σου
τολμώ να σε αγγίζω.

Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ Σ'ΑΓΑΠΩ ΜΟΥ / Πανάγου Μαρούλλα


Θα 'θελα να φωνάξω “σ'αγαπώ “
να το πάρει ο άνεμος να το κάνει τραγούδι
για να σε φτάσει .
Να το μάθουν τα πουλιά 

να κτίσουν την φωλιά της αγάπης. μας .
Να τ άκούσει το τριαντάφυλλο
να σκορπίζει τα πέταλά του στον δρόμο σου
να τ άκουσει η αυγή και να λαμπρύνει τη μέρα σου
να τ'ακούσει το παιδί να το εμβολιάσει στην αθωότητά του.
Μην το μολύνει η πονηριά .
Να το ακούσει η σελήνη και ν'ασημώσει
τ' όνειρό μας
 Να το ακούσει η περιδιάβαση του καιρού
να κάνει στάση στην καρδιά μας
Μην ξεχαστούμε κι αφαιρεθούμε
και χαθεί
στην καθημερινότητά μας .

Μαρουλλα Παναγου

[Είχα ακούσει πάρα πολλά] / Λαμπής Γιάννος

Είχα ακούσει πάρα πολλά
για το σπίτι με τα ραγισμένα κεραμίδια.
Αν και το ήθελα, δεν τολμούσα
να περάσω ούτε απ’ έξω
- Δεν κάνει, έτσι μου ‘χαν πει, για ανθρώπους σαν κι εμάς
Μια Κυριακή μεσημέρι
την ώρα που ο καλός κόσμος κοιμάται,
- Έτσι μου ‘χαν πει
δεν άντεξα και πήγα μ’ έναν φίλο μου κρυφά.
Μπήκαμε στην αυλή, κουβαλήσαμε δυο πέτρες,
πρώτος ανέβηκε εκείνος και μετά εγώ,
πάτησα και στις μύτες των ποδιών μου
για να δω πιο καθαρά μέσα απ’ το γυαλί.
Μια γυναίκα άναβε με ευλάβεια ένα καντήλι
κι ύστερα στάθηκε σε μια πέτρινη γούρνα,
γυμνή κι έπλενε τα δυο της τα βυζιά.
Τα έτριβε δυνατά και με πείσμα,
σιγομουρμούριζε αλλά δεν μπορούσα να ακούσω.
Ξάφνου η πόρτα άνοιξε,
βγήκε ένας άντρας με κοστούμι,
κοίταξε γύρω προσεκτικά και μετά
με βήμα βιαστικό χάθηκε στη στροφή,
πριν κλείσει η πόρτα, άκουσα τη γυναίκα,
- Δεν φεύγει με τίποτα η μυρωδιά των νεκρών.

Αντέχεις ; / Ειρήνη Ανδρέου


Μόνοι ερχόμαστε.. μόνοι φεύγουμε..
Στο ενδιάμεσο συμβιβαζόμαστε..
Μην τολμήσεις να επαναστατήσεις..
Κρύψε μέσα σου αυτά που θες να πεις,
δεν ωφελεί !!!! Βάδισε πλάι στο ψέμα
εκεί που είναι οι πολλοί με μία μάσκα
Μην τολμήσεις να την αφαιρέσεις...
Φόρα κι εσύ την δική σου και σώπα...
Βάψε τα μάγουλα σου μην προδοθείς..
Κρύψε την χλωμάδα της θλίψης, γέλα..
Βάλε σκιές στα χρώματα της ίριδας
να έχουνε και στρας .. ψεύτικης λάμψης..
Φόρα και τον σταυρό σου σαν καλός Χριστιανός..
Και γράφε αν θες μα όχι για αλήθειες..
Θα τα χαλάσεις όλα κι αφορισμένος θα' σαι.
Μην γράφεις για βρωμιά και σιχασιά του ανθρώπου
Για μίζες και προδότες και πατρίδες πουλημένες..
Καταραμένος ποιητής θα' σαι και μόνος...
Φόρα την μάσκα σου και βάδισε πλάι στο ψέμα...
και γράφε για τον έρωτα του ΕΓΩ , πολύ θ αρέσεις!!!!
"Μόνοι ερχόμαστε , μόνοι φεύγουμε"
Στο ενδιάμεσο συμβιβαζόμαστε
κι υποκρινόμαστε για ν' "αγαπιόμαστε"
μα αν το αντέχεις, αυτό ειναι το θέμα..
Αν αντέχεις να χάσεις τον εαυτό σου
για να' χεις το ψέμα μια ζωή για φίλο..
Όχι ευχαριστώ !!! Μόνος ήρθα μόνος θα φύγω..
Μα θα' χω την καλύτερη παρέα στο ενδιάμεσο..
Την μοναξιά μου, την αλήθεια κι ΕΜΕΝΑ!!!!

Τρίτη 25 Απριλίου 2017

Στυλιανού Θεόδωρος : Ποιήματα

Θεόδωρος Στυλιανού (βιογραφικά στοιχεία)


Ο Θεόδωρος Στυλιανού γεννήθηκε στην Κοινότητα : Κάτω Αμίαντος το  1927 και πέθανε στη  Λευκωσία το 1998. Τελείωσε μόνο το Δημοτικό σχολείο καθ΄ όσον λόγω βιοποριστικών αναγκών έκανε διάφορα επαγγέλματα ενώ είχε ενεργό ανάμειξη στο εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα.
Δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα σε λογοτεχνικά περιοδικά κατά τη δεκαετία του 1950 .
Εξέδωσε άλλες τρεις ποιητικές συλλογές:
  • Ένα και πολλά δέντρα, 1964 
  • Επιχωμάτωση, 1972 , 
  • Επιτρέψατέ μου, 1986
 ενώ μετά τον θάνατό του κυκλοφόρησε και η συλλογή του Τριζόνια του μικρόκαμπου (1998).

Αν την ηχώ / Στυλιανού Θεόδωρος


Αν την ηχώ της φωνής σας
ακούτε στη δική μου
είναι γιατί ποτέ
δεν τα κατάφερα να ζήσω μόνος.

Άμοιρο καλοκαίρι / Στυλιανού Θεόδωρος



Τα περιβόλια της Λαπήθου
και του Καραβά
Τ’ ασήμι που στραφταλίζει
τα δειλινά
στη θάλασσα των Πανάγρων

Όλα δικά μου...
Να πάρω το λεωφορείο
της γραμμής
πρωί να κατεβώ στ’ ακρόγιαλο...
Έσκασε κι ο τελευταίος τζίτζικας
του φετινού
άμοιρου καλοκαιριού

Χρυσάνθεμα στη βροντή / Στυλιανού Θεόδωρος

Θυμάσαι,
πρέπει να θυμάσαι τις μεσαρίτισσες
τα κυριακάτικα δειλινά
βόλτα στη δημοσιά
Λύση, Κοντέα, μέχρι Αφάνεια

Τραγούδι χαμηλόφωνο

γέλιο κι αναγέλασμα
ξεφάντωμα στο σούρουπο 
Αχ και να μου σκορπίσανε 
χρυσάνθεμα στη βροντή 
και στην ανεμοζάλη

Θυμάσαι,

πρέπει να θυμάσαι.

Κυριακή 23 Απριλίου 2017

ΔΕΚΑ ΠΑΡΑ ΜΙΑ ΣΤΙΓΜΕΣ ΑΠΟΚΟΣΜΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ / Τιμοθέου Ανδρέας


Άνοιξα να μυρίσω το χώμα απ’ τη βροχή.
Πρώτη σκέψη εσύ, το καντήλι που θα έσβηνε.
*
Η ζωή είναι τόσο σκληρή,
που συνεχίζεται.
*
Κάθε μέρα είναι μια υποψήφια μέρα
να λάβω ένα σου όνειρο.
*
Αναλογίζομαι τον εγωισμό της θλίψης μου,
μα μου λείπει η αφή των ματιών σου.
Ας μου καταλογιστούν όλα τα υπόλοιπα…
*
Τις νύχτες δεν φαίνεται η σκόνη στα πράγματά σου…
*
Την ώρα του Κυριακάτικου μεσημεριού
μου λείπεις απ’ όλες τις ώρες πιο πολύ.
*
Όσο ξέρω πως με καρτεράς εσύ, δεν φοβάμαι τον θάνατο.
*
Στη λέξη αγαπημένη το «μου» θα είναι πάντα πλεονασμός...
*
Σπάω ρόδι, το σκορπώ και ξεφλουδίζω την αγάπη μας.
Τα υπολείμματά του τα ρίχνω στα περιστέρια
να έρθουν να σε βρουν.



Από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή ''Πλανόδιος στα Σύνορα της Εδέμ''

Μέλι με δηλητήριο / Ειρήνη Ανδρέου


Με αγκαλιάζεις βιαστικά
και το ρολόι σου κοιτάς..
ένα φιλί στα πεταχτά
κι αν σ' αγαπάω με ρωτάς.
Φαρμάκι στάζει το φιλί,
παγώνει στων χειλιών την άκρη
φωνή έντος μου μ' απειλεί
κι απ του μυαλού τα μάκρη.
Αγάπη με ωράριο
αγάπη δίχως αύριο
Καρδιάς βασανιστήριο
μέλι με δηλητήριο
αγάπη εγκλωβισμένη
σε μια ζωή κλεμένη
Τι κι αν σου πω το σ' αγαπώ
τι κι αν μου πεις πως μ' αγαπάς..
σε νιώθω ρούχο δανεικό
μη μ' αγαπάς, μη με φιλάς.
Αγάπη μες στην ζητιανιά
πληγή που όλο θα στάζει
στα δυό σου κόβει την καρδιά
στο πουθενά σε βγάζει!!!

[Απόμακρα, μες στη νύχτα] / Λαμπής Γιάννος

Απόμακρα, μες στη νύχτα
η γη με τους Σταυρωμένους
- Άραγε τους μέτρησε ποτέ κανείς;
και το κτύπημα της καμπάνας 
σαν μια αιώνια, σάπια πληγή 
αναγγέλλει τα όνειρα που έμειναν για πάντα ανάπηρα.
Τα λόγια μου χάνονται μέσα στο πόνο
κι ο αδελφός μου χορεύει ένα ζεϊμπέκικο,
έχει ανοιγμένα τα χέρια σαν φτερούγες
και το κεφάλι ψηλά, κοιτάει απέναντι
- Το χάραμα θα ανέβω το Γολγοθά και θα χορέψω ένα Ζάλογγο
φωνάζει και η φωνή του τρίζει σαν σπασμένο γυαλί.
Μας κέρασε με μια φέτα χαμόγελο
- δεν έχω τίποτα άλλο έξω απ’ το χαμόγελο, αδέλφια μου.
Βρόντηξε πίσω του τη πόρτα
και μας άφησε μέσα στη νύχτα
να ψάχνομε για την χαμένη μας ανθρωπιά.

Προσδοκώντας / Χατζηματθαίου Άθως


Στο τριαντάφυλλο της καρδιάς
που άνθισε
καθώς η ζεστασιά της ανάσας σου του χάιδεψε γλύκα τα πέταλα
φτερούγησε η μικρή νεράιδα του έρωτα
που γεννήθηκε απ 'του πόθου σου το εξωτικό μεθύσι
όταν το φλογισμένο φιλί του θεού ήλιου
που κρυβόταν σε ένα ναρκωμένο όνειρο
αναδύθηκε γλύκα στα υγρά σου χείλη
ζωντανεύοντας τους αιώνιους πόθους
της αμφίβολης ύπαρξής του
προσδοκώντας σε μια πορεία αναγεννημένης ομορφιάς.

Σωκράτους Κώστας (μικρή αναφορά)

Γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1939.
Τελείωσε την Εμπορική Σχολή Σαμουήλ.
Εξέδιδε το περιοδικό "Νέα Πατρίδα"

Έξέδωσε τρεις ποιητικές συλλογές και δύο μυθιστορήματα 

Ποιητικές Συλλογές:http://www.mam.com.cy/el-gr/authors/?AuthorId=8804&page=2
Μυθιστορήματα: Ο αφορισμένος (1964)

ΒΟΥΚΟΛΙΚΟ (απόσπασμα) / Σωκράτους Κώστας

Σαν από σπλάχνα γης όταν ταυμνεί το υνί
βγαίνει σαν άχνη τ΄ όνειρο παμπάλαιο κοντά μου 
και μες σ΄ αχνούς συνεφικούς και αναμοζάλη πρωινή 
σπάζει σε κρύσταλλο η γης τον Έρωτά μου
......

Κι εκεί στο ρέμα το βαθύ που ήταν όλο ένας αυλός,
στις καλαμιές  και στις ιτιές κουλούριαζαν οι ήχοι
και το ρυάκι γάργαρο και ριγηλό ωσάν τραυλός
έξυε κάτω στις πετριές το σουβλερό τ΄ ανύχι.

.......
Με χούφτες πέφτουν οι σκιές κι είναι τα κρίνα κοραλλιά
κι είναι τα χείλια σου φωτιές κι αστέρια 
κι είναι οι πλεξούδες σου θελιές που μας κρεμάζουν αγκαλιά 
σαν πεταλούδες και σκιές και περιστέρια. 

ένα θεριό / Χανδριώτου Ειρήνη


κάτω απ’ το δέρμα μου
μες στον εγκέφαλό μου
αρπάζει λυσσασμένα
την κάθε μου σκέψη
την καταβροχθίζει
και την ξαναγεννάει
επί χίλια
η κάθε σκέψη γίνεται φωνή
κι ακούω τρελές φωνές
να με ζαλίζουν
το θεριό να μη δαμάζεται
οι φωνές να μη σωπαίνουν
να, τώρα
μπέρδεψα το εγώ με το θεριό
και τις φωνές με τη φωνή μου

Ειρήνη Παπακυριακού (μικρή αναφορά)

Η Ειρήνη Παπακυριακού ζει στη Λευκωσία. Είναι λέκτορας ακαδημαϊκής γραφής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.  Γράφει ακαδημαϊκά άρθρα καθώς επίσης ποιήματα, διηγήματα, και θεατρικά έργα. Πρόσφατα έχει συμμετάσχει στο πρώτο διεθνές διαγωνισμό δραματοποιημένης ποίησης, «Poetry Slam», στη Κύπρο.

Του Χρόνου η Ωχρότητα / Ειρήνη Παπακυριακού


Η νωχελική κίνηση των κυμάτων
προκαλεί μια αντηχούσα σιωπή
που αντί να καθυποτάσσει,
αφυπνίζει ταραχώδεις θύμισες.
Απίστευτο φαντάζει
το πως ένα τόσο γαλήνιο σκηνικό,
ενόσω μαγεύει την θωριά,
αφήνει με κρυψίνοια το νεκρικό αποτύπωμα του
στην καρδιά του μοναχικού περιπατητή.
Και όμως..
Το προσωπείο της άηχής αυτής ζωής
αναγκάζει υποσυνείδητα τον θεατή
να ανασκαλέψει βαθιά
στης κλεψύδρας τους ωχρούς κόκκους
ελπίζοντας να βρει την χρυσοΰφαντη εποχή
όταν σ’ αυτή την ηλιοχαΐδευμένη προκυμαία
δυο νεαροί εραστές περπατούσαν στην
εύθυμη τυμπανοκρουσία της ενωμένης καρδιάς τους.
Φτάνοντας, ο άμοιρος, στον γυάλινο πάτο της
συνειδητοποιεί πως η κλεψύδρα έχει πλέον αντιστραφεί
και η εποχή της αθωότητας παρέλθει.
Δυστυχώς…
Στην αβυσσαλέα έρημο του χρόνου
οι γλυκές αυτές αναμνήσεις έχουν προ πολλού μαρτυρήσει.
Δίχως μια ζωντανή πραγματικότητα να τις αιμοδοτεί,
τα αποσυντεθειμένα ίχνη τους κείτονται
κάτω από μια απύθμενη σωρό από άμμο.


περισσότερα για την Ποιήτρια: http://www.poiein.gr/archives/36303/index.html#more-36303

Πέμπτη 20 Απριλίου 2017

Ο Σιμεών, ο ποιητής / Κουγιάλης Θεοκλής


Ο Σιμεών, ο ποιητής ο έγκλειστος,
ο έπαινος και το καμάρι του Νησιού μας,
στις πεποιθήσεις Έλληνας, στη σκέψη Ευρωπαίος
αλλά στη γλώσσα και στιχοποιΐα γνήσιος Κυπραίος.

Ο λόγος του ακατέργαστος και συνοφρυωμένος
απόπνεε δριμύτητα. Χώλαινε λίγο στην κομψότητα
και ήταν άγευστος στης καλλιέπειας το νέκταρ.
Ο στίχος του ομιλητικός παρά γραπτός
με απρόσμενες μεταφορές, με αλληγορίες που ξενίζαν.
Το ύφος του ειρωνικό, αστόλιστο και άτσαλο
έσκαβε μέγα χάσμα κι έριχνε μέσα τους αμύητους.

Εξόχως ικανός στην ερμηνεία του παρελθόντος
στην κατανόηση του παρόντος άφθαστος
δεινότατος στην πρόβλεψη του μέλλοντος.
Σαν αετός πετούσε πιο ψηλά από τους φλύαρους
τερετισμούς της εποχής του και σαν γεράκι
ορμούσε και σημάδευε τον στόχο του.

Αυτά για την υπεροχή του. Και είναι λίγα!

ο νεκρός στρατιώτης / Κουγιάλης Θεοκλής

Μια ζωή γεμάτη αίμα έπεσε κοντά στο ρέμα
το ποτάμι μουρμουρούσε και πικρά μοιρολογούσε
πεταλούδες κατεβαίνουν με χρυσές κλωστές τον δένουν
την ψυχή του την κρατούνε και πικρά μοιρολογούνε

Ανθέ μου που μαράθηκες τα σπλάχνα μου τα μαύρισες
ονείρατα που έκανα κρυφά μου πνίγηκαν στα αίματα

Πόρτα άνοιξε στον ήλιο μπαίνει σε χρυσό βασίλειο
και η μάνα του λυγάει και πικρά μοιρολογάει
μια ζωή γεμάτη αίμα έπεσε κοντά στο ρέμα
το ποτάμι μουρμουρούσε και πικρά μοιρολογούσε

Ανθέ μου που μαράθηκες τα σπλάχνα μου τα μαύρισες
ονείρατα που έκανα κρυφά μου πνίγηκαν στα αίματα

Πρακτική / Σταύρος Στάυρου



Δε μαθαίνεις πώς
να λατρεύεις μια γυναίκα

 μέσα από βιβλία κι εγχειρίδια.
Η γυναίκα δεν είναι θεωρία
είναι πράξη και
για να μάθεις πρέπει να καείς
πολλές φορές,
τόσες ώστε να καταλάβεις πώς
να χάνεις την υπόστασή σου
πάνω στο γυμνό κορμί της και
να είσαι μόνο
ο αναστεναγμός της.  



αναδημοσίευση από (όπου μπορείτε να διαβάσετε και περισσότερα ποιήματα του): http://evaneocleous.blogspot.com.cy/2017/03/blog-post_17.html

Κυριακή 16 Απριλίου 2017

Μια κάποια Οδύσσεια / Λουίζα Αριστοτέλους


Θα φύγω.
Αλλά θα ‘ναι για λίγο
Κι όσο οι Πηνελόπες θα υφαίνουνε
Να μην ανησυχείς
Μόνο λίγο το παράθυρο
Να ‘χεις κάθε βράδυ ανοιχτό
Για να δικαιολογώ το λίγο μου
Και ν’ αλαφραίνω το πολύ σου
Και θ’ ανταμώνουμε συχνά
Πίσω από τη μυρωδιά του θυμιατού
Να θυμάσαι αγαπημένη
Ποτέ δεν ήτανε δέκα τα χρόνια της επιστροφής

Γιώργος Χριστοδούλου (μικρή αναφορά)

Ο Γιώργος Χριστοδούλου γεννήθηκε στην Αθηαίνου. Ασχολείται με το γράψιμο και την ποίηση. 

Ονοματολογία / Χριστοδούλου Γιώργος


Τις πατρίδες τις είπαν έτσι
για να θυμίζουν πόσο εύκολα,
μ’ έναν απλό αναγραμματισμό,
μιαανάξια λόγου εσωτερική αναδιάρθρωση
φυτρώνουν εκεί βασίλισσες, αξιωματικοί, μαυρόασπρα
τετράγωνα και παρατεταγμένοι στρατιώτες.
Τις πατρίδες τις είπαν έτσι
για να μην αφήνουν να ξεχάσεις πόσο αδυσώπητα εύκολα
τρέπονται σε παρτίδες.


Στον Σταθμό / Λάμπρος Πολυβίου

Τελειώνει σαν κακόφημος οιωνός
η μεθυσμένη ανάσα.
Δεσπόζει και σέρνεται 
Σαν την άθλια ζωή σου.
Στη στάση πάντα κάθεσαι 
κι αδημονείς με περιττή αυταρέσκεια,
κάποια διαμελισμένα
σφύγμοντα αστεία που τα λες 
μόνο σε ένα ξαπλωμένο.
Ένας συρμός που ενώνει 
το πριν με το ποτέ.
Τον πατάς και λες «σκουπίδι»,
γυαλιστερό και άτιμο μεν,
Αλλά μαζεμένο από εσένα.
Δεν έρχεσαι.
Κι έτσι όλη η πλάση μετουσιώνεται
για μας τους ξεγραμμένους.
Γίνεται δίψα και φιλότιμο,
σαν θύτης που σου χαρίζει
την επόμενη στιγμή.
«Ξεκουμπίσου» προστάζεις και σέρνεσαι 
επτά το βράδυ σε κάτι κοροιδεύοντες φιλέσπλαχνους,
εσύ και η ψυχή σου η τρύπια.
Μετάνοιωσες και με είδες.
Τι νόμισες.
Μόνος μου κάνω τον τυφλό χρόνια 
τώρα για να σε νιώθω καλύτερα.

Σπουδή στο χρόνο/ Νεκτάριος Ροδοσθένους


21/7/16, Αγία Νάπα

Ο χρόνος είναι υποκειμενικός,
σχετικός
Διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο
Και από κατάσταση σε κατάσταση
Μετριέται στις λούπες των κυμάτων
Στις συνεχείς καύσεις του ήλιου/ ηλίου
Στην σταδιακή εξάλειψη των πάγων
Και του ανθρώπινου είδους
Ο χρόνος μετριέται σε μνήμες
και μνημόσυνα
Μπορεί, ακόμη, να θεωρηθεί σαν μια timelapse
Της οποίας η διάρκεια λήψης μεταξύ μιας στιγμής, με την επόμενη
παραμένει άγνωστη



πηγή: http://www.poiein.gr/archives/35919/index.html

Χριστίνα Μαραγκού (μικρή αναφορά)

Η Χριστίνα Μαραγκού σπούδασε ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο του Λέστερ στην Αγγλία. Ασχολείται με την ποίηση. 

Μη-ποιητής / Χριστίνα Μαραγκού


Δεν είμαι ποιητής.
Ντρέπομαι να βυθιστώ σ ’αυτή τη θάλασσα της ποίησης,
Τη σκούρα και βαθιά.
Τη γεμάτη μαργαριτάρια και καράβια ξεχασμένων καιρών.
Δεν είμαι ποιητής.
Δεν μπορώ να πετάξω σε ουρανούς χρυσαφένιους γεμάτους πουλιά.
Σε ουρανούς σκοτεινούς γεμάτους αστέρια.
Δεν είμαι ποιητής.
Δεν μπορώ να δω κάτω απ’ το χώμα, πίσω απ’ τον καθρέφτη, μέσα στην τηλεόραση, έξω απ’ το δικό μου κεφάλι.
Είμαι ένας μη-ποιητής.
Χωρίς αναπνοή, χωρίς φτερά, χωρίς μυαλό, χωρίς τίποτα.
Μόνο με μια πένα στο χέρι.
Ένας μη-ποιητής με μια πένα στο χέρι.


Κυριάκος Κώστα (μικρή αναφορά)

Ο Κυριάκος Κώστα ζει στην Λάρνακα. Ασχολείται με την μουσική ενώ παράλληλα γράφει  διηγήματα και ποιήματα. 

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ / Κυριάκος Κώστα


Κι αν ο λόγος,
σκληρός
και ακατάπαυστος που είναι,
απελευθερωνόταν, για μια στιγμή,
από τα δεσμά της γλώσσας
και μεταμορφωνόταν σε
πράξη,
η ελπίδα θα γινόταν Άνοιξη
και η αγάπη Καλοκαίρι.
Το δίκαιο θα είχε την δική του εποχή
καθώς η ιδιαιτερότητα αυτή
του λόγου,
θα υπερίσχυε.
Παντός καιρού και χρόνου.
Επιτέλους!

Σάββατο 1 Απριλίου 2017

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΠΑΡΚΟ


Πρώτο ταξίδι, στα δεκαενιά, ήμουν ένα μικρό αγόρι
Αβάνα , ο προορισμός, εκει θα πάει το βαπόρι
ήταν πρωί, και έκαιγε, ο ήλιος, είχε ζέστη
κι εγώ στην πρύμνη, έβαφα, μαζί με τον Ανέστη,
το κλίμα είναι τροπικό, είχε πολλή υγρασία
αν θες ν΄ αντέξεις, ξέχνα το, μην δίνεις σημασία
τελειώσαμε την βάρδια,και τρέξαμε για μπάνιο
κι ύστερα εις στον πλοίαρχο, για να μας δόσει δάνειο
αργότερα, χαρούμενοι,φύγαμε για Χαβάνα,
ο οδηγός, μασούλαγε...έτρωγε μια μπανάνα,
που πάτε ρε καλόπαιδα, στα ελληνικά ρωτούσε,
φαινότανε, με ναυτικούς, πως κάθε μέρα ζούσε,
κορίτσια θέλετε, παιδιά, ρώτησε μ υποψία
δεν μοιάζετε για αδελφές, ειπε με μιά κακία
κοιτάζαμε , αμήχανοι, χάσαμε την μιλιά μας
τι λέει τούτος ο τρελλός, βγήκαμε απ τα νερά μας
κάποια στιγμή, σταμάτησε, έξω από ένα πάρκο
εδώ θα πάτε, αν θέλετε, κι έβγαλε ένα πάκο
χιλιάδες πέσος ήτανε, μας κοιταξε με τρόπο
αν έχετε συνάλαγμα, δίνω μεγάλο τόκο
στην τράπεζα, δολλάρια, τα παίρνουν ένα πέντε
εγώ σας δίνω μετρητά, το ένα για εικοσιπέντε
μας άρεσε η συναλλαγή, κι αλλάξαμε καμπόσα
από εκατό ο ένας μας, το σύνολον διακόσια
μπάτε στο πάρκο, κάτσετε, θα δείτε τις κοπέλες
μην περιμένετε να ρθούν, δεν έχουνε ταμπέλες
παίξτε το μάτι, ξέρετε, δυό λέξεις να τους πείτε
βάμος α κάζα, το πιό απλό, κι αντίδραση θα δείτε
πήγαμε οι δυό και κάτσαμε, σένα μικρό παγκάκι
έτρεμε η καρδούλα μας, χάθηκε το υφάκι
δύο κοπέλλες ζύγωσαν, και κάτι μας ρωτήσαν
μιλούσανε ισπανικά, χαμόγελα χαρίσαν
ο φίλος μου, πιό τολμηρός, σήκωσε το κεφάλι
βάμος α κάζα, ρώτησε, και τόσκυψε και πάλι
αυτές, γέλασαν δυνατά, μας πιάσαν απ το χέρι
βάμος μας ειπαν...... γρήγορα, να γίνει νταραβέρι
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Ο ΕΡΧΟΜΟΣ ΣΟΥ


Ήρθες μια μέρα ξαφνικά
ανατριχιάζει η πλάση
έγινε μέρα η νυχτιά
αχ και να μην περάσει .
Μπήκες στο βάθος της καρδιάς
'ακουσες τ'αγαπώ της
Ησουν στο θαύμα της βραδυάς
του έρωτα Θεότης
Το γέλιο σου η μουσική
Το μέλι στην ματιά σου
κι όταν σ'αντίκρυσα εκεί
σκλάβος στην ομορφιά σου .
Μες στην καρδιά μου σ' έκλεισα
και μες στην καμαρά μου
Στον έρωτά σου μέθυσα
βασίλισσα κυρά μου
Μα πρίν να έρθει το πρωί
έφυγες πρίν να φέξει
Βάφτικε μαύρη η αυγή
πως η καρδιά ν' αντέξει
'Εγινε η αγάπη σου '
βάσανο στην ζωή μου
του έρωτα η απάτη σου
κλείδωσε την ψυχή μου
Ας μην σ' εγνώριζα ποτέ
να μουν στην αγνοιά σου
Αχ έρωτά μου δυνατέ
τώρα στα βάσανά σου
ΜΑΡΟΥΛΛΑ ΠΑΝΑΓΟΥ

Κοκκινα φιλια / Χατζηματθαίου Άθως


Αυτά τα χείλη 
που βάφουν κόκκινα τα φιλιά μου
αύτα τα μάτια
που αναταράζουν της καρδιάς τη γαλήνη
θα θα θελα να τα κλείσω
σ'ενα όνειρο
να γίνονται όμορφα τα βράδια μού
όταν θα με χαϊδεύουν με την ανάσα τους
όταν θα με ταξιδεύουν
στις φωτεινές τους ανταύγειες

Ηγησίας ο Σαλαμίνιος

Ηγησίας. Συναντάται και ως Ηγησίνοος, έζησε τον 8ο π.χ αιώνα. Ήταν ποιητής και καταγόταν από την Σαλαμίνα της Κύπρου. 

Βάσος Αριστοδήμου (βιογραφικά στοιχεία)


Ο Βάσος Αριστοδήμου γεννήθηκε στο Καραβοστάσι της επαρχίας Λευκωσίας το 1929. Σπούδασε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο, στο Διδασκαλικό Κολλέγιο Μόρφου και στο Gray's Inn του Λονδίνου.
Εργάστηκε σαν δάσκαλος, ταχυδρομικός υπάλληλος, δικηγόρος, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, επαρχιακός δικαστής Λευκωσίας και ως πρόεδρος του Στρατιωτικού Δικαστηρίου.
Στη διάρκεια της διδασκαλικής του υπηρεσίας υπήρξε συνδικαλιστής:
τη περίοδο 1950-1953 μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Παγκύπριας Διδασκαλικής Οργάνωσης (ΠΔΟ) και 1955-1958 γενικός Γραμματέας της Παγκύπριας Οργάνωσης Ελλήνων Διδασκάλων (ΠΟΕΔ).

πολιτισμός / Αριστοδήμου Βάσος

Του μίλησε το περιβόλι

Του μίλησε το περιβόλι:
Τέτοιο πρόσωπο δεν υπάρχει
Ναι, συμφώνησαν οι χορωδίες των πουλιών,
των βράχων, των νερών,
θάνατος δεν υπάρχει.
Ευτυχισμένος ξάπλωσε στο μονοπάτι του
κι αυτό τον έφερε στο σπιτικό του.
Καρδιά του κόσμου και καρδιά μου, 
μη με χάνεις, μη μου χάνεσαι.