«Εν έκοψες ‘ κόμα, γέρο μου, το μούτιν
πρόσφυγας να σβήσεις, κρύφεις πόσσω πάθος;
Εν κάμνω καπούλλιν την ιδέα τούτην,
με λαλώ ποττέ μου όπου γη τζι’ ο τάφος.
Τούντα κόκκαλα μου μετά σιήλια γρόνια,
Τούρτζιε, πιον σαν φύεις, έννα συναχτούσιν,
πάλε να πετήσουν γιόν τα σιηλιόνια
στο νεκροταφείον «Λύση’ να θαφτούσιν»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου