Το όνομά μου είναι γυναίκα.
Ανήκω στα τραγούδια
Δεν έχω τραγουδήσει ποτέ,
με λόγια που ποτέ δεν είπα,
στα όνειρα σωμένα σε κόκκινα και
άσπρα κουτιά·
τα γυαλιστερά, στα πάνω ράφια
στα μαγαζιά του never land
στα μέσα Φεβρουαρίου
όταν η στοργή κυλά μέσα από
τεντωμένες φλέβες
και τα μπουμπούκια ανθίζουν πριν
την ανατολή του ηλίου.
Το όνομά μου είναι γυναίκα.
Το σώμα μου κουβαλάει το άγιο
άρωμα
της δεντρολίβανου,
τα μάτια μου καθρεφτίζουν το
μυαλό μιας μάγισσας
τις χειμωνιάτικες νύχτες.
Μπορείς να με δεις να τρέχω με
τους λύκους
όπως τα ανήσυχα βλέφαρά μου
να δώσω αυτό που δεν μπορούν να
κρύψουν τα πόδια μου;
Την αυγή, λατρεύω τη μουρμούρα
της θάλασσας
καλωσορίζοντας τους ατέλειωτους
ψίθυρους της αιωνιότητας.
Το όνομά μου είναι γυναίκα.
Τα μυστικά μου ρέουν σαν σύννεφα
στο μυαλό κάποιου,
οι δυνάμεις μου έχουν γλιστρήσει
μέσα από τους δεσμούς του Χρόνου,
Ταπεινά γονατίζω όταν η αγάπη
φέρει την αλήθεια,
πλέκοντας την περηφάνια μου για
να απολαύσω τη ζεστασιά.
Να τολμήσω; Τολμώ να στέκομαι
μόνος απόμακρος;
Μπορεί να είμαι φωτιά, αέρας και
νερό,
βαδίζοντας πάνω στα εδάφη των
ανθρώπων
μόνο όταν αισθάνομαι ελεύθερος.
Να τολμήσω; Τολμώ να
αναδημιουργήσω παλιούς μύθους;
**
Η Φεύγουσα ανά τους αιώνες… / ‘Ελενα
Τουμαζή
Μην ξεγελιέστε κορίτσια
Η ώρα της αναγνώρισης της ανθρωπινότητας
μας
δεν είναι τόσο κοντά όσο νομίζουμε
Τα φαινόμενα
και οι νόμοι
απατούν!
Σε όλους τους κόσμους
μικρούς και μεγάλους
ακόμη και σ ένα ασήμαντο αστεροειδή
ένα Ρόδο τρυφερό κινδυνεύει πάντα να
φαγωθεί
αθωράκιστο απο τα ελάχιστα του αγκάθια.
Μια Ιφιγένεια εξακολουθει να γίνεται το
απαραίτητο σφάγιο
σ έναν πόλεμο ανδρικών ναρκισσισμών.
Μια Κόρη να βιάζεται πανω στην `Ανοιξη της
και ζηλότυπα να εξαναγκάζεται απο τον
άρπαγα της
σ ένα γάμο με τον Άδη.
Μια Ευρυδίκη ,ενω βαδίζει ανύποπτη στη Φύση
να δαγκώνεται στον αστράγαλο απο το φθονερό
δόντι ενός φιδιού
και ν’αφανίζεται δηλητηριασμένη
χωρίς άξιο εραστή και ιατρό.
Μια μικρή πριγκήπισσα στο ξύπνημα της
νιότης
να τρυπιέται απο την αιχμηρή ρόκα ενός
μοιραίου σημαίνοντος
και να βυθίζεται κεραυνόπληκτη
χωρίς ελπίδα αναγνώρισης
χωρίς βλέμμα αληθινό
σε εκατόχρονη λήθη…
Γρηγορείτε αδερφές μου!
Η Φύση μας προίκισε με το υπέρτατο χάρισμα
να παράγουμε την ίδια τη Ζωή
αλλά
η Ιστορία μας άφησε ανυπεράσπιστες μέσα
στις οργανωμένες
απο το ανδρικό σημαίνον κοινωνίες.
**
ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΟ /
Κλεοπάτρα Robinet
Κάθε που ψηλαφούσα τις λέξεις
σου Ποιητή
οι πετρωμένοι μου καημοί
και οι καμματιασμένοι μου
σπόνδυλοι
έπερναν σάρκα και οστά
και με παγίδευαν
και μέσα μου ανθούσαν ουρανοί
κι ο Πενταδάκτυλος ευλογείτο.
Εκείνο το ποίημα σου για τον
Ριμαχό
πόσο με μάγευσε
και πόσο, ανοίγοντας μου τις
φτερούγες
μʹέκανε να νοιώσω Γυναίκα
γαλβανίζοντας απεριόριστα το
αίμα της φωνής μου.....
Την ήθελα εκείνη την Αγάπη
του Ριμαχό
ονειρευόμουν μια τέτοια Αγάπη
Αγάπη για τα Χώματα
που πάτησε η Αγαπημένη του
Εκείνη την Αγάπη την άψογη
την άπταιστη
που για λόγου της
οι άνδρες θα τραβούσαν τον
σουγιά τους
για να την προστατεύσουν...
Ανάμεσα σε μένα και σʹΕκεινην
έχει μπει στη μέση η θάλασσα
και μου ήταν αδοκίμαστη ...
Σπαράζει όμως μέσα μου, όπως
και σε σένα, η ωραία Κόρη
με τα καψαλισμένα της μαλιά η
Αφροδίτη
που τα σπλάχνα της ξέρασε η γη
μας
σε άλλους βυθούς
και γυροφέρνει ακόμη απελπισμένη
Ο Άρης φταίει που την
ξεγέλασε φρικτά
ερωτοτροπώντας με τον Εφιάλτη
Ποιος ξέρει σε ποιους γιαλούς
τώρα ταξιδεύει;
Οι αναμνήσεις μου από το Νησί
Εκείνο κι εγώ αγκαλιά μέσα
σε σκουριασμένα σεντόνια
στα πρόθυρα ενός
Έρωτα-Θανάτου
παγιδευμένοι κι οι δυό μέσα
σε ψόφια μάρμαρα...
Γράφω κι εγώ, καταλαβαίνεις,
για φιλοχρήματους και
χρήσιμους ηλίθιους
για αλεπούδες και λύκους
που παίζουν συμμοριτοπόλεμο με
την Τιμή
για τα χαμόγελα των αυλικών
τα ψέματα των Δημαγωγών
τις προδοσίες των δικών μας
για φιλοτόμαρους τσιφλικάδες
και δωσιλόγους εμπόρους της
ευκαιρίας
με το βούρκο στην μύτη και
σάπια την ψυχή
και κλαίω για το Νησί μου
και τις νύκτες που δεν μπορώ
να κοιμηθώ
βγαίνω στους δρόμους και
ουρλιάζω
«τέτοιους ρουφιάνους δεν τους
αξίζει Λευτεριά»...
Αυτή η ποίηση σου Παντελή
εμένα μου τεριάζει
που κάνει κύκλους βότσαλα
στη θάλασσα της Κύπρου
και το τρισύλλαβο Πατρίδα
-ακόμη κι αν τα πουλιά δεν
ήρθαν-
και το τρισύλλαβο σʹαγαπώ
-ακόμη κι αν δεν ανθεί στην
Ψυχή-
θα βγει μια μέρα, το
διαισθάνομαι
και πουʹσαι ακόμη στο
υπόσχομαι,
από τα ερειπωμένα χείλη των
Ποιητών
θα δραπεδεύσει φιλάρεσκα στο
Σώμα της
για να σμίξει στην
τριαδικότητα του Σύμπαντος
πρωτού ο Ονήσιλος αρπάξει το
καύκαλο του
και το θρυμματίσει επάνω στα
κεφάλια μας ...
**
Λεξιλάγνα / Λιλη Μιχαηλίδου
Την ανέβασε στον άμβωνα
και όντας ο μόνος θεατής
ξεδίπλωσε τα χέρια και τα πόδια
του στο χώρο
Την έβλεπε κάπου ανάμεσα στα
χείλη και στα μάτια της
και σκάλωνε η σκέψη του στην
αντανάκλαση
που φώτιζε το πρόσωπο
Τα χέρια συγκρατούσαν τον καιρό
που ξέφευγε ανάμεσα στα δάχτυλα
Η νύχτα μες στο στόμα της γλυκό
μανταρίνι
ν’ απλώνεται στης γλώσσας της τ’
αυλάκια
Το στρογγυλό του φεγγαριού
καρφωμένο
τσιμπίδα στα μαλλιά της
Κι αυτός παρασυρμένος τράβηξε με
πάθος
τις αχτίνες αφήνοντας λυτές στη
βάση του ορίζοντα
τις μπούκλες της
Τον αποπλάνησε κοντά στο
σούρουπο
Κυλούσε πια μέσα στη μοίρα της
στιγμής
ανάμεσα στα πόδια και τα χέρια
της παλεύοντας με το νερό
που κάλυπτε το χώρο της ορμής
της
Μια λεξιλάγνα, που ακουμπούσε
τις οπλές της
στο βάθος των αισθήσεων
του άμβωνα της φαντασίας του…
**
ΗΛΙΟΣ
ΑΤΑΙΡΙΑΣΤΟΣ / Αναστασία Κατσώνη
Πήραμε και πάλι το μονοπάτι
της ίδιας κορυφής,
λαμβάνοντας υπόψη εκείνα
τα ίδια, τα βαρετά.
Ήλιος να ροδίσει στον ορίζοντα
δεν φάνηκε σήμερα.
Ξέραμε ότι θα ζούσαμε και σήμερα
στη σκοτεινιά,
σε ήλιο αταίριαστο για μας.
Ατενίσαμε για λίγο
τον δικό μας ήλιο,
μα ποτέ δεν ανέτειλε…