-Πού πας τον Μάη για να βρεις
με το χοντρό σου παλτό κουμπωμένο;
-Χωρίς αγάπη κρυώνει η καρδιά.
Αργεί να ρθει μα εγώ περιμένω.
Πάντα η ίδια η κουβέντα εκεί,
μα οι χρονιές δεν έχουν Μάη.
Κι όλο κρυώνει η καρδιά μοναχή
μα η αγάπη γι αλλού τραβάει.
Περνά ο καιρός, χάνεται, πάει,
έγινε γέρος το παλληκάρι,
ρυτίδες γέμισε, άσπρα μαλλιά,
μα πού να πάρει αυτός χαμπάρι.
-Πού πας τον Μάη για να βρεις
με το χοντρό σου παλτό κουμπωμένο;
-Για τον Δεκέμβρη κίνησα πιά,
χάθηκε ο Μάης, δεν περιμένω.
Κουλουριασμένο στ άδειο του σπίτι,
βράδυ τον βρήκανε τα αστέρια,
με ένα παράπονο στο πρόσωπό του,
του Μάη στεφάνι στα δυο του χέρια.