Κυριακή 1 Ιουλίου 2018

Μιας ‘Ανοιξης κυκλάμινο / Ανδρέου Ειρήνη


Σαν το κυκλάμινο στα ροζ ντυμένη,
μες σε μια πέτρα η καρδιά μου αφημένη.....
Στα ροζ ντυμένη στα χαλάσματα γυρνώ,
την πρώτη αγάπη μου με πόνο αναπολώ.
Βράδια ατέλειωτα πνιγμένη στα φιλιά,
που μου ψιθύριζες με πάθος, μ’ αγαπάς.
Ήτανε Ανοιξη θυμάμαι και σ’ αγάπησα πολύ…
η πλάση μύριζε λεμονανθούς και γιασεμί
κι ένα κυκλάμινο δειλά είχε ανοίξει
μέσ ’ απ’ την πέτρα διάλεξε ν ανθίσει.
Στα ροζ ντυμένη στα χαλάσματα γυρνώ
στις αναμνήσεις μού απόμεινε να ζω.
Μιας Ανοιξης κυκλάμινο που δεν ανθίζει πια
τα χρόνια πέρασαν μα Ανοιξη καμιά.
Σαν το κυκλάμινο στα ροζ ντυμένη,
μες σε μια πέτρα η καρδιά μου αφημένη.
*εμπνευσμένο από μια αληθινή ιστορία
απ’ την Τούρκικη εισβολή του 1974
όταν ένα 20χρονο αγόρι ανέβαινε με λεβεντιά
τα βουνά της Κερύνειας να «κατατροπώσει
τον εχθρό» ενώ μια νεαρή κοπέλα απέμεινε
«μιας Ανοιξης κυκλάμινο που δεν ανθίζει πια" μετά που ταυτοποιήθηκαν τα οστά του....
από το βιβλίο της Ειρήνης Ανδρέου :  Φτου μας....με αγάπη

«ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΠΟΥΛΙΑ» / ΓΙΩΤΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ - ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΑ





Στον Ευαγόρα Παλληκαρίδη
(Φίλος του Παλληκαρίδη 
διηγήθηκε ότι μετά τον θάνατο τού ήρωα, 
οι συναγωνιστές του φύλαξαν τα ποιήματά του 
μέσα σε γυάλες βαθιά στη γη, 
στο λημέρι τους, μέχρι το τέλος του Αγώνα)

Το στήθος του ήταν γεμάτο αηδόνια,
τις νύχτες δεν τον άφηναν να κοιμηθεί.
Έτσι τα έβγαζε από μέσα του, να πεταρίσουν στο χαρτί,
να κελαηδήσουν την ομορφιά, τον έρωτα
και την Ελλάδα, μακρινή αγαπημένη...
Πάντως το πρόβλεψε πως δεν θ’ αντίκριζε
με τα σωματικά του μάτια τη μέρα της γιορτής.
Και πρόσταξε τους φίλους
να φυλάξουν τα χρυσά πουλιά ανέγγιχτα
από αγέρι μολυσμένο με χνώτα του κατακτητή.
Κι αυτός, κύκνος πανέμορφος,
ακούμπησε απαλά τον μίσχο του λαιμού του
σ’ αγχόνης το σχοινί,
αφήνοντας άναυδη την ποίηση
να αιωρείται στο άδειο της καταπακτής.
Κι οι σύντροφοι, χατίρι δεν του χάλασαν.
Κλείσαν τα ιερά πουλιά, τα ορφανά
σε γυάλινα κουτιά – ήτανε δύσκολοι οι καιροί –
και τα εμπιστεύτηκαν βαθιά, στην εχεμύθεια της γης.
Έγκλειστα εκείνα αηδονούσαν τρία  χρόνια
κι ανθίζανε τα μαύρα σωθικά της,
κρίνα και ματσικόριδα ευώδιζε ο Άδης.
Και όταν ήρθε η μέρα που γιόρταζαν τα σήμαντρα
κι οι πεύκοι ανασηκώναν τις κεραυνωμένες κορυφές τους,
τα έβγαλαν επάνω – βρεγμένα ακόμα, μουδιασμένα
τριγύριζαν για λίγο στις νεροσυρμές
κι ύστερα χίμηξαν ελεύθερα παντού,
ραίνοντας το νησί με τις εξαίσιες τρίλιες τους,
την ψυχή του Ευαγόρα...
.

Τετάρτη 27 Ιουνίου 2018

Βάσος Χαγιάννης (μικρή αναφορά)


Ο  Βάσος Χαγιάννης, υπήρξε φωτογράφος και ποιητής. Καταγόταν από την Πενταλιά της Πάφου σε ηλικία μόλις 15 χρόνων και έζησε στη Λάρνακα.  

Ποιητικές Συλλογές: 
  • Το 2007 εξέδωσε την ποιητική συλλογή "Με το κλικ της ψυχής" 
Η Λάρνακα τον τίμησε στην αίθουσα του Δημοτικού Θεάτρου, στις 14 Απριλίου 2007, Ο Φιλόγογος κος Κώστας Κατσώνης έγραψε τότε χαρακτηριστικά: : "Ο τίτλος της συλλογής είναι ενδεικτικός αυτού που αναμένει ο αναγνώστης, καθώς κάνει την περιδιάβαση στον ποιητικό κόσμο του Βάσου Χαγιάννη. Το κλικ της φωτογραφικής που καθημερινά συντροφεύει τον φωτογράφο ποιητή γίνεται τώρα ποιητικό σύμβολο-πολύ πετυχημένο πράγματι- για να εκφράσει τους κραδασμούς της ψυχής του".


«Λάρνακα» / Χαγιάννης Βάσος


Τις φεγγαρόλουστες βραδιές 
είσαι παραμυθένια
και λάμπεις στη Μεσόγειο 
σαν κάτασπρη γαρδένια.

Αρχοντική καταγωγή
σου δίνει η Ιστορία 
και μια βαριά κληρονομιά
στου χρόνου την πορεία . 

"Λάπηθος λατρεμένη" / Χαγιάννης Βάσος





Θάλασσα έχεις και βουνό
κι έναν καθάριο ουρανό
να λάμπει μες στ’ ατλάζι.
Όλο τον κόσμο γύρισα
και όμως δεν αντίκρισα
πόλη για να σου μοιάζει.

Λεμονανθοί σε ζώνουνε
κι όλοι σε καμαρώνουνε
νυμφούλα στολισμένη.
Δαντελωτές ακρογιαλιές
ρόδα και τριανταφυλλιές
Λάπηθος λατρεμένη.

Και θέλω τη στερνή πνοή
όταν θα φεύγω απ’ τη ζωή
σε μια κορφή σου απάνω
την τόση σου την ομορφιά
να κλείσω μέσα στην καρδιά
λίγο προτού πεθάνω".


Επισήμανση: Το ποίημα έχει αναπαραχθεί από την προσωπική σελίδα του Φιλόλογου κου Κώστα Κατσώνη σε Κοινωνικό Δίκτυο Επικοινωνίας

Τρίτη 26 Ιουνίου 2018

Ο ΟΡΚΟΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΟΥ ΑΝΤΑΡΤΗ / Κωνσταντινίδης Ανδρέας


Μάνα μου Αγάπη
κι’ αδερφούλα μου Ειρήνη:
Πιστός στα διδάγματα σας
και πιστός στην ανθρωπιά,
θα κρατήσω το σπαθί μου
καθαρό από αίμα αθώων.
Θα τραβήξω το σπαθί μου
μονάχα σαν άγρια θεριά
πατήσουν την αυλή μας,
για να κόψουν τα λουλούδια.
Θα τραβήξω το σπαθί μου
μονάχα σαν κουρσάροι
κτυπήσουν την πόρτα μας.
Και σαν οι Τούρκοι μας διώξουν
απ’ τα ίδια μας τα σπίτια,
την ζωή μου θα δώσω
για να γυρίσετε πίσω.

ΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ / Κωνσταντινίδης Ανδρέας


Την ώρα που πέφτει η νύχτα,
και κάθεσαι κουβαριαστός
στην γωνιά του τσαντιριού –
με τους αγκώνες στα γόνατα
και το κεφάλι στις απαλάμες –
μην αρχίσεις τα κλάματα.
Το ξέρω πως η νύχτα είναι ατέλειωτη,
το ξέρω πως η νύχτα είναι πικρή,
μα μην αρχίσεις τα κλάματα.
Σου γράφω τούτο το γράμμα
για να σου πω πως οι προδότες
είναι μονάχα μια χούφτα.
Σου γράφω για να σου πω
πως οι όπου Γης Έλληνες,
έχουν το βλέμμα τους καρφωμένο
στον πόνο και την αγωνία σου.
Η καρδιά τους κι’ η σκέψη τους
τριγυρνούν μέσα στο δικό σου τσαντίρι.
Το ξέρω πως η νύχτα είναι ατέλειωτη,
το ξέρω πως η νύχτα είναι πικρή,
μα μην αρχίσεις τα κλάματα.

ΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ / Κωνσταντινίδης Ανδρέας


Είμαι χώμα δικό σου.
Στην καρδιά μου σαν σκαλίσεις,
θα βρεις τ’ οξυγόνο
των κέδρων του Κύκκου.

Στα μάτια μου σαν κοιτάξεις,
θα βρεις τον γιαλό της Κυρήνειας
και τα χαλάσματα της Σαλαμίνας.
Στις απαλάμες μου σαν ψάξεις,
θα βρεις τα στενά της Λευκωσίας.
Είμαι χώμα δικό σου…
Κι’ αν αρνηθώ να γίνω πηλός
για να επουλώσουμε τις πληγές
που σ’ άνοιξαν τα πολυβόλα,
οι θεοί ας μου πάρουν την αναπνοή…

Ο ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΗΣ / Κωνσταντινίδης Ανδρέας


Ο καταγάλανος ουρανός,
το χαμόγελο του ήλιου,
η αγκάλη της Γης.

Η σταγόνα της βροχής,
το διψασμένο χώμα,
ο σπόρος στη μήτρα της Γης.

Το χάδι της ηλιαχτίδας,
το ρίγος της ένωσης,
το νιογέννητο λουλούδι…

ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΣΕΝΑ / Κωνσταντινίδης Ανδρέας




Όταν δεις τον άνεμο
να φυσά πάνω στα δέντρα
και να χαϊδεύει τα φύλλα τους,
θα είμαι εγώ – ψάχνοντας για σένα
για να χαϊδέψω  την ψυχή σου…

 Όταν δεις τον ήλιο
να πολεμά τα σύννεφα
για να λευτερώσει τις αχτίδες του,
θα είμαι εγώ – ψάχνοντας για σένα
για να σε φιλήσω πάνω στα χείλη…

Όταν δεις τον ποιητή
να ψάχνει για λέξεις
για να φτιάξει ωραίο στίχο,
θα είμαι εγώ – ψάχνοντας για σένα
για να σου χαρίσω τη καρδιά μου.

Η ΚΑΤΑΡΑ / Κωνσταντινίδης Ανδρέας


Σαν τέλειωσαν οι θεοί την δημιουργία,
μύρισαν τους λεμονανθούς
στην κοιλάδα του Μόρφου,
και ζαλίστηκαν.
Ήπιαν κρασί στα κρασοχώρια
της Λεμεσού, και μέθυσαν.
σεργιάνησαν στις αμμουδιές
της Κυρήνειας, και ζήλεψαν.
Και είπαν:
Τούτος ο τόπος είναι παράδεισος,
τούτος ο τόπος δεν κάνει
για τους ανθρώπους.
Και σε καταράστηκαν:
Να τρως τα παιδιά σου…

ΕΡΩΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ της Κωνσταντίνου Μάτσιου Κατερίνας

Κατερίνα Κωνσταντίνου-Μάτσιου (βιογραφικά στοιχεία)



Η Κατερίνα Κωνσταντίνου-Μάτσιου κατάγεται από τη Σωτήρα της επαρχίας  Αμμοχώστου. Αποφοίτησε από  το Λύκειο Παραλιμνίου, Κλασσικό κλάδο και ακολούθως φοίτησε στο Κολλέγιο Κίμων Λάρνακας στον κλάδο Γραμματειακών Σπουδών. Φοίτησε στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου όπου απέκτησε  πτυχίο Φιλολόγου, στο πρόγραμμα Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό καθώς επίσης έχει πάρει  Μεταπτυχιακό  στο πρόγραμμα Επιστήμες της Αγωγής - Διδακτική της Γλώσσας,  στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.  Εργάζεται ως Επιμελήτρια σε σχολείο.
Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί στο Περιοδικό Λογοτεχνίας και Κριτικής: Ακτή, στο Λογοτεχνικό Περιοδικό: Πνευματική Κύπρος, καθώς επίσης και στο Περιοδικό Λόγου, Τέχνης και Προβληματισμού: Άνευ.  Έχει βραβευτεί  σε Λογοτεχνικούς διαγωνισμούς τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα. Ποίησή της επίσης  έχει δημοσιευτεί σε συλλογικές ποιητικές εκδόσεις.

Συνόρκιασμαν / Κωνσταντίνου Μάτσιου Κατερίνα

Ούλλη η μαστορκά 
λαλούν πως εν΄ η τέγνη
του συνορκιάσματος
της μιας πέτρας
πας την άλλην 
Να γιουτά  
η μια πας την άλλην
Τζιαι άμαν φιλά 
η μια πέτρα
πας την άλλην 
τζιαι πόσσω 
τζιαι πόξω 
τότες το κτίσμαν
εν όπως το φάδιν 
σγιον την πούππαν
αρκοντικόν τζιαι πλούσιον στολίδιν

Διακυμάνσεις ... / Κωνσταντίνου Μάτσιου Κατερίνα

Και τα ασήμαντα
στα δικά μας  μάτια
είναι εξαίρετα σημαντικά
στα μάτια κάποιων άλλων