Αν ήταν να΄ φτιαχνα έν΄ άγιο εικόνισμα
ίσως ασήμαντο, μα τόσο οικείο,
μ΄ αθωότητα παιδιού σ΄ αυτό να καταφεύγω
και να το προσκυνώ για "μύθους" διψασμένος,
πατέρα, θα ζωγράφιζα
τα δυο χοντρά, βασανισμένα χέρια σου,
με την αφή του αχνιστού ψωμιού
σε ώρα γαλήνια, σπιτική.
Τα χέρια εκείνα που είναι τώρα
Φρουροί του αμίλητου.
Τον Μέγαν Άρχοντα αυνάντησες
τώρα ξενιτεμένος
γυρνάς ζωσμένος φως πικρό
όλο και πιο μονάχος,
με χάδια ανεπίδοτα στα χέρια σου
σαν άστρα που κρυώνουν
πάνω από χειμωνιάτικο αλώνι.
Κι εσύ όλο να μας αποχαιρετάς
και ποτέ να μη φεύγεις,
κυρίαρχος, όσο ποτέ, μέσα στην απουσία σου.
ίσως ασήμαντο, μα τόσο οικείο,
μ΄ αθωότητα παιδιού σ΄ αυτό να καταφεύγω
και να το προσκυνώ για "μύθους" διψασμένος,
πατέρα, θα ζωγράφιζα
τα δυο χοντρά, βασανισμένα χέρια σου,
με την αφή του αχνιστού ψωμιού
σε ώρα γαλήνια, σπιτική.
Τα χέρια εκείνα που είναι τώρα
Φρουροί του αμίλητου.
Τον Μέγαν Άρχοντα αυνάντησες
τώρα ξενιτεμένος
γυρνάς ζωσμένος φως πικρό
όλο και πιο μονάχος,
με χάδια ανεπίδοτα στα χέρια σου
σαν άστρα που κρυώνουν
πάνω από χειμωνιάτικο αλώνι.
Κι εσύ όλο να μας αποχαιρετάς
και ποτέ να μη φεύγεις,
κυρίαρχος, όσο ποτέ, μέσα στην απουσία σου.
Ρωγμές , 1988