Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2014

[Το να βαρέσης την σάλπιγγα]

[...]

Το να βαρέσης την σάλπιγγα
δεν χρειάζεται 
παράένας κόμπος φωνής. 

ΑΓΧΟΝΗ ΤΟΥ ΠΕΝΘΟΥΣ

Κίτρινες νύχτες του Νοεμβρίου. 
Ατμοί από θειάφι κι΄ ανήμερους ίμερου.
Ωχρό λείψανο,το κερί των ιερέων,
η σβηστή ψαλμωδική φωνή τους
δάκρυα,λυγμοί,μάταιοι θρήνοι. 

Τρυπάς τη γη με τα σπασμένα, 
κατάλευκα δοξάρια των οστών σου.
Απ'  τις λιωμένες σάρκες σου
μια γιασεμιά γεννήθηκε 
λευκοντυμένη νύφη, 
στολίδι και πληγή για το κορμί σου .

Ξερή πολιτεία, εγκαταλελειμμένη,
λευκοί σταυροί.
-σιωπηλά κυπαρίσσια- 
άδειοι ομιχλώδεις ουρανοί. 

Όταν έφυγες έζησα πολύ κοντά στην τρέλλα
οδοιπόρησα σκληρά,
πλήγωσα τα πόδια
μέσα σε λίμνες αιχμηρές. 
Όταν έφυγες, 
έμεινα μόνος 
δίχως νερό,δίχως έρωτα, δίχως πίστη. 

Όταν σου διάβασαν τις τελευταίες ευχές 
έσπασε- σκορπίστηκε στους τέσσερις ανέμους
η ζωή μου.
Λυδία, δεν μπορείς να δεις 
τις χαρακιές στο δέρμα,
-αφού οι γαλαζοχάντρες των ματιών σου
έγιναν χώμα. 
Τ΄ ατσαλένια μου φτερά τσακίστηκαν.

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΗ ΑΝΑΜΟΝΗΣ(απόσπασμα) του Νίκου Πενταρά

Οι στιγμές
που τριγυρνούν από ώρα σε ώρα
και μαζεύουν τη γύρη απ' τις μέρες μας
το νέκταρ απ' τα χρόνια μας
είναι που φτιάχνουν την κερήθρα
με το μέλι της ζωής
γι’ αυτό άσε το καράβι
της άγονης γραμμής των επαναλήψεων
και πάψε πια να μιλάς
για πειρατείες ονείρων .

[Μια σπίθα στιγμής] του Νίκου Πενταρά

Μια σπίθα στιγμής
ανάβει τα χαράματα
και πυρπολεί τα ηλιοβασιλέματα.
Μύριες ομορφιές στο χέρι!

Ρημαγμένα καφενεία


Πάσχιζε ταλαιπωρημένο το βλέμμα
να δει τις χώρες πίσω από τα γεμάτα βαγόνια με ανθρώπους
-μετανάστες τους λέγανε στα χαρτιά με κείνες τις πύρινες γλώσσες-
Κι εσύ, με την τεμαχισμένη σου ψυχή
κόχλαζες σα λάδι σε καρβουνιασμένο τηγάνι
ως αγκάλιασε σταγόνες βροχής.
Έσταζε και στα στήθια της γης το νερό του Φθινοπώρου.
Δεν είχες πλέον δύναμη το μαύρο χέρι να σηκώσεις
Το είχες ακουμπήσει πάνω στο θρυμματισμένο γόνατο
απ΄ την ορθοστασία της ξενιτειάς που έβριζες πάντοτε.
Δεν άντεχες το χέρι να απλώσεις,
τα άσπρο μαντήλι λερωμένο μονίμως στη τσέπη
και ιδού
αξύριστος μέρες – συνεχώς είχες πένθος-
με τις τρίχες πουρνάρια στις αυλακωμένες πλαγιές,
δικαιολογούσουν κάποτε – κάποτε
κι έλεγες περιγελώντας,
ο αχνιστός καφές σε ξεκούραζε

στα ρημαγμένα καφενεία που σύχναζες τα βράδια.

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

ΩΣ ΠΟΤΕ.... Φλόγας Νάσος

Ως πότ΄ ένα παράθυρο 
κλειστό, θα μας πληγώνη;
Τυφλή μια φεγγαρόπορτα
θα μας καταπονά;

Αλύτρωτα στα στήθια μας
ως πότε θα ν΄ τ΄ αηδόνι, 
κ΄ η έγνοια για το πρόσκαιρο, 
θε να  μας τυραννά. 

Η ΦΩΝΗ ΜΑΣ / Φλόγας Νάσος

Αβασίλευτος πάντα
καλπάζει, 
με μια έγνοια θολή, 
ο αυτάδελφος άνεμος. 

ΜΗΝ ΑΝΤΙΛΕΓΗΣ / Φλόγας Νάσος

Μην αντιλέγης 
στα πουλιά,
στους κουρασμένους ήλιους, 
ορθός, μέσ΄ στους ανθώνες. 

ΤΟ ΠΟΥΛΙ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ / Ποταμίτης Δημήτρης

Τούτη η φωτιά                                       αόρατος
ήταν ό, τι σε κυνήγησα                          αδιαμόρφωτος
ό, τι με κυνήγησε                                   αεικίνητος
ό, τι αγάπησα                                         πουλί της φωτιάς 
ό, τι με αγάπησε.                                   και ποίηση 
Πέρα απ΄  τα χρώματα                          χωρίς συνήθειες      
γυμνός                                                   και αμετανόητος.

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

Δημήτρης Ποταμίτης ( βιογραφικό σημείωμα )Ηθοποιός, σκηνοθέτης, συγγραφέας και ποιητής.

Γεννήθηκε στη Λεμεσό Κύπρου τον Μάρτιο του 1945. Ο Δ. Ποταμίτης αποφοίτησε από το γυμνάσιο της Αμμοχώστου και ήρθε στην Ελλάδα το 1962.
Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συγχρόνως στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου με δασκάλους τον Άγγελο Τερζάκη και την Κατίνα Παξινού. Από πολύ νωρίς άρχισε η ενασχόλησή του με την ποίηση: «Συμπόσιο» 1964, «Κυπριάδα», «Δολοφονία των Αγγέλων» 1967, «Ο άλλος Δημήτριος» 1970, «Ένα δένδρο που νομίζει πως είναι πουλί» 1973 «Το αρχαίο σαξόφωνο», «Τα πυρηνικά ποιήματα» και «Η αεροσυνοδός με τα βαμμένα νύχια». Ποιήματα-απόσταγμα της 8μηνης δοκιμασίας του έγραφε και μέχρι το τέλος. Φαίνεται μάλιστα πως πρόλαβε να τα παραδώσει σε άγνωστο μέχρι στιγμής εκδότη.Ποιήματά του, αλλά και δοκίμια και μελέτες έχουν δημοσιευτεί σε πολλά περιοδικά και μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, πολωνικά και ιταλικά.
Το 1971 έγραψε το έργο "Πώς φαγώθηκε η Κοκκινοσκουφίτσα" που παίχτηκε στο θέατρο Άλφα, στο Θίασο Πατάρι που είχε δημιουργήσει ο Ληναίος για πρωτοποριακές παραστάσεις. Ήταν το πρώτο από μια σειρά θεατρικών έργων που έγραφε σ´όλη τη διάρκεια της θεατρικής του ζωής. Θα ακολουθούσαν «Οι τελευταίες περιπέτειες του Αδάμ και της Εύας» «Ο Κύριος και ο Παρασκευάς» (διασκευή από τον «Ροβινσώνα Κρούσο», «Γλυκό κουταλιού», «Ο Έλληνας βάτραχος», «Αγαπητά μου ζώα», «Το σκοτεινό αντικείμενο του πάθους» (διασκευή από τις "Μεταμορφώσεις" του Οβίδιου. Όταν το "Προσκήνιο" έκλεισε, ο Ποταμίτης αποφάσισε να δημιουργήσει δικό του θέατρο. Όπως λέει ο ίδιος σε συνέντευξή του στην Ν. Κοντράρου-Ρασσιά:
"Σαν Kύπριος που μεγάλωσε με μονομανίες και ιδεολογίες σε μια χώρα που εξακολουθεί να έχει εθνικά ιδεώδη, δεν μπορούσα να μη γίνω ιδεολόγος. Eίναι στάση ζωής αυτό. Όταν, λοιπόν, ιδεολόγος και κυπριακό μουλάρι είχα βάλει στόχο να μην κάνω κάτι αν δεν μου αρέσει. Δεν με ενδιέφερε αν θα πεινάσω. Eίχα μια ακαταδεξία στα εύκολα, που στην Eλλάδα ήταν και τα εμπορικά. Kλείνοντας ο Aλέξης Σολομός το «Προσκήνιο», που μαζί με το «Θέατρο Tέχνης» ήταν τα μοναδικά τότε θέατρα ποιότητας, (...) δέχτηκα προτάσεις από θέατρα εμπορικά γιατί ήμουν παιδί της μόδας τότε, αλλά δεν με ενδιέφερε τέτοια καριέρα. Aποφάσισα να δημιουργήσω το «Θέατρο Έρευνας». Ξεκίνησα με 30.000 δρχ. που μου έδωσε η μητέρα μου. (...) Tο «Θέατρο Eρευνας» χτίστηκε σχεδόν με τα χέρια."
Έτσι, το 1972 αγόρασε τον πρώην συνοικιακό κινηματογράφο «Ρέα», στην οδό Ιλισίων (Ζωγράφου), το οποίο μετέτρεψε, κυριολεκτικά με τα χέρια του, σε θέατρο 120 περίπου θέσεων, με τις καρέκλες των θεατών να βρίσκονται στις τρεις πλευρές της σκηνής. Ένα χρόνο αργότερα, τον Νοέμβριο του 1973, στις ημέρες του Πολυτεχνείου, το «Θέατρο Έρευνας» εγκαινιάστηκε με το έργο του Πάβελ Κόχουτ «Αύγουστε-Αύγουστε», που σταδιακά, στόμα με στόμα, γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Ακολούθησαν πολλές πρωτοποριακές παραστάσεις, όπου σκηνοθετούσε, πρωταγωνιστούσε, συχνά έκανε και την επιμέλεια του φωτισμού, των κοστουμιών, των σκηνικών και όλα τα άλλα. Σε μια εποχή που το μόνο αποκεντρωμένο θέατρο ήταν το "Στοά" του Παπαγεωργίου, ο Δημήτρης Ποταμίτης έδωσε ένα δυναμικό παρόν εκτός κέντρου, προσελκύοντας ένα νεανικό κυρίως κοινό. Επί τριάντα χρόνια, παραστάσεις χωρίς σχεδόν καθόλου συμβιβασμούς στο θέμα της ποιότητας, με σταθμούς το "Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέϋ", τον "Άνθρωπο Ελέφαντα". Κάθε χρόνο ο Ποταμίτης ταξίδευε στο Λονδίνο σε αναζήτηση σύγχρονων πρωτοποριακών έργων, ενώ κατά καιρούς ανέτρεχε σε ανατρεπτικές διασκευές κλασικών. Οι ανάγκες της κρατικής επιχορήγησης ωστόσο τον υποχρέωναν να ανεβάζει τακτικά και ελληνικά έργα - όταν δεν έβρισκε κάτι ικανοποιητικό, έγραφε ο ίδιος. Χαρακτηρίστηκε ως «αιώνιος έφηβος», αφού οι ήρωες που υποδυόταν, ακόμη και σε μεγάλη ηλικία, ήταν νέοι (Έκβους, Κουρδιστό Πορτοκάλι, Μπέρντι-το αγόρι πουλί, ο γιος στο "Πόλεμος στο σπίτι"), ή άνθρωποι χωρίς ηλικία, άνθρωποι που αρνούνται να ωριμάσουν (ο κλόουν στο "Αύγουστε Αύγουστε", Μπίλλυ ο ψεύτης, Ντόριαν Γκρέυ, Το ημερολόγιο ενός απατεώνα), ή γενικά ήρωες που είχαν ιδιαιτερότητες (Άνθρωπος Ελέφαντας, Μεταμόφωση).
Εξ ίσου σημαντικές ήταν οι παραστάσεις της Παιδικής Σκηνής, στις οποίες συχνά συμμετείχε και ο ίδιος. Μαζί με το Θέατρο "Πόρτα" της Ξένιας Καλογεροπούλου, το Θέατρο Έρευνας ήταν εκείνο που αναβάθμισε το παιδικό θέατρο - η διαφορά του ήταν πως απευθυνόταν και σε μικρότερα παιδιά, ενώ το Πόρτα απευθυνόταν περισσότερο σε μεγάλους - και εγκαινίασε το θέατρο συμμετοχής. Σε παλαιότερη συνέντευξή του ανέφερε ότι "με το θέατρο για παιδιά, προετοιμάζεται ο αυριανός καλός θεατής, ο αυριανός ευσυνείδητος πολίτης, αλλά κυρίως ο αυριανός πρωθυπουργός της Ελλάδος". «Ονειρεύτηκα τον ρόλο ενός μύστη, όχι την τάξη ενός επαγγελματία ή τον ρομαντισμό ενός ερασιτέχνη» έγραψε ο ίδιος σε λεύκωμα για τα «20 χρόνια Θέατρο Έρευνας». <gr> Μόνιμο παράπονό του, το ότι το επίσημο κράτος τον αγνοούσε ή τον υποτιμούσε την ώρα των επιχορηγήσεων. Τη χρονιά 1997-98, όταν το θέατρο "Πόρτα" πήρε 132.000 δρχ., ο Ποταμίτης πήρε 10.000, και στην αιτιολογία αναφέρθηκε μόνον η προσφορά του στο παιδικό θέατρο:
Λιγότερα από τα μισά που έπαιρνε (22.000.000) πήρε φέτος το «Θέατρο Έρευνας» του Δημήτρη Ποταμίτη. Τα 10 εκατ. με τα οποία επιχορηγήθηκε είναι ουσιαστικά για την «προσφορά του στον χώρο του παιδικού θεάτρου. Παρουσιάζει όμως ολιγοέξοδες παραγωγές».
Ως σκηνοθέτης συνεργάσθηκε και με άλλους θιάσους: με το Εθνικό Θέατρο στη «Φάρμα των ζώων» (θέατρο "Ρεξ"), στην παράσταση «Καμπαρέ» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, σε θερινή επιθεώρηση στο Δελφινάριο στον Πειραιά, στο «Αρμένικο φεγγάρι» (θερινό θέατρο "Σμαρούλα")καθώς και στο "Όσα παίρνει ο άνεμος" με το θίασο Μαρίας Αλιφέρη-Άγγελου Αντωνόπουλου, στο θέατρο "Μινώα". Τον Νοέμβριο του 2002 το θέατρο, τελικά, έκλεισε, όχι μόνο για οικονομικούς λόγους, όπως ανέφερε ο ίδιος αλλά και για αισθητικούς και ηθικούς λόγους. Κουρασμένος, απογοητευμένος, χωρίς επιχορήγηση και άρρωστος ο Ποταμίτης ανέστειλε τη λειτουργία του θεάτρου κυκλοφορώντας ένα "μανιφέστο" όπου έγραφε ότι "δεν μπορεί να αντισταθεί στον κουλτουριάρικο χαβαλέ και την κουλτουριάρικη τσόντα". «Το "Θέατρο Έρευνας" θα επανέλθει όταν η Μυθολογία ξαναδώσει τη θέση της στην Ιστορία», έγραφε τότε.
Πέθανε στις 26 Φεβρουαρίου του 2003 στο Νοσοκομείο «Μεταξά» (Πειραιά) μετά από πολύμηνη μάχη με ανίατη ασθένεια (καρκίνο κατά ορισμένες πηγές, AIDS κατά άλλες). Το θέατρο περιήλθε στην ιδιοκτησία του Δήμου Ζωγράφου και μετονομάστηκε «Θέατρο Δημήτρη Ποταμίτη»


Ποίηση

Ἡ δολοφονία τῶν ἀγγέλων: Ποιήματα, Ἰωλκός 1967.
Ὁ ἄλλος Δημήτριος: Ποιήματα, Ἑπτάλοφος 1970.
Ένα δένδρο που νομίζει πως είναι πουλί, Εκδόσεις των Φίλων, 1974.
Τα πυρηνικά ποιήματα, Καστανιώτης, 1983.
Η αεροσυνοδός με τα βαμμένα νύχια, Κέδρος, 1998.
Ένα δέντρο που το λένε Νικόλα: Πάνω σε μια ιδέα του Γιώργου Πιτσούνη, Ντουντούμη, 1999.
Ποιήματα 1964-2003, Καστανιώτη, 2007.

θεατρικά έργα

Πώς φαγώθηκε η Κοκκινοσκουφίτσα (1971)
Οι τελευταίες περιπέτειες του Αδάμ και της Εύας(1974)
Ιστορίες του παππού Αριστοφάνη: Έργο για παιδιά βασισμένο στα έργα του Αριστοφάνη: Ειρήνη, Αχαρνιώτες, Πλούτος, τα πουλιά, η Λυσιστράτη, Ντουντούμη, 1985.
Ο Κύριος και ο Παρασκευάς» (διασκευή του μυθιστορήματος «Ροβινσών Κρούσος»)
Γλυκό του κουταλιού ή Το άλλοθι, Γνώση 1990.
Ο Έλληνας βάτραχος: Μύθοι και παραβολές σε παραλήρημα, Κέδρος, 1995.
Ένα δέντρο που το λένε Νικόλα: Πάνω σε μια ιδέα του Γιώργου Πιτσούνη, Ντουντούμη, 1999.
Φίγκαρο!: Ένα σύγχρονο μουσικό έργο βασισμένο στους Γάμους του Φίγκαρο του Μπωμαρσαί, Δωδώνη, 2001.
Αγαπητά μου ζώα
Το σκοτεινό αντικείμενο του πάθους» (διασκευή του ιδίου μαζί με τη Σ. Κομνηνού από κείμενο του Οβίδιου).


ΥΠΟΘΗΚΗ / Ποταμίτης Δημήτρης


Τα ποιήματα
Πρέπει να γράφονται
Σα τσιγκούνα βρύση
Στάλα στάλα
Και να διαβάζονται
Σαν ποταμός

[Ιδού λοιπόν το μέγα ερώτημα] / Ποταμίτης Δημήτρης

Ιδού λοιπόν το μέγα ερώτημα:
... Στον απόλυτα παρόντα χρόνο
βαδίζετε με δεκανίκια δανεικά
επί των υδάτων
... ποιος θα προστατέψει
τον αισιόδοξο σας μέλλοντα
από τον παρακείμενο των τετελεσμένων
τον αόριστο τον φευ τόσο οριστικό

τον σπόρο από το σκουλήκι.

[Αυτές είναι..] / Ποταμίτης Δημήτρης

Αυτές είναι 
οι ηλεκτρικές στήλες του Ολυμπίου Διός.
Που να την βρης τη ζωή σου 
σε τούτη την πόλη 
με τα λευκά χείλη της ειρωνίας
με το πρώτο χρώμα στα μάτια των παιδιών;

Η ΚΙΒΩΤΟΣ / Ποταμίτης Δημήτρης

Και η κιβωτός θα πληρωθή με πουλιά ερπετά 
και η κιβωτός θα πληρωθή με τραγούδια με άρπες
και δεν θα υπάρχη πια θέση για τόνειρο
ανάμεσα στις βροχές και τις λάσπες.

Το πρόσωπο που χαράξαμε στο βράχο 
θα μας κυτάζη έτσι ως να χαθούμε.

Και θα κρατήσης εκείνο τον πηλό για ενθύμιο 
κι΄ άλλο πρόσωπο πάλι θα πλάσης, 
ιερή φλόγα από περιβόλια αιμάσσοντα 
φθορά που μπροστά της δεν αντέχει το χέρι σου. 

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Τις άδειες νύκτες / Τυρίμου Γ. Ελένη



Τις άδειες νύκτες μην ρωτάς
που η ψυχή μου πάει
γιατί η καρδιά μου σπαρταρα
την λογική μου σπάει.
μην με ρωτάς και δεν μπορώ
απάντηση να δώσω
τα όνειρα ήτανε πολλά
και πώς να τα λητρωσω
τα αστέρια σαν δακριζουνε
και το φεγγάρι κλαίει
δεντράκι μες την έρημο
μονάχο του να καίει
μην με ρωτάς πού μέρες μου
είναι συννεφιασμενες
που οι ελπίδες στα καρφιά
έμειναν κρεμασμενες.