Ανεμολούλουδο παράξενο, πρωτόγνωρο λουλούδι,
άνθος του απατηλού καημού,
ποιο θρόισμα κατοικεί στα σέπαλά σου;
Ανεμολούλουδο, που φέρεις το τόξο της αυγής στο μέτωπό σου
και ανοίγουν τα πέταλά σου, σαν το τριαντάφυλλο της μοίρας,
θα ’ρθω να σε θαυμάσω, καθώς θ’ ανθίζεις το πρωί.
Ανεμολούλουδο, ντυμένο τη θάλασσα και το χιόνι των βουνών,
καρπός της ευωδιάς σου ο παφλασμός των εαρινών κυμάτων,
φωνή σου το κάλεσμα των καλοκαιρινών πουλιών.
Ανεμολούλουδο, που βλασταίνεις στο γαλάζιο χώμα τ’ ουρανού
κι είν’ οι αχτίνες του ήλιου μίσχος σου,
πλησίασε να σε μαδήσω να δω αν μ’ αγαπάς.
Ω, Ανεμολούλουδο, ηλιότροπο και ντροπαλό,
πικρή κι ανέλπιδη ευχή μου ήλιος μικρός να γινόμουν,
να ελπίζω ακόμα πως μπορώ να σ’ αγαπώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου