Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024
ΚΙ ΑΝ ΕΛΘΕΙ… / Πετρίδης Πέτρος
ΚΥΠΡΟΣ 1974
ΕΡΩΤΙΚΟ / Οικονομίδης Λεωνίδας
Τετάρτη 21 Φεβρουαρίου 2024
Μαρία Χριστοδούλου : Τρία ποιήματα από την ποιητική συλλογή: Χειρονομίες στο φως
ΓΛΥΚΟ ΤΟΥ ΚΟΥΤΑΛΙΟΥ
Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2024
Ο Πολυκράτης της Σάμου / Κορφιώτη Παναγιωτίδου Βέρα
Η Ελλάδα τιμούσε πάντα
τους ριψοκίνδυνους περιπετειώδεις άνδρας
τους ευγενείς τυχοδιώκτες
τού απρόσμενου, τού ασύλληπτου
Ωστόσο καμιά υποδοχή δεν έγινε
στον αυστηρό τυχοδιώχτη τού πνεύματος
επέστρεψε από τα πέρατα της γης
γεμάτος σοφία και ξένες ρήσεις
γεμάτος θησαύρισμα όπου η σκέψη υπερέχει
Ο Πολυκράτης δεν αντέχει καμιά εναντίωση
καμιά αλλαγή προσανατολισμού
είναι γεμάτος καχυποψία
κατέχει ανάρμοστο πλούτο
εξαναγκάζει τούς άλλους σε σιωπή
Οπωσδήποτε φιλοξενεί στιχοποιούς
χάριν αίγλης τού ονόματος του
στους αιώνες να αντηχεί
Τούς τιμητές
της ανυπέρβλητης τάξης λάτρεις
τούς αφιλοκερδείς ερευνητές τού αληθινού
δεν τους ανέχεται, τα μάλιστα τούς αποφεύγει
Για τον είρωνα τύραννο
ο Πυθαγόρας δεν είναι παρά επικίνδυνος παρείσακτος
ένας χειραγωγός ιδεών
ικανός να ενσπείρει αλήθεια
η ένταση στο βλέμμα του
ρωτά κάθε ύπαρξη:
«Ποιος είσαι…»
Με την ίδια ένταση ρωτά τα άστρα
ρωτά τούς τυράννους
που καταστρέφουν και οικοδομούν ακατάπαυστα
ανάλογα με τις ορέξεις τους
σπαθίζοντας τούς όμοιούς τους
και κωφεύοντας μέχρι και στα βογκητά
ΣΤΗΝ ΑΥΓΗ / ΜΑΡΙΝΑ ΑΡΜΕΥΤΗ
Την παραμονή ήθελε να δει το σπίτι της.
Την πέρασαν απ’ όλα τα δωμάτια
Εκατό τετραγωνικά στον δεύτερο όροφο
Κάρφωσε το βλέμμα της στις φωτογραφίες
Στα διπλωμένα ρούχα και στα μπιμπελό
«Δεν θέλω να πεθάνω», είπε
«Θέλω να μείνω στο σπίτι μου»
Το πρώτο της σπίτι ήταν στη Μόρφου
Ξυπνούσε απ’ τον μυρισμένο ύπνο της
Δέκα χιλιάδες τετραγωνικά ανθό
Ύστερα, πέσαν πυροβολισμοί στο σαλόνι
Έφυγαν με το παιδί
Το μικρό ποδηλατάκι του στέκει στην αυλή ακόμη
Κάτι αδικαίωτες πεταλιές φορτωμένο
«Θέλω να μείνω στο σπίτι μου», είπε
Μα έφυγε.
.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΗ / Μπίσσα Πόπη
Την ψυχή μου πάνω απ’ όλα
τη φυλάω
μη θεριέψουνε τ’ αγκάθια
και τη ρίξουνε στα βάραθρα.
Την ψυχή μου πάνω απ’ όλα
την ακούω
της μιλάω
ακουμπάω σ’ αυτήν τους ήχους και τις λέξεις,
τα αισθήματα και τις φωνές.
Την αφήνω να ωριμάσει
γιατί αλλιώς δεν ημερεύει.
Μόνο τότε δεν φωνάζει
αλαφιασμένη.
Μόνο τότε ταξιδεύει
σε σοκάκια κι ασταμάτητες τροχιές και μακρινές.
Πάνω απ’ όλα λοιπόν, ψυχή μου,
πάνω απ’ όλα
παρέα με το δάκρυ.
Για να λυτρωθείς.
Να λευτερωθείς.
Και ν’ ατενίσεις
τ’ άλλα, τα όμορφα και τα μεγάλα.
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΟΥΠΟΛΗΣ / Μπίσσα Πόπη
εν μέσω ερειπίων.
Ένα παράθυρο στο φως
εν μέσω χαλασμάτων
εν μέσω οβίδων
εν μέσω μιας ανείπωτης καταστροφής
εν μέσω θανάτου
εν μέσω στάχτης.
Και μια γυναίκα που στέκει μπρος στο φως.
Μια γυναίκα που κοιτάζει
μ’ ένα σκουφί
στο χρώμα του αίματος.
Να κοιτάζει
το γκρίζο
το μαύρο
το όχημα που σπέρνει φωτιά.
Η γυναίκα με το βρέφος αγκαλιά
κοιτάζει για ένα παράθυρο στο φως.
Πόπη Μπίσσα (Βιογραφικό σημείωμα)
Η Πόπη Μπίσσα γεννήθηκε το 1977 στη Λευκωσία από Κύπρια μάνα και Μεσολογγίτη πατέρα. Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με κατεύθυνση στις Νεοελληνικές σπουδές (1999) και στη συνέχεια έκανε μεταπτυχιακό στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Αγγλίας στον τομέα των Παιδαγωγικών (Master of Arts in Education /Lifelong Learning). Εργάζεται στη Μέση Εκπαίδευση της Κύπρου από το 2003. Είναι μέλος σε λογοτεχνικές και ποιητικές διαδικτυακές ομάδες.