Τα έντερα χτυπούσαν αστραπές στο στομάχι,
η καρδιά χτυπούσε στο μυαλό, ένα παιδί έκλεγε
έξω από την πόρτα και λυγούσε η απουσία του.
μνήμες μορφών που εγκατέλειψαν ή προχώρησαν,
όλα σαν πνιγηρά από την τετράγωνη συμπλήρωσή των έως το μέλλον,
ο λαιμός μου έσταζε ανεπιτήδευτα τον κρότο
και η μακρύτερη ζωή με κατέκλυζε,
όπως ακριβώς στην εφηβεία.
Μόνο που τώρα,
οι πόρτες ξέρουν να σιωπούν,
οι πύλες ξέρουν να κρυφακούνε,
μπορούν να ξενυχτάνε ερεθισμένα τα χέρια και τα πέλματα,
μπορούν πέταλα να ρίξουν με δύναμη στην ορχήστρα των τυφλών
επιστροφών,
μονάχα δεν ξέρουν,
μονάχα δεν ξέρω την παραμονή του θανάτου να χειρίζομαι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου