Εισηγητής: Παντελής Βουτουρής Τραγούδι: Κώστας Χατζηχριστοδούλου Απαγγελίες: Μάριος Παπαδόπουλος, Ανδρέας Μελέκης Πιάνο: Βάσος Αργυρίδης. Οι ποιητικές βραδιές, μέσα στα πλαίσια του Φεστιβάλ Λάρνακας, δίνουν το ξεχωριστό δικό τους στίγμα, προσφέροντας την ευκαιρία στους φίλους του είδους να αφεθούν στην απόλαυση της λογοτεχνικής πλοκής των ρημάτων του δημιουργού. Ο Δήμος Λάρνακας επέλεξε φέτος να παρουσιάσει το έργο ενός ξεχωριστού ανθρώπου, που το πολύ σύντομο διάβα του από τη ζωή, σφράγισε τα πολιτικο-κοινωνικά δρώμενα, τόσο του στενού χώρου του νησιού μας, όσο και του ευρύτερου Ελληνισμού γενικότερα. Μας προσέφερε με τη θυσία του ό,τι καλύτερο μπορεί να προσφέρει κάποιος στην πατρίδα του. Μάς δώρισε το πρότυπο του νέου, μάς άφησε τον ποιητή, μάς κληροδότησε τον ήρωα. Έγινε με τη θυσία του ο ίδιος τάμα και νάμα για τις επόμενες γενεές ενός ολάκερου Έθνους. Με τα ποιήματά του μας έκανε συγκοινωνούς των εθνικών του ανησυχιών και οραμάτων. Γεννήθηκε στην Τσάδα της Πάφου στις 27 Φεβρουαρίου 1938 και 18 μόλις χρόνια αργότερα συλλαμβάνεται, ως μέλος της νεολαίας της Ε.Ο.Κ.Α. με την κατηγορία ότι συμμετείχε σε πορεία. Αργότερα συλλαμβάνεται εκ νέου με την κατηγορία ότι κατείχε και διακινούσε παράνομα οπλισμό. Δικάζεται σε μια δίκη παρωδία και καταδικάζεται σε απαγχονισμό. Ο ίδιος δηλώνει στο τελευταίο γράμμα του: «Θ’ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ‘ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το καθετί. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα, τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί.»Τα μεσάνυχτα της 13ης προς 14ης Μαρτίου 1957, απαγγέλλοντας τον Εθνικό Ύμνο, ανεβαίνει τα σκαλοπάτια του ικριώματος, η αγχόνη του οποίου σε λίγα λεπτά τον παρέδωσε στην αθανασία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου