«Την
αφάντακτην του κόσμου τζι’ αν μου βάλουν στο πλευρό
εν
τη θέλω, ‘ννα φωνάζω μα τον τίμιον σταυρόν.
έμπα
νάσιει πλούτη στίβες, τζι’ ομορκιάν για τα φιλιά.
ή
μυρίζει πόναν μίλιν τζι’ εν σωστή τρανταφυλλιά,
Εν
αξίζει κατ’ εμένα ούτε ήμισον ππαράν
όντας
δκιά την μυρωθκιάν της εις τον κάθε μασκαράν.
Εν
σ’αλλάσω πέρτικα μου μεν φοάσαι με καμμιάν
εν
σου ήβρα τόσα χρόνια που προβάρω, αβανιάν
Ενεσιεις
της Αφροδίτης τζιείντα κάλλη τα πολλά
μμά
‘σιεις γνώμην γιον γρουσάφιν τζιαι τιμήν που εν χαλά».
**
«Καρτερούμεν μέραν νύχταν» (απόσπασμα) / Δημήτρης Λιπέρτης
Καρτερούμεν
μέραν νύχταν να φυσήσ' ένας αέρας
στουν τον τόπον πόν' καμένος τζι εν θωρεί ποττέ δροσιάν,
για να φέξει καρτερούμεν το φως τζείνης της ημέρας,
ποννά φέρει στον καθέναν τζαι χαράν τζαι ποσπασιάν.
στουν τον τόπον πόν' καμένος τζι εν θωρεί ποττέ δροσιάν,
για να φέξει καρτερούμεν το φως τζείνης της ημέρας,
ποννά φέρει στον καθέναν τζαι χαράν τζαι ποσπασιάν.
Την Μανούλλαν μας για πάντα μιτσιοί μιάλοι καρτερούμεν
για να μας σφιχταγκαλιάσει τζαι να νεκραναστηθούμεν
**
Γιόμισαν τα σταυροδρόμια
του πλανήτη / Βάσσος Λυσσαρίδης
Γιόμισαν τα σταυροδρόμια του πλανήτη πορνεμένες ιδέες
Δεν είναι που τ' ακριβό είναι το σπάνιο
Αυτό π' αξίζει ανδρώνεται με την τριβή
Γιόμισαν τ' ανθρώπινα μάτια ψεύτικες αναλαμπές
Και γιόμισαν τα σωθικά μου αηδία
Και τώρα ούτε στον καθρέφτη δεν απόμεινε παρηγοριά
Εγώ μικρέ ανόητε εαυτούλη
Θα σε πάρω από το κάθιδρο χέρι
Και δεν θα σου δείξω δρόμο για κρεμάλες και Γολγοθάδες
Θα σε πάρω στον απέναντι βάλτο να καθρεφτίσεις τη βρομιά,
για να ξυπνήσεις την αλήθεια.
**
Προσφυγιά / Άνθος Λυκαύγης
Διπλώνουν τ’ όνειρο πικρό στην πέτρα το
σκεπάζουν
σηκώνουν και στενάζουν στα μπράτσα τον καιρό
στεγνά τα μάτια κι ο λυγμός ζωγραφιστό στο στόμα
στο σκλαβωμένο χώμα φωτιά και χαλασμός
Σταυρώνουν του ξεριζωμού τα πληγωμένα χέρια
στο στήθος τους μαχαίρια κι η μοίρα του χαμού
Σκυφτή κι η ανάσα μια κραυγή τα φυλλοκάρδια σπάζει
η νύχτα τους μαράζι τα φυλλοκάρδια σπάζει
κι η μέρα τους πληγή
σηκώνουν και στενάζουν στα μπράτσα τον καιρό
στεγνά τα μάτια κι ο λυγμός ζωγραφιστό στο στόμα
στο σκλαβωμένο χώμα φωτιά και χαλασμός
Σταυρώνουν του ξεριζωμού τα πληγωμένα χέρια
στο στήθος τους μαχαίρια κι η μοίρα του χαμού
Σκυφτή κι η ανάσα μια κραυγή τα φυλλοκάρδια σπάζει
η νύχτα τους μαράζι τα φυλλοκάρδια σπάζει
κι η μέρα τους πληγή
**
Λυσιώτης Ξάνθος