Μ΄ ένα κορμί πολεμιστή και μάτια φλογισμένα
το γκάζι τέρμα πάταγες και ξέχναγες τα φρένα.
Έπαιρνες σβάρνα όλα τα μπαρ τις νύχτες και κοιτούσες
και κάθε αιθέρια ύπαρξη στα χέρια σου μεθούσες.
Ζητούσες μόνο ηδονή το σώμα σου γλεντούσες
μα την καρδιά στα στήθια σου πανάκριβα πουλούσες.
Με λάγνο βλέμμα τύλιγες το τρυφερό σου θύμα
και με περίσσιες αντοχές ξετύλιγες το νήμα,
για έρωτα δεν μίλαγες ποτέ δεν είχες νιώσει
μόνο το κέλυφος κοιτάς κι΄ αυτό σε είχε σώσει.
Παθητική μου ύπαρξη αρχίει και χαράζει
στα μάτια δάκρυα καυτά το φως που σε τρομάζει.
Με κάθε φως και κάθε αυγή θα βλέπεις την αλήθεια
μ΄ αυτά που η νύχτα σε γελά κερνώντας παραμύθια.
Με κάθε φως δεν ξεψυχάς ζητώντας την αγάπη
που μες σε τάφο έθαψες και στην ψυχή σου εχάθει.