ΙΧ
Να πλημμυρά μας έτσι η αγάπη η αιώνια:
στην άφθαρτή της φλόγα να εξαγνίζει
κάθε μας κρίμα, και να μας γεμίζει
με την πνοή του Θεού, που στα αγνά χρόνια
τα παιδικά μάς φύλαε. Κι έτσι αιώνια
το σπίτι μας κακό να μη γνωρίζει,
κι ολόχαρο να μας καληνωρίζει*
κάθε άνοιξη τα πρώτα χελιδόνια.
Και μέσα στη λευκή του τη γαλήνη,
ν’ ανθίζει η μυστική σου καλοσύνη,
σα μια λαμπάδα μπρος σ’ ένα Ιερό,
και να ’ρχεσαι κοντά μου φέρνοντάς μου,
σαν ευλογία το φως σου το ιλαρό,
να φωτίζει τα βάθη της καρδιάς μου.
* καληνωρίζω: (εδώ) καλωσορίζω