Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016

ΕΝΙΑ:Ποιητική Συλλογή του Γιώργου Χριστοδουλίδη. Εκδώθηκε το 1996. Για τη Συλλογή αυτή τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Νέου Λογοτέχνη. (τρία ποιήματα)

Εκπομπές για ποιητές


Μ’ αρέσουν οι σπάνιες εκπομπές της τηλεόρασης
για τους ποιητές, όταν μ’ ένα τσιγάρο στο χέρι,
με φόντο στοίβες βιβλία
τριγυρισμένοι από ασήμαντα σουβενίρ και μπιχλιμπίδια
θυμούνται, διαλογίζονται, στιγματίζουν.
Το ξέρουν πώς όλα τούτα είναι του κάκου.
Πάντα το ‘ξέραν , με τον πρώτο στίχο το ‘χαν νιώσει –
η απόσταση του σύμπαντος τεράστια,
τα όνειρα είχαν πάντα σαν σπίτι τους τα σύννεφα.
Ο χρόνος, ο θλιβερός αυτός δήμιος,
να συνθλίβει τα πρόσωπα, τα πράγματα,
να παρασέρνει στο διάβολο τις αναμνήσεις.
Σαν παλιά σαπιοκάραβα τραβηγμένα στην άκτη
πού ‘ναι γραφτό να μην ξανασαλπάρουν
μοιάζουν οι ποιητές σ’ αυτές τις εκπομπές.
Ό θησαυρός δεν βρέθηκε ποτές,
ενώ απ’ το ταξίδι έμεινε μόνο η αλμύρα της θάλασσας
κι ο ηλίθιος απολογισμός
για ό,τι αξίζει να χαίρεσαι και για ό,τι να λυπάσαι.

***

Ένια


Δεν είναι απελπισία
να ξέρεις ότι το ποίημα τούτο
ποτέ δεν θα διαβάσεις.
Παρηγοριά είναι.
Γιατί τα ποιήματα δεν γίνονται
για να διαβάζονται.
Για να πεθαίνουν γίνονται,
μέσα στην ομορφιά που αναπέμπει
ένας ασύλληπτος χρησμός.
Μελωδική μουσική τα συνοδεύει
κατά την ανάληψη
και οι άγγελοι ανοίγουν τις φτερούγες,
να τα υποδεχτούν.
Ουράνιες γυναίκες
με τα στήθη έξω
περιμένουν να τα βυζάξουν
αγνότατα βρέφη
σε μια ανύποπτη δικαίωση.

***

Μεταλλαγή


Της φόρεσε το δακτυλίδι απαλά
με μια λεπτότητα που πρώτη φορά
παρατηρούσε στις κινήσεις του.
Ύστερα πήρε απ’ τη συγκατάβαση του φεγγαριού
όλη τη φαντασία που πρόσφερε ή στιγμή
κι έφτιαξε τα μεγάλα λόγια.
Εκείνη δάκρυσε.
Πέρασαν πολλές ώρες έτσι μαζί,
ώσπου ο άνεμος έσβησε τα κεριά
και τραβήχτηκαν μέσα.
Αυτός ακόμα θυμάται
πως ξαφνικά σκλήρυναν τα χέρια του
πως όλη τη νύχτα δεν την άγγιξε διόλου
μην και νιώσει τον αφέντη
που γεννήθηκε μέσα του.

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016

ΔΡΟΜΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΑΙ ΓΗΣ: Ποιητική Συλλογή του Γιώργου Χριστοδουλίδη. Κυκλοφόρησε το 2013 από τις εκδ. Φαρφουλάς. Πέντε (5) ποιήματα

ΝΑΥΜΑΧΙΕΣ


Θα υπάρχουν πάντοτε
καράβια που πάνε και καράβια που έρχονται
Μαραθώνες και Σαλαμίνες
γι’ αυτό
θα προκύπτει πάντοτε
κάποιος Κυναίγειρος
με τα πελώρια χέρια του
ν’ αρπάζει το περσικό πολεμικό
να το κρατά ακίνητο
και όταν του κόβουν τα χέρια
να το συγκρατεί με τα δόντια του
και όταν του συνθλίβουν το σβέρκο
(για να ξαπολήσει επιτέλους)
τα δόντια του να βυθίζονται
στο ξύλο της πλώρης
και να μένουν εκεί βυθισμένα
μέχρι να λιώσει πρώτα το ξύλο
και μετά τα δόντια του.

ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΕΡΥΝΕΙΕΣ

Ποιοι είναι αυτοί που λένε ότι χάθηκε η Κερύνεια;
Είναι οι γνωστικοί.
Αυτοί ξέρουν καλύτερα πως ό,τι χάνεται
δεν επιστρέφεται
πως των αδυνάμων τα λάθη
πληρώνονται με απώλεια
και με των ισχυρών το κέρδος.
Βλέπουν σήμερα αυτό που δεν μπορεί να γίνει αύριο.
Πώς χάθηκε αφού ακόμη είναι εκεί;
Κάποτε την ακούω σε αλλόφρον τραγούδι επιστροφής
αυτό που στα σχολεία οι γνωστικοί
δεν τους αρέσει να διδάσκεται
κάποτε νομίζω ότι θα ανέβω στο βαγόνι
αυτού του σκουριασμένου τρένου
που συρίζοντας διστακτικά με πλησιάζει
να βρεθώ πρώτη φορά
εκεί που αναρριγούν οι ακτές της
να δω αν λαμπυρίζει το ίδιο
η θάλασσα της με τις θάλασσες που ξέρω.
Ναι, είναι εκεί
τοποθετημένη πάνω στο τραπέζι των μεσολαβητών
για να επικυρωθεί οριστικά η απώλειά της
θα μπορείς, φυσικά, να την επισκέπτεσαι
τα τοπία της θα μένουν τα ίδια
δεν αλλάζουν τα βουνά και οι πλαγιές τους
ο παγερός αέρας που τα δέρνει τους χειμώνες
δεν ανήκει σε κανέναν.
Ίσως να έχουν δίκαιο οι γνωστικοί
ίσως να λένε πράγματα σωστά, της εποχής
ίσως μάλιστα να τους ακολουθούσα κι εγώ
σε αυτήν τους τη βεβαιότητα
αν δεν με κρατούσε
η ανεξήγητη εμμονή
να βλέπω ίσκιο
μέχρι σώμα να συμβεί
να μαζεύω κονιορτό
μέχρι γη να επιστρέψει
κι όλα να μεταμορφώνονται
σε αυτά που οι γνωστικοί
βεβαιώνουν ότι είναι αδύνατον
να γίνουν.


ΑΝΑΚΤΟΡΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΕΤΡΟΥ


Από τ’ ανάκτορα του Μεγάλου Πέτρου
θυμάμαι τον κουτσό Αζέρο
να λογοφέρνει με τη γυναίκα του
και να εγκαταλείπει τα τρία παιδιά του
ανεβαίνοντας αλαφιασμένος τα σκαλιά
που κάποτε ανέβαιναν
ο Μεγάλος Πέτρος και οι αυλικοί του.
Από τ’ ανάκτορα του Μεγάλου Πέτρου
θυμάμαι το μικρότερο παιδί του Αζέρου
να γαντζώνεται από το σακατεμένο πόδι
του πατέρα του
να τον ικετεύει μάταια να μη φύγει
να κλαίει πάνω στα σκαλοπάτια.
Από τότε φαντάζομαι το μικρό αγόρι
να μεγαλώνει με ιλιγγιώδη ταχύτητα
να απομακρύνεται από τ’ ανάκτορα
να γίνεται πατέρας που δεν φεύγει.
Μα το αγόρι δεν μεγάλωσε ποτέ
το αγόρι έμεινε για πάντα ασάλευτο
στα σκαλιά των Ανακτόρων
να περιμένει
τον πατέρα του να επιστρέψει
αυτά ακριβώς θυμάμαι
από τα ανάκτορα του Μεγάλου Πέτρου.


ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ


Αν το καλοσκεφτείς
ένας παλμός μάς διατηρεί
και μαζί του
χιλιάδες άλλες λεπτομέρειες
που η μια από την άλλη
χωρίς να δίνουν λογαριασμό
εξαρτάται και διαπλέκεται.
Έτσι λοιπόν
οι αυτόχειρες είχανε πάντοτε
ένα πλεονέκτημα:
Έζησαν όσο ήθελαν
οι υπόλοιποι
όσο μπορούσαν.


ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΣΠΙΤΙΩΝ


Αν τα σπίτια μάς ανήκουν
τα γεγονότα των σπιτιών
δεν τα ορίζουμε
τα μυστικά, οι γογγυσμοί
οι άοπλες συγκρούσεις
αλλά και συμβάντα πιο τραγικά
εκείνων που μέσα απ’ τον ύπνο τους
ποτέ τους δεν θα σηκωθούν
να μάθουν ότι πέθαναν
ενώ ήταν για να πάνε όπως κάθε μέρα
στη δουλειά.
Σαν αναρριχητικά φυτά
διεισδύουν μες τα χρόνια μας
τα γεγονότα των σπιτιών
καταλαμβάνοντας κάθε τους στρωμνή,
υψιτενείς σκιές που περιφέρονται
σε πεδίο ακήρυχτου πολέμου,
κανείς δεν τα καρφώνει πάνω σε τοίχους
κανείς δεν τα σταυρώνει σε σταυρούς
όμως δεν φεύγουν.

Παρουσίαση του βιβλίου του Γεώργιου Χαριτωνίδη «ανέβας και κατέβας»



Η Πολιτιστική Κίνηση «Φίλοι της Λογοτεχνίας και του Πολιτισμού» και η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Λάρνακας σας προσκαλούν στην παρουσίαση του βιβλίου του Γεώργιου Χαριτωνίδη «ανέβας και κατέβας» την Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016 και ώρα 7:00 μ.μ. στην αίθουσα της Στέγης (Πλατεία Βασιλέως Παύλου).
Στην εκδήλωση θα απευθύνει χαιρετισμό ο Δρ Κώστας Κατσώνης, Πρόεδρος της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Λάρνακας.
Τη συλλογή θα παρουσιάσουν:
Αλεξάνδρα Γαλανού, ποιήτρια
Αθηνά Τέμβριου, ποιήτρια
Αποσπάσματα από το βιβλίο θα διαβάσει ο συγγραφέας.
Την εκδήλωση συντονίζει ο Αντρέας Τιμοθέου

ΣΥΝΕΔΡΙΟ 'ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ' : ΔΙΟΡΓΑΝΩΤΕΣ: ΕΘΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΥΠΡΟΥ

'ΟΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ' ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΟΛΟΜΟΥ ΥΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΙΚΟΥ ΣΤΟΧΑΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΡΑ ΑΝΝΑ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ.
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ρ.Μ. ΡΙΛΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΡΑ ΑΝΤΡΕΑ ΠΕΤΡΙΔΗ.
Η ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ Μ. ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ ΑΠΟ ΤΗΝ Κ. ΤΖΕΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ.
ΤΟ 'ΠΕΡΙ ΥΨΟΥΣ' ΤΟΥ ΛΟΓΓΙΝΟΥ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ Κ. ΑΝΔΡΕΑΝΗ ΗΛΙΟΦΩΤΟΥ.
Ο ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΩΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΡΑ ΚΛΕΙΤΟ ΙΩΑΝΝΙΔΗ.
ΘΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ ΣΥΖΗΤΗΣΗ.




θέατρο ένα
Leoforos Athinas, 1016 Λευκωσία

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2016

ΤΟ ΑΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΤΟ: Ποιητική Συλλογή του Γιώργου Χριστοδουλίδη. Εκδόθηκε το 2010 (Εκδόσεις Γαβριηλίδης) (Απόσπασμα)


ΤΟ ΑΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΤΟ


Πόση βροχή δεν έπεσε
από τους δισταγμούς των σύννεφων
μαύρος ήταν ο ουρανός
κοιλοπονούσε
νερό πολύ να βρέξει ήθελε
δεν έβρεξε.
Αόρατος τοίχος ο δισταγμός
όσο τον ανεβαίνεις
τόσο πιο πολύ ψηλώνει
πάνω του σπάνε
κύματα ψηλά
έρωτα έγκλειστου
στο ανομολόγητο
εξίσου επιδέξια αποτρέπει
ζωές στεγνές να βρέξουν
που τρεκλίζουν στη μεθόριο
της στεριάς με τη θάλασσα.
Τι γίνονται όλα αυτά
που δεν έγιναν;
με ρώτησες.
Σε ονειροφράγματα υποθέτω αποθηκεύονται
και από εκεί διοχετεύονται
σε μέλλον διψασμένο
με παραπόταμους που εκτείνονται
και χάνονται πέρα από τους χάρτες
σταγόνα σταγόνα να ποτίζουν
το απραγματοποίητο.
***
Η ΕΡΩΜΕΝΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑ

Όταν πέθανε ο δύστροπος παπάς
αγωνιστής της ΕΟΚΑ πρώην
κακόθυμος με τα χρόνια
και ακριβός στις κηδείες και τα βαφτίσια,
την παράλυτη παπαδιά
την κουβαλούσαν για μέρες
στα χέρια δυο λιγνές Φιλιππινέζες.
Σύντομα την έθαψαν κι αυτή
στιν ίδιο τάφο
ίσως μαζί με τις Φιλιππινέζες.
τώρα τα αυτοκίνητα σταθμεύουν ελεύθερα
μπροστά στο έρημο σπίτι,
λίγο ακόμη να τα βάλουν να κάθονται
μέσα στον κήπο οι παλιάνθρωποι.
Όμως μια άγνωστη γυναίκα τούς εμποδίζει
διαβάζει το όνομά της
και σηκώνεται
από κρυφό ημερολόγιο
φροντίζει με επιμέλεια τα πράγματα
ανάβει τα κλιματιστικά να μη μαγκώσουν
σκουπίζει, σφουγγαρίζει,
ξεσκονίζει τις τριανταφυλλιές
μαζεύει τα ξεραμένα φύλλα
ανοίγει αυλάκια, κλαδεύει
ύστερα προχωρά
και χάνεται μέσα στο χώμα.

***

ΚΑΠΟΤΕ ΗΜΟΥΝ ΠΟΤΑΜΟΣ 

Το τραγούδι μας, ψιθύρισες
το θυμάσαι;
Δεν θυμάμαι τίποτα πια
εδώ και πολύ καιρό
έχω λιμνάσει
με γέννησε ένας καταρράκτης
που τρέχει χωρίς μνήμη αδιάκοπα
που τρέχει πολύ νερό αδιάκοπα
δεν σταματά
αποκομμένος από την πηγή του
ενσωμάτωσε όλο το μήκος της αποδημίας του
και το πλάτος της έλλειψής του
βάθος μού ζητάς
αλλά σε λίγο ρηχό ρυάκι θ’ απομείνω
και μετά θα ξεραθώ
σε μακρύ αποτύπωμα
μόνο να κελαρύζω μπορώ
την επικείμενη αφυδάτωσή μου.

***

ΣΕ ΠΕΛΑΓΗ ΕΥΤΥΧΙΑΣ 

Τελευταία
όλο συχνότερα αποδράς
περνώντας τη γραμμή του ανεπίστρεπτου.
Χλωμή κουκκίδα γίνεσαι
όχι σε ορίζοντα
αλλά σε πέλαγος πλατύ
της ευτυχίας.
Βρεγμένη επιστρέφεις
απόμακρο κι αλλόκοτο
προσπαθώ να σε σκουπίσω
με άπειρο στεγνό και σίγουρο
που ελευθερώνω
μετατοπίζοντας ένα βουνό
όμως λιγότερη κάθε φορά σε βρίσκω
θολή η χαρά σου
έχει πια
το χρώμα του νερού
και η αφή σου
είναι το άυλο
που με χαιδεύει
όταν δεν νιώθω τίποτα.
Επίμονα σε ρωτώ:
Έχω ένα δικό μου ήλιο
κρυμμένο σε ασημάδευτη θάλασσα
τώρα που οι πάγοι λιώνουν
να τον ανάψω;
Διψά πολύ να φέξει ξηρασία.
Δεν απαντάς;
Τότε γιατί επιμένεις να επιστρέφεις;
Είδες ζωντανό στους νεκρούς να επανέρχεται;
Γιατί επιμένεις να επιστρέφεις;
Κάθε φορά
πιο ξένη πλησιάζεις
κάθε φορά
σαν άλλη διαρκώς απομακρύνεσαι.

***
ΚΛΑΔΟΣ ΕΛΑΙΑΣ

Έφτιαξαν προσεκτικά τον κλάδο ελαίας
ξέχασαν μόνο να αφαιρέσουν τις ελιές,
βαριές ελιές
σαν μυλόπετρες
του λυγίζουν το σβέρκο
κάνει να τις κόψει
να τις ξεζουμίσει μες τα χέρια του
τα χέρια του γεμίζουν λάδια και αίματα
τα στραγγίζει σε τενεκεδένιο δοχείο
το αίμα επιπλέει του λαδιού,
έρχεται σοδειά καλή
νεκρών, είπε.
***

ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ

Θα έρθουνε οι παλιοί του φίλοι
θα εγκαταλείψουν τις κρυψώνες τους
και θα εμφανιστούν στη γειτονιά
όπως τριάντα χρόνια πριν.
Θα έρθουνε οι παλιοί φίλοι,
ο Γιώργος πίσω από το μεγάλο δέντρο
ο Νικήτας μέσα από τη μισοχτισμένη πολυκατοικία
ο Νίκος από παλιό κρησφύγετο του χρόνου
η Μαίρη ως παλινδρόμηση ονείρου
αλλά κι ο Γιαννάκης ο αφανέρωτος
κρυμμένος καλύτερα απ’ όλους
μέσα στο μνήμα του.

***

ΔΟΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΝ


Δέρμα ανθεκτικό σε καύσωνες
με απορροφημένα τα εγκαύματα του
για περιπτώσεις βαριές
σε όσους έλιωσαν
μέσα σε βραδυφλεγείς ήλιους
προσωπικής μόνο χρήσης.
Πνεύμονες που νόμιζαν
ότι ήταν βράγχια
αφού συνήθως
ρουφούσαν θάλασσα.
Ήπαρ έμπειρο
σε καταχρηστικές οινοποσίες
στίχων με υψηλή περιεκτικότητα άλκοόλης.
Καρδιά σε άριστη κατάσταση
επαρκούς χωρητικότητας
και με διαφορά ώρας
στα ημισφαίρια της
να μην συναντούν
οι νυν
τούς πρώην.

***

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΧΑΛΑΖΙ


Εκείνο το απόγευμα
έριξε θυμάμαι
πολύ χαλάζι
σε πήρα τηλέφωνο
για να σου πω
ότι δεν έχω ξαναδεί τέτοιο πράγμα.
Η μπουγάδα είναι μέσα;
με ρώτησες
Ναι, είναι μέσα,
όμως εμείς
για μια στιγμή
μου φάνηκε ^
ότι ήμασταν έξω στην αυλή
αγκαλιασμένοι
και χορεύαμε.

***

ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟ


Όταν έρχονται οι λέξεις, είπε
πρέπει να τις τακτοποιείς αμέσως
όπως μπορείς κι όπως ξέρεις,
αν δεν το κάνεις
οι λέξεις
θα μείνουν παγωμένες
σαν το μέτωπο
της γιαγιάς
μες στον ηλιόλουστο Απρίλη.
Η πνοή που φέρνει τέτοια πράγματα
είναι πάντα βιαστική.
Εξαντλεί το απόθεμα της
σε μεταφορές
όχι σε διατηρήσεις
δεν είναι για να περιμένεις
είναι μόνο για να προλαβαίνεις.

***

ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΥ


Όχι, δεν είναι εκείνος
που χάθηκε πριν τόσα χρόνια.
Μικρό παιδί
επιμένει
να περιφέρεται στη μνήμη μου
πέφτοντας πάντα
στο κενό
μιας συμπαγούς
απώλειας.
Με το κοντοπαντέλονο
το άγουρο δέρμα
το βλέμμα το ασκοτείνιαστο
πήγαινε στον πόλεμο
και πιο πέρα από τον πόλεμο
σε χώρο και χρόνο
αγνοούμενο.
Εκείνον θέλω να μου επιστρέψετε
όχι αυτόν τον άγνωστο
που φέρνει μαζί του
γένια σκληρά
από φυλακή μακρινή
και κατασκότεινη.

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2016

Κώστας Πατίνιος (μικρή αναφορά)

Ο Κώστας Πατίνιος γεννήθηκε,  ζει και εργάζεται στη Λευκωσία. Ασχολείται με την ποίηση και τη συγραφή μικρών διηγημάτων. 


Έχει εκδώσει τα παρακάτω βιβλία από τις Εκδόσεις Αρμίδα

  • «Είναι μέρες που αναπνέω τη σιωπή τους»  2011 (διηγήματα και ποιήματα )
  • «δρόμου δρώμενα» (διηγήματα) 2012 και
  •  «Κουνήσου μούχλα»2014 . 


Ποιήματά του μπορείτε να διαβάσετε στον ιστοχώρο που διαχειρίζεται: https://patinios.wordpress.com/

Στίχος Κυπριακός του Κώστα Πατίνιου

Έβλεπεν μες τα μάθκια της
άγρυπνων αλακάτιν
να φκάλλει  πάνω το νερόν
κρυστάλλινων τζιε δροσερών
που της ψυσιής τα βάθη.
Μιαν καλημέρα αν του πη
δκυο τόνους τον ποτίζει
βλαστούσην  ρίζες τζιε γιορκα
το φρούτων τις παριορκας
τη σκέψη του ταΐζει.
Μαρτασην δίσεκτη τζαιροί
σταγόνα εν η στασσει
Εμάρανεν του την ψυσιήν
τζιε την καρθκιαν του την μισην
στον Αδη την πετασση.

Ο δρόμος της φυγής / του Κώστα Πατίνιου


Ποιου ποιητή έπεσαν οι λέξεις
και τις μαζεύω μια μια
φτάνοντας στην πόρτα σου
ποιος σε αγάπησε πολύ
και φύτρωσαν λουλούδια
στο κρεβάτι σου
ποιου ανεκπλήρωτο πάθος έγινες
και αναβλύζει δάκρια ο δρόμος τις φυγής.

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΗ: Από την Ποιητική Συλλογή του Γιώργου Χριστοδουλίδη που κυκλοφόρησε το 2005( εκδόσεις Γκοβόστης) τέσσερα (4) ποιήματα


ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΗ


Άλλο πρόσωπο είχε το πρωί
τί είδους μαχαίρια σε χαράκωσε έτσι;
Σε είχα προειδοποιήσει να σταματήσεις
να καλλιεργείς αδέσποτα χέρια
δεν θα φυτρώσουν
για να γράψουν τη θεσπέσια λέξη
αναπόφευκτα στράφηκαν εναντίον σου
αγανακτισμένα με την ποιότητα του εδάφους
πώς να πιάσουν με τόσο αίμα να τα ποτίζει;
Δικό τους αίμα που μέχρι πρόσφατα
στις φλέβες τους κυκλοφορούσε
να μην σε ξαναδώ λοιπόν στο αυθόρμητο
να καυχιέσαι ότι απέκτησες φτερά
για κατακόρυφη απογείωση
ό,τι κατακόρυφα ανυψώνεται
κατακόρυφα συντρίβεται
καλλιέργησε αν θέλεις σύθαμπα
από σπόρους αδήλωτου ήλιου
άλλωστε κρύβεις πολλές
ξεθυμασμένες αχτίδες
στην αποθήκη σου
ποθούν να λάμψουν φευγαλέα
πάρε ως παράδειγμα εμένα
από καιρό έχω πάψει δημόσια να ανθίζω
για να κερδίσω εύκολη πρόσβαση
στη λεπιδοφόρο νύχτα
επέλεξα το συμβιβασμό
μιας μυστικής ανθοφορίας
και φυσικά έπρεπε κάποια στιγμή να μαρανθώ
όπως είχα υποσχεθεί
στα εκ γενετής ζηλότυπα μαραμένα
όλα τα κλαδιά μου τα έστρεψα
τότε προς τα μέσα
σ’ ένα άδειο χώρο πού αν δεν δοκιμάσεις
δεν θα μάθεις ότι υπάρχει
με την πείρα και τις δοκιμασίες
σε όλες τις μορφές της κίνησης
διδάσκεσαι το σεβασμό προς την ακινησία.
Δες πόσα χρόνια κάνουνε τα δέντρα να πεθάνουν.

***

ΦΟΡΟΣ ΤΙΜΗΣ


Έχω χρέος, είπε
να αποτίσω φόρο τιμής
σ’ αυτό τον κόσμο
αυτός με πλούτισε
αυτός με φτώχυνε
αυτός μου εκμίσθωσε
την ρυμούλκηση του πνεύματος
μέχρι την πλήρη εκταμίευση
όλων των αισθήσεων
αυτός εντέλει συνταξιοδότησε
τα πάθη μου
ώστε τώρα ρεμβαστικά
να απολαμβάνω καπνίζοντας
της ζωής τα ερείπια
ενιότε ναι, ανεβαίνω στο απέναντι βουνό
για να επιβεβαιώσω
πόσο επιβλητικότερος
είναι ακόμα ο ουρανός
από αυτά που ευθυγραμμίζονται
στο βλέμμα μου
θυμάσαι που με ρώτησες
«γιατί όσο τον πλησιάζουμε
αυτός απομακρύνεται»;
θυμάσαι που με επίσημο τόνο με ρώτησες
«αν η θάλασσα που δείχνει να συγκλίνει
ως μαγνητισμένη στο ομοούσιο γαλάζιο,
αγνοεί τη ληξιπρόθεσμη σύμβαση χρώματος
που της δόθηκε»;
Μακριά ερώτηση. Δεν χωρεί αβρόχοις ποσίν
σ’ ένα ποίημα.
Όμως τον τυφλοπόντικα συχνά επισκέπτομαι
στον οποίο απέραντο σεβασμό τρέφω
για να τείνω ευήκοον ους
στην ερμητικά έγκλειστη
αναπνοή των νεκρών.

***

ΔΥΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ


Πώς γίνεται; διερωτήθηκες
δύο διαφορετικές φωτογραφίες
να δείχνουν το ίδιο πράγμα;
Η μια – προάστια Μόσχας
χιόνι παντού, φοιτητική παρέα
που ακροβολίστηκε στις ταράτσες του χρόνου
εσύ για μια στιγμή να ισορροπείς
στις στιλβωμένες ράγιες
που χάνονταν στο αχανές βαθύ της ενδοχώρας
κι ύστερα λίγο πριν σωριαστείς στο χώμα
κάποιος που δεν ξανάδα
λες και τον παρέσυρε τρένο-φωτοβολίδα
να σε απαθανατίζει.
Η άλλη στους απέραντους αμπελώνες του Μπορντώ
στενός διάδρομος χορτόσπαρτος
κυκλωμένος κουρεμένα πυκνά φυτά
να αποκαλύπτει στο βάθος μικροσκοπική έξοδο
στη μέση της ολοστρόγγυλη κουκίδα
εσύ με μορφασμό αδιευκρίνιστο
– χαρά πρόσκαιρη ενέσκηψε πάλι.
Ποιος μας απαθανάτισε τούτη τη φορά
και τον σάρωσε ο χρόνος;
Πώς γίνεται δύο διαφορετικοί δρόμοι
να μην σε οδηγούν στο ίδιο σημείο
αλλά σαν μπανανόφλουδες
να κρέμμονται στο λοξό κορμό της μνήμης;

***


ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ


Ήρθε το σπίτι
και στάθηκε δίπλα
από τα ασιτικά τους κορμάκια.
Ανασηκώθηκε και τα σκέπασε.
Οι βρύσες άρχισαν να τρέχουν καθαρό νερό
γέμισαν τα πιάτα φαΐ
τα παράθυρα άνοιξαν
κι ένα άλλο φως χύθηκε στα προσωπάκια τους
παρασέρνοντας μακριά το φόβο του θανάτου.
Στο βάθος του σπιτιού
στρωμένα κρεβατάκια με λινά σκεπάσματα
και χοντρά πουπουλένια μαξιλάρια
τους περιμέναν
Στις τεντωμένες ακόμα παλάμες τους
(σαν ικεσία που εκπληρώθηκε)
σπόροι φύτρωναν
και γίνανε ο κήπος του σπιτιού.

Παγκόσμια Ημέρα Υγροβιοτόπων: 2 Φεβ 2016 .... Στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών


ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΚΥΠΡΙΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ: 13 φεβ 2015

«ΕΡΩΤΑΣ 2»
ΠΡΟΣΚΑΛΕΙΣΤΕ ΣΤΗΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΚΥΠΡΙΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ ΠΟΥ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΣΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ «ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΗΣ» ΣΤΙΣ 13/2/2015 ΣΤΙΣ 06.30 μ.μ.
*
Εισαγωγή : Δρ. ΣΠΥΡΟΥΛΑ ΣΠΥΡΟΥ Συμβουλευτική Ψυχολόγος

Συμμετέχουν οι λογοτέχνες:

ΙΩΣΗΦ ΙΩΣΗΦΙΔΗΣ
ΣΟΥΖΗ ΜΑΚΡΗ
ΓΙΑΝΝΟΣ ΛΑΜΠΗΣ
ΜΑΡΙΑ – ΙΖΑΜΠΕΛ ΑΧΙΛΛΕΩΣ
ΜΑΡΙΑ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΛΓΑ ΡΟΥΒΗΜ
ΑΝΤΡΕΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ
ΧΡΙΣΤΟΣ ΡΟΔΟΥΛΑΣ ΤΣΙΑΗΛΗΣ
ΜΑΡΙΝΑ ΣΑΒΕΡΙΑΔΟΥ

Ειδικό αφιέρωμα και ανάγνωση ποίησης από το έργο της 
Μυριάνθης Παναγιώτου Παπαονησιφόρου
*
Στη μουσική ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ και 
η ΕΛΕΝΑ-ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΩΡΟΥ
Στην ανάγνωση κειμένων συμμετέχει 
ο ηθοποιός ΠΑΥΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ
Και στην παρουσίαση η ΝΑΤΑΣΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ


ΔΩΡΕΑΝ ΕΙΣΟΔΟΣ

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2016

ΟΝΕΙΡΟΤΡΙΒΕΙΟ: Από αυτή την Ποιητική Συλλογή που κυκλοφόρησε το 2001 παραθέτουμε δύο ποιήματα του Γιώργου Χριστοδουλίδη



Φόβος


Δεν φοβάμαι το θάνατο.
Τον καυτό ήλιο φοβάμαι
του Αυγούστου.
Τη ζέστη την τρομακτική.
Πού δεν θα ‘μαι
σε κάποια αμμουδιά
να με φιλά η θάλασσα — φοβάμαι —
παρά βαθιά μέσα στο χώμα.
Με τόση ζέστη.

Οι κληρονόμοι


Περνούσε η πομπή αμίλητη
ευπρεπώς πένθιμη.
Που και που σποραδικά αναφιλητά έβρεχαν
το ξεραμένο χείλος του νεκροταφείου.
Ήτανε Μάης – ανήσυχος κι ανόθευτος.
Ο ήλιος
αυτός ο μεγάλος ανυποψίαστος
έφεγγε, έφεγγε
στ’ ακονισμένα δόντια
των κληρονόμων.

Μεταλλαγή του Γιώργου Χριστοδουλίδη


Της φόρεσε το δακτυλίδι απαλά
με μια λεπτότητα που πρώτη φορά
παρατηρούσε στις κινήσεις του.
Ύστερα πήρε απ’ τη συγκατάβαση του φεγγαριού
όλη τη φαντασία που πρόσφερε ή στιγμή
κι έφτιαξε τα μεγάλα λόγια.
Εκείνη δάκρυσε.
Πέρασαν πολλές ώρες έτσι μαζί,
ώσπου ο άνεμος έσβησε τα κεριά
και τραβήχτηκαν μέσα.
Αυτός ακόμα θυμάται
πως ξαφνικά σκλήρυναν τα χέρια του
πως όλη τη νύχτα δεν την άγγιξε διόλου
μην και νιώσει τον αφέντη
που γεννήθηκε μέσα του.

Στιγμιότυπο στη Ρωσία


Έβαλε λίγο κραγιόν στο πύρινο στεφάνι των χειλιών,
χτένισε τα μαλλιά της με το βελούδο μιας απλόχερης εύνοιας
και κοίταζε προς τον παραμυθένιο κήπο.

«Ξέρεις», του είπε, «όλα ήτανε μια παρεξήγηση
που δημιούργησε ο χώρος, η στιγμή, η τρελή εποχή
κι ίσως το χιόνι που λιώνει.
Σε λίγο θα έρθει η Άνοιξη και θέλω να είμαι μόνη.
Ό δρόμος δεν χωράει δυο».

Αυτός θυμάται την ψυχραιμία που επέδειξε,
το πώς κατέβηκε στη στάση να περιμένει το λεωφορείο,
την απάντηση που του ‘ρθε στο μυαλό
μόνο σαν έκλεισε η πόρτα,
το μοναδικό μεθυσμένο επιβάτη,
τη νύχτα που ήταν μαλακή και αδιάφορη.


Γιώργος Χριστοδουλίδης 

Το Ζώο



'Ελα να μου χαρίσεις τις σίγουρες καταιγίδες
της μνήμης σου.
'Ελα καβάλλα στους ανεμοστρόβιλους
των μεσοδυτικών πολιτειών
να μου φέρεις το σίγουρο μήνυμα
της καταστροφής.
'Ελα να χαράξεις στα στήθια μου
τις συνθηκολογήσεις
τις ήττες
τους συμβιβασμούς
και μετά
μαέστρος στην μπάντα
σε πλήρη ανάταση
να εκπέμψεις
εθνοπρεπείς παιάνες παρέλασης.
'Ελα, ανορθώνοντας το μακρύ έμβολό σου
να ξεσκίσεις τα αραχνοϋφαντα πέπλα
της αθωότητας
και φθάνοντας ως τον πυρήνα
να εξέλθεις καιόμενος
σαν Κούρδος διαμαρτυρόμενος
εν μέσω παγερών καθημερινών ασχολιών.