Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

ΔΕΚΑ ΧΑΪΚΟΥ του Νίκου Πενταρά



1.
Σαν το τριζόνι
στο σκοτάδι τριγυρνάς
τρύπιο λυχνάρι.

2.
Δυο λυχναράκια
φως στις μαύρες νύχτες σου
ήτανε μάτια.

3.
Σ’ αετού φτερά
κεντούσες μ’ αστέρια
τα όνειρά σου.

4.
Μια πεταλούδα
σε πολύχρωμο κήπο
είχες καημό.

5.
Στα περιβόλια
ξεχείλιζες με στίχους
τις άδειες στέρνες. 

6.
Σε κούφια λόγια
φουσκωμένα μπαλόνια
έκλεινες τ’ αυτιά.

7.
Όνειρα κουπιά
τσακισμένα στα βράχια
και προχωρούσες.

8.
Διαμαντόπετρα
στη βέρα του έρωτα
η πανσέληνος.

9.
Άστρων πλημμύρες
τριζόνια μες στη νύχτα
τα όνειρά σου.

10.
Λευκό λουλούδι
τη ζωή σου ρήμαξες
μέσα στη λάσπη.

Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2014

Βήμα πρώτο / Παπαδόπουλος Δ. Κυριάκος


Μακριά στο σύνορο της απουσίας,
κοντά στο χάδι,
περιμένω κίνηση χεριού,
εκείνη την αδιάφορη ανάσα,
που διαπερνάει την ψυχή
και σμίγει με την ομίχλη,
στον εναγκαλισμό του Χάρου.
Ζωή ή θάνατος,
άλφα ή ωμέγα
σ’ ένα παιχνίδι έρωτος
μεθυστικού.
Μέσα σε φτερουγίσματα ψυχών
η μουσική των κυμάτων,
εκεί στην άμμο, όπου αχνάρια γεννιούνται και
σβήνουν
με τον αφρό της αιωνιότητας
και με αμέθυστους κρατήρες.
Δεν θα σου πω το παραμύθι,
οι μάγισσες έχουνε δραπετεύσει από τα μάτια σου
κι οι νεράιδες πνίγηκαν στο χρηματιστήριο.


Η ζωή μου:
Πονεμένο πέρασμα στο φως,
όταν μεγάλοι άντρες πέθαιναν
και οι μικροί γελούσαν
κι οι άγιοι πατέρες δέχονταν αργύρια
για την ταφή της δόξας.

Το σώμα μου:
Απρόσωπη μαρτυρία θαυματουργής ύλης
με νεκρική αποτύπωση του χάους,
οξυγόνο, υδρογόνο κι άνθρακας,
άτομα, μόρια, οργανικές ουσίες,
οίνος του Διονύσιου Ιησού,
το δέντρο το ελικοειδές
με τις πολλές θύμησες.

Κάλεσμα χορού / Παπαδόπουλος Δ. Κυριάκος


Πόθος τραχύς χάλασε τα τείχη,
με κόκκινο πεσμένο αμπελόφυλλο
έστειλε πρόσκληση βακχικού χορού.
Στο στόμα ήχος γλυκού κρασιού
σε βάθος ψυχής η γλύκα του θανάτου.
Πιες, πιες οίνο και ξέχνα
Με του αγέρα τη δύναμη που φυσάει στο πέρα
κερνάω κρασί στου κρίνου τα άνθη.
Ένα μπουκέτο από κύπελλα,
τόσα πολλά, όσα η γύρις
το καθένα στην υγειά σου.
Κι αν μεθύσεις με λόγια, με ποίηση,
με τραγούδι και κλάμα φλογέρας,
τι καλύτερο;
Έλα πιες, κέρνα κι εμένα.
Σε βάθος ψυχής, η γλύκα του θανάτου.

Οίνος και έρως / Παπαδόπουλος Δ. Κυριάκος


Τώρα που ο αγέρας απελπισμένος ωρύεται,
τώρα που ζαλάδες σφυροκοπάνε τα μηνίγγια,
και που φωνές φευγάτων πουλιών διαχέουν θλίψη,
η φύση εμφαντικά αλλάζει
σε κάνει να ξεχνάς την αμαρτία.
Τώρα, λοιπόν, που η ψυχή μαγεύεται
από ερωτικά μηνύματα των ανέμων
και που ιερό κρασί σιγοβράζει σε μυστικιστικά
υπόγεια,
νιώθω την παρουσία του έρωτα
μέσα από τα σφυρίγματα του αγέρα
και των δέντρων την υπόκλιση.
Αρώματα φθινοπώρου, αρώματα γης,
ροδάκινου και δυόσμου
εμφυσούνται στις απόμερες αυλάδες,
εκεί, όπου ο αναστεναγμός του έρωτα
σμίγει με το θρόισμα των πεσμένων φύλλων.

Στη γη του ήλιου


Δεν είχα μερτικό στον ήλιο
μ’ αγάπησα τη ζωή για το δείλι.
Μες στο λιγοστό φως
και τους αποκαμωμένους ανθρώπους
βρίσκει κανείς τα χρώματα,
την ουσία απ’ τα μυρωδικά του προορισμού.
Αυτά, που δεν είναι ανάγκη ν’ αγγίξεις
για να πιστέψεις,
η καρδιά ξέρει να γνέφει σαν τα συναντάς,
χορεύει στους παλμούς της αγάπης.
Για λόγια αγάπης θέλησα να μιλήσω.

Ξημέρωμα


Ο Ήλιος απάλυνε πληγές,
συγχώρεσε τους φόβους.
Τι ευλογία Θεέ μου το ξημέρωμα…
Χάθηκα μες στο φως του πρωινού,
η ψυχή μου βρήκε και πάλι ρυθμούς.
Ποτέ δεν έπαψαν τα σκοτάδια της
και γω φοβούμενος μη χαθεί
διψούσα να τη σώσω.
Δεν αναζητώ την ευτυχία,
την ψυχή μου αναζητώ.
Να πορεύομαι μαζί της ως το τέλος.
Ίσως τότε, ευτυχισμένος…

Επισκέπτες


Σκέψεις αφόρητα στριμωγμένες παντού
γεμίζουν βασανιστικά το δωμάτιο.
Κάνω να τις κάψω με το κερί που τρεμοπαίζει,
να μην αφήσω ίχνος,
να μη μάθει για μένα κανείς.
Να σκορπιστώ σαν τις λέξεις,
ν’ αλλοιωθώ σαν αποκαμωμένο καράβι
που η αλμύρα της θάλασσας τσάκισε.

Καίω μερικές, ανασαίνω!
Οι στάχτες τους όμως γεννούν άλλες.
Έρχονται και παίρνουν ψυχή απ’ την ψυχή μου,
ένα μερίδιο τους δίνω σαν παλιά οφειλή.
Δεν αφήνουν περιθώριο για τ’ αύριο.
Είναι αμείλικτες.
Mε ματαιότητα το πλάθουν ξανά,
ύστερα αποχωρούν.

Ποίηση


Πόσες φορές δε σ’ άφησα να γεννηθείς ποίηση.
Πόσες φορές σ’ έκρυψα
να μη βρεθείς αντικριστά με τη σκέψη,
από εγωισμό,
τον φόβο μην πονέσω
καθώς οι στίχοι καρφώνονται σαν πρόκες στην ψυχή.
Φόρεσα το προσωπείο της ευτυχισμένης ζωής
και σ’ απαρνήθηκα
μην καταλάβουν οι άλλοι πως οι συναντήσεις μας
εξομολογούνται όλα τα μισά της ζωής.
Μη δουν τη μυστική αλήθεια.

Τίμημα


Φοβάμαι,
που έμελλε να πορεύομαι
στα μονοπάτια των ποιητών,
να βλέπω τη ζωή μ’ άλλα μάτια
απ’ εκείνα του κόσμου.
Πονάει η κάθε μέρα, πονάει…

Τέλος




Θα κρατήσω για πάντα στο κέντρο μου
το ουράνιο τόξο που μου χάρισες
να βάφω τις αναμνήσεις και τα όνειρα
Ήλιε μου
Και θα φαντάζομαι πως ταξιδεύεις μαζί μου
μέχρι το τέλος της διαδρομής
εκεί που τελειώνουν τα ψέματα

Θα ονειρεύομαι πως φτάνεις μαζί μου
στη χώρα του "κάποτε" εκεί που διαγράφονται
όλες οι προηγούμενες διαδρομές
Στα σταυροδρόμια και στα ξέφωτα της ουτοπίας
εκεί που όλες ελπίδες γίνονται βροχή και χιόνι
στα χέρια σου

Ήλιε μου
Εκεί που τελειώνει ο δρόμος

Αφιέρωση / Τυρίμου Γ. Ελένη




 Αφιέρωση - Πρώτη Εκτέλεση: 21.03.2012 Πρώτη Εκτέλεση: 21.03.2012 Στίχοι: Ελένη Τυρίμου Μουσική: Διασκευή, ΦΩΝΗ ΑΥΚΟΡΙΤΙΣΣΑ ΝΕΚΑΛΑΛΙΣΤΗ - Νάσος Γεωργίου, Πρώτη εκτέλεση: Μαρία Κάρυου -Σαρρή

ΑΥΤΑ ΤΑ ΜΑΤΙΑ



Αυτά τα μάτια που κοιτάζουν και το μυαλό μου ζαλίζουνε
Και της καρδιάς μου τους χτύπους αλλάζουν τον ρυθμό
Αυτό το γλυκό το χρώμα των ματιών σου το πράσινο
Με κοιτούν και αλλάζουν χρώμα και όλο γίνεται πιο γλυκό

Με κάνουν κομμάτια αυτά σου τα μάτια σαν θυμώνεις κι` αλλαζουνε
Σαν θάλασσας φουρτουνιασμένης τον βυθό αυτά τα μάτια που τόσο αγαπώ
Που τα πήγες αγάπη μου τα γλυκά σου τα μάτια
Ίσως άλλον κοιτάζουν και με έχουν κάνει κομμάτια

ΗΘΕΛΑ


Ήθελα γιώ να'μουν πουλλίν κοντά σου να πετάσω
τζιαι να βρεθώ έναν πορνόν δίπλα σου για να πνάσω .

Ποστάθητζιεν πιον η καρκιά μακρά σου να μεινίσκει
δίχα σου κάθε σταλαμή γέρνει τζιαι μαρανίσκει

Ηθελα γιω να μουν χαρά σε σέν να την χαρίσω
τζι ύστερις εθ θα μ' ένοιαζεν τζιαμαί να ξηψυσήσω

Ηθελα νάμουν άνεμος κοντά σου κάθη μέρα
ναρκουμουν να σε δρόσιζα να σε κρατώ μανιέρα

Ηθελα ναμουν σύννεφο να σσιάζω να δροσίζω
τζιαι την καρκιά σου π'αγαπώ μόνον εγιώ να ρίζω

Ηθελα γιω νάσουν κοντά να μου λαλείς “χαρώ σε”
Να μου λαλείς “μες στην καρκιά έχω σε τζι' αγαπώσε

ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ



Μας παραμόρφωσαν από τάξη και συνείδηση
Θεό
      Θάνατο
                  Θρησκεία
                                 πατρίδα
                                              μνήμες
                                                         ιδέες
και μας είπαν "εμπρός παιδιά"
ιδού ο δρόμος γρηγορείτε
να προλάβετε το τίμημα.
Φύσηξε ο αγέρας δυνατά
κι έσκασε απ΄ την κορφή του
ο μεγάλος βράχος.

ΤΕΛΕΤΗ



Του νεκρού ο τάφος
σκάφτηκε με "σύνεργα διαβόλου".
Πρόσωπα ιστάμενα υψηλά
κι η φιλαρμονική δεσπόζανε του χώρου.
Ήταν μέγας "πατριώτης" ο νεκρός
του ταίριαζε η τόση τελετή κ.τ.λ κ.τ.λ
Μα ξάφνου εκείνη τη στιγμή
κάποιο μικρόσωμο σκυλί
περνάει το πλήθος και γαυγίζει.