Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μιχαηλίδου Λίλη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μιχαηλίδου Λίλη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 9 Απριλίου 2018

Γητευτής / Μιχαηλίδου Λίλη

                                   στον Άντη Iωαννίδη

Xάραζε γραμμές στο πέρασμά του
εραστής
στη μειοδότηση των λόγων
Έντεχνος γητευτής
προάγγελος μειλίχιων καιρών


Mεθοδεύοντας τις γραφές
νήστευε τον παρόντα χρόνο


Στο απροσπέλαστο γυαλί του λογισμού
αναδύθηκε έως τα φατνώματα τ' ουρανού

μ' έναν ορίζοντα κάτω από τα πόδια του

Απροσδόκητα / Μιχαηλίδου Λίλη



Η κρίση χώρεσε παντού.
Τα μαλλιά της ανεμίζουν στα πρόσωπά μας.
Το άρωμα της, μυρωδιά μπουρδέλου, διαπεραστικό.
Κοιτάει με πάθος και αυταρέσκεια.

Οι κατηφορικοί δρόμοι της κρίσης.
Μπαλκόνι με θέα την κοιλάδα της κρίσης.
Το οικόσημο στην είσοδο της κρίσης.

Μα η κρίση, σκέφτομαι, είναι μια αφηρημένη έννοια
Πώς θα μπορούσε να κατακτήσει τον αέρα, τα βουνά
τη θάλασσα, τον ήλιο;
Πώς είναι δυνατό όλο αυτό το ευρύχωρο φως γύρω μας
να ανήκει στην κρίση;

Αψηφώ τις προειδοποιήσεις.
Φοράω τον χρόνο ανάποδα
ξεριζώνω τους άσπρους κροτάφους του
βάφω τα χείλη του κόκκινα
και εκτίθεμαι στην κρίση σας.

O Aναγνώστης / Μιχαηλίδου Λίλη


Eίσαι ο αναγνώστης
o γνώστης της νύχτας και των αστεριών
της μέρας και του ήλιου
του σύννεφου, της αστραπής
της αλυσίδας της βροχής
του αέρα και του κεραυνού
της σκόνης και της άμμου
του ορίζοντα και τ' ουρανού
και των ασμάτων του γιαλού
των μεγαλόπρεπων βουνών
της νηνεμίας των στιγμών
της δόνησης των στεναγμών
του έρωτα και της σκιάς
του πόνου, του θυμού και της φωτιάς
του μυστηρίου του άσπιλου παιδιού
και της ωραίας κόρης, του λαιμού
του μάταιου, του παράδοξου το συναπάντημα
και του θανάτου το πυκνό σκοτάδι
των λουλουδιών και των πουλιών
των δέντρων και των κέντρων
όρασης των ματαιόδοξων θνητών


Eίσαι ο αναγνώστης
ο σωτήρας των ιδιωτικών στιγμών
του ωραίου, του αλλιώτικου
του τραγουδιού του αιώνιου
του ρυθμικού παλμού
του χτύπου της καρδιάς
του αοράτου κάλλους
των ξεχασμένων ποιητών

Πόνος / Μιχαηλίδου Λίλη

Tη νύχτα που ξαναζωντάνεψε ο πόθος
κι ο πόνος σκάλιζε την αφορμή
και μύριζε νωπά φιλιά και ώρες περασμένες
Όταν τα μάγια ανεμίζαν στον ιστό
και στις σελίδες καταγράφονταν η μέρα


Tότε
που από τον πόθο άρμεγες πόνο…

Λεξιλάγνα / Μιχαηλίδου Λίλη


Την ανέβασε στον άμβωνα
και όντας ο μόνος θεατής
ξεδίπλωσε τα χέρια και τα πόδια του στο χώρο


 Την έβλεπε κάπου ανάμεσα στα χείλη και στα μάτια της
και σκάλωνε η σκέψη του στην αντανάκλαση
που φώτιζε το πρόσωπο
Τα χέρια συγκρατούσαν τον καιρό
που ξέφευγε ανάμεσα στα δάχτυλα


Η νύχτα μες στο στόμα της γλυκό μανταρίνι
ν’ απλώνεται στης γλώσσας της τ’ αυλάκια
Το στρογγυλό του φεγγαριού καρφωμένο
τσιμπίδα στα μαλλιά της


Κι αυτός παρασυρμένος τράβηξε με πάθος
τις αχτίνες αφήνοντας λυτές στη βάση του ορίζοντα
τις μπούκλες της


 Τον αποπλάνησε κοντά στο σούρουπο
Κυλούσε πια μέσα στη μοίρα της στιγμής
ανάμεσα στα πόδια και τα χέρια της παλεύοντας με το νερό
που κάλυπτε το χώρο της ορμής της


 Μια λεξιλάγνα, που ακουμπούσε τις οπλές της
στο βάθος των αισθήσεων
του άμβωνα της φαντασίας του…

Ιδιωτικό / Μιχαηλίδου Λίλη


Έκρυψε τη μυρουδιά
απ’ το κρεμάμενο πουκάμισο
κι απόσωσε το σκοτάδι
στην είσοδο της γραφής
Το φέγγος της μέρας
απέμεινε λειψό
ένα άδειο αγκάλιασμα
ίχνη κι απομεινάρια έρωτα ξένου

Υπαινιγμοί (απόσπασμα) / Μιχαηλίδου Λίλη

ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΑΤΙ του βουνού
της ράχης καλντερίμι

είναι της μνήμης παφλασμός
που ορίζει το αγρίμι

ΠΩΣ ΝΑ ΞΕΧΩΡΙΣΩ το χάδι
απ’ το χιονισμένο σούρουπο

τη διαφορά του φιλιού
από τη γέννηση ενός μικρού Θεού

ΑΝΑΖΗΤΩ
το σφυγμό του φιλιού
τον ήχο των μηρών, των μαλλιών
την προέκταση του λαιμού

σχεδόν ανακαλύπτω
αυτό που μου ανήκει ολοκληρωτικά
ένα τίποτα

ΣΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΤΗΝ ΑΡΕΝΑ / Μιχαηλίδου Λίλη



Μεσάνυχτα ανάμεσα στους ορθόκλωνους κίονες.
Οι πλατείες άδειες απόλυτη ησυχία.
Κάτω από τις ιερές πέτρες συγκατοικούν ο Δίας
η Δήμητρα, ο Άδης, ο Διόνυσος, ο Ήλιος κι η Σελήνη.
Οι ελλανοδίκες παρακολουθούν τα γυμνά κορμιά
στην παλαίστρα το αγκύλωμα των σωμάτων ο στόχος.
Το Ηραίο, η Στοά της Ηχούς, το εργαστήρι του Φειδία
που αναμένει ακόμη να λαξέψει το φως
στα κλειστά μάτια των ανθρώπων.

Το φεγγάρι ακολουθεί την πεπατημένη
σίγουρο για το μέλλον του.
Αντηχούν υπόγειοι κραδασμοί, καταγράφονται
χιλιάδες διάλογοι φεγγαριών και ήλιων,
ιστορία μες στην ιστορία, ζωή μέσα σε άλλες ζωές
έξω από μας και μέσα μας.
Τα μάτια, τα χέρια, ο λόγος
απορροφούν, αδράχνουν, ανοίγουν φτερά
και στροβιλίζονται στου χρόνου την αρένα.

Μετακινώ αργά τη βαριά κολόνα.
Κάθομαι στο βαθούλωμα.
Γεμίζω με χώμα το στόμα, τα μαλλιά.
Τυλίγομαι φύλλα δάφνης
να με βρουν σ' αυτή τη θέση χρόνια μετά.
Μια άγνωστη θα σημειώσουν, δίχως ταυτότητα.

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2016

Διάστημα Θλίψης / Μιχαηλίδου Λίλη



Aγάπησα τον ψίθυρο των φιλιών

Γέμισα με ένταση την απόσταση
προσπαθώντας να ξεχάσω
τον πυρετό που ένιωθα
καθώς ξεχείλιζε η διαύγεια
της γλώσσας σου
τρύπωνε σαν κισσός
μέσα στους πόρους
σάλευε η ενότητα του σώματός μου
κι έσμιγα τα δάχτυλα
αδυνατώντας να συγκρατήσω
το διάστημα της θλίψης
που με βαραίνει


Θα καθηλώσω το φεγγάρι
να μη χαθώ στο δρόμο
των ματιών σου

Nύχτα στο Παλιό Δελχί της Λίλης Μιχαηλίδου από την Ποιητική Συλλογή: Ανάμνηση μιας Ανατολής



                                        στον Aniel
Προτού ξεθωριάσει
το λουρί του χρόνου
ήρθαν πάλι να ξυπνήσουν τους αγγέλους
που κατοικούσαν στη μεριά της νύχτας
εκείνης της νύχτας στην Iνδία
καθώς χιλιάδες ζευγάρια μάτια ξενυχτούσαν
όχι για κάποιο άλλο λόγο μα σίγουρα
γιατί πονούσαν

πέρασαν μαζί την πύλη
μπήκαν στον κορμό της πόλης
χώθηκαν βαθιά μέσα στα σπλάχνα της
κι έφαγαν από τ’ απόκρυφά της 

Oι ψυχές
συγκεντρώθηκαν πάνω απ’ τις στέγες
κι η μεταμεσονύχτια βροχή
καθάρισε τα σώματα
ξέπλυνε τα χρώματα απ’ τους τοίχους
ακολούθησε το νέο της προορισμό…

Oδηγημένοι πια σ’ αυτό που δεν ορίζεται
σε ό,τι αναμοχλεύει το ρεύμα της νύχτας
αφέθηκαν στην πλάνη του κόκκινου δρόμου
που ταξίδευε στις αρτηρίες τους


Mάρτης, 2001

Ανάμνηση μιας Ανατολής: Από τις εκδόσεις Μελάνι το 2004 εκδόθηκε η Ποιητική Συλλογή της Λίλης Μιχαηλίδου: Ανάμνηση μιας Ανατολής (μικρό απόσπασμα)

Α’ Ηχώ Ινδίας



ΠΟΡΕΙΑ


Η πορεία ακράτητη
διασχίζει το χρόνο
μέσα στον άγνωστο κύκλο της βροχής
Το σώμα μου γυμνό σπαθί
Ο πόνος είναι σύννεφο
είναι μουσική με διαλείμματα
που σταματά
και ξαναρχίζει
σταματά
και ξαναρχίζει
προς Jaipur

ΤΟΠΙΟ


Αγαπώ ένα τοπίο
που αρχίζει
εκεί που τελειώνει
Πιότερο ποθώ
να το συντάξω μέσα μου
μη με πληγώσει η απουσία του


Β’ Απόηχος


ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ


Η βροχή ξενυχτούσε στα σοκάκια της πόλης
σκαρφάλωνε στα κεραμίδια
τρύπωνε στις υδρορροές
ερωτεύονταν κρυφά με την ορμή της
γλιστρούσε σα χέλι
εισχωρούσε βαθύτερα ακολουθώντας
μια πανάρχαια διαδρομή
εκτοξεύοντας το σπέρμα της στις αυλές, στους κήπους
κολυμπούσε παίζοντας με τα χείλη του ανέμου
καθώς ακουμπούσαν τα δικά της
και με του ήλιου τα ζεστά δάχτυλα
καθώς ψαχούλευαν το βάθος της
χαίρονταν τη ρηχή της ύπαρξη
ώσπου η γη απορρόφησε τη μνήμη της
και στέγνωσε σαν νωπογραφία στον τοίχο

Διαλογισμοί


Ι
Βαθαίνω πιο πολύ
τα δάχτυλα
στις σχισμές των σιωπών
ν’ αγγίξω λίγο τη ρηχή τους ανάμνηση
Γιατί τι είναι ανάμνηση
από μια σιωπή
που κρυφοκαίει μακραίνοντας
ΙΙ
Αποκρυσταλλώθηκε η μοναξιά
το πέλαγο δεν καθορίζει
πια τις ενοχές
Η άκρατη αυτή συνήθεια
των νερών
ν’ ανακινούν τις παλιές πληγές
ταξιδεύοντάς τις
με τη φορά τους…

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2016

Ανάγλυφα σχήματα και δρόμοι: Ποιητική Συλλογή της Λίλης Μιχαηλίδου που εκδόθηκε το 2003 από τις εκδόσεις Γκοβόστη. (μικρό απόσπασμα)

Α’ Αύρα του σώματος
κυματισμός της ψυχής



ΧΡΟΝΙΚΟ

Γεννήθηκα μέσα στο γάλα της αυγής
στο υγρό μίας συγχρονικότητας
στο μυαλό της φαντασίας
κι όμως υπήρξα
κάποτε
πέρ’ απ’ το θάνατο μου…

ΓΕΝΕΣΙΣ

Και τότε
μέσα απ’ τα ποδοβολητά των αλόγων
μέσ’ από τη σκόνη που κάλπαζε
στη θολότητα του τοπίου
και στο ποτάμι στάσιμο λίμναζε το δάκρυ
Κι ο πηλός
αυτός που ήταν η αρχή
πνεύμα που καρτερούσε να ζωντανέψει…
Τότε τα άλογα
έγιναν ένα με τις κινήσεις τους
κι ένας σπασμός ζωής
μα έκλαμψη οργασμού
αφαίρεσε το παραπέτασμα της σκόνης
στη μυστική εκείνη συνάντηση
του ιερού
στο εσωτερικό του πηλού…

Β’ Ρύμης χνάρια



ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΠΡΟΖΥΜΙ


Σ’ εκείνο το απάνθισμα της όρασης
δέθηκαν τα βουνά με τη θάλασσα
σ’ ένα τραγούδι
ο φανοστάτης στη μεριά του ήλιου
ανάμεσα στα φύλλα της αμπελοψίδας
να μπλέκεται ο αέρας
χι η μπουκαμβίλια να χαίρεται το χρώμα της
απλωμένη έως τη δοκό που στήριζε το δώμα
Κάτω χαμηλά το κροτάλισμα του έρωτα
πανάρχαιο, ριψοκίνδυνο, αβέβαιο
μέσα σε χειμώνες σοφούς και καλοκαίρια
άνοιξες γόνιμες
και το φθινόπωρο προζύμι
έτοιμο για χρήση
Κι όταν βράδιαζε
πέφτανε τα φύλλα των μαλλιών
του άγνωστου καιρού
και ζέσταιναν το χώμα που πατούσαν!
Νάξος, Αύγουστος 2001

ΑΝΑΔΥΣΗ


Αναδύθηκε μέσ’ από την αυγινή δροσιά
και τίναξε τα μαλλιά
να πάρουνε τη θέση τους
Οι σταγόνες ρόδιζαν στους ώμους
καθώς τα χείλη του γεύονταν την άνοιξη
που άνθιζε γύρω απ’ το λαιμό της
Άπλωσε τα χέρια στο κενό
αρμενίζοντας σ’ έναν ωκεανό
που χύνονταν
στη στεριά της επικράτειάς της…

ΠΕΤΡΙΝΟΣ ΤΟΙΧΟΣ


0 κισσός αγκάλιαζε σφικτά την πέτρα
περνούσε μέσ’ απ’ τις σχισμές της
έγλυφε τους πόρους της
διασταύρωνε το ύφος της
ξάπλωνε στο μήκος της
κι απομυζούσε το κρυφό της βάθος…

ΤΥΜΒΩΡΥΧΟΙ


Έσκαβαν
κι η νύχτα έσταζε υγρά τοπία
Συνέχιζαν να σκάβουν
την κατάβαση της μέρας
το χώμα ανάσαινε
μέσ’ από το βάθος τους
που λιγόστευε…

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2016

Λίλη Μιχαηλίδου (βιογραφικά στοιχεία)

Η Λίλη Μιχαηλίδου γεννήθηκε στη Λευκωσία. Παρακολούθησε γραμματειακές σπουδές και δημόσιες σχέσεις. 

Έχει εκδώσει τις παρακάτω  ποιητικές συλλογές:

 Εκδόσεις Γκοβόστη,
  •  "Η Αλχημεία του χρόνου" (2001), 
  • "Ανάγλυφα σχήματα και δρόμοι" (2003), 
  • "Ανάμνηση μιας Ανατολής" (2004-δίγλωσση έκδοση, ελληνικά και αγγλικά)
 Εκδόσεις Μελάνι, 

  •  "Υπαινιγμοί" (2008).  
  •  (2011) Η πόλη δεν θέλει συστάσεις
  • Αρενα (2014)

Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά στην Κύπρο και στο εξωτερικό και έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, τουρκικά και αραβικά.

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2014

Τοπίο / Μιχαηλίδου Λίλη


Αγαπώ ένα τοπίο
που αρχίζει
εκεί που τελειώνει
Πιότερο ποθώ
να το συντάξω μέσα μου
μη με πληγώσει η απουσία του…

Γένεσις / Μιχαηλίδου Λίλη


Kαι τότε
μέσα απ’ τα ποδοβολητά των αλόγων
μέσ’ από τη σκόνη που κάλπαζε
στη θολότητα του τοπίου
και στο ποτάμι στάσιμο λίμναζε το δάκρυ
Kι ο πηλός
αυτός που ήταν η αρχή
πνεύμα που καρτερούσε να ζωντανέψει…
Tότε τα άλογα
έγιναν ένα με τις κινήσεις τους
κι ένας σπασμός ζωής
μια έκλαμψη οργασμού
αφαίρεσε το παραπέτασμα της σκόνης
στη μυστική εκείνη συνάντηση
του ιερού
στο εσωτερικό του πηλού...

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

Ιδιωτικό / Μιχαηλίδου Λίλη

Έκρυψε τη μυρουδιά
απ’ το κρεμάμενο πουκάμισο
κι απόσωσε το σκοτάδι
στην είσοδο της γραφής


Το φέγγος της μέρας
απέμεινε λειψό


ένα άδειο αγκάλιασμα
ίχνη κι απομεινάρια έρωτα ξένου

Η Αλχημεία του Χρόνου.(απόσπασμα) / Μιχαηλίδου Λίλη

Δέθηκαν κόμπο τα μαντίλια των τσιγγάνων
συρρικνώθηκαν στις όχθες των χειμάρρων
από τις πλημμυρίδες
κόπος βαρύς το μάζεμα των λιγοστών αχτίνων
για κτίσιμο της μέρας
μια η φωνή απ΄το βαθύ πηγάδι των απόντων
χοντροί οι ρόζοι στο μυαλό των παραμορφωμένων
υποπόδιο για τις άνετες σοφιστείες


Στο πένθος της ομίχλης ο ρους των αποστάσεων
απ’ το μεγάλο δρόμο…


Δεν είναι πλέον μπορετό να ζήσουμε σε στάχτες
θα ψάξουμε για ψήγματα ζωής
χωρίς υποτροπή
υφάδι ατελείωτο σε σταθερό στημόνι…


................................................


Δε λέει να ξημερώσει
κι όλο σκιές
φαντάσματα από ξέχωρους πυλώνες
νάτην
μες στο πλατύ σαλόνι, φοβισμένη
στο έρμαιο των ανέμων
από στόματα μισάνοιχτα
περιτριγυρισμένη από κουφάρια

επέλεξε να μείνει
κι ήτανε μόνη όταν εβγήκε το επόμενο φεγγάρι…


................................................


Δύο η ώρα το πρωί
στρωμένη η νύχτα από βραδύς
κι η σιγή ακάλυπτη


Ξύπνησαν οι αισθήσεις των αγγέλων
πλάθουν τα χέρια μιαν ανάγκη
ν’ αγγίξουν ν’ αγγιχτούν
βγαίνουν οι νύμφες για χορό
κι οι νότες σκάβουν τον ορίζοντα


Στον τεντωμένο ίλιγγο ακροβατεί η έκσταση
στη θεία μυσταγωγία των αισθήσεων…


....................................................



Χωμένη στην απόσταση
η μέρα αφαιρεί τα νυχτικά της
και δραπετεύει τα χαράματα
αφανέρωτο το ολονύχτιο πάθος

Χοντρές σταγόνες
λαμπυρίδες του έρωτα
διάνθισμα στη σχισμή του στήθους
αμάραντη μυρουδιά στο δέρμα της επόμενης μέρας
και της επόμενης         και της επόμενης…


Γλυκιά Τετάρτη
στης ηδονής την μεσημβρίαν
ανελήφθης
καθώς αδιάφορο το σκοτεινό δωμάτιο
άνοιξε τα παντζούρια


................................................


Τη νύχτα που ξαναζωντάνεψε ο πόθος
κι ο πόνος σκάλιζε την αφορμή
και μύριζε νωπά φιλιά και ώρες περασμένες

Όταν τα μάγια ανεμίζαν στον ιστό
και στις σελίδες καταγράφονταν η μέρα
τότε
που απ’ τον πόθο
άρμεγες πόνο…