Σάββατο 11 Αυγούστου 2018

"Αμμόλιθος" : Ποιητική Συλλογή του Μιχάλη Παπαδόπουλου εκδοθείσα το έτος 1997

Πόσες δωρεές
έχεις ακόμα να κάνεις
για να γίνει κοντινό το απλησίαστο
το ελάχιστο για να γίνει πολύ

και συ πίστεψες πως θα κέρδιζες με τη σιωπή
ό,τι έχασες με τα λόγια, κακότυχε

τώρα που πρέπει με βιασύνη να σβήσουμε
παλαιά και μελλούμενα μ' ένα σφουγγάρι
δάκρυα πλυμμένο
καθώς ο ουρανός βγάζει συνέχεια φεγγαράκια
για να παραστήσει κραταιό το ανώφελο

μα κάποτε πρέπει, αγνοώντας δικαίους
και αδίκους,
να ξαναμιλήσουμε για όλα εκείνα

πάνω στο τραπέζι
όλα τα χρειαζούμενα
οι αναφορές, τα χαρτιά, οι υπομνήσεις,
φαίνονται επαρκή αν προστεθεί κι ο πόνος

Έλικας φανταστικού ελικοπτέρου : Ποιητική Συλλογή του Μιχάλη Παπαδόπουλου Εκδοθείσα το έτος 2010.

Κατάθεση στοιχείων


Θα περιμένουν να δουν
και τις μεγάλες συνθέσεις για να κρίνουν
Πώς καταγράφεται ο σφυγμός της ιστορίας
μέσα στην ποίηση
πώς μετουσιώνονται σε πρόζα
οι νίκες οι ήττες οι αγώνες
Όμως είμαι ακόμα αρκετά νέος
για να πάρω το μονύελο του ιστοριοδίφη
στα χέρια
ή τη σκαπάνη του τυμβωρύχου
Κι αν υπάρχει κάτι που επιβάλλεται να ιστορήσω είναι
με όση αυστηρότητα και προσήλωση γίνεται
το παρόν τούτου του σαστισμένου
από το πάθος κορμιού
που με παρασύρει ώρες-ώρες στα έγκατα
Άλλωστε προτιμώ τις απλές
περιεκτικές και πολλά υπαινισσόμενες
μινιατούρες
σώμα να τρίβεσαι στο δέρμα των στίχων
έως να φτάσεις στην άφατη
γυμνότητα της λέξης
κι υστέρα - που ξέρουμε
μπορεί και να ‘ναι η ποίηση
μονάχα έλικας φανταστικού
ελικοπτέρου

Πολιτική ηθική

Δεν ξέρω να χειρίζομαι πεπρωμένα
και μ’ αρέσουν οι ανεμόσκαλες


Η ποίηση

Μοιρασμένη στα δυο
ανάμεσα στο αγκυροβολημένο σώμα
και στον πόθο που απέπλευσε


Μιχάλης Παπαδόπουλος (βιογραφικά στοιχεία)

Ο Μιχάλης Παπαδόπουλος γεννήθηκε στη Λευκωσία. 
Σπούδασε φιλοσοφία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

 Ποιητικές συλλογές: 

  • "Αμμόλιθος" (1997)
  • "Εντός Συνόρων" (2000)
  • "Έλικας Φανταστικού Ελικοπτέρου" (2010)
  • "Ανατολή ηλίου, αναστολή θανάτου" (2014)
  • "Εκδοχές ενός ποιήματος" (2016)
Ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί σε κυπριακά, ελληνικά και ξένα περιοδικά, ενώ έχουν επίσης μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες.
Εργάζεται ως δημοσιογράφος στον κυπριακό γραπτό και ηλεκτρονικό Τύπο.

ΕΚΔΟΧΕΣ ΕΝΟΣ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ / Ποιητική Συλλογή του Μιχάλη Παπαδόπουλου (Φαρφουλάς 2016)

ΣΚΟΥΠΙΔΙΑΡΗΔΕΣ

Όπως υπάρχουν οι σκουπιδιάρηδες του Δήµου
που μαζεύουν µε τις φαγάνες
ή τα μεγάλα κυλινδροειδή απορριμματοφόρα
τα σκουπίδια από τους δρόµους
έτσι υπάρχουν και οι σκουπιδιάρηδες της γλώσσας
την καθαρίζουν από τη βροµιά της
απολυμαίνουν τις λέξεις
τις κάνουν να γυαλίζουν, να διαβάζονται
όπως υπάρχουν επίσης
κι οι σκουπιδιάρηδες της σάρκας
παθιασμένοι από έρωτα, που γλείφουν παντού
αγκαλιάζουν, γυμνώνονται
χειρίζονται το σώµα σαν καταβόθρα
ρουφούν ώς το µεδούλι τα βρόµικά του νερά
ώσπου να βλαστήσει πάλι το σάπιο
η µπόχα των µυστικών βόθρων της πολιτείας
η µπόχα του ασύλληπτου νοήµατος
η πολύτιμη, διεγερτική µπόχα του έρωτα


***


ΔΕΛΤΙΟΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑΣ

Η πικάντικη στατιστική
της ευμάρειας
Χόντρυνε ‒λέει‒ ο πλανήτης
βάρυνε η υδρόγειος
οι κοιλίτσες εκπέμπουν SOS
και στα λιμοκτονούντα ακόμη
με τη λειψυδρία, την πείνα, την ξηρασία, το aids
ανεβαίνουν οι ταχυπαλμίες
τα αυτοκτονικά σπριντ
τα σαβουάρ βιβρ της χαμέρπειας
του παρασιτισμού τα ευμαρή λίφτινγκ
και λες, πότε θα πέσει πάνω σε όλους
μια κοσμική λιμάγκρα
να ρουφήξουμε απνευστί
ολάκερο το εναπομείναν πλεόνασμα
σε θάνατο

***
ΕΝΟΡΚΟΣ ΔΗΛΩΣΗ

Όλους εκείνους που με αγωνία
αλλά και με το δάκτυλο στη σκανδάλη
στη γωνία ενός μισοσκότεινου δρόμου
περιμένουν να δουν την εξέλιξη
της στιχουργίας μου
‒Eάν έκανα βήματα προς τα εμπρός
εάν εξελίσσομαι βάσει
όλων των προειλημμένων προσδοκιών
και εκτιμήσεων‒
θέλω ευόρκως να τους πληροφορήσω
πως όχι μόνον έμεινα στάσιμος
αλλά κάνω βήματα διαρκώς προς τα πίσω
και τώρα, τελευταίως, μάλιστα, μερικά
μεγαλειώδη άλματα προς τα πίσω
προς εκείνη την άφατη λέξη
που ούτε λέγεται ούτε γράφεται
κι έρχεται πάντα στο τέλος
ανείπωτη και άγραφη
η οριστική εκδοχή
του ατελεύτητου ποιήματος

Γκέοργκ Tρακλ / Παπαδόπουλος Μιχάλης


Ο θάνατος, η δυστυχία κι η τέφρα
οι τρομαγμένοι τρελοί με τα μισόλογά τους
το τραγούδι του βάλτου με μια πένθιμη έξαρση
κι εσύ, μισθοφόρος του τελευταίου θεού
με τη βουλιμία της δόξας του
καθώς οι ωδές των λυγμών αντηχούν πάνω από το Σάλσμπουργκ
ο θρήνος κι ο θάνατος χορεύοντας
στην κοιλάδα του Γκρόντεκ με λάσπη και κόκαλα
Τότε σε είδαν να γυροφέρνεις στους δρόμους
με την όψη δαιμονισμένου ζώου
που τραβιέται από το μυστήριο
με χέρια τρεμάμενα ν’ αλλάζεις
την λογική αλληλουχία των εγκλημάτων
προτού χωθείς στου χλωροφορμισμένου ασύλου
τη λερωμένη γωνιά
τραυλίζοντας πια και μπουσουλώντας
κρατώντας σφικτά μη σου φύγει
το μερτικό σου στην άβυσσο

H ποίηση / Παπαδόπουλος Μιχάλης


Mοιρασμένη στα δυο
ανάμεσα στο αγκυροβολημένο σώμα
και στον πόθο που απέπλευσε

Double click / Παπαδόπουλος Μιχάλης



Μέσα μου είναι ένας κόσμος
απάτητος
κρημνώδη βουνά, κορφές απλησίαστες
χαράδρες που τρομάζει
η θέα τους
καταρράκτες που κατεβαίνουν
αλύπητα τις εποχές
άγρια νερά της πρόπτωσης
ένας βούρκος από αιώνες
σταματημένος
στο άχρονο
και γέλια από κοιλάδες καμένες
ένας αγέρας ξερός
σφυρίζοντας σε άφυλλα
δέντρα
κι εγώ νόμιζα πως ήταν
η καρδιά μου
που φύσαγε και λυσσομάναγε τόσο
κι εγώ νόμιζα πως ήταν
τα σπλάχνα μου
που αχολογούσανε πόλεμο
κι εγώ νόμιζα πως ήταν το αίμα μου
που εκτινασσόταν
κι έπεφτε
κι εγώ νόμιζα πως ήταν το μυαλό μου
που ξεκόλλαγε πέτρες
και χόρευε


Tο ποίημα κι ο ποιητής / Παπαδόπουλος Μιχάλης


Για λόγους προστασίας του ποιητή
το ποίημα έχει πολλά περιθώρια ελιγμών
ανύποπτες για τον εχθρό δυνατότητες ξεγλιστρήματος
κρυφά χαρτιά, αχρησιμοποίητους άσους
Tο ποίημα έχει, για τις ανάγκες της μάχης
πολλές εξόδους κινδύνου, υπόγεια καταφύγια
διασκορπισμένους σταθμούς ανεφοδιασμού
χώρους ανασυντάξεως, εφεδρείες
Mα την ώρα που τα πάντα για εκείνον έχουν κριθεί
το ποίημα προσφέρει αυτοπροστασία
στον εαυτό του
προδίδοντας τον ποιητή

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2018

Το «ΨΩΜΙ»… Παρουσίαση του Βιβλίου του Χρίστου Τσιαήλη από τον Δημήτριος Γκόγκα

Η Ηλικία των δένδρων: Ποιητική Συλλογή του Νεόφυτου Παπαλαζάρου εκδοθείσα το έτος 2012

Η αγάπη

δεν μετριέται με μέτρο,
ούτε και στο ζύγι ζυγίζεται.
Η αγάπη
είναι βαριά όπως το σίδερο,
ανάλαφρη όπως το φτερό στον άνεμο.
Η αγάπη
είναι άγρια όπως την καταιγίδα,
δροσάτη όπως το αγέρι της άνοιξης.
Η αγάπη
είναι μια όαση στη μοναξιά μας,
ένα βάλσαμο στην πονεμένη μας ψυχή.



Τα δέντρα

Την ηλικία των δέντρων δεν την αναγνωρίζουμε
από το ύψος τους,
ούτε και από τον βαθύ τους ίσκιο.
Την ηλικία τους την μαθαίνουμε από τους κύκλους
που κρύβονται στο κορμί τους.
Και τους ανθρώπους τους μαθαίνουμε
όχι από την χώρα προέλευσής τους
ούτε και ποιός είναι ο πατέρας και ο παππούς τους.
Τους αναγνωρίζουμε σε δύσκολες στιγμές
από τις πράξεις και τις συμπεριφορές τους.


Το τρυαντάφυλλο

Όταν από τη ζωή θα φύγω
μην με κλάψεις.
Πάνω στο μνήμα μου μια
τριανταφυλλιά να φυτέψεις.
Κάθε τόσο
 να έρχεσαι να την κοιτάς.
Στο βλέμμα σου και μόνο
η τριανταφυλλιά
θα μεγαλώνει
και θα ανθίζει.
Σε παρακαλώ να παίρνεις
πάντα ένα τριαντάφυλλο.
Μύριζε το,
νοιώθε το φιλί μου στα χείλη σου,
την ανάσα μου στο αυτί σου,
το χάδι μου στο πρόσωπο σου.
Tο τριαντάφυλλο ποτέ
μην μαδήσεις.
Ούτε ποτέ στο δρόμο να το πετάξεις.
Κάρφωσε το στο πέτο σου
άφησε το δίπλα από το κρεβάτι σου,
αν θες απάνω στο κομοδίνο σου.
Θα έρχομαι στον ύπνο σου
κάθε βράδυ να σου σιγοτραγουδώ.
Θα σου χαϊδεύω τα μαλλιά,
θα σε φιλώ και θα χάνομε μες το πρώτο φως της ημέρας
ευτυχισμένος που σε είδα να χαμογελάς στον ύπνο σου.

Οι αγνοούμενοι

Μας το’ παν καθαρά,
τώρα πια δεν υπάρχουν αγνοούμενοι.
Τους βρήκαν σχεδόν όλους.
Τους τακτοποίησαν επιστημονικά.
Τώρα τους θάβουμε έστω ημιτελείς,
αλλά με όλη τη μεγαλοπρέπεια.
Τους ανακηρύσσουμε δια βοής
ήρωες της πατρίδας.
Ευγνωμονούμε
τη μάνα και τον πατέρα
που τους γέννησαν,
τη σύζυγο
που καρτερικά τους περίμενε.
Ποιός όμως θα «τακτοποιήσει»
το πόνο της μάνας και του κύρη;
Ποιος θα δώσει τη χαμένη χαρά
των παιδιών που αναγιώθηκαν χωρίς πατέρα;
Ποιος θα δώσει πίσω
τα χαμένα χρόνια
του κοριτσιού που έζησε
χωρίς να γεύεται
τη ζεστή αγκαλιά του συζύγου της;
Ποιος επιτέλους
θα πει μια συγνώμη
 σε αυτούς
που τους άνοιξαν εσαεί
 μια αγιάτρευτη
πληγή στην καρδιά;
  

Του Έρωτα και της ζωής: Ποιητική Συλλογή του Νεόφυτου Παπαλαζάρου εκδοθείσα το έτος 2005

Oι μέρες του Iούλη (του 1974)

«Mέρες του Iούλη
Oι μέρες του Iούλη
ξερνούν φωτιά και λάβα
Oι μέρες του Iούλη
έχουν χρώμα κόκκινο
όπως το αίμα των παιδιών μας
που χάθηκαν.»

 «Tο αλητόσκυλο
κατασκήνωσε για καλά
έξω από την έπαυλη των ονείρων του.
Έγινε μόνιμος
Πελάτης
Των αρρωστημένων των φιλοδοξιών

...


Θαλασσινό μοτίβο / Παπαλαζάρου Νεόφυτος



Όμορφο το ξύπνημα από το μουρμουρητό της θάλασσας,
όταν ο ήλιος αργά-αργά αναδύεται μέσα από την
απεραντοσύνη της.
Kι’ εσύ, διστακτικά κάνεις βήμα-βήμα, να την
πλησιάσεις.
H θάλασσα ακαταμάχητα σε περιτριγυρίζει,
σε χαϊδεύει,
σε σαγηνεύει
και τελικά σε κάνει δικό της.
Όμορφο το ξύπνημα
από τη φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Aπό στιγμή σε στιγμή προσμένεις να αναδυθεί
από μέσα της η παραμυθένια γοργόνα,
για να σου πει το
μεγάλο της παράπονο.


από την Ποιητική Συλλογή: Η Φλόγα

Η ΦΛΟΓΑ : Ποιητική Συλλογή του Νεόφυτου Παπαλαζάρου εκδοθείσα το έτος 1995

Η Φλόγα

Φλόγα, κόκκινη
σαν το αίμα που ρέει
                στις φλέβες μας
όπως το κρασί που πίνουμε.
H φλόγα σιγοκαίει
κι’ η ελπίδα
καθάριο νερό που αναβλύζει
από τα σπλάχνα της γης.

---
H Δεσποινού

Της αρέσει τα βράδια να κάθεται κάτω
από την κληματαριά και μέσα από τις
φυλλωσιές να μετράει ένα-ένα τ’ άστρα.
Tα μετράει όπως μετράει τα χρόνια που έζησε.
Δέκα … Eίκοσι … Tριάντα … Σαράντα …
Tης αρέσει ν’ ακούει το τιτίβισμα των πουλιών
στους πέτρινους τοίχους του σπιτιού της.
Nα παρακολουθεί τις προβατίνες που ερωτεύονται
με το παχουλλό κριάρι.
Να μυρίζει τον ιδρώτα του άνδρα, που λίγο η
Ιδιοτροπία, μπορεί περισσότερο όμως η φτώχεια,
να μην την άφησαν ποτέ να γευτεί.
H Δεσποινού προσμένει κάτω από την κληματαριά,
με μικρή έστω ελπίδα την επόμενη μέρα.


Mη με σκοτώνεις

Tώρα που το χαμόγελο έσμιξε στα χείλια μου,
μη με σκοτώνεις,
γιατί κομμάτια κι αν γίνω, θα ανασυγκροτούμαι,
και σαν φάντασμα θα πλανιέμαι,
διαπερνώντας βουνά και κάμπους που
τα μάτωσε η οργή μου,
σε πολιτείες και χωριά, που σαν σίφουνας
διαπερνά ο θυμός μου.
Tώρα που πήρα το άπειρο ύψος μου
μη με σκοτώνεις.

H λήθη

Την πόρτα έκλεισε με δύναμη
ξεχαρβάλωσε και τον αργαλειό με τη μακρά ιστορία,
έτσι νόμισε πως ξεμπέρδεψε.
Τ’ άφησε όλα και πήγε να κοιμηθεί,
ήσυχος πως έπραξε στο ακέραιο

το εθνικό του καθήκον.


Πράξη επί σκοπού

Mε θυμό με κοιτούν οι νεκροί μου,
ντυμένοι στ’ άσπρα τους πουκάμισα,
βαμμένα στο αίμα.
Στην επέτειο του πρόωρου τους χαμού,
επιλέξαμε να τους σκοτώσουμε ξανά και ξανά,
χωρίς ντροπή, μα προπάντων χωρίς μνήμη.
Tο βλέμμα τους λυγίζει σίδηρο και μεις
αδιάφοροι κοιτάμε στο πουθενά.


Eφησυχασμός

Σκούριασε στη μνήμη μας
ο χαλασμός του Iούλη,
σταμάτησε και το τραγούδι μας
για τη ζωή.
Kλειστήκαμε στο χαμόσπιτά μας,
επενδύοντας στην ευμάρεια


Άτιτλο

Aπολογούμαι γιατί κτύπησα
λάθος την πόρτα της
σωστής διεύθυνσης.

Ξενομανία

Τη θέση του δοντιού που πέφτει,
την γεμίζουμε μ’ ένα δόντι χρυσό
και στο βραδυνό μας περίπατο,
δεν βγαίνουμε χωρίς χρυσά δακτυλίδια,
πανάκριβα σκουλαρίκια
και ρούχα ξενικά.

H πληγή

Όταν το βράδυ κυριαρχήσει της φύσης,
εγώ πεισματικά αναμένω,
θάρθει,
σαν σίφουνας θα διαπεράσει το σύμπαν
και θα βρεθεί στην αγκαλιά της μάνας γης.


H ανάμνηση

Eμένα θα με βρείτε
στα ερείπια της συνείδησής σας,
μες της αλήθειας την αιωνιότητα.


Πυξίδα

Tρικυμισμένος ο ωκεανός
και το ταξίδι μακρύ
στο καράβι ανήσυχος
καπετάνιος αγωνιώ,
ν’ αράξει σε γαλήνια νερά.

 

O χωρισμός

Tο φεγγάρι απόψε είναι πιο φωτεινό,
λες και μας στέλνει
το στερνό του αντίο,
στ’ ατέλειωτα βράδια του αναπόφευκτου χωρισμού,
αγγελιοφόρος μιας μακρινής αγάπης.



Πατέρα / Παπαλαζάρου Νεόφυτος

Εσύ που μας έμαθες
Ν΄ αγαπάμε τον άνθρωπο
Για ένα καλύτερο αύριο
Ποτέ μην πάψουμε τον αγώνα
Χλωρό το δάκρυ είδα να ραντίζει
Τα σταχτιά σου γένεια.
Και το μαύρο ράσο σου,
Σκεπή της ασκητικής μορφής σου,
Πόσες φορές δεν τρεμούλιασε
Στους τάφους των δυό παιδιών σου απάνω;
Όταν η σκέψη χάνεται στο μακρυνό ταξίδι
Και τα μάτια αγκαλιάζουν το κόσμο
Που τόσο αγάπησες.
Μόνο το χαμόγελο
Πηγή αστείρευτης δύναμης
Μένει στα χείλια σου.

Πράξη επί σκοπού / Παπαλαζάρου Νεόφυτος


Mε θυμό με κοιτούν οι νεκροί μου,
ντυμένοι στ’ άσπρα τους πουκάμισα,
βαμμένα στο αίμα.
Στην επέτειο του πρόωρου τους χαμού,
επιλέξαμε να τους σκοτώσουμε ξανά και ξανά,
χωρίς ντροπή, μα προπάντων χωρίς μνήμη.
Tο βλέμμα τους λυγίζει σίδηρο και μεις
αδιάφοροι κοιτάμε στο πουθενά.