Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2020

Η επιδημία / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 

                 

 

Και να σκεφτεί κανείς πως όλα ξεκίνησαν

από ένα τίποτα, μια παρωνυχίδα, ένα τόσο

σημαδάκι που μπορούσε εύκολα να περάσει

απαρατήρητο, ένα τόσο δα τσιμπηματάκι

που κανείς υπό κανονικές συνθήκες

δε θα του έδινε την παραμικρή σημασία.

Και να σκεφτεί κανείς κανένας από μας

δεν αναρωτήθηκε για τίποτα, δεν πρόσεξε

τίποτα μέχρι που το κακό παράγινε,

τα πράγματα δεν πήγαιναν άλλο,

εμείς δεν πηγαίναμε άλλο.

Η πόλη μας γέμισε από θανατηφόρα ‘’κρούσματα’’∙

όπου και να περπατούσες έπεφτες και πάνω

σε έναν ‘’επιδημιόπληκτο’’ ,όπου και να κοίταζες

ένας ‘’προσβεβλημένος’’ σε κοίταζε ένοχος

προσπαθώντας να το σκάσει από τα μάτια

ενός έντρομου καθ’υπόθεση ‘’υγιούς’.’

Το κακό που δε ξεχώριζες τον πάσχοντα από

τον κατ’επίφαση υγιή  καθώς η ασθένεια

έτρεχε με ρυθμό ιλιγγιώδη,  μεταδίδονταν

μ’αστραπιαία ταχύτητα από οργανισμό

σε οργανισμό έτσι που να μην προλαβαίνουμε

να την παρακολουθήσουμε από κοντά∙

και το ακόμα χειρότερο η πόλη μας δε γνώριζε τρόπους

αυτοπροστασίας απέναντι σε έναν εχθρό

που εισέβαλε ήδη μέσα της, έγινε μέρος

του ίδιου του οργανικού της συστήματος

και την πολεμά από μέσα με τα όπλα της,

την θέτει εκτός αγώνος με τα ίδια τα όπλα της.

Έναν προς έναν μας μπόλιασε με το ιοβόλο της

δηλητήριο∙ έναν προς έναν μας πέταξε εκτός πεδιάς

καθιστώντας μας ανίκανους να σηκώσουμε κεφάλι.

Γιατί κανένας μας δεν εμπιστεύεται κανέναν∙

κανένας μας δεν τολμά να ψελλίσει λέξη εμπιστευτική

προς κανέναν τρέμοντας μη κι ο δίπλα του

πάρει τη λέξη του και τη στρέψει σαν όπλο εναντίον του.

Ο φόβος κι η καχυποψία γίναν οι μόνιμοι σύντροφοι μας∙

σιγά σιγά τους αφήσαμε να κυριαρχήσουν πλήρως πάνω μας

και πια δεν έχει καμιά σημασία να δηλώνεις ‘’πάσχων’’

ή ‘’υγιής’’ μιας κι επήλθε πλήρης εξίσωση

των ‘’εν δυνάμει’’ και ‘’ενεργεία’’ ,απόλυτη ταυτότης

των ‘’πασχόντων’’ και των ΄΄υγιών’’!

 

ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΄΄ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΝAΤΟΜΙΚΗΣ ΄΄

ΕΚΔΟΣΗ 2012

Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2020

Ειρήνη Ανδρέου: Κάνω κατάθεση ψυχής, σε τούτο τ’ άψυχο χαρτί, την μοναξιά να πνίξω,

 


 

 

ΓΙΑΤΙ;

 

Γιατί του χρόνου οι δείχτες σταματούν

όταν στα χέρια σου με παίρνεις

κι ενώ πεθαίνω μ' ανασταίνεις

και μ' ανεβάζεις εις τα ύψη τ' ουρανού;

 

Κι ενω η καρδιά μου πλημμυρίζει

με ήλιο, φως και ζεστασιά

-ειν τόσο όμορφα εκεί ψηλά-

γιστί μου δίνεις μια και με γκρεμμίζεις;

Γιατί , πές μου ΓΙΑΤΙ;

 

Γιατί το είναι μου εγώ να σου προσφέρω

και να'ναι τόσο ασήμαντο για σένα;

γιατί ν΄αφήνεις ψίχουλα για μένα;

Θαρρείς πως σε ρωτώ ; Θαρρείς δεν ξέρω;

 

Όχι! Δεν σε ρωτώ να μ' απαντήσεις.

Παράπονο πικρό ειναι το γιατί...

Γιατί σκοτώνεις μια ανθρώπινη ψυχή

σαν δεν μπορείς με την καρδιά να αγαπήσεις;

Γιατί; Πες μου, ΓΙΑΤΙ;

 

 

*

 

Αρχιζει να βραδιαζει

κι η καρδιά μου μπάζει

απο χίλιες δυο ρωγμές.

Πλησιάζει πια η δύση...

Πάμε φιλε μου κομπάρσε

Γέλα αγάπησε και κλάψε

όπως έκανες και χτες.

Μια ζωή στις ψευδαισθήσεις ...

 

Απόσπασμα από το. ποίημα  "Σαν κομπάρσος σε ταινία "

 

*

 

Εγώ δεν είμαι ποιητής.

 

Εγώ δεν είμαι ποιητής…

είμαι του πόνου γητευτής

και της χαράς ζητιάνος

.

Εγώ δεν είμαι ποιητής

στιχάκια γράφω της στιγμής

στην πίκρα μου απάνω.

 

Κάνω κατάθεση ψυχής

σε τούτο τ’ άψυχο χαρτί

την μοναξιά να πνίξω,

 

γιατί η τσιγκούνα η ζωή

με την σταγόνα μ' ελεεί

κοντεύω να στραγγίξω!

 

Λέτε να είμαι ποιητής

που ‘μαι εχθρός της λογικής

με την καρδιά βαδίζω;

 

Κάνω επένδυση ψυχής

κι ίσως στην άλλη τη ζωή

(την ζούγκλα σαν αφήσω)

σαν άνθρωπος να ζήσω.

 

Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2020

Σε λυπάμαι… / Γιώργος Χατζηκυπραίος

 

Σε διακρίνω!
Ξεχωρίζω τις κινήσεις σου μέσα στο πλήθος
έχεις το βλέμμα κενό και μόνο τα χείλια σου κινούνται
συνεχίζοντας ένα διάλογο με το χάος.
Σε αναγνωρίζω!
Καθώς τα χέρια σου παλινδρομούν νευρικά.
Δεν περπατάς, τραβάς ένα αόρατο σκοινί
σαν για να φέρεις πίσω τη ζωή σου.
Σε θυμάμαι!
Χόρευες με τα χέρια ανοιχτά, κάνοντας χώρο.
Ο λαιμός σου άκαμπτος και το βλέμμα ψηλά
Στα πόδια σου φίδια σέρνονταν. Τότε αόρατα.
Σε επικρίνω!
Αδαής, άρπαζες σχήματα φανταχτερής σκόνης
με χέρια ανθρώπινα που ακόμα μύριζαν γη,
χαμένος μέσα σε λόγια που ποτέ δεν κατάλαβες
Σε συμπονώ!
Είμαι κι εγώ κομμάτι σου, αλαφιασμένο
Μιλώ με το χάος, αναζητώντας τη ζωή μου,
ζωσμένος από φίδια που μου εξηγούν
όσα δεν είχα καταλάβει.

ΕΥΤΥΧΙΑ / Πανάγου Μαρούλλα


Θα περπατώ ξυπόλητη
σε κάθε καινούργιο μου στίχο.
Νεανική η καρδιά
θα πάλλει στο φθινοπωρινο μου στήθος
Κι εκει θα στήσουμε χορό,
Eγώ και τ' όνειρό μου τ’ Απριλιάτικο.

Αργυρούλα Τίκκου: Φέρτε μας το Βαρώσιν μας


Να σμίξουμεν το κλάμαν μας

που τον Βορράν στο Νότον

οι χτύποι της καρτούλλας μας

παντού να κάμουν κρότον.

Όι έν σας χαρίζουμεν

ίντζαν απου την γήν μας.

Εμείς εν να την γιάνουμεν

την αννοιχτήν πληγήν μας.

Επιάτε την Αμμόχωστον

αχόρταοι Αττίλες

εν αννοιχτές για λλόου σας

της Κόλασης οι Πύλες...

Τα χώματα μας τ' Άγια

αντί να προσσυνάτε

με βίαν τζιαι με άππωμαν

πάνω τους παρπατάτε.

Φέρτε μας το Βαρώσιν μας

την Μόρφου την Τζερύνεια

που πάνω να πετήσουσιν

α(η)δόνια καναρίνια!

Να σμίξουμεν τα γέλια μας

να πνάσει η καρκιά μας

να πάμεν εις τόπους μας

εμείς τζιαι τα παιθκιά μας.


Μια πόλη / Τέμβριου Αθηνά

 

Είσαι μια πόλη που λαχταρά να εξερευνηθεί
με ανοιχτά παράθυρα και πόρτες ξεκλείδωτες.
Είσαι ένα ατελείωτο πάρκο όπου φιλιούνται οι εραστές
καθώς ο ακλόνητος ήλιος ανατέλλει αναρωτιέται,
χαιρετώντας το σκιώδες τέλος, καλωσορίζοντας
αγαπημένα ξεκινήματα.
Είσαι φτιαγμένος από στίχους που βγαίνουν από
τα πρώιμα άνθη της προσμονής.
Μια ματιά, μια σκέψη, μια άσκοπη ιδέα
σφραγίζοντας τα χάσματα της αιωνιότητας.
Είσαι μια πόλη χτισμένη στις ρυτίδες του Χρόνου
για χάρη του αραιού,
απρόσμενες αφύπνιες.

Αντιγόνη / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 

            

Μικρή μου ανόητη Αντιγόνη,

μην πέσεις στο λάθος να πεις πως

στο τέλος δικαιώθηκες∙

μην παρασυρθείς από τις θερμές

εξωτερικές εκδηλώσεις μας

και κάνεις το μοιραίο και ολέθριο λάθος

να θεωρήσεις τον Κρέοντα ως το χαμένο

του παιχνιδιού.

Όπως όλα τα φωναχτά και κραυγαλέα

προς στιγμή φαίνεται να κερδίζουν

τις εντυπώσεις,  να κερδίζουν το κοινό

για να ταφούν στη συνέχεια κάτω

από την πέτρα της σκληρής και αδυσώπητης

λογικής.

Μικρή μου, ασυλλόγιστη Αντιγόνη,

μη μας ζητάς περισσότερα από όσα

μπορούμε ή είμαστε διατεθειμένοι

να δώσουμε.

Ήδη και το θερμό μας χειροκρότημα

σού πέφτει πολύ.

Κάποιοι από μας αύριο δεν αποκλείεται

ν’ ακριβοπληρώσουν αυτό το αυθόρμητο

χειροκρότημα

αύριο μπορεί να κληθούν να δώσουν εξηγήσεις

γι’ αυτή την εκτός προγράμματος

και εκτός καθεστωτικής λογικής

ανάρμοστη συμπεριφορά.

Ο Κρέων εκπροσωπεί επάξια τα συμφέροντα μας∙

επ’ ουδενί προτιθέμεθα να τον ρίξουμε∙

επ’ ουδενί να του βάλουμε τρικλοποδιά.

Μικρή μου, στενόμυαλη Αντιγόνη,

κάνεις τ ’ολέθριο λάθος

να παρασύρεσαι από τα δίχως άλλο

ευγενή και αλτρουιστικά σου συναισθήματα.

σε διαβεβαιώσουμε

κατ’ ιδίαν σου σφίγγουμε το χέρι∙

κατ’ ιδίαν σε επαινούμε

με τα θερμότερα και κολακευτικότερα

λόγια για το γενναίο και οπωσδήποτε

αψήφιστο των επιλογών σου.

Χρειάζεται  πράγματι τόλμη και μεγάλη

γενναιότης να πας κόντρα στη Κατεστημένη Εξουσία∙

χρειάζεται καρδιά να τα βάλεις μαζί της.

Όμως μέχρις εδώ!

δε μπορούμε να σ’ ακολουθήσουμε παρακάτω∙

το ‘’ παρακάτω’’ εκφεύγει των δυνατοτήτων μας∙

γίνεται παιγνίδι άκρως επικίνδυνο

που εμείς τουλάχιστο αδυνατούμε

να το παίξουμε μέχρι τέλους∙

αδυνατούμε μέχρι τέλους  να συνεχίσουμε

να είμαστε παίχτες του!

 

Από την ποιητική συλλογή  ΄΄ Μαθήματα Ανατομικής΄΄

ΕΚΔΟΣΗ  2012

Το κεφάλι του Ονήσιλου* / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 


Τι να τις προσείλκυσε, τι τους τράβηξε

την προσοχή, ώστε να επιλέξουν το κεφάλι

του Ονήσιλου για κυψέλη;

Τι τις έσπρωξε, ώστε να θελήσουν να διαβούν

τις κόγχες των ματιών του Ονήσιλου και νάρθουν

να εγκατασταθούν μονίμως στο κεφάλι του;

Τι τις έκανε να λοξοδρομήσουν παραβιάζοντας

κάθε αρχή και δύναμη του ενστίχτου

και ήρθαν και στρογγυλοκάθισαν στο άδειο

κεφάλι του Ονήσιλου;

Σίγουρο πως κάτι θ’ανακάλυψαν, κάτι το εξαιρετικό

θα βρήκαν∙ άλλως; δεν εξηγείται η τρελή επιμονή τους

να δηλώνουν με σημαδιακά φτεροκοπήματα,

σημαδιακά κουνήματα της ουράς πως εδώ βρίσκονταν

αληθινό χρυσωρυχείο!

κι αν κρίνουμε από την ολοφάνερη αποφασιστικότητα τους,

να μην εγκαταλείψουν το κεφάλι του Ονήσιλου

και όταν ακόμα χάσαν την ακριβή τους τη βασίλισσα,

αν κρίνουμε από τη δίχως δεύτερη σκέψη απόφαση τους,

ν’ακολουθήσουν στο τάφο την ακριβή τους βασίλισσα

αυτοκτονώντας ομαδικά, δικαιούμαστε να συμπεράνουμε,

πως δίχως άλλο κάτι το μοναδικό, κάτι τ’ ανεπανάληπτο

θα κρύβει αυτό, το τραγικά μακελεμένο κεφάλι!

 

*

 Ο Ονήσιλος ηγήθηκε όλων των Κυπρίων(πλην Αμαθουσίων ) σε επανάσταση εναντίον των Περσών. Οι Αμαθούσιοι τον αποκεφάλισαν και κρέμασαν το κεφάλι του σε δημόσια θέα. Ένα σμήνος από μέλισσες κατέφυγε στο κρανίο του Ονήσιλου και έκαναν εκεί τη φωλιά τους. Μετά από αυτό οι Αμαθούσιοι ζήτησαν χρησμό από μαντείο το οποίο τους προέτρεψε να τον θάψουν με τιμές ήρωα και να του προσφέρουν θυσίες, όπως και έγινε..

 

Από την ποιητική συλλογή ΄΄ Μαθήματα Ανατομικής ΄΄   ΕΚΔΟΣΗ  2012

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2020

Mare nostrum / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 

           


Υποθέτω πως πρέπει να ρωτηθεί

και η ίδια ∙

ίσως να μη σας αναγνωρίζει

για ‘’δικούς της’’∙

και τότε πρέπει να κάνετε προσπάθειες

να την πείσετε∙

πρέπει να μπείτε στο κόπο να της αλλάξετε

διαθέσεις και μυαλά.

Και έχουν να πουν πως η θάλασσα αγριεύει

σα την πειθαναγκάσουν∙

γίνεται πολύ επιθετική σα της βάζουν

αλυσίδες και χειροπέδες!

Ίσως πρέπει να το ξανασκεφτείτε∙

μη κάνετε το λάθος να την πάρετε

για δεδομένη∙

Τα πράγματα μπορεί να γίνουν

πολύ επικίνδυνα για σας∙

και η θάλασσα να σας ξεβράσει

σαν ξένο  σώμα∙ σαν ξένο σώμα

να σας πετάξει στην ακτή!

 

ΑΠΟ ΤΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΜΙΚΡΑ ΔΟΚΙΜΙΑ Η  ΚΑΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΕΚΔΟΣΗ  2013

Η θάλασσα του Ελλησπόντου ...του Πούλλου Ανδρέα του Χρίστου

 



Εδώ έπεσε η Έλλη∙

καβάλησε ένα κριάρι, ζαλίστηκε

και έπεσε στο νερό.

Η θάλασσα που βλέπετε στο βάθος

φέρει το όνομα  της∙

Ελλήσποντο το λένε!

Ό,τι και να πει κανείς οι τίτλοι ιδιοκτησίας

πληρώθηκαν με τη ζωή της∙

το τίμημα φαίνεται ιδιαίτερα ακριβό

για να θυσιαστεί ή να χαριστεί

στον πρώτο επιβήτορα.

Έπρεπε να το περιμένει∙

έτσι ακριβώς θα αντιδρούσε!

Ακόμα και να τη μαστίγωνε,

ακόμα και να την αλυσόδενε,

να μη μπορεί να κινήσει τα χέρια και τα πόδια της,

αυτή θα τον τίναζε από πάνω της.

Με μια κίνηση του λαιμού της

με βδελυγμία θα τον πετούσε στο νερό,

να τον πάρουν τα κύματα της

να τον παίζουν σαν καρυδότσουφλο∙

σαν καρυδότσουφλο να τον πετάνε στα βράχια

να του σπάνε την αλαζονεία και την έπαρση!

 

ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΜΙΚΡΑ ΔΟΚΙΜΙΑ Η ΚΑΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΕΚΔΟΣΗ 2013

Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ : Ποιητική Συλλογή του Μιχαλάκη Γ. Τσαππαρίλα ( Μέρος 3ον. Τέσσερα τραγούδια αδελφικά)

 

 

                               Στον πατέρα μου

                 σαν αντίδωρο στην αλήθεια

                                                            που μου έχει διδάξει

                              Στην μητέρα μου

                                                για όσα στη ζωή μου έχει δώσει

                              Στην οικογένεια μου

                                               για την κατανόηση και

                                                          τη βοήθεια στην κάθε μέρα



Ποιήματα

  1. Εργάτη αδελφέ μου

  2. Αστέρια αδέλφια μου

  3. Αδέλφια

  4. Βιετκόγκ αδελφέ μου


ΕΡΓΑΤΗ ΑΔΕΛΦΕ ΜΟΥ

                                     (Στον πατέρα μου)

Θα ζυμώσω τη καρδιά μου

       να πάρω απ΄το αίμα την αγάπη,

              που πλημμυρίζει για σένα,

                  ακριβέ αδελφέ μου,

                      φτωχέ του μόχθου εργάτη.

Θα στη προσφέρω γονατιστός

          την ώρα που ζυμώνεις το μόχθο

                  με τον ίδρωτα και το αίμα σου.

Θα στη προσφέρω

         ακουμπισμένος στα δυο σου μπράτσα

                  την ώρα που ξεκουράζεσαι

                         αγκαλιά με την γη μας.

Θα στην προσφέρω

           τραγουδώντας μαζί σου

                   την χαρά και τη λύπη

                       μεσ’του χρόνου το πέλαγος.

Θα στη χαρίσω,

        ακριβέ αδελφέ μου,

              σαν αντίδωρο στην αλήθεια

                     που μου έχεις διδάξει.

 

 

 

ΑΣΤΕΡΙΑ ΑΔΕΛΦΙΑ ΜΟΥ

Τυλιγμένος στο ξεθωριασμένο

                μανδύα  της υπομονής

περιπλανιέμαι στους πλατειούς

              δρόμους της αβεβαιότητας.

Ζητιανεύω από τις καρδιές

                ψιχούλα αγάπης

σαν ακριβή προσφορά

             στη θεονήστικη ψυχή μου

Καταδικασμένος από τους ανθρώπους

             για τις δικές τους αμαρτίες

αναζητώ καταφύγιο

            στα φτωχά αστέρια της γης

                  με τις καρδιές από αχτίνες.

Βρήκα στο στερέωμα τους

                  την όαση της χαράς

                         και γεύτηκα το νεκτάρ

                                της σιγουριάς.

 

 

 

 

 

 

 

ΑΔΕΛΦΙΑ

Είμαστ’αδέλφια

        Ο Χασάν κ’εγώ,

Μια μάνα μας γέννησε

               στον τόπο τούτο.

Κάναμε τα πρώτα βήματα

                   μες’την αυλή του.

Μάθαμε τα πρώτα γράμματα

                          στο ίδιο σχολείο.

Δυο γλώσσες εκείνος, δυο εγώ.

Τυρρανιστήκαμε στη γη μας

                   μέρα νύκτα

και περνάμε τους ίδιους καρπους

                              (όταν είχε)

Γίναμε λεβέντες,

            φίλοι αχώριστοι.

Νοιώσαμε μαζί

               την πρώτη αγάπη.

Ώσπου,

           μια μέρα,

                          τον πήραν.

Έφυγε με την υπόσχεση

                 πως θα ξαναρθεί………….

Και περιμένω,

                      αδελφέ μου

                                         Χασάν.                         1964




ΒΙΕΤΚΟΓΚ ΑΔΕΛΦΕ ΜΟΥ

Έρχομαι μεσ’στη βροχή

                     από  τις σφαίρες

να σου προσφέρω,

           Βιετκογκ αδελφέ μου,

                      το αίμα της καρδιάς μου.

Έρχομαι αντάμα με το σφύριγμα

                    των βλημάτων

να σου παραδώσω

                    το κάστρο του θαυμασμού μου.

Έρχομαι τραγουδώντας

                    στο ρυθμό του πολυβόλου

                              να ζεσταθώ κοντά

                                    στη φλόγα της πίστης σου.

Έρχομαι προσκυνητής πιστός

                    να γονατίσω μπροστά

                                στο μεγαλείο της δόξας σου.

Βιετκόγκ,

                Νικητή του αιώνα.