Πετάω τις λέξεις μου στη θάλασσα.
Το συνηθίζω κάθε Κυριακή
που οι άλλοι βγαίνουν με τους φίλους
τους,
εγώ πηγαίνω στο ακρογιάλι μοναχή.
Τις βλέπω αμέσως να υγραίνονται
σαν μάτια δακρυσμένα
και μου αρέσουν.
σε αθλήματα ακραία, ριψοκίνδυνα.
Εκείνες, λέξεις κοινές, κοινότατες
βγάζουν αμέσως ουρίτσες, γλώσσες,
λέπια
κι ό,τι άλλο ευνοείται από το νερό.
Και κολυμπούν σαν τις λαχτάρες και
τους πόθους
ψάρια μέσα σε όνειρο ποθεινής
πατρίδος.
Έτσι κι οι λέξεις όταν σαρκωθούν
μέσα σε θάλασσες πολλών αιμάτων
σπαρταρούν.