SPINALONGA - ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΛΕΠΡΩΝ
«Γιατί, μαμά, έχεις δέρμα σκαμμένο;
Γιατί το δικό μου είναι λείο, αλλιώτικο;»
«Επειδή είσαι ευλογημένο, παιδί μου,
και σου το αλείφω με ροδοπέταλα».
«Θέλω να μοιάζω με σας, μπαμπά,
να φορώ βαθύ καπέλο και μαύρα γυαλιά.» ¹
«Είσαι μικρό, τρυφερό. Εμείς σκάβουμε
προς τον μέσα αγρό, ξεκινώντας απ’ έξω»,²
απαντά και κλωτσά την πινακίδα που γράφει:
Ο εισερχόμενος να αποθέσει κάθε ελπίδα.
Το παιδί τους; Επιζεί ως ελπίδα; «Επιζεί,
αν ελπίζω το ανέλπιστο», μονολογεί η μάνα·
κοιτά στην ακτή αν φτάνει ο ηγέτης να φέρει ³
ασβέστη, γεννήτρια, αγελάδα για άρμεγμα.
Τρέμουν οι δυο την ανομβρία, τον καύσωνα,
μη ξηραθούν τα ρόδα και τα ροδοπέταλα·
θα χαθεί τότε ο μικρός τους που τους αγαπά
γιατί ποτέ οι δυο δεν θ’ αγαπηθούν από τρίτο.
Αλήθεια, με άλας όσο της Νεκρής Θάλασσας.
.
1. Η νόσος του Χάνσεν των λεπρών τους απολεπίζει, o δε ήλιος καταστρέφει το οπτικό νεύρο τους, γι’ αυτό κρύβουν τα πρόσωπα με βαθιά καπέλα και φορούν μαύρα γυαλιά.
2. «Ένδον σκάπτε· ένδον η πηγή του αγαθού..’, Μάρκος Αυρήλιος, ‘Τα εις εαυτόν’ Ζ 59.
3. Ο Ελ.Βενιζέλος ανέθεσε στον γάλλο επιστήμονα Νικόλ τη βελτίωση της άθλιας ζωής στο νησί κι έστειλε ασβέστη, γεννήτρια κ.ά. Το νησί οργανώθηκε καλά, ενώ άδειασε το 1957.
.
ΟΙ ΒΑΡΒΑΡΟΙ ΕΠΑΝΑΚΑΜΠΤΟΥΝ
.
Πολίτες, ακούσατε την αγγελία του Αυλάρχη;
«Οι βάρβαροι επανακάμπτουν. Εγρηγορείτε».
Πολύς κονιορτός στον ορίζοντα,
ας μην αδρανεί η Γερουσία, η Βουλή,
ο Ηγέτης ας φορεί ενδυμασία απέριττη,
περιστέρι ας κρατά, ας τους κεράσει ελιές.
Θα φορούν όσα μας λήστεψαν τις προάλλες:
τόγες μεταξωτές, περιβραχιόνια με ρουμπίνια,
δαχτυλίδια με διαλεκτά, διαυγή διαμάντια,
βακτηρίες με χρυσό και μάλαμα περιχυμένες,
(μας άφησαν σφυριά να βαράμε τη μοίρα).
Δικά μας. Άλλα δεν έχουμε να μας πάρουν,
ούτε η γη μάς ανήκει· η ψυχή της μόνο
κι οι ασβεστόπετρες σαν λευκές ελπίδες.
Αυτό ας πουν οι ρήτορές μας, χωρίς ευφράδειες:
ο πολιτισμός βάλλει με λέξεις αντί με τόξα ή βόλια
(μα ξενυχτάμε μην τυχόν αυτοπυρποληθεί).
Ακούω έναν μισότρελο στα τείχη να τους κράζει:
«ο Νότος γράφει Πολιτισμό, τον διαδίδει ο Βορράς,
νάνοι, έχετε σκιά γίγαντα όταν ο ήλιος είναι χαμηλά,
χωρίς το εμείς καταρρέετε μαζί με τη Βαβέλ σας·
σαν νυχτώσει θα διασκορπιστείτε στοιχειωμένοι».
.
ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ ΠΛΑΤΩΝ
.
Πλάτωνα, της λαλείς: «Τ' άστρα κοιτάς, αστέρι μου.
Ουρανός να ήμουν, με άπειρα μάτια να σε κοιτώ».¹
Όμως, της λες: «Αυγερινός στους ζωντανούς έλαμπες,
τώρα στους νεκρούς φέγγεις σαν τον Αποσπερίτη».¹
Αμφιρρέπεις; Σε απορροφά σε ύπνο και σε ξύπνιο,
παράτησες τις εργασίες, τις επιστήμες και μελετάς,
θωρείς τον Έρωτα φτωχό, τραχύ, ρυπαρό, άστεγο ²
να κοιμάται κάτω απ’ τον ουρανό, σε άκρες δρόμου,
από δω να στερείται, από κει να κυνηγά με πόθο
να μάθει την αλήθεια, σοφός να γίνει και μάγος,
ούτε του αθάνατου φύση να έχει, ούτε του θνητού.
Τί είναι φάρμακο, τι φαρμάκι και τι η σύμμειξή τους;
Τί σου ’φερε να πιεις ο δαίμων Έρως και σκέφτεσαι;
Εκτός αν δοκιμάσεις ν’ αγαπάς τη δική σου Οφηλία ³
όσο σαράντα και ογδόντα χιλιάδες άντρες σωρευτικά·
η θεραπεία της αγάπης είναι ν’ αγαπάς περισσότερο.
.
.
1. Πλάτων: ‘ἀστέρας εἰσαθρεῖς Ἀστὴρ ἐμός· εἴθε γενοίμην οὐρανός͵ ὡς πολλοῖς ὄμμασιν εἰς σὲ βλέπω’, και ‘ἀστήρ πρίν μέν έλαμπες ἐνι ζωοῖσιν εῷος, νύν δέ θανὼν λάμπεις ἒσπερος ἐν φθιμένοις’, Παλατινή Ανθολογία, VII 669 (βιβλ.7ο).
2. Πλάτων 132, Συμπόσιον 202d8-204b7.
3. William Shakespeare. Hamlet: ‘I loved Ophelia. Forty thousand brothers could not, with all their quantity of love, make up my sum’. Διάλογος με τη Ρωσίδα ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγιεβα.
.
Ιωσήφ Σ. Ιωσηφίδης