ΣΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ Ι
Αγκάλιασε το βουνό και φώναξε
"μη πλησιάζετε
Ξένους τούτη η γη δεν σηκώνει"
ΣΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΙ
Τα είπες όλα εκείνο το πρωί του Μάρτη
Με μια κίνηση του κεφαλιού προς τα πάνω
Που σήμαινε ένα μεγάλο όχι
Άλλαξες τις διαστάσεις του νησιού
Στο πολλπλάσιο
ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
Θα το θέλατε στα σίγουρα
Το αναγνωστικό σας
Να έχει για εξώφυλλο
Μια φωτογραφία του Γρηγόρη
ΚΑΙ ΣΤΑ ΤΕΤΡΑΧΡΟΝΑ ΠΑΙΔΙΑ
Όταν σας δείχνουν
Μια φωτογραφία του Γρηγόρη
Να ξέρετε
Να λέτε αμέσως το όνομά του
ΣΚΕΨΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΜΑΧΑΙΡΑ
Τον σκότωσαν λένε στον πόλεμο
Παράξενο πράγμα ο πόλεμος
Μα πιο παράξενο
Τρεις χιλιάδες να πολεμάνε με ένα
Και να τον καίνε με βενζίνη
Εμείς είδαμε ανθρώπους
Να μεγαλώνουν τα βουνά πιο πάνω
Και πιο πάνω από τα βουνά
Νά΄ ναι αυτοί
Σαν τον Γρηγόρη
Ήταν ένα βουνό ο Μαχαιράς
Σαν όλα τα άλλα.
Μέχρι που πήγε ο Γρηγόρης εκεί.
ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΣΤΟ ΜΑΧΑΙΡΑ
Το άγαλμα του Γρηγόρη Αυξεντίου
Δεν είναι ένα κομμάτι παγωμένο μέταλλο
Δεν είναι ένα κομμάτι από άψυχο ορείχαλκο
Έχει μέσα στις φλέβες του ζωή
Έχει κίνηση.
Σαν πάτε εκεί θα νιώσετε
Πως κάτι σημαντικό έχει να σας πει.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ
ΠΡΟς ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΕΣ
Μιλάτε για τον Γρηγόρη
Μιλάτε περισσότερο
Μιλάτε συχνότερα
Δεν έχουν πολλοί
Ένα Γρηγόρη
TA ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
Γρηγόρης Αυξεντίου
Να λένε τα παιδιά
Να λένε να λένε
Και να μην τελειώνουν
ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ
Πρέπει να μάθετε για το Γρηγόρη
Κι ' άλλα πολλά
ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ
Να γράφετε το όνομά το
Στα τετράδιά σας
Και οι καρδιές σας
Να πιάνουν τρικυμία
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΥΣΙΑ ΣΟΥ
όχι πεντήντα
Και εκατό χρόνια να περάσουν
Ο Γρηγόρης θα μας λιώνει
θα μας διαλύει
Και θα ξαναφτιάχνει τις ψυχές μας
από φως!
ΜΑΘΗΜΑ ΣΤΗΝ ΤΑΞΗ
Μια απλή καρτέλα με το όνομά του
Μέσα στην τάξη
Ανοίγει κεφάλαια ιστορίας
Ανοίγει κεφάλαια ελευθερίας
ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Όταν μύρισε τη βενζίνη
Ήξερε για το έγκλημα που ετοίμαζαν
Τώρα ήταν σίγουρος
Ότι τους νίκησε
ΣΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΙΙ
Αν μπορούσες να μας άφηνες
ένα χαμόγελό σου
πίσω από τον Μαχαιρά
δεν θα χρειαζόμασταν τον ήλιο
ΠΟΙΗΣΗ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ ΣΤΟ ΓΡΗΓΟΡΗ
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΜΗΝΑΣ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ
Μήνας της Άνοιξης ο πρώτος
Κι αντί για τ΄ άσπρα γιασεμιά
Μπαρούτι μύρισε ο τόπος
Πέφτουν στη γη νεκρά κορμιά.
Εκεί στα βουνά του Μαχαιρά
Ανατριχιάσανε τα όρη
Μόνος με τρεις χιλιάδες πολεμά
Κι αυτοί του ρίχνουνε βενζίνη
Τον καίνε μέσα στην φωτιά
Και το κορμί του έχει γίνει
Στάχτες με τα ξερά κλαδιά.
Μα εκεί ψηλά στο Μαχαιρά
Στέκουν περήφανα τα όρη
Για τον λεβέντη τον Γρηγόρη
Με την ελεύθερη καρδιά
Τρεις του Μάρτη του ΄57
Μια μέρα σαν τις άλλες
Ως εκείνη τη στιγμή
Που προδόθηκε ο Γρηγόρης
Σ΄ ένα κρησφύγετο στο Μαχαιρά
Μόνος τους Άγγλους πολεμά
Έχει μια πίκρα στη καρδιά
Ξέρει αυτός μα δεν μιλά
Τον όρκο που έδωσε κρατά
Και πέφτει για την λευτεριά
Δεν υπάρχει κανείς
Που να κάνει κουμάντο
Στη δική μας ζωή
Στη δική μας πατρίδα
Οι αφέντες εμείς
Δεν υπάρχει κανείς
Που να κάνει κουμάντο
Στη δική μας τη γη
Στη δική μας πατρίδα
Οι αφέντες εμείς
Και το φως που είν΄ εκεί
Στου Μαχαιρά τα όρη
Και μας καθοδηγεί
Είν΄ το φως του Γρηγόρη.
ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΧΑΙΡΑ
Πέταξαν τα πουλιά αλαφιασμένα μακριά
Να απομακρυνθούν από τους άγριους στρατιώτες
Όσο πιο γρήγορα μπορούσαν το προσπάθησαν
Λες και προαισθάνθηκαν εκείνο το κακό.
Μύριζε παντού βενζίνη και καμένα χόρτα
Έβγαζε καπνιές απ΄ το κορμί του το βουνό
Και κείνος καμένο δένδρο μεσ΄ στις στάχτες
Μαρτυρούσε το έγκλημα ανόμων εμπρηστών
Σαν άπλωσε σιγή τριγύρω στο τοπίο
Κι όλα ήταν τελειωμένα τώρα πια
Τέντωναν τα κεφάλια, να δουν μέσα στις στάχτες
Εκείνο τον Τιτάνα με τα ουράνια φτερά.
Αγκάλιασε το βουνό και φώναξε
"μη πλησιάζετε
Ξένους τούτη η γη δεν σηκώνει"
ΣΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΙ
Τα είπες όλα εκείνο το πρωί του Μάρτη
Με μια κίνηση του κεφαλιού προς τα πάνω
Που σήμαινε ένα μεγάλο όχι
Άλλαξες τις διαστάσεις του νησιού
Στο πολλπλάσιο
ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
Θα το θέλατε στα σίγουρα
Το αναγνωστικό σας
Να έχει για εξώφυλλο
Μια φωτογραφία του Γρηγόρη
ΚΑΙ ΣΤΑ ΤΕΤΡΑΧΡΟΝΑ ΠΑΙΔΙΑ
Όταν σας δείχνουν
Μια φωτογραφία του Γρηγόρη
Να ξέρετε
Να λέτε αμέσως το όνομά του
ΣΚΕΨΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΜΑΧΑΙΡΑ
Τον σκότωσαν λένε στον πόλεμο
Παράξενο πράγμα ο πόλεμος
Μα πιο παράξενο
Τρεις χιλιάδες να πολεμάνε με ένα
Και να τον καίνε με βενζίνη
Εμείς είδαμε ανθρώπους
Να μεγαλώνουν τα βουνά πιο πάνω
Και πιο πάνω από τα βουνά
Νά΄ ναι αυτοί
Σαν τον Γρηγόρη
Ήταν ένα βουνό ο Μαχαιράς
Σαν όλα τα άλλα.
Μέχρι που πήγε ο Γρηγόρης εκεί.
ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΣΤΟ ΜΑΧΑΙΡΑ
Το άγαλμα του Γρηγόρη Αυξεντίου
Δεν είναι ένα κομμάτι παγωμένο μέταλλο
Δεν είναι ένα κομμάτι από άψυχο ορείχαλκο
Έχει μέσα στις φλέβες του ζωή
Έχει κίνηση.
Σαν πάτε εκεί θα νιώσετε
Πως κάτι σημαντικό έχει να σας πει.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ
ΠΡΟς ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΕΣ
Μιλάτε για τον Γρηγόρη
Μιλάτε περισσότερο
Μιλάτε συχνότερα
Δεν έχουν πολλοί
Ένα Γρηγόρη
TA ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
Γρηγόρης Αυξεντίου
Να λένε τα παιδιά
Να λένε να λένε
Και να μην τελειώνουν
ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ
Πρέπει να μάθετε για το Γρηγόρη
Κι ' άλλα πολλά
ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ
Να γράφετε το όνομά το
Στα τετράδιά σας
Και οι καρδιές σας
Να πιάνουν τρικυμία
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΥΣΙΑ ΣΟΥ
όχι πεντήντα
Και εκατό χρόνια να περάσουν
Ο Γρηγόρης θα μας λιώνει
θα μας διαλύει
Και θα ξαναφτιάχνει τις ψυχές μας
από φως!
ΜΑΘΗΜΑ ΣΤΗΝ ΤΑΞΗ
Μια απλή καρτέλα με το όνομά του
Μέσα στην τάξη
Ανοίγει κεφάλαια ιστορίας
Ανοίγει κεφάλαια ελευθερίας
ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Όταν μύρισε τη βενζίνη
Ήξερε για το έγκλημα που ετοίμαζαν
Τώρα ήταν σίγουρος
Ότι τους νίκησε
ΣΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΙΙ
Αν μπορούσες να μας άφηνες
ένα χαμόγελό σου
πίσω από τον Μαχαιρά
δεν θα χρειαζόμασταν τον ήλιο
ΠΟΙΗΣΗ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ ΣΤΟ ΓΡΗΓΟΡΗ
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΜΗΝΑΣ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ
Μήνας της Άνοιξης ο πρώτος
Κι αντί για τ΄ άσπρα γιασεμιά
Μπαρούτι μύρισε ο τόπος
Πέφτουν στη γη νεκρά κορμιά.
Εκεί στα βουνά του Μαχαιρά
Ανατριχιάσανε τα όρη
Μόνος με τρεις χιλιάδες πολεμά
Κι αυτοί του ρίχνουνε βενζίνη
Τον καίνε μέσα στην φωτιά
Και το κορμί του έχει γίνει
Στάχτες με τα ξερά κλαδιά.
Μα εκεί ψηλά στο Μαχαιρά
Στέκουν περήφανα τα όρη
Για τον λεβέντη τον Γρηγόρη
Με την ελεύθερη καρδιά
Τρεις του Μάρτη του ΄57
Μια μέρα σαν τις άλλες
Ως εκείνη τη στιγμή
Που προδόθηκε ο Γρηγόρης
Σ΄ ένα κρησφύγετο στο Μαχαιρά
Μόνος τους Άγγλους πολεμά
Έχει μια πίκρα στη καρδιά
Ξέρει αυτός μα δεν μιλά
Τον όρκο που έδωσε κρατά
Και πέφτει για την λευτεριά
Δεν υπάρχει κανείς
Που να κάνει κουμάντο
Στη δική μας ζωή
Στη δική μας πατρίδα
Οι αφέντες εμείς
Δεν υπάρχει κανείς
Που να κάνει κουμάντο
Στη δική μας τη γη
Στη δική μας πατρίδα
Οι αφέντες εμείς
Και το φως που είν΄ εκεί
Στου Μαχαιρά τα όρη
Και μας καθοδηγεί
Είν΄ το φως του Γρηγόρη.
ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΧΑΙΡΑ
Πέταξαν τα πουλιά αλαφιασμένα μακριά
Να απομακρυνθούν από τους άγριους στρατιώτες
Όσο πιο γρήγορα μπορούσαν το προσπάθησαν
Λες και προαισθάνθηκαν εκείνο το κακό.
Μύριζε παντού βενζίνη και καμένα χόρτα
Έβγαζε καπνιές απ΄ το κορμί του το βουνό
Και κείνος καμένο δένδρο μεσ΄ στις στάχτες
Μαρτυρούσε το έγκλημα ανόμων εμπρηστών
Σαν άπλωσε σιγή τριγύρω στο τοπίο
Κι όλα ήταν τελειωμένα τώρα πια
Τέντωναν τα κεφάλια, να δουν μέσα στις στάχτες
Εκείνο τον Τιτάνα με τα ουράνια φτερά.