Που την ημέραν πόπεσες, γιόκκα μου, στο κρεββάτιν,
στους μελισσιώνες του χωριού, επίκρανεν το μέλιν,
αρμύρισεν τζ΄ ανόστισεν του κουπαδκιού το γάλαν,
τζαι τζηλαδούσιν τα πουλιά, τζαι φαίνεσται μ΄ εγ΄ κλάμαν.
στους μελισσιώνες του χωριού, επίκρανεν το μέλιν,
αρμύρισεν τζ΄ ανόστισεν του κουπαδκιού το γάλαν,
τζαι τζηλαδούσιν τα πουλιά, τζαι φαίνεσται μ΄ εγ΄ κλάμαν.