ΠΟΛΥΒΙΟΣ Σ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΜΟΝΑΞΙΑ ΣΕ ΔΙΠΛΟ ΚΡΕΒΒΑΤΙ
Νὰ μὴν ἀπομείνω μόνος
Νὰ μὴν ἀπομείνω ἔχοντας δίπλα μου
Αὐτὸ τὸ σαβανωμένο παρόραμα
Ποὺ τρυπώνει καὶ σὲ μάτια κλειστὰ
Τὴ γυρισμένη ἱδρωμένη πλάτη
Τὸ κουλούριασμα τῶν παγωμένων ποδιῶν
Τὰ σφιγμένα χέρια στὸ στῆθος
Τὸ ὁλόσωμο ἀναφιλητὸ
Τὸ φόβο τῆς ἄλλης μέρας
ΤΟ ΑΛΛΟ ΜΙΣΟ ΣΟΥ ΣΩΜΑ
Ἂς ἔλθει ἐπιτέλους
Εἰκόνα, μιᾶς στιγμῆς ἐκτύφλωση
Τὸ ἄλλο μισό, τὸ ζωντανό σου σῶμα
Καὶ καμιὰ ἂς μὴ μᾶς φέρει ἐλευθερία
῞Ο,τι πέρα ἀπὸ τὴν πληγὴ ποὺ μᾶς πλήγωσε
Ἐκεῖ νὰ μὴν τελειώνει ἡ λεκάνη σου
Ὅλο νὰ ξεδιπλώνεται κι ὅλο ν᾽ ἀνοίγει
Γοργόνα ὅλα γύρω νὰ μὲ τυλίγει
Πότε ἐπιτέλους θὰ φέρω τὰ πόδια μου;
Πότε θὰ σταματήσω
Νὰ μπαίνω καὶ νὰ βγαίνω σ᾽ ἕνα ὄνειρο
Ποὺ δὲν εἶναι δικό μου;
Ξέξασπρα μάτια, ξέξασπρα χείλη
Λευκὸ φῶς ἁπλωμένο στὰ στήθη
Πετρωμένοι καρποὶ παγωμένων χεριῶν
Τίποτε νὰ μὴ μπορῶ πιὰ νὰ μὴ βλέπω
Κι ὅλο νὰ σε γυρεύω
Κάτω ἀπὸ άναποδογυρισμένα μαλλιὰ
Οὔτ᾽ἕνα σημάδι προσώπου
Από τη συλλογή «Τὰ ποιήματα τοῦ Φεβραρη», ἐκδ. Κυπρογένεια, 1996, Κρατικὸ βραβεῖο ποίησης 1997.