Τρίτη 30 Ιουλίου 2019

ΑΣ ΧΑΘΕΙΣ... / Γεωργίου Εύα


Καταδικασμένος είσαι Ιούλη
Πόνο παντού να σπέρνεις
και ζωές να θερίζεις
Μακάρι μια μέρα
από τα ημερολόγια μας
να πάψεις να είσαι ορατός
Μας είσαι εντελώς ανεπιθύμητος
Αλλιώς φανταστήκαμε τα καλοκαίρια μας
Ανέμελα και χαρούμενα
Κι εσύ Ιουλη είσαι η παραφωνία
της εποχής μα και του χρόνου
Εφιάλτης της ζωής μας
Πάρε τις μέρες που σου απέμειναν,
και φύγε μακριά
Και μην ξανάρθεις ποτέ πια
με αυτό το όνομα
Χορτάσαμε βλέπεις μαύρο...

ΡΩ / Ιωσηφίδης Ιωσήφ



‘Ρω της Κύπρου’, ρητορεύει ο Πατρίκιος,
‘μελανέρυθρο η τραγωδία, θρήνος
δένδρων και ελεύθερων γαϊδουριών 
βράχος, στέρεη ρίζα των γερόντων,
ουράνια γέφυρα και κρίνο Αειπάρθενου.
Κύπριο κράμα: πέτρα, πυρ, δρόσος, αήρ. 

Δρέπω το ρόδι της φύτρας και κρατώ: 
όρθια ράχη ο Όμηρος, ο Ηρακλής, 
κραταιά ο Ευαγόρας, ο Κινύρας,
χάρις η Αφροδίτη, χρίσμα ο Λάζαρος, 
ο Ανδρέας, ο Βαρνάβας, ο Σπυρίδων,
δρυς ο Γρηγόρης, χρέος η Κανακαριά.
.
‘Ρερητόρευκα το ρερητορευμένο ρω’, (1)
τεκμαίρει ο Πατρίκιος εύχαρις, ‘άρα, 
τα πάντα ρεί, με μαρτυρούσα εξαίρεση 
το ρω του Χριστού και της Ιστορίας μας.’ 
.
(1) ‘Ρερητόρευκα το ρερητορευμένο ρω’, το είπε ο Δημοσθένης όταν θεράπευσε τον ρωτακισμό του (τη μη ικανότητα προφοράς του ρω) εναποθέτοντας στη γλώσσα του βότσαλα για ενδυνάμωση των μυών της γλώσσας.
.
Από την Ποιητική Συλλογή ‘ΠΕΡΙ ΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ’, Εκδόσεις ΠΑΡΓΑ, Λευκωσία, Αθήνα, 2010.

Κράτησα κονσερβοκούτι / Ανδρέου Ειρήνη


Μη δίνεσαι ολόψυχα
κι απ' την αρχή μην κρίνεις...
μην βγάζεις τα εσώψυχα
στο έλεος θα μείνεις.
Του πάθους λάθη τραγικά
πληρώνονται με αίμα ..
κι αν η καρδιά τον νου νικά
τυφλός είσαι σε ρέμα.
Αδέσποτα σκυλιά πολλά...
φίδια , οχιές παραμονεύουν...
μην ξοδευτείς ποτέ σ' αυτά.
Για να φάνε σε θωπεύουν.
Αν το χέρι τους απλώσεις
χωρίς αυτό ίσως βρεθείς..
φίδια κι αν εξημερώσεις
απ' την φύση τους θα προδοθείς.
Δεν αλλάζουν οι ανθρώποι...
προσποιούνται από συμφέρον.
Θα σου μείνουνε οι κόποι..
βαρύ στα στήθια στίγμα φέρω:
Κράτησα κονσερβοκούτι
ενώ είχα περιβόλι..
χόρτασαν Ιούδες, Βρούτοι
κι άφαντοι γίνανε όλοι.
Την κονσέρβα θα φυλάξω..
κράτησα σπόρους και βολβούς
τον μπαξέ να ξαναφτιάξω
μ' ανεμοθραύστες και φραγμούς...
από το βιβλίο "Της ψυχής μου τα κομμάτια"

Αγάπη / Αθως Χατζήματθαίου


Κάθε πρώι
Που ανοίγω τα μάτια
Και κοιτάω τον ήλιο
Που ανατέλλει
Σκορπίζοντας γύρω
Το φως της ζωής,
Διερωτούμαι
Πόσο όμορφος θα ήταν ο κόσμος
Εάν και ό ήλιος της ψυχής μας
άνθιζε γλυκά
και η λάμψη του
φώτιζε με τα χρυσά χρώματα του
τ΄ανήλιαγα δρομάκια της καρδιάς μας
αναστένωτας με ένα φιλί
την αγάπη
που βυθισμένη σε χειμεριά νάρκη
το αρνείται επίμονα.

Σ'ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΝΗΣΙ ΠΟΥ ΛΕΓΕΤΑΙ ΚΥΠΡΟΣ. / Μαρούλλα Παναγου


Σαράκι η νοσταλγία
μαζί σου κάθεται παρέα,
σαν ένα παραμύθι του χθές
και σου κρατάει το χέρι ,
σ'εκείνο το νησι
π'άφησες πισω.
Η προσμονή τραβάει τον δρόμο της
και το σκυμένο κεφάλι
της ανήμπορης θέλησης
Βάζει όρκο ,για άλλη μια φορά.
Κάποτε θα διαβεί τούτο τον δρόμο .
Ολους τους δρόμους
όλα τα στενά .
Να προσπεράσει τις μαντηλοφορούσες μάνες
στο κοσκίνισμα του σταριού .
Τα παιδια σκορπιστά κρυφτούλι
και τον απογευματινό περίπατο
παρέα στο χαμόγελο
ν'απαντά στην πλατιά “καλησπέρα.”
Τι θέλουν Θεέ μου απόψε
όλες τούτες οι θύμισες ;
Τι γυρεύουν να τυραγνούν τον ύπνο
που δεν υπάρχει περίπτωση
να ξαναγίνει λευκός.
Πολύ διαπεράστικές οι κραυγές της απόγνωσης
Πολύ ανατριχίιλα στα κόκκαλα
κι αναπαμός δεν υπάρχει από τότες
που ο ήλιος έγινε γκρίζος,
μπροστά στην κραυγή
του πληγωμένου δάσους
Οι ακτίδες έσμιξαν στο δάκρυ της μάνας
με τ'απλωμένα χέρια ,
που άδεια τριγυρίζουν και ψάχνουν
ενω τα βαθουλωμένα μάτια
γαντζωνονται στην φούστα της ελπίδας.
-Μην φύγεις ! Εσύ απόμεινες
παρακαλούν καρφωμένα
στην νάρκη του σήμερα που θέλει να ξεχάσει.
Κι άλλο τόσο θέλει να θυμάται τότες.
Τις ανθισμένες λεμονιές που συντροφιά τον αγέρα
τραγουδούσαν τον ποταμό του Καραβά.
Την κοπελιά με τους πορτοκαλανθούς στα στήθια
που πρόσμενε τον έρωτα
κι η ευτυχία ονειροπόλα την καλημέριζε.
Μα 'ήταν άραγες χθές ;
η πέρσυ; ή στον περασμένο αιώνα;
ρωτά η κουρασμένη προσμονή
μοιρολογώντας τα νεκρά όνειρα
και δακρύζει το φεγγάρι .
Τ' αστέρια ψάχνουν για την χαμένη τους λάμψη
μέσα στα βουρκωμένα μάτια του παιδιού
που γυρεύουν τον χαμένο πατέρα.
Κι ο μαρμαρωμένος Διγενής
νιώθει βαρειά στα χερια του
την πέτρα του Ρωμιού ,
σαν περιμένει διαταγή
για να την ρίξει απέναντη
Εκει! Στην ανοικτη απαλάμη του Πενταδάκτυλου
Οπου τα σπίτια της καλής του
(Σπιτια της ρήγαινας τα λένε )
προσμένουν τ'αθάνατο νερό
μαζί και τους εγκλωβισμένους ,κι οι δρόμοι κλειστοί
Δεν ξεχνώ ! Δεν θα ξεχάσω!
υπόσχονται τα λευκα περιστέρια
με διπλωμένες φτερούγες
εκεί στην στράτα της υπομονής.
Που αιώνια προσμένει την απούσα δικαιοσύνη.
Που και που λκάποιο τρελλό πιτσούνι
επαναστατεί πνιγμένο στην αδικία
και πετάει απέναντι .
Να ξεσκίσει την μισητή ημισέληνο
Προλαβαίνει το πολυβόλο
μα ξεψυχά κελαϊδώντας .
Σαν έστω για λίγο οι δυνατοί
Να θυμηθούν εκείνο το νησί
που λέγεται Κύπρος .
Η αγανάκτηση ξωπίσω του κρυφοβράζει
στις άδειες υποσχέσεις.
Και πώς πέρασαν θεέ μου
όλα τούτα τα χρόνια,
γεμάτα προσμονή
Οτι μια μέρα θα διαβούμε ξανά
Κείνο το δρόμο ,κείνο το στενό .
Και θ ακαλωσορίσουν τον ερχομό μας οι αυλές
Σαν ο καμπάνες, απ 'άκρη σ' άκρη στο νησί
Θα σημάνουν ανάσταση .

AΛΗΘΙΝΗ ΦΙΛΙΑ / Νικηφόρου- Θεοκλή Αντρούλλα


Στον κικυώνα της ζωής,
να περπατάς μονάχος,
είναι κομμάτι δύσκολο,
και ας περνιέσαι βράχος!
Είς την ζωή ο άνθρωπος,
ψάχνει γιά τη φιλία,
το πώς θα βρείς την αληθινή,
μεγάλη δυσκολία.
Να έχεις φίλο αληθινό,
μα όχι γιά συμφέρον,
να νοιάζεται γιά σένανε,
νάχει ενδιαφέρον!
Είς το ταξίδι της ζωής,
αμέτρητοι οι φίλοι,
φίλοι έρχονται προσωρινά,
σαν φύλλα φθινοπωρινά!
Ο φίλος ο αληθινός,
είναι σαν το διαμάντι,
αν σου γελάσει η τύχη σου,
και δείς ένα σημάδι,
τότε είσαι τυχερός,
βρήκες πολύτιμο πετράδι!
Αληθινός φίλος,θ´αγγίξει την ψυχή σου,
και συνοδοιπόρος θα γινεί σε όλη τη ζωή σου.
Φίλος θα είναι δίπλα σου,στη πίκρα και στο πόνο,
πάντα για συμπαράσταση με το καλό του λόγο.
Αληθινός φίλος,αυτός που θα σε κοιτά στα μάτια,
και στα δύσκολα να γίνεται κομμάτια.
Η χαρά σου,νάναι χαρά του,
και να χαίρεται μέσα άπ´τη καρδιά του!
Τη ζήλια ,το φθόνο να μην γνωρίζει,
μόνο αγάπη στο φίλο να χαρίζει.
Τις σκέψεις σου να τις διαβάζει,
και στα δύσκολα να μην διστάζει.
Σαν τα πάζολ οι φίλοι οι αληθινοί,
ενώνουν τα κομμάτια τους,
μιά γροθιά κάνουν την δύναμη τους,
γίνονται ανίκητοι μέσα εις τη ζωή τους.
Λέξη ιερή,η αληθινή φιλία,
πρέπει να την τιμούμε,
τούς φίλους που είναι δίπλα μας,
βαθειά να αγαπούμε!

Σάββατο 27 Ιουλίου 2019

ΜΗΝΥΜΑΤΑ ! ΕΡΥΘΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ / Νικηφόρου- Θεοκλή Αντρούλλα



20 Ιουλίου 1974,τουρκική εισβολή,πόλεμος,φωτιά,
κατατρεγμός,φυγή,προσφυγιά,αιχμαλωσία,
εγκλωβισμός,θάνατος....
Φόβος ανείπωτος κλείει τό στόμα.Σωπαίνεις....
Κόμπος στό λαιμό,γοερό τό κλάμα,
περιμένοντας άπ´τό Θεό,να γίνει ένα θαύμα!
Στόν ουρανό υψώνονται τά μάτια,
πώς θ´ανεβείς τού γολγοθά τά δύσκολα σκαλοπάτια;
Αγγελιαφόρο έταξε ο πανάγαθος Θεός,
να γίνει μεσάζοντας ,ο Ερυθρός Σταυρός,
να φέρνει καί να παίρνει,
μηνύματα παρηγοριάς,
μέσα στά δίχτυα τής σκλαβιάς.
Μηνύματα!Πώς να χωρέσει ένα τόσο δά χαρτί,
τόν φόβο ,τό πόνο πού επικρατεί;;;
Αιχμάλωτοι στό σπίτι σου ,στό χωριό σου,στό τόπο σου,
άκρα σιωπή ,βαθειά κρύβεις τόν πόνο σου.
Διέξοδος,βοήθεια ο Ερυθρός Σταυρός,
μηνύματα στούς συγγενείς ,γίνεται βοηθός.
Κάθε λέξη,μιά γρατζουνιά,
μέσ´τή ψυχή καί στή καρδιά.
Είμαι καλά!είμαι καλά...γράφω στό χαρτί,
κάνω υπομονή,ίσως μιά άσπρη μέρα να φανεί.
Μηνύματα ελεγχόμενα,τίποτε παραπάνω,
η καρδιά κτυπά ανελέητα,φόβος σκιάζει τή ψυχή,
κακά τα ψέματα,γλυκειά είναι η ζωή.
Μηνύματα,η μόνη ελπίδα,σάν άγιο φώς προσμένεις,
δυό λέξεις γιά παρηγοριά,
να απαλύνει,τόν πόνο στή καρδιά,
μέσα σε τούτη τή σκλαβιά.
Πολλά θέλεις να γράψεις στό χαρτί,
μα η θηλειά στό λαιμό,σε τρομοκρατεί.
Είμαι καλά..αυτό αρκεί,
μήν σε βρεί κακό,
στό καβούκι σου,έχεις κλειστεί.
Όλα καλά...πρέπει να γράψεις...
τίποτε κακό ,να μήν τό περιγράψεις.
Μηνύματα Ερυθρού Σταυρού!
Πέρα από τό Πενταδάκτυλο,
δυό άσπρα περιστέρια,
κάνουν διαδρομή,
καί φέρνουν τα χαμπέρια.
Στήν Κερύνεια,στό Dome hotel,
στό Αββαείον του Πελλαπαϊς,
πολλούς τόπους έχουν να πάσι,
ακόμα θα πετάξουσι,καί πέρα,στό Καρπάσι.
Στό ράμφος τους μηνύματα,
πάντα θα κουβαλούσι,
ελπίδα καί παρηγοριά,
πώς λευτεριά θα δούσι.
Ο φόβος πετρώνει στή καρδιά,
λυγίζουνε τά πόδια,
ο γολγοθάς ανηφορικός,
έχει πολλά εμπόδια.
Μηνύματα...αναπτερώνεται τό ηθικό,
ωσάν τό περιστέρι θέλει γιά να πετάξει,
να βγεί στίς ρούγες ,στά στενά,
καί λευτεριά ν´αδράξει!

Τετάρτη 24 Ιουλίου 2019

ΑΣΚΗΣΗ ΕΠΙ ΧΑΡΤΟΥ / Χαραλαμπίδης Άγις


Το σκηνικό αριστοτεχνικά στημένο
αναμένεται η τελική απόφαση
με κάθε τρόπο πρέπει ν’ αποκλεισθεί η αποτυχία‧
σε στάση προσοχής
οι εκτελεστές, το πλήρωμα της αρμάδας
οι τηλεοπτικοί σταθμοί, τα ραδιόφωνα…
Για την κατάκτηση του τροπαίου
η σκηνοθεσία μοναδική
όλα τόσο τέλεια, τόσο αληθινά
σαν εξίσωση μαθηματική‧
στ’ αναρχικά αισθήματα
είχανε κιόλας περασθεί οι χειροπέδες‧
απομένει η εκτέλεση.
*
Άγις Χαραλαμπίδης, Δεκέμβρης 2008
«ΒΗΜΑΤΙΣΜΟΙ» Εκδ, ΑΝΕΥ, 2010

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΑΥΡΙΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ / Ιωσηφίδης Ιωσήφ


Εκεί, στα μέρη τα εφήσυχα,
εκεί που τρώγαμε τον περίδρομο,
μπροστά μας αρχάγγελος ξεπρόβαλες
με το σημειωματάρι σου φτερούγα,
με το καλαμάρι σου σπαθί,
.
και σώριασες το σώμα σου στο τραπέζι μας
και τινάχτηκαν τα μαχαιροπήρουνα στον αέρα,
όπως τα αργύρια στο Ναό του Σολομώντος
και εκσφενδονίστηκαν οι σούβλες στα κεφάλια μας,
όπως το λιθάρι του Δαβίδ στο κούτελο του Γολιάθ.
.
Πρόλαβες πέφτοντας και ψέλλισες: "Τετέλεται.
Βάλτε με να κοιμάμαι ακοίμητος εκεί που δεν τολμάτε"
κι άπλωσε το μύρο σου σε Καρπασία και Αχαιών Ακτή.
.
Από τότε επιστρέφεις τα βράδια άγγελος και δάσκαλος
μέσα από υπόγεια φαράγγια που μας έσκαψες διάβαση.
Μέσα οδηγείς μανάδες να συναντήσουν γιους από το χτες,
μας καλείς να ζήσουμε στη ρίζα μας, στα άβατά μας μέρη
σ' όλα που δανειστήκαμε απ' τα παιδιά μας
και θα τα επιστρέψουμε.
.
Και συ να δασκαλεύεις στη μέση, κρυφό σκολειό ψυχών,
ενώ από πάνω σου ο Σολωμός και ο Κάλβος να πετάουν
και να σε ραίνουν μ’ ένα ματσί βασιλικό.
.
Σημείωση: Ο Καρπασίτης συγγραφέας Γιάννης Σταυρινός Οικονομίδης, πρόσφυγας στη Λάρνακα, σαν πέθαινε ζήτησε από τα ΗΕ να τον θάψουν στην κατεχόμενη γη που τον γέννησε, κοντά στους συγχωριανούς του που παρέμεναν εγκλωβισμένοι με τα παιδιά τους.
.
Από την Ποιητική Συλλογή «ΔΙΑΔΡΟΜΗ Α’- Ές πόθ’ έρπες», Ελδόσεις ΣΜΙΛΗ, Αθήνα, 2001.

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2019

ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΡΟΥΛΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ-ΣΤΑΥΡΟΥ




                          LITERATURA ET ARTES                e-mail: literetart @ gmail .com       



ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΡΟΥΛΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ-ΣΤΑΥΡΟΥ
ΣΕΙΡΑ:ΤΕΤΡΑΔΙΑ

  1. «Οι μοντέρνες γιαγιάδες κάνουν επανάσταση» (έκδοσης 2019 )
Ιστοριούλα από την καθημερινή ζωή, για παιδιά Δημοτικού.

και

  1. «Η πεταλούδα που έχασε το δρόμο της» (έκδοσης 2019)
Ιστοριούλα από την καθημερινή ζωή, για παιδιά Προσχολικής
και Πρώτης Σχολικής ηλικίας. 


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ

1.   ΟΙ ΜΟΝΤΕΡΝΕΣ ΓΙΑΓΙΑΔΕΣ ΚΑΝΟΥΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

-      Ε, δεν μπορεί να είμαστε όλες οι γιαγιάδες οι ίδιες! Εμείς είμαστε αλλιώς.
-      Αλλιώς, αλλιώς… φώναξαν οι μοντέρνες γιαγιάδες.
-      Και τα εγγονάκια μας να μας λένε:
«Γιαγιά εσύ δεν είσαι σαν τις γιαγιάδες που βλέπουμε στα βιβλία. Είσαι αλλιώς. Διαφορετική… ».
Αυτό είπαν όλες οι γιαγιάδες της παρέας
[…]
-      Γιατί λοιπόν να μην μας βάζουν κι εμάς στα βιβλία;
-      Αυτό είναι πολύ άδικο. Γι’ αυτό πρέπει να
κάνουμε επανάσταση.
-      Ναι, ναι επανάσταση! φώναξαν όλες. Ε-πα-να-στα-ση!
-      Ε- πα- να – στα - ση! Φέρτε σημαίες, φέρτε λάβαρα, φώναξαν  ενθουσιασμένες.

2.   Η ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ ΠΟΥ ΕΧΑΣΕ ΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΗΣ

Μια μικρή πεταλούδα μπήκε στο σαλόνι από το ανοιχτό παράθυρο. Ήταν φοβισμένη και δυστυχισμένη. Το δωμάτιο ήτανε σαν φυλακή.
Σιγά-σιγά η ώρα περνούσε και ήρθε το βράδυ. Οι νοικοκύρηδες του σπιτιού έκλεισαν τα παράθυρα του δωματίου και πήγανε για ύπνο.

Της πεταλουδίτσας δεν της άρεσε καθόλου που έμεινε κλεισμένη  μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο.  Το μόνο που μπόρεσε να κάνει ήταν να πιαστεί από τον τοίχο και να κοιμηθεί εκεί ώσπου να ξημερώσει.
Το άλλο πρωί, ήταν ακόμα φυλακισμένη εκεί μέσα και άρχισε πάλι να πετά απελπισμένη γύρω - γύρω στο δωμάτιο, μήπως έβρισκε τρόπο να βγει από τη φυλακή που ήταν κλεισμένη.   Άραγε θα τα καταφέρει;

****

Εκ πεποιθήσεως της συγγραφέως, δεν θα γίνει εκδήλωση παρουσίασης των βιβλίων. Όσοι ενδιαφέρονται να το προμηθευτούν μπορούν να αποταθούν στην ίδια, στην ηλεκτρονική της διεύθυνση: roulastav@gmail.com

Παρασκευή 12 Ιουλίου 2019

Αλεξία Βίκτωρος (μικρό βιογραφικό)



Η Αλεξία Βίκτωρος γεννήθηκε και κατοικεί στη Λευκωσία. Είναι φοιτήτρια του Πανεπιστημίου Κύπρου. Κέρδισε δύο φορές το Πρώτο Βραβείο Ποίησης στον Παγκόσμιο Διαγωνισμό για την προώθηση της Γαλλικής Γλώσσας που διοργάνωσε ο Σύνδεσμος Μελών του Τάγματος του Ακαδημαϊκού Φοίνικα ΑΜΟPA (2017 και 2019). Παράλληλα, κέρδισε βραβεία και είχε διακρίσεις σε πολλούς διεθνείς, πανελλήνιους και παγκύπριους διαγωνισμούς ποίησης.

Σύμφωνα με την ποιήτρια : Η ποίηση είναι η προέκταση της τέχνης. Είναι η τέχνη που επιτρέπει την εισδοχή σε έναν αλλιώτικο κόσμο είτε χειρότερο από αυτόν που ζούμε είτε καλύτερο, διεγείροντας όλες τις αισθήσεις. Είναι ίσως η έκτη αίσθηση. Η αίσθηση που δεν μπορεί να ελεγχθεί. Είναι ένα αμάλγαμα από όλες τις τέχνες, που φθείρει, αλλά δε διαφθείρει την ψυχή του ποιητή. Είναι ίσως η μοναδική ευκαιρία που δίνεται στον κόσμο, έτσι ώστε να λυθεί το άλυτο αίνιγμα της ζωής.

Αλατερό νερό / Ανδρέου Παύλος


"Βίρα τις άγκυρες", τρέκλισε ο καπετάν.
Δια του απολακτίσματος του Ιουνίου,
αλατερό νερό πανταχόθεν αναπηδά. 
Το παραμιλητό του Ιουλίου,
τοπία παρμένα αντιποιητικά.
Ψάθες αφυδατωμένες περιδινούνται
στων πέντε ανέμων την αχρειότητα.
Η ποίηση σα μια διόπτρα που συμπονά.
Επιτρέψαμε να συμβεί το ειδεχθές έγκλημα.
Αποδεικτικό της απουσίας μας.
Σε μια κάσα αδιεκδίκητα
οι ποιητές μεμονώθηκαν
μισοπεθαμένοι σε κιβούρια ξενικά.

Πυρίτιδα / Ανδρέου Παύλος


Ένας άβατος κόσμος
ενιστάμενος στο ξέθαμμα.
Το άυλο της ψυχής 
πάνω από μια φονική βάση.
Πόσα εμπορευματοκιβώτια
στο νεκροσέντονο της πυρίτιδας
ενώθηκαν με της πυρκαγιάς το φως;
Πόσες ψυχές συνθηκολόγησαν
νικηφόρα με τον θάνατο;

Άτεγκτοι ορίζοντες / Βίκτωρος Αλεξία


Ο μόσχος των ανθών πρόφτασε να πνίξει τη συννεφένια αργώ στον βυθό.
Βουλιαγμένη,
στα κρυστάλλινα νερά του κάμπου.
Οι Ροβινσώνες επέπλεαν.
Το μαυριδερό πανί βάφτηκε κοκκινωπό
και ξαφνικά σα να αναδυόταν η αγγελόκτιστη αυγή.
Σιγή τάφου περιέβαλλε την κατώτερη άβυσσο.
Ατάραχα βογκούσε και στέναζε μες στη βουβή συγχώνευση των ριγών.
Αναταραχή στην επίμαχη αγγελική κατάληξη.
Η γη δεν αντιδρά.
Μάλλον, τα σύνορα έμαθαν να μην κάμπτονται σήμερον.
Μόνο ο παραδεισένιος αγέρας ανατριχιάζει με τιτανικές ρωγμές.
Η κάτοψη, φαίνεται,
είναι βοηθητική.
Εξασφαλίζει περίοπτη θέση.

Χάρη / Ανδρέου Παύλος


Είχες την τύχη, ίσως και τη μία χάρη.
Από το άνω βουερό στερέωμα
αυτόφωτους αγγέλους να κλέβεις. 

Από το κούφιο και το άδικο
σε παρότρυναν ν' απέχεις.
Με ελαφρυντικά και άλλοθι
την αντοχή σου να μη χαλκεύεις.
Τα μανίκια σου σήκωναν κατάκοπα
του φωτός οι άγγελοι της νίκης,
με τούς αγκώνες τους ορμώμενοι στο χώμα,
και μες στη σκάφη
τ' αδιάπλαστα προσηλύτιζαν,
και σε μυσταγωγίες ευλαβικά τα γαλουχούσαν. 

Λέχος / Αλεξία Βίκτωρος


Φώλιασε η ψύχρα μες στην ευνή.
Λεπιδόπτερα σκεπάστηκαν με το χώμα.
Ο ουρανός,
σκέπη γερο-κεντουμένη.
Μες σε μια χούφτα καλλίφωνων,
σάρκες ξάπλωσαν.
Πλάι σε τιτιβίσματα, ο ήχος πάλευε να μην αλλάξει πρόσωπο.
Να παραμείνει φαιδρό.
Στην Οδό Ονείρων,
παρατηρείς:
Οι αστερισμοί ξεκαρφώθηκαν από το γαλανοσέντονο.
Προίκα άδωρη η κατοικία μες σε ανθοφόρους,
άμα η διαδρομή δεν είναι αυτή που οραματίστηκες.
Θλιμμένοι καρτερούμε χούφτες χρυσού στο περβάζι.
Το μονοπάτι δε μας ικανοποιεί...
Ακόμα και με τα αηδόνια για κτερίσματα.

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

Πραματευτής άστρων / Αλεξία Βίκτωρος


Ολόφωτο σκοτάδι απλώθηκε στης σιγαλιάς τον ίσκιο.
Λιμνάζουν οι κυματισμοί αρχοντικών μετάλλων.
Λουτρό χρυσανθέμων. 
Τεντωμένος ο Αυγερινός.
Άποικος μες στην αστροφεγγιά.
Συνταξιδιώτης του ηλίου.
Πυγολαμπίδα,
ακατέβατη από το μαύρο πέπλο.
Ανένδοτε αγοραστή,
για σένα πλάστηκε ο ουρανός.
Ο ήλιος,
για σένα θυσίασε το κομπόδεμα φωτός του.
Το εμπόρευμα εξαντλήθηκε,τώρα πια.
Δεν υπάρχουν άλλα άστρα, για κατανάλωση.

Τετάρτη 3 Ιουλίου 2019

BHMATA / Αθηνά Τέμβριου


Περπατά βιαστικά προς τα σύνορα ψευδαισθήσεων,
Κυνηγημένος, με τον φόβο να στάζει στο χιόνι πορφύρα,
μ’ ένα τσουβάλι αναμνήσεις στους πλατιούς ώμους.
Στο δεξί του χέρι ερείπια, σκόρπια σκόνη και πρόκες.
Στ’ άλλο ένα παιδί, με τα μάτια καρφωμένα στη γη.
Πως ν’ αντικρύσει ξανά την πατρίδα
με τον ξένο σπόρο στα σπλάχνα της;
Ο κόσμος σαν φύλλα ριγμένα στο χώμα
κι αυτός ο άνεμος, ο εξ ανατολής,
μανιασμένος συρρικνώνει τα γκρίζα περάσματα.
Τα παιδιά είναι πουλιά μαρτυρά ένα βλέμμα,
μα ο ουρανός μαβής κι αλλοπρόσαλλος
σαν τον χειμώνα, τον παραμορφωμένο Πολύφημο.
Που να κρυφτείς «Οδυσσέα»; Τα τραίνα είναι γεμάτα κορμιά,
οι οσμές θυμίζουν ακόμα πολέμους κι ολοκαυτώματα.
Οι βαριές ανάσες των υπευθύνων βρωμάνε,
δεν αχνίζουν ανοχή ή ενοχή·
σκέψεις – φίδια σέρνονται γύρω κι οδοιπορείς
με τους στρατούς ανάμεσα σε μέρα και νύχτα.
Μια διάπλατη πύλη η Άνοιξη στη θωριά της Νέμεσης
και το δάκρυ θάλασσα ελέους.
Αίμα και σώμα παιδιού! Κι η Αντιγόνη
φιγούρα που ξέβρασε το κύμα με λύσσα.
Νωπά τα απολιθώματα στους ανεμοδαρμένους βράχους,
μικραίνουν οι αποστάσεις, γοργά τα βήματα. 

Ποιητική Συλλογή: Ανάμεσα στους Ήχους

ΑΣ ΉΜΟΥΝ / Πανάγου Μαρούλλα


Να 'ημουν το τριαντάφυλο
και η δική σου μούσα
πάντοτε εκατόφυλλο
να μην φυλλοροούσα
Κάθε μου φύλλο και φιλί
εγώ να σε κερνούσα
και πάνω σε δενδρού κλαδί
για σέ να κελαϊδούσα
Σους στίχους σου η έμπνευση
Στα λόγια σου τραγούδι
στ' όνειρο η αλήθευση
στον κήπο σου λουλούδι
Για να σε ραίνω μυρωδιά
καθε πρωϊ και βράδυ
Στον έρωτά σου η καρδιά
το φώς μες στο σκοτάδι
Κάθε ευχή να έκανα
για σε πραγματικότη
Στην αγκαλιά σου να 'φθανα
Τότε στην πρώτη νειότη
Μα κι αν στο δείλη βρίσκεται ,
σαν έφηβη η καρδιά μου
για σεν'ανταποκρίνεται
και χαιρετ' έρωτά μου 

Τρίτη 2 Ιουλίου 2019

Γράμμα στη μάνα μου του Παπαλάζαρου Νεόφυτου (δολοφονηθείς σε ηλικία 17 ετών στην Μητρόπολη της Πάφου)


του Νεόφυτου Παπαλαζάρου

Μάνα,
Από καιρό έλεγα να σου γράψω
Να σου λεγα για χίλια δύο πράγματα.
Εδώ στη ξενιτειά ατέλειωτες η ώρες που σε έχω ανάγκη.
Πήρα να σε ζωγραφίσω με το γλυκό σου πρόσωπο,
Δακρυσμένα μάτια,
Σκασμένο στα χείλη χαμόγελο
«Μάνα μαυροντυμένη”.
Μάνα,
κλαίς ακόμα σιωπηλά κάτω από τις φωτογραφίες των δύο παιδιών σου;
Κρατάς ακόμα αδειανές τις δύο καρέκλες στο τραπέζι;
Ψέματα σου είπαν μάνα πως πώς χάθηκαν
Δεν τους ακούς;
Κάθε βράδυ την πόρτα σου χτυπούν.
Στο σκοτάδι δεν τους βλέπεις;
Δύο αστέρια αγκαλιασμένα,
Δείχνοντας σε μας την ορθή πορεία.



Δολοφονήθηκε από μέλος της ΕΟΚΑ Β μέσα στην Μητρόπολη Πάφου, 
ο 17χρονος Κυριάκος Παπαλαζάρου....

ΔΑΚΤΥΛΑ ΤΥΦΛΑ / Ιωσήφ Σ. Ιωσηφίδης

Μόνο περήφανος ένιωθα για τα δάχτυλά μου,
σαν μετρούσαν χρήματα, χτήματα, βλήματα
κι έδειχναν τον αθώο του αιώνα για απατεώνα,
σαν υπέγραφαν πόλεμο κι έσβηναν την ειρήνη,
σαν τράβαγαν, έσπρωχναν, ένευαν ή κούρδιζαν
κι έσφιγγαν, έστριβαν, στραγγάλιζαν,
σαν έκλεβαν κι έκρυβαν τεκμήρια τόσα
και πίεζαν το κουμπί για δεινά άλλα τόσα.
.
Τότε ήρθες και πήρες τα δάχτυλά μου
απαλά και αιθέρια να τα μάθεις το πώς
να σμίγουν με τα δικά σου που καλούν,
να αγγίζουν με αύρα τη γεωγραφία της αγάπης,
να σε περιδιαβάζουν απ’ τη φτέρνα στο μέτωπο,
να δονούνται με το λίκνισμα της μέσης σου,
να απλώνουν μαγικά στο στήθος σου,
στην ακτή των χειλιών σου που με προσκαλούν.
.
Μα αυτά τα δάχτυλά μου είναι ακόμα τυφλά
αφού δεν βλέπουν το αόρατό σου, το άδηλο,
τυφλά ν’ αγγίξουν τη δροσιά της φλόγας σου,
να δουν, να πιστέψουν και να χαϊδέψουν
το μέσα σου χαμόγελο, το μέσα σου άστρο
.
ώριμος καρπός για όσους κατέχουν τη σκάλα.
.
.

Από την Ποιητική Συλλογή «ΔΙΑΔΡΟMΗ Γ’-Έρως Απείρως», 2007, Εκδόσεις ΕΝ ΤΥΠΟΙΣ, Λευκωσία

[Το κλάμα τής νύκτας] / ΔΕΣΠΩ ΠΗΛΑΒΑΚΗ

Το κλάμα τής νύκτας
σημάδεψε κάθε μου κύτταρο
Κάθε κομμάτι του κόσμου μου
Στην πόλη στο χωριό
στο σπίτι στη δουλειά
στο βουνό ή στη θάλασσα
με ακολουθεί αυτός ο θρήνος
τής μαυροφορεμένης
νύκτας τής ζωής μου
Περιμένοντας να ξημερώσει
φύγαν τα χρόνια
προσμένοντας του ήλιου το γέλιο
δέν βρηκα χρόνο να εκτιμήσω
το αδύνατο φώς του φεγγαριού

Το οξυγόνο / Χατζηματθαίου Άθως


Τυχαία χθες συνάντησα, ένα παλιό μου φίλο
να τριγυρνά στης μοναξιάς, τ’ αδιέξοδο σοκάκι
ξεθωριασμένο το μπλουτζίν, σκισμένο φανελάκι
απ’ το λουρί του έσερνε, με κόπο ένα σκύλο.
Η πείνα του μαστίγωνε βίαια το κορμί του,
το πρόσωπο του σκυθρωπό, ένα σωστό ναυάγιο
κουρελιασμένη η ψυχή, βλέμμα βουβό και άδειο.
Με κόπο έβγαινε βραχνή, στα χείλη φωνή του.
Για πέντε χρόνια άνεργός, χωρίς ευρώ στην τσέπη,
στους κάδους μέσα έψαχνε, τη πείνα να νικήσει
οι φίλοι του τον ξέχασαν, ποιο ώμο ν’ ακουμπήσει;
Είχε ξεχάσει από καιρό, τα πρέπει ή δεν πρέπει.
Τελειώνει μου ψιθύρισε φιλέ μου τ’ οξυγόνο.
Πού να αφήσω το σκυλί σαν φύγω, πες μου μόνο;

Περιπλανήσεις / Χατζηματθαίου Άθως

Από τη βραβευμένη ποιητική συλλογή
Υστερόγραφο 41 σονετα


Με σκοτεινό χαμόγελο ο ήλιος μάς κοιτά,
σ’ ένα παλιό χαμόσπιτο, σε τοίχο γκρεμισμένο.
Σε γκράφιτι που σώθηκε σίγουρα η μπογιά
κι έμεινε το βλέμμα του, κάπως ξεθωριασμένο.
Μια γάτα στο παράθυρο, με μάτια ανοικτά,
κρυμμένη στο πλινθόκτιστο περβάζι, να χαζεύει.
Ένα σπουργίτι αδιάκοπα, το ράμφος να κτυπά,
το τζάμι στο απέναντι, λες κάτι να γυρεύει.
Κι ο μεθυσμένος, μ’ αδειανό μπουκάλι, περπατά,
παραμιλώντας, βρίζοντας την άδικη του μοίρα.
Και μες στο παραμιλητό, δακρύζοντας πετά,
το αδειανό μπουκάλι του , σκάρτη ζωή και στείρα.
Κι η γάτα απ’ τον φόβο της τρέχει να κρυφτεί
Κι αυτός στο πεζοδρόμιο, πέφτει να κοιμηθεί.