Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018

ΣΚΕΨΕΙΣ / Αντρούλλα Θεοκλή Νικηφόρου



Κλειστά τα μάτια και τ´όνειρο σε πάει μακριά
σε ονειρεμένα μονοπάτια απάτητα,
σε παραδεισένια όαση,
που ξαφνικά τελειώνει,
κι αρχίζει η κόλαση.
Ατέλειωτη έρημος και συνεχίζουν τα όνειρα,
σε ερημικά μονοπάτια,
τα ίχνη χάνονται,γίνονται,
ανήφορα,δύσβατα σκαλοπάτια.
Αν αφουγκραστείς κελάηδημα αηδονιών,
φτάνει σαν ήχος απ´το υπερπέραν,
και στροβιλίζει το μυαλό,
τις σκέψεις να κάνει πέρα.
Σμιλεύει να χωθεί στο μπλέγμα του μυαλού,
να εξωραΐσει τις σκέψεις του άδυτου υποσυνείδητου.
Καταδικασμένες σκέψεις,πλανώνται στα δίκτυα ,
παλεύοντας να δραπετεύσουν,σ´ένα ταξίδι ατέλειωτο.
Μάταιες σκέψεις ανακατεμένες με χαμένες ελπίδες,
ακολουθούν ερημικά μονοπάτια,
χωρίς ίχνος δροσερής σκιάς,
το μόνο υγρό στοιχείο,τα δάκρυα που στάζουν,
με γεύση αλμυρόπικρη,σημάδι πώς υπάρχει ζωή
.

Εμμονή στο σκοπό ή εμμονή στο σχέδιο; / Γκόγκας Αντώνιος


Στο σημερινό κείμενο θα ασχοληθούμε με κάτι που αναφέρεται στις στρατιωτικές σχολές ως εμμονή στο σκοπό. Είναι ένα κείμενο που συνδέει τους αγώνες του Ελληνικού έθνους. Πως το έπος του 40 συναντά τη προδοσία του 74’. Εμμονή στο σκοπό λοιπόν ή εμμονή στο σχέδιο; Κατάγομαι από το χωριό Στρυμονικό Σερρών αλλά και από τους Τοξότες Ξάνθης, από στρατιωτική - γεωργική οικογένεια. Το μακρινό παρελθόν βρίσκει συγγενείς μου στη Μ.Ασία και στη Πόλη. Έχω ακούσει πολλές ιστορίες για τους αγώνες συγχωριανών μου αλλά και για θυσίες που έκαναν κατά τη διάρκεια μαχών του ελληνικού έθνους. Η ιστορία μας ξεκινά το 1940 όταν ο στρατιώτης Χαλβατζής Βασίλειος από το Στρυμονικό Σερρών, ήταν σκοπός στα Ελληνοαλβανικά σύνορα στη θέση ‘’Πανταζή’’ κοντά στη γέφυρα Μερτζάνης. Κατά τις πρώτες πρωινές ώρες η Ιταλική επίθεση βρήκε μπροστά της τα ελληνικά φυλάκια. Και όμως. Τα ελληνικά φυλάκια ήταν επανδρωμένα. Δεν έφυγε κανείς για το τάγμα του. Κανείς δεν είπε ‘’Τι να κάτσω να κάνω εγώ εδώ, ένας είμαι ας πάω πίσω’’. Έμεινε εκεί να αντισταθεί τους βιαστές της Ελλάδος. Ο Κ.Χαλβατζής νιώθοντας τον θάνατο να τον πλησιάζει ‘’έγραψε’’ με μία πρόκα το όνομα του στο τσιμεντένιο τοίχο του φυλακίου. Ο λόχος του Χαλβατζή κατέστρεψε και ακινητοποίησε 10 τανκς. Πως... Μετά τον πόλεμο έφτασε πίσω στο χωριό μου στις Σέρρες με τα πόδια χωρίς παράσημα, χωρίς να αναγνωρίσει κανείς τον αγώνα του. Κάτι παρόμοιο έγινε και με τον Ταγματάρχη Κασλά ο οποίος υποβιβάστηκε μάλιστα σε στρατιώτη. Ο ήρωας του υψώματος 731 υποβιβάστηκε σε στρατιώτη. 1974-1940=34 έτη… Πόσα χρόνια πέρασαν δηλαδή από τη στιγμή που το έπος μετατράπηκε σε τραγωδία; Πως μπαρουτοκαπνισμένοι αξιωματικοί έδωσαν τη θέση τους σε ανθρώπους που πρόδωσαν τη Κύπρο μας; To 1940 κερδίσαμε γιατί είχαμε εμμονή στο σκοπό. Οι Ιταλοί έχασαν γιατί είχαν εμμονή στο σχέδιο. Μήπως δε μαθαίνουμε λοιπόν από την ιστορία; Μήπως και εμείς από το 64 μέχρι το 74 είχαμε εμμονή στο σχέδιο και όχι στο σκοπό. Πόσοι λάθος χειρισμοί. Πόσες λάθος αποφάσεις. Δεν κοιτάμε την ουσία αλλά το ποιος έριξε τη πρώτη σφαίρα κατά του Αττίλα. Καλά να λέμε που ΡΙΞΑΜΕ κατά του Αττίλα. Τόσα χρόνια μετά λοιπόν έχουμε δει πως σημασία κύριοι δεν έχει το πόσοι και το πώς. Αλλά το γιατί και ο σκοπός. Αυτό διδάσκει η ιστορία. Απλά γεγονότα. Ποτέ δεν μάθαμε. Επηρεασμένος τελευταία από την επίσκεψη μου στο Συγχαρί κατάλαβα το μέγεθος της προδοσίας. Μία βόλτα έκανα στην Κερύνεια και απλά κοίταξα πίσω μου. Όχι προς τη παραλία. Προς το Πενταδάχτυλο. Πως είναι δυνατόν να μην είχαμε εμμονή στο σκοπό. Πως γίνεται να χάσαμε. Πόση προδοσία. Πως το ‘’σχέδιο’’ της Χούντας και των προδοτών εντός και εκτός νήσου διέλυσαν το τόπο. Καταλάβατε τώρα τι εννοώ ‘’σχέδιο’’ και τι σκοπό. Σκοπός μας τότε η Ένωση με την Ελλάδα. Σχέδιο δυστυχώς το πραξικόπημα και η προδοσία. Οι ήρωες του 74 έπεσαν για ένα σχέδιο που ήταν εξ αρχής προδομένο. Πως γίνεται το 74 στο ύψωμα 731 800 έλληνες να κράτησαν 6000 Ιταλούς. Γιατί απλά δεν ήταν προδομένοι. Εμμονή στο σκοπό. Υπεράσπιση των οικογενειών τους. Πώς να κρατήσεις 20000+ αττίλες όταν οι αξιωματικοί σου είχαν εμμονή στο σχέδιο διχοτόμησης και το σχέδιο προδοσίας. Όπως ο Βασίλειος Χαλβατζής πολέμησε στο φυλάκιο μόνος του έτσι πολέμησαν και πόσοι ελληνοκύπριοι αγωνιστές. Ο μεν είχε έναν αγώνα άνισο μεν αλλά με σκοπό από πίσω του δε. Οι ελληνοκύπριοι, η Ελδύκ και πόσοι ακόμα είχαν έναν αγώνα άνισο μεν αλλά με προδομένο σχέδιο δε. Το αίμα των ηρώων είναι γλυκόπικρο. Γιατί οι μανάδες τους ακόμα τους κλαίνε. Και κανένα κείμενο δεν απαλύνει το πόνο ενός αγώνα. Το 1974 ήταν μία από τις πιο μαύρες σελίδες της Ελληνικής ιστορίας. Το θέμα είναι ότι εμείς τους δώσαμε το μαύρο μαρκαδόρο. 
Το συγκεκριμένο κείμενο το αφιερώνω με πολύ αγάπη σε όλους τους αγωνιστές του 1974 αλλά και στον Βασίλειο Χαλβατζή που έφυγε από τη ζωή πριν λίγα χρόνια χωρίς κανέναν να αναγνωρίσει τη θυσία του.


Γκόγκας Αντώνιος 29/9/2018

ΠΗΝΕΛΟΠΕΣ / Γαλανού Αλεξάνδρα


Οι Πηνελόπες
πέταξαν τους αργαλειούς στη θάλασσα.
Δεν υφαίνουν πια
ούτε κεντούν τα βράδια.
Κατεβαίνουν στον κήπο από το παράθυρο.
Ανοίγουν την καγκελόπορτα,
προχωρούν στην παραλία.
Κάθονται σε μπαράκια σκοτεινά,
ανοιγοκλείνουν τα μάτια και χαμογελούν
ενώ οι ναύτες τραγουδούν το «Μαραμπού».
Οι μνηστήρες, απ’ ό,τι λένε, βαρέθηκαν
τα γλέντια κι έφυγαν.
Όσο για τον Οδυσσέα,
αυτός ακόμη ταξιδεύει.
Παρενθέσεις και εισαγωγικά, 2016

Παροράματα / Γαλάζης Λεωνίδας



Στα χαρακώματα των προτάσεων

στις γαλαρίες των παροραμάτων
οι αγαθές προθέσεις, τα προσχέδια
των αδυσώπητων ποιημάτων

οι φωτεινές επιγραφές

οι εκπνοές εν μέση οδώ.
Οι δημόσιες ανακρίσεις
οι σκοτεινοί διάδρομοι των υπουργείων.

Τα νοήματα των υπόδικων ρημάτων

εν μέσω πλήθους νοσταλγών της βασιλείας
εν μέσω πλήθους επιθέτων.

Κύριε σκηνοθέτα, είδαμε τα κεφάλια

των παροραμάτων.
ακούσαμε τις εκκλήσεις τους.

Ονείρων εξήγηση / Γαλάζη Πίτσα









Οι αγρυπνίες με σκάβουν

να κατοικώ σε σπήλαια

με το προγονικό σημάδι στο γόνατο

δάγκωμα ικεσίας ή μάχης κατάλοιπο

Εκεί οι έφηβοι μαθητές του Κενταύρου

εκεί ο Δίας να πελεκά κεραυνό

ασπρίζοντας με πετροκατσικϊσιο τις φλέβες του



Το χώμα ξέρει μελετώντας το σώμα

και περιμένοντας

Στα πέτρινα σπλάχνα το μέτρο του ποιητή

και τ' ανθρώπου



Πέτρινη της προγονικής Σαπφώς κεφαλή

Πέτρινος ύπνος του Νικοκλή της κόρης της αξιόθεης

ύπνος πεδινός Διονυσίου Θρακός ανηφορίζει

κι υδρόβιος καραβιού της Κερύνειας φλοισβίζει



Πέτρινος ύπνος, άηχος θρήνος

η Συγκλητική η Μαρία

με μηνύματα θρύμματα κύματα

βρέχει τη γωνιά του μυστικού

Συγκαλεί, δεν συγκαλεί

ανακαλεί ή ανακαλιέται

δεν το ερμήνεψα ακόμα



Φυσά και κρύβομαι μέσα μου

Αράζω στης Αφρικής το καμίνι

να βάζω επιθέματα

σε πυρετού κατακόρυφη άνοδο

υμνώντας και υπερυψώντας

τους χαμένους στους αιώνες συντρόφους μου



Έχουν και τα όνειρα εξήγηση

εις την γλυκείαν χώραν Κύπρον

την Πικρά ανεξήγητη.

Αντώνης Γαβριήλ Παπά (μικρό βιογραφικό)



Γεννήθηκε στο Κίτι της επαρχίας Λάρνακος στις 8/1/1947
Εργάστηκε στη Σ.Π.Ε Κιτίου από όπου και αφυπηρέτησε το 2008 από τη θέση του διευθυντή.




 Βιβλιογραφία
  • Που της ψυσιής τα βάθη, 2001
  • Αλήθκειες της ζωής,2003
  • Στις ρίζες της τοπολαλιάς, 2005
  • Συνοπτικός τόμος, Σημάθκια των τζιαιρών + CD, 2007, εκδόσεις POWER PUBLISHING
  • Σκέδια τζιαι Ποιήματα τζιαι της ζωής μηνύματα, σε συνεργασία με τον Αθηνόδωρο Γεωργίου (σχέδια),
    εκδόσεις POWER PUBLISHING
  • Κυπριακά Παραμύθια σε ποιητική μορφή στην Κυπριακή τοπολαλιά , 2010, εκδόσεις POWER PUBLISHING
    • Η Κουτσουκουτού (Θεατρικό)
    • Η Αλεπού τζιαι ο κόρακας
    • Ο Σπανός τζιαι οι σαράντα δράτζιοι (Θεατρικό)
    • Ο Τυρίμος (Θεατρικό)
  • Στων μύθων μας τα χνάρκα (Κυπριακοί έμμετροι μύθοι), 2011, εκδόσεις POWER PUBLISHING
  • Η Σιονάτη τζιαι οι εφτά νάνοι (έμμετρο παραμύθι), 2011, εκδόσεις POWER PUBLISHING

Τζι’ όμως ο φούρπος, φούρπος / Γαβριήλ Παπά Αντώνης




Σβύνουμεν οικονομικά τζι’ όμως ο φούρπος, φούρπος
τζι’ εν εισβολέας δεύτερος σχεδόν όπως ο Τούρκος.
Ο Τούρκος άδικα κρατεί τα μέρη τα δικά μας
τζι’ ο φούρπος σιέριν έβαλεν στα οικονομικά μας.
Εν δύσκολον ειλικρινά ν’ ακούεις να λαλούσιν
ότι σιηλάες πλάσματα στον τόπον μας πεινούσιν,
πολλοί με θκιακονιόν περνούν τζι’ άλλοι φυτοζωούσιν
τζι’ άλλοι που τους φιλόπτωχους να ζήσουν καρτερούσιν.
Τζι’ όμως εκατομμύρια χωρίς να τα σκεφτούσιν
για παίκτες τάχα θκιαλεκτούς αλύπητα διούσιν.
Λαλούν πως φέρνουν έμπειρους σπουδαίους παικταράες
μα βκαίνουσιν οι πιο πολλοί στο τέλος μασκαράες.
Δείχνουν να’ ν τέλει’ αχάπαροι μα οι σιηλιάες φεύκουν
τζι΄ αν οι ομάδες κλώσουσιν δύσκολα ξημπερτεύκουν.
Πέρνουν τους δικαστήρια κόμα τζιαι στην ΟΥΕΦΑ.
Αλλάξετε τροπάριον τζι’ επήραν μας πιον πρέφα.
Συστάρετε παράγοντες τα οικονομικά σας
Κυπραίους παίκτες να’ βρετε γνήσια παιθκιά δικά σας.
τζιειν ΄την φανέλαν που φορούν στ’ αλήθκεια να τιμούσιν
να νοιώθουσιν το βάρος της τζιαι να την αγαπούσιν

Ελλάδα μας κουράγιο / Αντώνης Γαβριήλ Παπά




Ελλάδα μας περήφανη, Ελλάδα τιμημένη,
Ελλάδα μας που πρόσφερες το φως στην οικουμένη
Εσύ στον κόσμον έδωσες πρώτη πολιτισμόν
και σου αξίζει να δεχτείς απ’όλους σεβασμόν.
Κι’αν πέρασες κακοχρονιές, σκλαβιάν και καταιγίδες
έμενες πάντα ζωντανή, μας έδινες ελπίδες .
Σήμερα όμως προσπαθούν κάποιοι να σ΄αφανίσουν
και μ’έναν τρόπον άδοξον τα φώτα σου να σβήσουν.
Μα όσον και να προσπαθούν δεν θα τα καταφέρουν
τα ύπουλα τους σχέδια σε πέρας να τα φέρουν.
Φάρος θα μείνεις πάντα σου να φέγγεις στους αιώνες    
και δεν θα κατορθώσουνε ν’αλλάξουν τους κανόνες.
Να ξέρεις πως Ελλάδα μας θα έχεις στο πλευρό σου
πάντα τους Κύπριους αδελφούς που θέλουν το καλό σου.
Τους κύπριους που σ’είχανε πάντα συμπαραστάτη   
στήριγμαν, αποκούμπην τους, αληθινόν προστάτη.
Είναι δική μας η σειρά αδέλφια να προσφέρουμεν 
στα δύσκολα προβλήματα παρηγοριάν να φέρουμεν
Εμπρός Ελληνοκύπριοι, εμπρός να βοηθήσουμεν
λίγον από το χρέος μας , μ’αγάπην να ξοφλήσουμεν .
              
                 

αναδημοσίευση από: http://antonisgavrielpapa.blogspot.com.cy/

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

ΤΖΗΛΑΔΙΣΤΑ / Γάβρης Ανδρέας

Τζηλαδιστά,
τραουδιστά.
της θάλασσας τα πλουμιστά
τα τύματα δκιαβαίναν. 

Τζυματιστά
σγιάν σκαλιστά
εφεύκασιν νανουριστά
τζαί πίσω απηαίναν. 

Τζ΄ εγώ  σκυφτός
τζαί σωρευτός
επείσκαζα πως ο γιαλός
εν ούλα σχιάν τζαί σέναν. 

Σγιάν τογ γιαλόν 
τζιματιστή,
τραουδιστή, τζηλαδιστή,
κόρη, τζαί σου δκιαβαίννεις. 

Μ΄  αντί δροσιές
τζαί γλυκασιές
σύλλο φωδκιές μέσ΄  στες καρκιές
τζαί πύρουλλους αφταίννεις.

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

Σε κάτι χαμηλοσπιτα / Ανδρέου Ειρήνη


Σε κάτι χαμηλόσπιτα παλιά και ταπεινά θέλω να ζήσω...
εκεί που σε κερνάν καφέ, νερό, μ ένα γλυκό του κουταλιού.
Σε πέτρινα δρομάκια νοσταλγώ ξυπόλητη να περπατήσω
τον πρώτο έρωτα τον ανεκπλήρωτο να ξαναφέρω εις τον νου.
Δεν θέλω ανθρώπους ψεύτικους που ψεύτικα αρώματα φοράνε
κι αφ' υψηλού σε βλέπουν πίσω απ τα μαύρα, τ΄ακριβά τους τα γυαλιά....
κι αν σε παλάτια ζουν και στη χλιδή, μέσα στο βούρκο κολυμπάνε
και με τη σάρκα αγαπούν και τις αξίες με το χρήμα τις μετράν
Σε κάτι χαμηλόσπιτα παλιά και ταπεινά θέλω να ζήσω
εκεί που οι άνθρωποι δεν θέλουνε λεφτά για να σου πουν μια καλημέρα.
Μιά όαση ζητώ, ένα ποτάμι, ένα δέντρο ν΄ακουμπήσω...
λίγη δροσιάααααα λίγη ψυχήηηηη λίγη καρδιάαααα μαράθηκα στη ξέρα!!!
Από το βιβλίο  Φτου μας...με αγάπη 

ΕΛΑ ΠΙΟΝ ΜΕΝ ΜΕ ΠΑΙΔΕΥΚΕΙΣ / Μαρούλλα Πανάγου


Ηρτες άξιππα τζιαι φάνεις την ζωή μου ετάραξες
τζιαι στα βάθη της ψυσιής μου σαν το πλοίον άραξες
με καμες να σ'άγαπήσω τζιαι ο έρωτας τωρά
την καρκιά μου βασανίζει μ'ανοιξεν βαθυν γιαρά
Τζιεν αντέχω γιώνι φως μου, μιαν ημέρα χώρκα σου
διχα σου αχ πελλανίσκω που την στενοχώρκα σου
Τα ολόμαυρά σου μμάδκια μιαν ημέραν να μεν δω
φαίνεσταί μου τοτε ο ήλιος ,πως θαμπώνει τζι 'εν θωρώ
η θωρκά σου εν ο ήλιος άντζιελος με τα φτερά
μεν αρκείς για νάρτεις φως μου τζι η καρκιά μου καρτερά
Ανοικτή εμπόν' η πόρτα δίπλα η βασιλιτζιά
που νομάτισα για σέναν αχ αγάπη μου γλυτζιά
άφηστα πιον τα γινάδκια έλα μεν με τυρανιείς
αγαπώ σε πεθανίσκω μεν καμνεις πως εν θωρείς
Ελα πιον μεν με παιδεύκεις με μου κάφκεις την καρκιά
γιατι μέσα την θωρκά σσου έχω την σαν ζωγραφκιά

Μια καινούργια πόρτα ανοίγει / Πανάγου Μαρούλλα


Καθισμένη στην βαλίτσα την γεμάτη από όνειρα, η ζωντανή μελαγχολία στα μάτια παρακολούθησε το τραίνο που δεν πρόλαβε. Σε ένα έρημο σταθμό που πριν λίγο είχε πάρει το μοναδικό όνειρο της Η καρδιά ν'αναρωτιέται γιατί δεν την περίμενε, μα να επιμένει .
Απόμεινε αμίλητο κι αδάκρυτο το χθες, να περιμένει το επόμενο τραίνο να συνεχίσει να κυνηγάει το τετράχρονο όνειρό της,
Να το περιπλέξει μαζί με τ'άλλα που φύλαγε η βαλίτσα. Αν όχι για τίποτε άλλο να πάρει πίσω την καρδιά της που πήγε μαζί του. 
Να διαβάσει εκείνα τα μάτια του γρίφου, να διακρίνει αν το όνειρό της ήταν και το δικό του. 
Ήθελε να το πιστεύει! Κι ας μέχρι πριν λίγο της αρκούσε ένα τυχαίο χαμόγελο σε κάθε τυχαία συνάντηση(Που δεν ήταν και τόσο τυχαία ) για να χαμογελάσει η μέρα της .Της αρκούσε που ήταν εκεί κι ανάπνεε μαζί του το ίδιο οξυγόνο. 
Αλοιώς συννέφιαζε, κι ο έρωτας έσταζε αίμα στην μυστική πληγή της .
Είχε ονομάσει άδολη την αγάπη που δεν ζητούσε, μόνο έδινε,δίχως να λογαριάσει τον πόνο τον μονόπλευρο, που φως δεν αντικρίζει.
Ας τον νόμιζε ανιδιοτελή, που τώρα απαιτούσε το ζευγάρωμα της ανταπόκρισης 
Έφτασε το επόμενο τραίνο, διάβηκε την πόρτα της ελπίδας κι έλαμψε η ματιά στην προσμονή που άρχισε να τραγουδάει τον Απρίλη.
Της χαμογελούσε στο προσπέρασμα, χαρίζοντας της ένα εκατόφυλλο τριαντάφυλλο όσα και τα όνειρά της, κι άφηνε πίσω της τελεσίδικα τον χειμώνα.
Hθελε να το πιστεύει !
Στην φύση και την άνοιξη των είκοσι χρόνων άνθιζε προσμονή, κι εκείνη προσπερνούσε και βιαζόταν να φτάσει στο τέρμα του επόμενου σταθμού. 
Εκεί που όλη η ευτυχία θα ξεχείλιζε απ' το δικό του βλέμμα. 
Ηθελε να το πιστεύει!
Αγνοούσε ότι άλλο θα εμπόδιζε την διαδρομή της .
Αδιάφορο το ενδιαφέρον στα ξένα μάτια, που ταξίδευαν την ίδια πορεία και τόσο επίμονα, που την ενοχλούσαν

Έφθασε επιτέλους στο τέρμα των μαζεμένων της ονείρων κι αναζήτησε τα μάτια του,
στα τόσα που την κοιτούσαν, μα δεν βρισκόταν πουθενά. 
Αδιάφορη την άφηναν τ' άλλα χαμόγελα που έπεφταν στα χέρια της.
Μόνο το δικό του αναζητούσε να γιατρέψει την πληγή που έσταζε αίμα.
-Αδυναμία να στο στείλει μουρμούρισε , η ελπίδα στο αυτί τής απογοήτευσης , που γέννησε καινούργια επιμονή. 
Έπρεπε να βρει την χαμένη καρδιά της ,
Έπρεπε να διαβάσει στα μάτια του την λύτρωση ή την καταδίκη.
Κι ο έρωτας έσταζε αίμα στην μυστική πληγή της .
Πήρε το επόμενο τραίνο της αναζήτησης κι η ελπίδα από κοντά να διώχνει τα “όχι δεν σ'αγαπά κι αντικαταστώντας τα με το “μπορεί” Προχώρα. κυνήγα τ 'ονειρό σου.Φτάσε την πόρτα της αγάπης και κτύπησέ την. Μην μένεις στο “Αν” κι ύστερα μετανιώσεις που δεν δοκίμασες .
Μπήκε στο βαγόνι της προσμονής με την αγάπη να του στέλνει μηνύματα που εκείνος αγνόησε .Η δεν τα είδε ,(παρηγοριά και πάλι της ελπίδας) .Πάντα πεθαίνει τελευταία ,έτσι δεν λένε;
Συνεχίζει η διαδρομή επίμονη, αγνοώντας άλλα δυο μάτια απέναντί της πού με την ίδια επιμονή καθισμένα, παρακαλάνε για το δικό της βλέμμα.
Μα η αγάπη έλεγε είν' προδοσία έστω κι ένα βλέμμα να χαρίσει στα παρείσακτα τούτα μάτια, της αφοσίωσης, που συνέχισαν να την ακολουθούν στο τραίνο της δικής της επιμονής.
Εκεί όπου συνέχιζε το μάταιο τούτο ταξίδι του τρελλονείρου της.
Μα έπρεπε πρώτα να πάρει πίσω την καρδιά της, που ακόμα περιπλανιόταν έξω από την δική του πόρτα. 
Έφτασε στο τέρμα του ταξιδιού κι η βαλίτσα περίμενε με κουρασμένα τα μάτια, μα άδειος ο δρόμος μέχρι το τέλος.
Εκει που η ψυχή βούλιαξε στ'ανασηκωμα των ώμων και την αδιαφορία των ματιών,ενοχλημένα στην παρουσία της
Η πληγή που έσταζε αίμα, τώρα αιμορραγούσε στην βεβαιότητα του “δεν την αγαπά. 
Με άδεια μάτια 'άρχισε να μαζεύει τα σπασμένα κομμάτια της καρδιάς κι ο συνταξιδιώτης, της πρόσφερε την δική του. Μαζί κι ένα ώμο που βράχηκε στα δάκρυα της λύτρωσης . 
Ελα αγάπη πάμε! Υπάρχει το επόμενο τραίνο να ταξιδέψουμε στην σιγουριά της αγάπης . 
-Αφέθηκε στα χέρια του και πήραν τον δρόμο αποχαιρετώντας τελεσίδικα την κλειστή πόρτα. Μπροστά τους άνοιγε μια μεγαλύτερη που πίσω της καραδοκούσε ο Μάης .
Ηταν βέβαιη .
Το πίστεψε πιά !

ΤΟ ΑΙΝΙΓΜΑ ΤΗΣ ΣΦΙΓΓΑΣ / Μαγγανή Χρυστάλλα


Οι άνθρωποι δεν σε γνωρίζουν.
Τις παραπάνω μέρες
έτσι άγνωρος περνάς
αόρατος από το πλήθος
βαδίζοντας προς την
αντίθετη κατεύθυνση.
Κάποιες φορές κάθεσαι
έτσι αγνώριστος στο ένα πόδι
ανεβασμένος σ’ ένα κλαρί
μ’ αυτιά αλεπούς
αναμένοντας ν’ ακούσεις
μια φωνή ή έστω έναν ψίθυρο
από κάποιον άγνωρο,
που όμως τον προσμένεις χρόνια.
Κι αν κάποτε ανήμπορος
να περπατήσεις
έχουν τα μάτια σου πλατύνει
σαν δυο μεγάλα βαθιά πηγάδια
η ύπαρξη και μόνο
κείνου του άγνωρου
που σου ψιθύρισε κρυφά
σαν άνθρωπο μα και θεό
σ’ εξιλεώνει.

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ (απόσπασμα) / Νίκος Βραχίμης

Δεν μπορούμε να υπολογίσουμε χωρίς δεδεμένα, 
δεν υπάρχουμε χωρίς υπολογισμούς
και δεν υπάρχουν δεδομένα, 
ευτυχώς!

Έχω ξεχάσει που εγεννήθηκα
και κανείς δεν ξέρει να με πληροφορήσει, 
οι δρόμοι ερήμωσαν από τη σκόνη και τα βήματα, 
υπάρχει μόνο ένα κομμάτι ουρανού
και ο άνεμος

για να προσδιορίσει τη δειεύθυνση 
σ΄  αυτούς τους τόπους
που χάσανε τ΄  όνομά τους, 
υποψιάζομαι. 

Νίκος Βραχίμης: Αναφορά στο έργο του σε σελίδα της Εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ από τον διαδικτυακό τόπο Αρχείον Πολιτισμού