Η ΑΜΟΙΒΗ ΚΑΙ
ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ
Ήταν ο ουρανός
και η γη μου
αυτή με έμαθε
να καλλιεργώ το κριθάρι
να μαντρώνω τα
ζώα και την οργή μου
εξαιτίας της
έμαθα να δουλεύω την πέτρα κι αργότερα τον πηλό
έφτιαξα
γαλακτοδοχεία πίθους αγγεία με πλαστικά σχήματα για τελετουργίες
για να την
προστατέψω από τα άγρια ζώα
τους άγριους
ανθρώπους τα άγρια πνεύματα έφτιαξα τείχη
σκεφτόμουν
πάντα το μέλλον
εκείνη μου
είπε να συγκεντρωθώ στο παρόν στο μεγάλωμα των παιδιών
κι ότι για τα
υπόλοιπα υπάρχουν οι δεήσεις και οι προσευχές οι καθημερινές
επείγουσες
ασχολίες μεταθέτουν τέτοιου είδους ερωτήματα και φοβίες
ήταν ο ουρανός
μου αλλά μου είπε ότι η γη είναι σημαντικότερη
ο ουρανός δεν
παράγει τίποτα κι ότι ακόμη και τα πουλιά
κατεβαίνουν
στη γη για να φαν και να πιουν
τότε της είπα
για τους αστερισμούς που βοηθούν
τους άντρες
κυνηγούς να επιστρέψουν στα σπίτια τους
μου είπε πως ο
άνθρωπος έχει λαιμό για να μπορεί να σκύβει
μαλώσαμε γιατί
της είπα ότι ο άνθρωπος έχει λαιμό
για να σηκώνει
ψηλά το κεφάλι για να ανυψώνεται
μου είπε πως
γι’ αυτή τη δουλειά υπάρχουν οι ιερείς
της είπα πως
έτσι κατασκευάζεται η εξουσία
ανάμεσα σ’
αυτούς που ξέρουν και σε όσους δεν ξέρουν
μου είπε να
επωφεληθώ από το γυμνό της κορμί
τα μαλλιά της
έφταναν μέχρι τα γόνατα
πλούσια μαλλιά
και οδοντοστοιχίες άσπρες μου θύμιζαν
όταν πρωτοείδα
τ’ αστραφτερά κόκαλα του βουβαλιού
με έμαθε να
οργώνω να λατρεύω την καρποφόρα γη
σιγά σιγά
εγκατέλειψα τα πολυήμερα ταξίδια
είχα ό,τι
έπρεπε να έχω μέσα στις αποθήκες μου
έμαθα να ψήνω
το κρέας
έμαθα να μην
πηγαίνω με όποια γυναίκα θέλω
έγινα
πολιτισμένος κι εντούτοις
όταν δε με
έβλεπε κοίταγα τον ουρανό
γιατί
καταγόμαστε από τα άστρα κι από τη λάμψη της αστραπής
κι από κάτι
ανείπωτο που όσο κι αν προσπαθήσεις
είναι αμίλητο
και άγραφο
και δε φτάνουν
για να το ορίσεις ούτε τα νιάτα
ούτε τα
γεράματα
ούτε μια
ολόκληρη γεμάτη ζωή