Το σπίτι μας γίνονταν κάθε τόσο
στόχος των πειρατών, ένεκα που τα
παράθυρα μας δείχναν
κατά τη μεριά
της θάλασσας κι ο πρώτος τυχοδιώχτης
κινούσε να κάνει την τύχη του∙
κατέβαιναν με το μαχαίρι στα δόντια
και τις αρπάγες έτοιμες να συλλάβουν
τη λεία τους.
Για μέρες λαφυραγωγούσαν το ‘’έχειν’’ μας
κι όταν φεύγαν ακολουθούσε θρήνος και οδυρμός∙
γιατί μαζί τους σέρναν τους πολυτιμότερους
θησαυρούς μας,
τις ακριβότερες πέτρες στο δακτυλίδι μας∙
κι οι θυγατέρες μας μοσχοπωλούνταν
στα σκλαβοπάζαρα κι οι γιοι μας αλλαξοπιστούσαν
να γίνουν γενίτσαροι.
Το σπίτι μας κάθε τόσο γίνονταν πέτρα σκανδάλων
κι ανωμαλιών, γιατί πολλοί το βάζαν στο μάτι∙
πολλοί τις νύχτες ονειρεύονταν να το κοιμηθούν
και τα σάλια τους βρέχαν τα γένια τους κι πόθος
άναβε ανομολόγητες επιθυμίες στα φυλλοκάρδια τους,
ένεκα που σαν φλουρί γυάλιζε στο στερέωμα∙
σαν φεγγάρι ζάλιζε τα φρένα μέχρι παραφοράς.
Το σπίτι μας πολλές φορές βούλιαξε στο σκοτάδι
ένεκα που το φως προσείλκυε σαν μαγνήτης
τους φωτοσβέστες, που δεν ανέχονταν διαφάνεια
στις πράξεις τους∙ δε μπορούσαν να κινηθούν
με τέτοιους ισχυρούς
προβολείς στα μάτια τους∙
κόβαν το ρεύμα κι επιδίδονταν σε ακατονόμαστα
όργια∙ στο σπίτι μας μέσα με κλειστό το δια κόπτη
Βρίσκαν τα ζωύφια τον παλιό εαυτό τους ∙κι η μέρα
ντρέπονταν ν ‘αντικρύσει τα έργα τους και το φως
αλαφιασμένο γλιστρούσε μέσα από τις χαραμάδες
και σαν κλέφτης εγκατέλειπε τον οίκο του.
Το σπίτι μας πολλές φορές ντύθηκε στο μαύρο,
ένεκα που το λευκό προκαλούσε σαν σφήνα
στο μάτι∙ το λευκό δεν άφηνα τους μελανοχίτωνες
να κινήσουν ελεύθερα τα χέρια τους∙ παρενέβαλλε
ανυπέρβλητες δυσκολίες στο έργο τους∙ ήταν
εξοργιστικά αθώο για να το ανεχτούν στα πόδια τους∙
γι’ αυτό και το μαύρισαν βάναυσα∙ γι αυτό και του κάψαν
την καρδιά σαν ξύλο που το πέρασε η φωτιά.
Το σπίτι μας υποχρεώθηκε πολλές φορές
να ξενοκοιμηθεί, ένεκα που τα τρωκτικά του ροκάνιζαν
τον ύπνο και δεν έβρισκε γωνιά ν ‘αφήσει το κορμί του
να ξεκουραστεί ∙και χτυπούσε τις πόρτες σαν φυγάδας
και πρόσφυγας∙ και εν τω μέσω ληστών και ανόμων
αποκοιμιόταν τις νύχτες, ένεκα που τα καταλύματα
δεν προσφέρονταν εύκολα κι οι νοικοκυραίοι δεν άνοιγαν
στον πρώτο τυχόντα τη θύρα τους .
Το σπίτι μας γνώρισε θύελλες και σεισμούς,
ένεκα που το φιλήσυχο του χαραχτήρα του προκαλούσε
καταιγισμό αντιδράσεων∙ το ανεξίκακο στο βλέμμα του
φεν άφηνε τους φιλέριδες να ησυχάσουν∙ και το σκουντούσαν
προκλητικά∙ το εξερέθιζαν μέχρι σημείου που να μη ξέρει
τι κάνει, να πέσει θύμα του Μήλου της Έριδος.
Το σπίτι μας άλλαξε θυρεούς και οικόσημα, ένεκα που
πολλοί
θέλησαν να το περάσουν στην ιδιοκτησία τους∙
πολλοί το δήλωναν για ‘’κεκτημένο ‘’ τους.
Μπορεί να καυχηθεί πως απέβαλε κάθε μόσχευμα∙
μπορεί να καυχηθεί πως επέστρεψε στους βιαστές του
κάθε απόπειρα να το κάνουν δικό τους∙
επέστρεψε στους εκμαυλιστές τη ντροπή τους να την κοιτούν
και να ντρέπονται∙ στους εφαψίες την αφή τους να την
πλένουν
και να μη ξεπλένεται∙ στους σωματέμπορους την εμπορία
τους
να γίνεται αδιέξοδο κι απορία∙ στους μελανοχίτωνες το
χιτώνα τους
να βάφεται κι η μαυρίλα του να μένει ∙στους όπου γης
τυχοδιώχτες
την τύχη τους να μετρά για ατυχία∙ στους όπου γης
πειρατές
τα ληστρικά τους έργα να τα βλέπουν και να μαζεύονται
στο πετσί τους∙ στους όπου γης δυνατούς τη δύναμη τους
π ‘αντιστράφηκε σε αδυναμία∙ την έπαρση τους
σε οικτράν ταπείνωση!
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ‘’ ΟΥΚ ΕΛΑΣΣΩ ΠΑΡΑΔΩΣΩ ‘’
ΕΚΔΟΣΗ: 1990