Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

ΤΟ ΣΕΛΙΝΙ / Γιώργος Χριστοδουλίδης


Ήμουν δεν ήμουν εφτά χρονών
κι εκείνη η σταφιδιασμένη γριούλα είχε ανοικτή τη χούφτα.
Της έδωσα το χαρτζιλίκι μου –ένα σελίνι
κι έτρεξα φοβισμένος μακριά.
Η γριά πέθανε, εγώ μεγάλωσα
ο χρόνος κάτω από το χώμα
καθάρισε τα κόκαλά της
αν δεν ήταν θαμμένη
θα βλέπατε ότι έχουν το ίδιο χρώμα
με το φετινό φεγγάρι του Αυγούστου
όμως αυτό που θέλω να πω
είναι ότι εκείνο το σελίνι
από τότε
καθημερινά μου επιστρέφεται
κι αστράφτει
πιο πολύ απ’ όλα τ’ άλλα νομίσματα
μες στο ταξίδι του.

Νησιά / Γιώργος Ταρδίος


Τον Κόσμο τον προβληματίζει
η έλλειψη θεώρησης.
Τραγουδώ τα τραγούδια μου.
Ο Κόσμος κοιμάται.
Βλέπω στο φλιτζάνι μου την αντανάκλαση τ’ ουρανού.
Μετακινώ το φλιτζάνι
γέρνω τον ουρανό.
Ο πετούμενος γερανός σκιαγραφείται
πάνω στον λασπότοιχο.
Η σκιά μου αγγίζει τη δική του
και τον καβαλικεύω.
Τ’ αστέρια καθρεφτίζονται σε μια λιμνούλα
από βροχόνερα.
Με το χέρι μου μαζεύω το νερό.
Έχω μια χούφτα αστέρια.
Πιάνομαι απ’ το κλαδί του δέντρου.
Φυσάει ο άνεμος
και το δέντρο μού σφίγγει το χέρι.
Το φεγγάρι τρεμοφέγγει στο ποτήρι του κονιάκ.
Πίνω
και γεύομαι το φεγγάρι.
Σκαρφαλώνω σε μια συκιά και κατοπτεύω.
Η γη έχει πέσει.
Της μάνας μου το πρόσωπο εμφανίζεται
στην επιφάνεια μιας ελιάς.
Τσακίζω την ελιά
και χαρακώνω το πρόσωπο της μάνας μου.
Όλος ο κόσμος
Όλος ο κόσμος εισρέει μέσα απ’ τις μπάρες του παραθύρου μου.
Χαμηλώνω τα βλέφαρα
και φράσσω τις πλημμύρες
μετάφραση από τα αγγλικά Δέσποινα Πυρκεττή

Ξεχασμένες λέξεις …..


Ξεχασμένες λέξεις ανασύρονται,
Θροϊζουν τετριμμένες
Ως φύλλα φθινοπώρου
Σε απογευματινά μονοπάτια
Μοναχικών αναζητήσεων….
Λευτέρης Ελευθερίου

Η νύχτα έφθασε νωρίς για μένα... του Γιάννου Λαμπή

Η νύχτα έφθασε νωρίς για μένα,
αλήθεια, πως πέρασε η δική μου μέρα;
Πού ’ναι το φως πάνω στα βλέφαρά μου,
πού ’ναι το χάδι στη ψυχή μου;
Πού ’ναι οι χαρές της σάρκας μου
κι οι στεναγμοί πάνω στο κρεββάτι μου;
Απόψε πονάω και κάνει κρύο στη κάμαρα μου,
απλώνω ευλαβικά τα σεντόνια που μου ’χεις χαρίσει
τα βαμμένα στις αποχρώσεις της θλίψης,
και καθώς θα νομίζω πως ακούω την ανάσα σου
θα πιώ σταλιά σταλιά
όλες τις σταγόνες του σώματός μας
και θα βουτήξω μέσα στην σιωπή της τρυφερότητας σου.
Απόψε, θέλω να πεθάνω όλους τους θανάτους,
καθώς θα ψελλίζω όλα όσα δεν σου ’χω πει.

Αντίσταση / Αθως Χατζηματθαίου


Εγώ απόφαση το πήρα
να δραπετεύσω απ’ το φθαρμένο μου κορμί
κι εσύ αφέθηκες στη μοίρα 
μεθοκοπάς απ’ του θανάτου την οσμή.
Πως ν’ αντισταθείς τώρα πως
να σωπάσουν της ψυχής οι κραυγές
τον δικό σου πια ουρανό
μαύρες έχουν σκεπάσει ενοχές.
Εγώ αρνήθηκα τα φώτα
σ’ ανήλιαγα σοκάκια τώρα περπατώ
κι εσύ κρατάς την ίδια ρότα
κι ανήμπορος να σ' εμποδίσω σε κοιτώ.
'Αθως Χατζηματθαίου

[Καρτερικά τα μάτια σου όμορφο παλληκάρι] της Μαρούλλας Πανάγου

του Στέλλιου Πισή 


Καρτερικά τα μάτια σου όμορφο παλληκάρι
ευγενικό χαμόγελο αγνό μαργαριτάρι

Ανδρας μα με παιδιού καρδιά πανέμορφη κι αθώα
απόφαση το πνέυμα σου ψυχη πουν πανωραία

Ειν η ματιά σου λαμπερή και το χαμόγελό σου
ήλιος και φωτοστέφανο γύρω απ το μέτωπό σου

Φως στο σκοτάδι της ζωής ειν το παράδειγμά σου
π'αγόγγυστα τ άνήφορο βγαίνεις του γολγοθά σου

Δύναμη πάντ'αγόρι μου ευχόμαστε να παίρνεις
στις δύσκολες τις ώρες σου πάντα να καταφέρνεις

Να'ναι το φώς στα μάτια σου σαν λαμπερ' ηλιαχτίδα
κι οσο υπάρχει η ζωή υπάρχει κι η ελπίδα

Μιά μέρα σου ευχόμαστε καλά εσύ να γίνεις
κι απ την καρδιά μας η ευχη πραγματική να γίνει

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2016

Βγήκα νωρίς / Λοϊζου Δώρος

Βγήκα νωρίς στους πράσινους κήπους,
πριν προλάβουν να ξυπνήσουν τα γιασεμιά κι οι μέλισσες.

Βγήκα νωρίς,
πριν γίνουν ατμός οι ασχημάτιστες δροσοσταλίδες.

Ναι, βγήκα νωρίς…

Δε λέω,
μπορεί να μην είδα πεταλούδες, ρόδα κι έντομα
μα είδα
τα υγρά όνειρα του εωθινού,
το ξεψύχισμα της άγουρης νύχτας,
το αόρατο αγκάλιασμα του ορατού με το άυλο…

Ναι, βγήκα νωρίς
το ξέρω
μα δεν το μετανιώνω…

Το παρεξηγήσατε / Δώρος Λοίζου

Το παρεξηγήσατε, δεν είναι έτσι;

Ακόμη να το καταλάβετε;

Ποιος σας είπε πως η ποίηση
είναι αρρωστημένη φαντασία,
χλωμές νεράιδες, φεγγαροπερπατήματα,
λουλουδάκια, κελαηδήματα,
ηδονικά ονειρογεννήματα,
κι άλλα παρόμοια αερόλογα;

Αυτό λέτε ποίηση;

Μάθετε το επιτέλους!

Η ποίηση είναι πιο καυτή κι από τη μήτρα του Ήλιου

Το τραγούδι του λεύτερου

Θα ρίξω τα μαλλιά μου πίσω
θα φορέσω το πρόσωπο ανάποδα
και θα βγω στους δρόμους και στις πλατέες
με ντουφέκια, φωνές, με συνθήματα…

Να ρεζιλέψω τους οπαδούς του συρματοπλέγματος…

Να βάλω φωτιά στην Πρεσβεία του Θανάτου…

Θα ρθούν οι γνωστικοί να μου βάλουν τρικλοποδιά,
γιατί τους διώχνω τους πελάτες από τα μαγαζιά…

Θα ρθούν οι «ειδικοί αστυνομικοί» να μου σπάσουν τα πλευρά,
γιατί βάζω οργή και φωτιά στα παιδιά…

Θα ρθούν οι κόκκινοι να μου κοκκινίσουν το μούτρο,
γιατί είμαι πιο κόκκινος απ’ αυτούς…

Θα ρθούν οι λευκοί να μου μαυρίσουν το μάτι,
γιατί είμαι πιο λευκός απ’ αυτούς…

Θα ρθούν οι φωτισμένοι να μου αλλάξουν τα φώτα,
γιατί είμαι πιο φωτισμένος απ’ αυτούς…

Θα ρθούν
οι γελοίοι, οι σοβαροί…
Οι ανατολικοί, οι δυτικοί…
Οι προτεστάντες, οι καθολικοί…
Οι δικοί, οι οχτροί…
Οι διαόλοι, οι θεοί…

Τελοσπάντων όλοι, εκείνοι κι αυτοί
που παίρνουν τη ζωή σαν καπρίτσιο της στιγμής…

Μα εγώ θα ξαναρίξω τα μαλλιά μου πίσω
θα ξαναφορέσω το ματωμένο πρόσωπο ανάποδα
και θα βγω στους δρόμους και στις πλατέες
με ντουφέκια, φωνές, με συνθήματα…

Να διεκδικήσω Ψωμί και Ελευθερία

Δώρος Λοίζος Σκόρπιοι Στίχοι

Μα εγώ θα ξαναρίξω τα μαλλιά μου πίσω, 
θα ξαναφορέσω το ματωμένο πρόσωπο ανάποδα
 και θα βγώ στους δρόμους και στις πλατείες 
με ντουφέκια , φωνές , με συνθήματα να διεκδικήσω : ΨΩΜΙ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

....

Και αν σε ρωτήσουν καμία φορά , 
ποιοι τάχατες αλλάζουν τον κόσμο, 
οι ποιητές ή τα κόμματα, 
μην ντραπείς να τους απαγγείλεις δυο-τρεις στίχους.


....

Έπρεπε λοιπόν να ραντίσουμε το αίμα στις τέσσερεις γωνιές του ορίζοντα;

Να οργώσουμε τα άσπρα χαρτιά με τα νύχια;

Έπρεπε λοιπόν
να τεντωθούν οι φλέβες τόσο πολύ,
να γεμίσουν τα πιθάρια μας τόνους αγωνία;

Έπρεπε λοιπόν να γίνουν όλα αυτά;

Και γιατί;

Για μια λάμψη στα μάτια…
Για μια ιδέα χαράς…
Για μια σποραδική γαλήνη…
Για ένα τετραγωνικό του Παραδείσου…

Να μην υπάρχει άραγε άλλος τρόπος;

Μόνον ο θάνατος να οδηγεί στη ζωή;

Ο Σταυρός λοιπόν, το μόνο μέσο
να παραβιάσουμε τις καστρόπορτες της αθανασίας;

...


Ψωμί και Ελευθερία : Ποιητική Συλλογή του Λοϊζου Δώρου (μικρό απόσπασμα)


 Ι


Τον άνθρωπο…
Τον άνθρωπο…
Ποιος θα τον ανακαλύψει;


ΙΙ

Μοίρασα σα ψωμί την καρδιά μου
Και δε μούμεινε ούτε ένα ψίχουλο.


ΙΙΙ

Τον ουρανό, τον ουρανό
πώς να τον αντιγράψω;
Δε συγκινείται εύκολα…


ΙV

Κι όμως…
Κάπου στην άκρη των χειλιών σου
θα ενεδρεύει πάντα μια ιδέα χαμόγελο…


....

VII

Γιατί γράφω;
Μα για να υπερασπιστώ το αθώο μου αίμα…



...


XI

Ιστορία:
Το πρώτο πράμα που έμαθε ο άνθρωπος
Ήταν ο σεβασμός στο θάνατο…


....


XIII

Θα συλλάβω κάποτε τη μορφή της άνοιξης…
Θα τρυπήσω κάποτε τον άνεμο…


...


XV

Ένας ποιητής κινείται ανάμεσα μας…
Προσοχή!
Όπου κι αν τον συναντήσετε,
Πυροβολήστε χωρίς προειδοποίηση…
Είναι επικίνδυνος!




Δώρος Λοΐζου (βιογραφικά στοιχεία)

Ο Δώρος Λοΐζου γεννήθηκε στη Λευκωσία στις 23 Φεβρουαρίου 1944. Σπούδασε αρχικά στη σχολή θεάτρου των Θάνου Σακέττα και Κωστή Μιχαηλίδη στη Λευκωσία. Σπουδές που δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ αφού ξέσπασαν στην Κύπρο ταραχές την περίοδο 1963-1964. Αργότερα σπούδασε στη σχολή τουριστικών Επαγγελμάτων στη Ρόδο και στη συνέχεια μετέβη στη Βοστόνη όπου σπούδασε: Ιστορία στο Hellenic College
Το 1972, επιστρέφει στην Κύπρο και εντάσσεται στους κόλπους του Σοσιαλιστικού Κόμματος ΕΔΕΚ. και εκτός άλλων καθηκόντων αναλαμβάνει διευθυντής της κομματικής εφημερίδας Σοσιαλιστική Έκφραση.
Το πρωί της 30ής Αυγούστου 1974, σε απόπειρα δολοφονίας του προέδρου της ΕΔΕΚ  Βάσου Λυσσαρίδη, σκοτώθηκε ο Δώρος Λοίζος ο οποίος οδηγούσε το αυτοκίνητο.
Ο Λοΐζου ασχολήθηκε με μεταφράσεις ξένων ποιητών όπως : του Σαλβαντόρ Νόβο, του Πωλ Ελυάρ, του Ίκου Τακενάκα κλπ και στο σχετικό σύντομο βίο του εξέδωσε μία ποιητική συλλογή. 
Ποιητική συλλογή:
Ψωμί και Ελευθερία


σύνδεσμος: http://www.press-gr.com/2016/08/30-1974.html

Οι γεωργοί της Μεσσαρκάς / Λοϊζου Δώρος

του Δώρου Λοϊζου

" Έτσι κι απόψε 
θα μαζωχτούμε στο παρεκκλήσι 
εμείς οι γεωργοί της Μεσσαρκάς 
να προσευχηθούμε στην Παναγία 
να στείλει βροχές.
Κι ας λέει το ραδιόφωνο 
πως βροχές πια δεν έχει.
Εμείς θα ξημερωθούμε στις προσευχές,
στο "Κύριε Ελέησον", στο γονάτισμα, στο '' Παράσχου Κύριε" 
Γιατί καλά το ξέρουμε 
πως για να γίνει ένα θαύμα 
πολλά της καρδιάς τα δάκρυα, ο πόνος, η αγωνία. 

Παναγία βροχοκυρά, 

οι γεωργοί της Μεσσαρκάς,
δέονταί σου..."

Θα ρθει μια μέρα και για μας / Λεύκης Γιάννης


Θα ’ρθει μια μέρα και για μας. Να το πιστέψεις!
Δεν θα ’ναι πάντα όλο πίκρες η ζωή μας.
Θα ’ρθουνε και για μας χαρές. Μην κοροϊδέψεις
την ελπίδα μου. Οι τόσοι στεναγμοί μας

θα βρούνε τέλος μια φορά. Κάτι μου λέει
πως θα γελάσει κάποια μέρα κι η δική μας
θλιμμένη φάτσα, που απόκαμε να κλαίει
ρυτιδωμένη απ’ την απόγνωσή μας

Μην πεις πως ονειρεύουμαι. Τα μαύρα χρόνια
που περάσαμε κι εμείς κι οι όμοιοί μας
στην πείνα, στην απελπισιά, στην καταφρόνια,
θα ξεχαστούν. Μη βλαστημάς τη γέννησή μας.

Κι αν το σκοτάδι ολόγυρα πυκνώνει
κι αν ανεβαίνει απέλπιδη η κραυγή μας,
μη σωριαστείς. Να, η αυγή που γαλαζώνει
τ’ ακροούρανα, μηνώντας την ανάστασή μας

Παναγιά στο Μόρφου / Κώστας Μόντης


Η πιο καλή γειτόνισσα
η Παναγιά είν' η Χρυσοζώνισσα.
Στο τόσο δα σπιτάκι της κλεισμένη
όποτε πας θα 'ν' πάντα μέσα να προσμένει
να της ανοίξεις την καρδιά σου
τη λύπη να της πεις και τη χαρά σου
κι απ' το παλιό της πίσω το μανουάλι
να γνέφει "ναι" με το κεφάλι.
Ενα την έχει μοναχά πάντα στενοχωρήσει
που δεν μπορεί ένα καφεδάκι να σου ψήσει.
Και τις ζεστές του Αυγούστου νύχτες
που δε λέει πια να πάρει τ' αγεράκι
βγαίνει κι Αυτή με μια καρέκλα στο σοκάκι
και τα κουτσομπολιά των άλλων τα τρελά
τ' ακούγει και κρυφά-κρυφά γελά.
Ωσπου με το "άντε για ύπνο πια κ' είν' ώρα περασμένη"
σηκώνεται κ' η Παναγιά
και παίρνει την καρέκλα της και μπαίνει