Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2016

Ακρίτες ποιητές / Κωνστάντης Γιώργος


                
                              Στον ποιητή Κώστα Μόντη


Γράφουμε κι εμείς ελληνικά
Oμως οι Eλληνες καθόλου ή λίγοι μας διαβάζουν
Ας αφήσουμε τους ξένους
"Ελάχιστοι ξέρουν τη γλώσσα μας"
Μικρή η αντιστάθμιση Κώστα
Τ' ότι γράφουμε ελληνικά
Εδώ στην άκρη της μεσόγειος
"Στις αμμουδιές του Ομήρου"


Eνεκεν των μεγάλων αποστάσεων
Δεν είναι λόγος να πνίγεται η φωνή μας
Λίγο έξω απ' τα νερά του Αιγαίου
Νιώθουμε κι εμείς να 'μαστε Eλληνες
Με τόλμην κι αρετή και πείσμα
Γράφουμε το τραγούδι μας ελληνικά
Στ' ακριτικά σύνορα του νότου.

Γιώργος Κωνστάντης (βιογραφικά στοιχεία)

Ο Γιώργος Κωνστάντης γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1923 και απεβίωσε το 1999. Λόγω έντονων βιοποριστικών δυσκολιών, δεν ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του και από νωρίς αναγκάστηκε να καταφύγει σε διάφορες εργασίες. Κατά τον Β ́ Παγκόσμιο Πόλεμο κατατάχθηκε στο Κυπριακό Σύνταγμα του βρετανικού στρατού, πολέμησε στην Ελλάδα και κρατήθηκε αιχμάλωτος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία (1941-1945). Το 1963 μετανάστευσε στη Μ. Βρετανία, όπου και παρέμεινε ώς το 1981, οπότε και επέστρεψε, για να εγκατασταθεί στη Λευκωσία. 

Ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και το θέατρο (ως ηθοποιός και σκηνογράφος). Στην ποίηση εμφανίστηκε ήδη από τη δεκαετία του 1940. κατά καιρούς δημοσίευε ποιήματά του σε λογοτεχνικά περιοδικά.


Ποιητικές Συλλογές: 


  • Σεμνοί στίχοι , 1946 
  • Ηρωική πορεία, 1950 
  • Περηφάνεια.1959, (σε κοινή έκδοση με έργα των Θ. Στυλιανού και Κ. Κλεάνθους)
  • Ταυτότητα , 1989, 
  • Η σιωπή κι ο χρόνος, 1990·
  • Αφήγηση σημαιοφόρου 1990 

Επίλογος / Κωνστάντης Γιώργος

Λίγοι στίχοι απ’ το βιβλίο αυτό
«μπορεί να ’ναι και οι τελευταίοι»
Ίσως χαρακτούν στην ταφόπετρά σου
«Στα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα»
που «είθισται να δολοφονούν τους ποιητάς»
Όπου κυκλοφορεί η ιδιοτέλεια
Με συνοδεία εκτελεστικών αποσπασμάτων.
Στους δρόμους που περπάτησες κι εσύ
Κάποια μέρα ίσως ακουστούνε λίγοι στίχοι
Προσθέτοντας στο τέλος: –Από δω
Πέρασε ένας ολίγον έστω ποιητής
Αμνημόνευτος σε πλαστές ανθολογίες.

Κουρουζιάς Λοιζής (μικρή αναφορά)

Ο Κουρουζιάς Λοιζής ήταν λαικός ποιητής από την   Αραδίππου. Γεννήθηκε το  1884  και απεβίωσε το 1954.

«Όνειρο» / Καβαλλάρης Φαίδρος



                «... και περπατούσα

                ψάχνοντας την έναστρη νύχτα».

Βαρυθυμία επηρεασμένη / Νίκος Βραχίμης



Τι να τον κάνεις τον ρυθμό,
τη μουσική, τη ρίμα
διάλεξε να κρεμαστείς από το νήμα
το λεπτό που να δονεί με το σφυγμό
της κουρασμένης της καρδιάς σου.


Ένας μικρούτσικος παλμός,
το ξέρεις, μυστικός ψαλμός,
λησμονημένος και παλιός,
ηχεί μόλις εντός σου.
Η νύχτα στέκεται μουγγή.
Κάποιος εκφυλισμένος θα βρεθεί
τραγούδι να την κάνει αφού σκεφθεί.
Κι όμως θα σου ’λεγα παντοτινά να κοιμηθείς
να ξεχαστείς και να ξεχάσεις.
Οι άνθρωποι θα πουν με λογικό
πως μοιάζεις κάποιον άνθρωπο
τρελό, ή, ένα παιδί που μαγικό
ντύμα την ποίηση δέχτει και πω! πω!
επηρεασμένος έπαιξε τον τραγικό
μεσ’ τα βαθιά να κοιμηθεί δήθεν ερέβη

Δράξαμε τη μέρα

Δράξαμε τη μέρα
και μέσα απ τη μαγεία του λυκαυγούς
σ' επισκευθήκαμε!!!!
Εμπνευσμένοι,
απ' του ηλίου ανατείλαντος,
το ουράνιο κάλλος,
σε εικονογραφήσαμε!!!
Κόρη πολύπαθη
κόρη τυραγνισμένη.
Σκιαγραφήσαμε,
τη πικρία
την απορία
τη καρτερία
περίτεχνα και στοχευμένα,
στο πρόσωπό σου.
Σε προσωπογραφήσαμε.
Βάψαμε
μαβιά τα μάτια
και χρυσοκίτρινα
τα λυτά σου μαλλιά.
Απεικονήσαμε
γλυκό
σεμνό
και ταπεινό
έντεχνα το χαμόγελό σου
βάφοντας τα πινέλλα μας
με της θλίψης τη μπογιά
Θαυμάσαμε,
την απέρριτη ομορφιά σου
και ακουμπήσαμε το εικόνισμα
στης ψυχής μας τα μύχια
γιά ένα τιμής ένεκεν
καθημερινό προσκύνημα.

Αντί προτύπων

Κάρφωσα την εικόνα σου
στον ιδεατό κόσμο
της σφαίρας της φαντασίας μου

Κόσμε ιδεατέ.
Την κράτησα
σαν ιερό κειμήλιο.
Δεν είχα κάτι άλλο
να σφιχτοδέσω μέσα μου.
Αφού δεν πρόλαβα ποτές
ν' απαθανατίσω
μιά εικόνα πραγματική.
Σαν διάττοντες αστέρες
εξαφανίζονταν με μιάς
απ' το οπτικό πεδίο της ζωής μου.
Κι ότι το μυθοποίησα
αντί του μάννα εξ' ουρανών,
σαν πεφτσστέρι έπεφτε
κι έσβηνε κατά γης.
Γι αυτό έφτιαξα
μιά εικόνα φανταστική.
Έκτοτε γίνεται φάρος
στη σφαίρα του επιθυμητού
και των ανήσυχων αναζητήσεων.
Των πολυτάξιδων περιπλανήσεων.
Ως να' ναι μιά μικρογραφία
της Μικρής Άρκτου
στο σύμπαν της ψυχής.
Χριστίνα Υπεραχου.

[Δαμάσαμε το άλογο]

Δαμάσαμε το άλογο.
Περιορίσαμε έτσι
την αχαλίνωτη φύση του.
Το τιθασεύσαμε.
Σφιχτά τα γκέμια
καθόριζαν την στράτα.
Σ' ανηφοριές, κατηφοριές
ρυάκια και λαγκάδια.
Καλιγωμένες πατημασιές
χαράζανε το διάβα.
Μιά σε χαράδρες δύσβατες
μιά σ' άβατα μονοπάτια.
Μ' άξαφνα....
Τ' άλογο αποχαλινώθηκε
σαν σκόνταψε σιμά σε κάποιο ρέμα.
Χλιμίντριζαν τα θέλω του
κι ούρλιαζαν οι ορμές του.
Αφήνιαζαν τα πάθη του
κλαίγαν οι πεθυμιές του.
Και τα καπούλια τίναζαν
σωρούς μ' απωθημένα.
Στάθηκα και τ' αγνάντευα
γοργά γοργά π' αλάργευε.
Να χάνεται καλπάζοντας
στ' απέραντο του αβέβαιου.
Σε μιά πορεία άγνωστη
Στο αχανές του απρόσμενου.
Κι εγώ να διερωτώμαι.
Εναρκτήριο λάκτισμα;
Ή αποχαιρετηστήριο σάλπισμα;
Όλο ετούτο που άφηνε πίσω του
ο κουρνιαχτός των ποδοβολητών του.
" Άμε στο καλό
κι ας είναι και καλόστρατο
τούτο σου το ταξίδι "
Χριστίνα Υπερμάχου.

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2016

Κρητικού Ανδριάννα ( μικρή αναφορά)

Η Ανδριάνα Κρητικού ζει στη Λεμεσό της Κύπρου. Ασχολείται με την ποίηση και έχει εκδόσει τις παρακάτω ποιητικές συλλογές.
  •  Ποιήματα περιθωρίου - 2001 - εκδ. Περιοδικό Ακτή
  • Πάλι και Πάλι... - 2011 - εκδ. Πλανόδιον

Εγώ δεν είμαι ποιητής /Κρητικού Ανδριάννα

«Εγώ δεν είμαι ποιητής
                είμαι ένας ιχνηλάτης

                του ονείρου».

Πραγμάτω(ν) ποίηση: Βλέπουμε την θέα μόνοι: Ποιητική Συλλογή της Άννα Κουππάνου / Μελάνι, 2013

ΧΘΕΣ ΗΤΑΝ ΚΥΡΙΑΚΗ... 

Χθες, ήταν Κυριακή.
Κι έκανα όπως όλοι.
Το ετοίμασα,
του έβαλα τα ζεστά του ρούχα.
Κι ύστερα το πήρα στο πάρκο
και κάθισα δίπλα στις μαμάδες.

Άνοιξα λίγο το φερμουάρ της δερμάτινης τσάντας
και χάιδεψα
το λείο, ιδρωμένο πρόσωπό του.
Το κρατούσα εκεί μέσα
και ντρεπόμουν
-σαν τέρας.

Κι ύστερα έκανα
το επαίσχυντο.
Το έβγαλα, το καημένο,
το αναιμικό, το κατακουρασμένο
και το χρησιμοποίησα.

Την 3,2 gigahertz ταχύτητα
και τα 160 του σκληρού,
και τα πλήκτρα
που επιμελώς φροντίζω με ειδικό καθαριστικό.

Καφέ,
Ζάχαρη,
Μακαρόνια
Και να μην ξεχάσω
Να του αγοράσω καινούρια μπαταρία.


ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ

τις βραδινές ώρες
το σπίτι μου αναπνέει δυνατά

κάποτε με αγωνία
το ακούω να πνίγεται
γιατί του λείπει το οξυγόνο

αν μπορούσα
θα το έπαιρνα αγκαλιά
"ησύχασε μωρό μου
άγια Μαρίνα και κυρά..."
θα του ψιθύριζα

μα είμαι μικρή
και με γελούν οι λέξεις



και αποσπασματικοί στίχοι:

[...] Και αποφασίστηκε να γίνω 
μες στην πυρά του εργαστηρίου
βάζο διάφανο 
που τρέμει στα βαριά τα βήματα 
και στις απότομες κινήσεις». (σ. 13)

[...] είναι μια παράδοξη συνεύρεση 
κι αίνιγμα της φύσης
αλλά μόνο καθώς σε γεύεται 
γεύεσαι κι εσύ την ομορφιά του 

 [...] και μπήκα μέσα του 
κρατώντας τις παλάμες 
 σε θέση προσευχής 
 ευλαβικά περιμένοντας 
τη στιγμή της μετάληψης» (σ. 23)


...

Άκουσα κάτι να στάζει. 
Ήταν η σιωπή. Υγρό μέταλλο. 
 Όταν μπήκα στο δωμάτιο 
ήταν πια αργά. 
 Έκτισε τα πόδια μου 
η διαδικασία της πήξης. 
 Και η σιωπηρή 
 σταγόνα 
με επικάλυψε 
σε μία στάση 
που είχε προαποφασιστεί.

Άννα Κουππάνου (Μικρή αναφορά)

Η Άννα Κουππάνου γεννήθηκε στην Κύπρο το 1979. 
Είναι εκπαιδευτικός και έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στη διαπολιτισμική εκπαίδευση και στην ψυχολογία. Διηγήματά της έχουν βραβευτεί σε διαγωνισμούς σε Κύπρο και Ελλάδα, ενώ έχει δημοσιεύσει άρθρα σε διάφορα επιστημονικά περιοδικά.
Το 2010 της απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Νεανικής Λογοτεχνίας του Υπουργείου Παιδείας της Κύπρου για το βιβλίο της "Οι αργοναύτες του χρόνου".


Εργογραφία: 

2013: Ποίηση : Πραγμάτω(ν) ποίηση: Βλέπουμε την θέα μόνοι (εκδόσεις Μελάνι) 
2015: Παιδικό βιβλίο: Η απίστευτη αποκάλυψη του Σεμπάστιαν Μοντεφιόρε (εκδόσεις Κέδρος, Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου) 
2009:  Παιδικό Βιβλίο: Οι αργοναύτες του χρόνου (εκδόσεις Κέδρος) 
2005: Παιδικό Βιβλίο:  Ο νάνος που αγάπησε τη Χιονάτη (Μίλητος) 

στο σπίτι μου

στο σπίτι μου 


τις βραδινές ώρες 
το σπίτι μου αναπνέει δυνατά

κάποτ εμε αγωνία 
το ακούω να πνίγεται 
γιατί του λείπει το αξυγόνο.


αν μπορούσα 
θα το έπαιρνα αγκαλιά 
" ησύχασε μωρό μου 
αγία Μαρίνα και κυρά..."
θα του ψιθύριζα 
μα είμαι μικρή 
και με γελούν οι λέξεις. 



Άννα Κουππάνου

Ο θώρακας του Κινύρα / Κώστας Μόντης


  Ποιητική Συλλογή Αγνώστω Ανθρώπω (1968)

Υπήρξαν πολλοί οι επικριτές του Κινύρα
 πως άλλα του ζητήθηκαν κι άλλα έδωσε,
πως απέκρουσε την Ιστορία, πως πρόσφερε απλώς ένα θώρακα
 για την εκστρατεία της Τροίας.
—Τίποτα περισσότερο δεν ήταν δυνατό, βέβαια,
να περιμένει κανείς από ένα ποιητή, είπαν.
— Μπορεί να κυβερνά ένας ποιητής
και μάλιστα σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές; είπαν.
Ένας τρίτος είπε πως όλα εκείνα τα ποικίλματα
δεν ήταν δυνατό ν’ αντισταθμίσουν
την οφειλόμενη ανθρώπινη προσφορά.
Άλλος είπε πως ακριβώς και μόνο το γεγονός
πως τόσο βαρύτιμο έκανε το θώρακα ο Κινύρας
αποδείκνυε πως ένιωθε
κάτι άλλο σημαντικό παρέλειπε.

Κι ένας τελευταίος – ποιητής κι αυτός-
ο Εύκλος απ΄το Κούριο
είπε – δε νομίζω από αντιζηλία –
πως ούτε καν την ποίηση  
δεν ήξερε ο Κινύρας να θέσει υπεράνω όλων
- που ως φαίνεται ήθελε -
γιατί πώς θα΄ταν , αλήθεια, νοητό
όταν θα μιλούσε ο Όμηρος
για τους Κύπριους ήρωες-
να μην είχε παρά ένα κενό θώρακα να τραγουδήσει,
να μην είχε παρά ένα κενό θώρακα να περιγράψει,
όσο πολύτιμο;