Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λαμπής Γιάννος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λαμπής Γιάννος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

[Είχα ακούσει πάρα πολλά] / Λαμπής Γιάννος

Είχα ακούσει πάρα πολλά
για το σπίτι με τα ραγισμένα κεραμίδια.
Αν και το ήθελα, δεν τολμούσα
να περάσω ούτε απ’ έξω
- Δεν κάνει, έτσι μου ‘χαν πει, για ανθρώπους σαν κι εμάς
Μια Κυριακή μεσημέρι
την ώρα που ο καλός κόσμος κοιμάται,
- Έτσι μου ‘χαν πει
δεν άντεξα και πήγα μ’ έναν φίλο μου κρυφά.
Μπήκαμε στην αυλή, κουβαλήσαμε δυο πέτρες,
πρώτος ανέβηκε εκείνος και μετά εγώ,
πάτησα και στις μύτες των ποδιών μου
για να δω πιο καθαρά μέσα απ’ το γυαλί.
Μια γυναίκα άναβε με ευλάβεια ένα καντήλι
κι ύστερα στάθηκε σε μια πέτρινη γούρνα,
γυμνή κι έπλενε τα δυο της τα βυζιά.
Τα έτριβε δυνατά και με πείσμα,
σιγομουρμούριζε αλλά δεν μπορούσα να ακούσω.
Ξάφνου η πόρτα άνοιξε,
βγήκε ένας άντρας με κοστούμι,
κοίταξε γύρω προσεκτικά και μετά
με βήμα βιαστικό χάθηκε στη στροφή,
πριν κλείσει η πόρτα, άκουσα τη γυναίκα,
- Δεν φεύγει με τίποτα η μυρωδιά των νεκρών.

Κυριακή 23 Απριλίου 2017

[Απόμακρα, μες στη νύχτα] / Λαμπής Γιάννος

Απόμακρα, μες στη νύχτα
η γη με τους Σταυρωμένους
- Άραγε τους μέτρησε ποτέ κανείς;
και το κτύπημα της καμπάνας 
σαν μια αιώνια, σάπια πληγή 
αναγγέλλει τα όνειρα που έμειναν για πάντα ανάπηρα.
Τα λόγια μου χάνονται μέσα στο πόνο
κι ο αδελφός μου χορεύει ένα ζεϊμπέκικο,
έχει ανοιγμένα τα χέρια σαν φτερούγες
και το κεφάλι ψηλά, κοιτάει απέναντι
- Το χάραμα θα ανέβω το Γολγοθά και θα χορέψω ένα Ζάλογγο
φωνάζει και η φωνή του τρίζει σαν σπασμένο γυαλί.
Μας κέρασε με μια φέτα χαμόγελο
- δεν έχω τίποτα άλλο έξω απ’ το χαμόγελο, αδέλφια μου.
Βρόντηξε πίσω του τη πόρτα
και μας άφησε μέσα στη νύχτα
να ψάχνομε για την χαμένη μας ανθρωπιά.

Τετάρτη 15 Μαρτίου 2017

Βροχή / Λαμπής Γιάννος


Ίσως να φταίει που είναι Κυριακή γι’ αυτή την ερημιά
των πεζοδρομίων, ίσως πάλι να είναι κι η βροχή,
αυτή που ώρα τώρα πέφτει μονότονα, κι όλο ψιθυρίζει
σαν κάτι να θέλει να μου πει, αλλά την παραδέρνει
στα κρύα δάκτυλα του ένας τρελός χορογράφος αέρας
κι όλο την παίρνει μακριά και δεν την αφήνει να μου πει
Την βλέπω να μου κτυπά το παράθυρο γράφοντας πάνω στο τζάμι
σε μια γλώσσα αλλόκοτη, όλο σχήματα που συνεχώς αλλάζουν
κι εγώ προσπαθώ να τ’ αποκρυπτογραφήσω αλλά είναι
τόσο ζωντανές αυτές οι λέξεις που δεν τις προλαβαίνω
και μένει στ’ αυτιά μου μόνο ένας ήχος θλιμμένος,
σαν βήματα γνώριμα που όμως δεν με προφταίνουν ποτέ.

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

Ημερολόγιο / Λαμπής Γιάννος


Ακόμα μια μέρα,
ακόμα μι’ άδεια σελίδα στο ημερολόγιο μου
που ’χει πλέον γεμίσει με κόλλες λευκές.
Σελίδες γεμάτες ήχους νεκρούς,
που η απουσία σου τους έχει σκοτώσει.
Λίγες σελίδες ακόμη και θα σβήσουν
απ΄το μυαλό μου,
το χρώμα των ματιών σου
και τις γραμμές στην άκρη των χειλιών σου όταν γελούσες.
Λίγες σελίδες ακόμα και το ημερολόγιο μου θα γεμίσει
με κόλλες φθαρμένες απ’ τα νύχια μου
καθώς απεγνωσμένα τραβώ γραμμές
προσπαθώντας να σε θυμηθώ.

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2016

[Αυτές οι ατέλειες στο κορμί μου] / Λαμπής Γιάννος

Αυτές οι ατέλειες στο κορμί μου, είναι η αρχή,
κι αυτά τα σημάδια στο πρόσωπο μου, είναι το τέλος.
Κι όλα αυτά τα ερείπια είναι το μεσοδιάστημα που έζησα
είναι το τίμημα για το διάβα μου προς τα μπρος
αφού ονειρεύτηκα να ξεφύγω 
δεν είχα επιλογές, έπρεπε να περάσω
ανάμεσα σε μαχαίρια και λεπίδες
και να γευτώ την ήττα μου, ξανά και ξανά.

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Η νύχτα έφθασε νωρίς για μένα... του Γιάννου Λαμπή

Η νύχτα έφθασε νωρίς για μένα,
αλήθεια, πως πέρασε η δική μου μέρα;
Πού ’ναι το φως πάνω στα βλέφαρά μου,
πού ’ναι το χάδι στη ψυχή μου;
Πού ’ναι οι χαρές της σάρκας μου
κι οι στεναγμοί πάνω στο κρεββάτι μου;
Απόψε πονάω και κάνει κρύο στη κάμαρα μου,
απλώνω ευλαβικά τα σεντόνια που μου ’χεις χαρίσει
τα βαμμένα στις αποχρώσεις της θλίψης,
και καθώς θα νομίζω πως ακούω την ανάσα σου
θα πιώ σταλιά σταλιά
όλες τις σταγόνες του σώματός μας
και θα βουτήξω μέσα στην σιωπή της τρυφερότητας σου.
Απόψε, θέλω να πεθάνω όλους τους θανάτους,
καθώς θα ψελλίζω όλα όσα δεν σου ’χω πει.

Κυριακή 7 Αυγούστου 2016

[Βαριά ανασαίνει απόψε η νύχτα]΄/ Λαμπής Γιάννος

Βαριά ανασαίνει απόψε η νύχτα
και στην καρδιά μου μια μαύρη λύπη ανθίζει
Απ’ έξω από τη κάμαρα μου
με τρελαίνει ένα τριζόνι,
δεν λέει να κοιμηθεί κι όλο κλαίει,
σίγουρος είμαι! δεν είναι του σαλεμένου μου μυαλού,
άκου! Τ’ όνομα σου λέει.
Οι ώρες σέρνονται βαριές και βουβές
κι αντηχούν στο λιθόστρωτο
ψελλίζοντας όλα αυτά
που δεν τόλμησα ποτέ να σου πω.
Αγάπη μου! το πόσο μου λείπεις
δεν θα μπορέσεις να μάθεις ποτέ,
οι ώρες που μου χάρισες,
τα λόγια που μου είπες,
τα θυμάμαι ξανά
και σε κάθε συλλαβή
πικρό δάκρυ χύνω.
Αγάπη μου! στα στήθη πονώ
τα λόγια μου ακόμα μια φορά
κόπηκαν στο στόμα,
τόσα χρόνια χάθηκαν
έμειναν άνυδρα και έρημα χωρίς εσένα
Αγάπη μου!
με τα φιλιά σου ράνε με απόψε,
όπως ραίνουν ένα νεκρό
και να θυμάσαι, ήτανε γραφτὸ
εγώ να σ᾿ αγαπήσω, τόσο πολύ,
που καμμιά άλλη γυναίκα ποτέ δεν έχει αγαπηθεί.

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2016

Η ώρα της μοναξιάς / Γιάννος Λαμπής


Ήρθε και πάλι απόψε η ώρα, την καρτερούσα,
π’ απλώνονται ίσκιοι στη κάμαρα μου.
Με βρήκε καθισμένο στη ψάθινη καρέκλα
μπροστά απ’ το τραπέζι το παλιό.
Δυο πιάτα και δυο ποτήρια με κόκκινο κρασί γλυκό
και στη μέση ένα κερί ν’ αχνοφέγγει,
με τη πόρτα πάντα ανοιχτή.
Κανείς όμως δεν μπαίνει,
μονάχα σκόρπιοι ψιθύροι απ’ τον κήπο,
κι εγώ το ξέρω, δεν είναι άνθρωποι,
κουβέντες είναι μεταξύ των λουλουδιών,
και γέλιο μοναχικών, σάπιων, νεκρών ψυχών.

Τρίτη 5 Ιουλίου 2016

[Δεν θέλω εσύ να με φιλήσεις,] Γιάννος Λαμπής


Δεν θέλω εσύ να με φιλήσεις,
μονάχα κοίτα με στα μάτια,
δώσε μου τα χείλη σου κι αφέσου.
Με τα δικά μου άσε με να τα ακουμπήσω,
να ταξιδέψω στο περίγραμμα τους
κι έρωτα να τους κάνω.
Νοιώσε το πόθο και το πάθος,
άσε τη γλύκα που θα σε κερνούν
να φτάσει στο μυαλό σου.
Να γίνει θάλασσα φλεγόμενη
και να σε πλημμυρίσει
σαν λάβα μέσα σου να κυλά
και στο πέρασμα της να λειώνει κάθε κύτταρο σου.
Άσε της ηδονής το ρίγος
σαν κεραυνός το κορμί σου να διαπεράσει,
κι ύστερα εγώ γονατιστός
μπροστά στο άλσος που φυτρώνει
ανάμεσα στα τορνευτά σου πόδια,
να πίνω σταλιά σταλιά
την ακριβή μεταλαβιά σου.

Τρίτη 14 Ιουνίου 2016

Τι κρίμα / Λαμπής Γιάννος


Νύχτα λουσμένη στο φως,
πνιγμένη στους σπασμούς του έρωτα,
και το δοξάρι μου έγραφε μελωδίες
στο κορμί σου που ήταν σαν βιολί χορδισμένο.
Με κοίταξες κι ένα σου δάκρυ κύλησε,
στάλαξε στο στόμα μου, φαρμάκι πικρό,
ποτέ μου δεν κατάλαβα πως τόσο καθάρια μάτια
έσταξαν θάνατο αργό,
κι ύστερα τα χείλη σου πως μάτωσαν,
καθώς μου ‘πες
τι κρίμα, δεν θα ‘μαστε ποτέ αληθινά μαζί
αφού ανήκουμε αλλού κι οι δυο

Τρίτη 12 Απριλίου 2016

[Λίγο πριν τελέψει η ζωή σου ] του Γιάννου Λαμπή

Λίγο πριν τελέψει η ζωή σου 
ακόμα θα αναρωτιέσαι
αν κάποτε θα φτάσεις, πως θα μοιάζει, 
κι ακόμα πως θα το καταλάβεις πως 
επιτέλους έχεις φτάσει,
κανείς δεν θα στο πει,
κανείς Θεός δεν θα σου στείλει σημάδι,
όταν όμως, μια νύχτα πικρά θα κλάψεις,
από αγάπη κι έγνοια , για όλους τους ανθρώπους,
τότε θα το νοιώσεις πως βρήκες επιτέλους
τη δική σου την Ιθάκη.

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

Καρτερώντας σε / Λαμπής Γιάννος


Απόψε πάλι ξαγρυπνώ,
περιμένοντας σε κοιτώ
μέσα απ’ το δακρυσμένο τζάμι
στ’ απέναντι χορταριασμένο μονοπάτι
μοναχικός διαβάτης, η απουσία,
και τα βήματα του σπασμένοι
φθόγγοι και νότες ενός ρέκβιεμ

Από ανέκδοτη ποιητική συλλογή με τίτλο " Οδός ανέμων"
Λαμπής Γιάννος

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2015

Τ' αστέρι των Χριστουγέννων / Λαμπής Γιάννος

Αυτός ο Δεκέμβρης έχει μια γκρίζα θλίψη, γιομάτος καραβάνια χωρισμού που οδηγούνε σε τάφους υγρούς και σε μέρη άγνωστα. Αμέτρητα μάτια, σβήνουν και χάνονται καθώς κοιτάνε απ’ τ‘ άστρα το φωτεινότερο κι όλο κοιτούν και περιμένουν κάτι να τους πει, όμως αυτό τ’ αστέρι όλο σωπαίνει δεν μιλά, τίποτα δεν λέει , κι όλο γράφει , όμοια με τη γραφή της βροχής, στον ουρανό, κανείς δεν καταλαβαίνει , κανείς δεν ξέρει τι θέλει να πει μάταια καρτερούν, και μετά κοιμούνται αιώνια ξεχασμένοι νεκροί στα κοιμητήρια. Δυο χιλιάδες χρόνια περάσαν που έλαμψε για πρώτη φορά και κανείς δεν κατάλαβε πώς, ‘Αγάπη’, ήθελε να πει

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2015

'Το σημάδι του ταύρου: Παρουσίαση του βιβλίου του Γιάννου Λαμπή



Αίθουσα Πολιτιστικών Εκδηλώσεων Τράπεζας Κύπρου Λεωφόρος Μακαρίου ΙΙΙ 117 Λεμεσός

Τετάρτη, 25 Νοεμβρίου
στις 7:00 μ.μ. - 10:00 μ.μ.

Εκδόσεις 'ΟΣΤΡΙΑ"

Ανάλυση του βιβλίου από τον Άριστο Τσιάρτα ( Προιστάμενος της αρχής κατά των διακρίσεων)

Αποσπάσματα θα διαβάσουν οι ηθοποιοί :
Βαλεντίνα Σοφοκλέους και Γιώτα Κρος

Συντονίστρια : Μαρίνα Σαβεριάδου ( λειτουργός στον ΚΟΤ και λογοτέχνης


Η όλη ιστορία διαδραματίζεται στο Ισραήλ (Τελ Αβίβ και Ιεροσόλυμα), Τουρκία (Κωνσταντινούπολη), Ιταλία (Ρώμη) και Αγγλία (Μπαθ).
Κεντρικός μύθος γύρω από τον οποίο εξελίσσεται η ιστορία και η πλοκή του βιβλίου, είναι η γνώση και η δύναμη που αποκτά ο κάτοχος του ειδωλίου του τραγόμορφου Διαβόλου Μπαθομέτ, η οποία ενισχύεται με τη διαβολική δύναμη που έχουν τα τριάντα αργύρια που πήρε ο Ιούδας για να προδώσει τον Χριστό. Σύμφωνα με το μύθο, η Μασονική κοινότητα πιστεύει ότι όταν αποκτηθεί η δύναμη αυτή, τότε θα πρέπει να εξαφανιστεί το Ιερό Ισλαμικό Τέμενος του Ομάρ που βρίσκεται στην Ιερουσαλήμ και την θέση του να πάρει ο Ιερός Ναός Του Σολομώντα ο οποίος βρίσκεται ακριβώς από κάτω. Με αυτό τον τρόπο θα επέλθει η Νέα Τάξη Πραγμάτων και η Παγκόσμια Κυριαρχία του Μέγα Αρχηγού του Σύμπαντος ( ΜΑΤΣ).
Οι κρυφές ανασκαφές που διενεργούνται από την Τεκτονική Στοά των Ιεροσολύμων στα θεμέλια του ναού του Σολομώντα, βγάζουν στο φως το σατανικό ειδώλιο του Μπαθομέτ και δύο από τα αργυρά νομίσματα του Ιούδα. Ένα ανελέητο κυνηγητό αρχίζει τότε για την ανακάλυψη και των υπολοίπων είκοσι οκτώ αργυρίων. Ο Πατριάρχης των Ιεροσολύμων συμμαχεί με τον Ιμάμη του Μπλε Τζαμιού για να αποτρέψουν τα σχέδια των Τεκτόνων. Στη Ρώμη, ο Πάπας που υπηρετεί την μασονία δεν διστάζει μπροστά σε τίποτε και γίνεται συνένοχος στην προσπάθεια η ένωση των διαβολικών δυνάμεων να γίνει μέσα στην ίδια την Αγία Έδρα.
Κεντρικός ήρωας του βιβλίου είναι ο ραβίνος Ααρών Αβούρι, γόνος του Ιμάμη του Μπλε Τζαμιού και μιας Ελληνίδας αρχαιολόγου, ο οποίος έχει μεγαλώσει σε ένα ορφανοτροφείο στην Ιερουσαλήμ. Μετά από ένα φόνο καταλήγει στις φυλακές από όπου και στρατολογείται από τη Μασονία. Η δυνατή πίστη και η αφοσίωση του προς το σκοπό που νομίζει ότι υπηρετεί, τον κάνει υποχείριο στον υπόγειο πόλεμο μεταξύ της Μασονίας, Χριστιανών Ορθόδοξων και Καθολικών και των Μουσουλμάνων.
Οι δολοπλοκίες, οι δολοφονίες, και ο πόλεμος μεταξύ των Θρησκειών αποκαλύπτουν στον Ααρών την διαφθορά, την απληστία, και την μανία των Ιεραρχών και των Εκκλησιών για επικράτηση και εξουσία.
Δολοφονίες, μυστικοί σύμμαχοι, πληροφοριοδότες και μυστικά που βλέπουν το φως, φανερώνουν την εκμετάλλευση που τυγχάνει η πίστη προς την Αλήθεια και τον Θεό, από τις Θρησκείες και τους Ιεράρχες.

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

[Ξαπλωμένος σ’ ένα στρώμα από καλάμια...] / Λαμπής Γιάννος

Ξαπλωμένος σ’ ένα στρώμα από καλάμια. Πύρινες γλώσσες έχουν ζώσει το δωμάτιο. Ακούω τα δόντια της φωτιάς π’ ολοένα πλησιάζουν. Γέμισε καπνούς αλλά ούτε να βήξω δεν μπορώ αφού μια λωρίδα από δέρμα λευκής κατσίκας μου έχει σφραγίσει το στόμα. Κρυώνω. Φοβάμαι. Θέλω να τρέξω μακριά αλλά μου έχουν δέσει πόδια και χέρια με καλώδια και διάφανους σωλήνες πλαστικούς. Σε κάθε μου προσπάθεια να φωνάξω γεμίζουν τα στήθη μου καπνούς . Δεν είμαι σίγουρος αν τον καταπίνω ή με καταπίνει. Δεν έχει και καμιά σημασία. Αιωρούμαι για λίγο και συνουσιάζομαι μαζί του πάνω από το σώμα μου. Διαλύομαι μαζί του και ανεβαίνω νωχελικά μέχρι τα δοκάρια της οροφής. Ζεσταίνομαι. Η φωτιά έχει ζώσει το σάπιο κορμί μου. Γέμισε τρύπες. Μεγάλες και στρογγυλές που μπαινοβγαίνει ο βρώμικος καπνός. Συρρικνώνουμε και γίνομαι ένας κόκκος αιθάλης. Δεν πονώ πλέον. Έχουν φύγει από τη κάμαρα όλα τα τρωκτικά και από το κορμί μου οι κοριοί και τα σκουλήκια. Δεν μου έμεινε κανείς. Στην αυλή μου μαζεύτηκε κόσμος. Δεν κάνει να χάσουν τη στιγμή. Μιλούν χαμηλόφωνα και κουνούν τα κεφάλια. Μπαίνω στο καμένο μου κορμί και στέκομαι στο παραθύρι. Τους χαιρετώ και φεύγουν τρομαγμένοι, σκυθρωποί. Πάλι μόνος. Βγαίνω στο κήπο και ουρώ. Διώχνω τη δική τους οσμή. Γίνομαι σπόρος και βυθίζομαι στη γη.

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

Ώρα Μηδέν / Λαμπής Γιάννος


Τα πάντα νεκρά, τα πάντα άβυσσος,
ασύνορη κακία τώρα πλανάται στον κόσμο.
Κόκκινη βάφεται απ’ το αίμα η βροχή,
η κραυγή της αθωότητας πνίγεται, χάνεται,
το παιδί δεν μπορεί ν’ ακούσει πια τη Μάνα.
Οι καλοί δίχως ελπίδα καμιά,
ενώ οι κακοί ηδονίζονται από την ένταση του πάθους
και τη μυρωδιά της νεκρής σάρκας.
Σκιές ορνέων έχουν σκεπάσει τον ήλιο
έχουν σώμα ανθρώπου κι άδειο βλέμμα,
σαλεύουν με γρήγορες φτερούγες
και φέρνουν πάλι το σκοτάδι,
κι ας λένε πως πριν δυο χιλιάδες χρόνια
γεννήθηκε το Αιώνιο Φως.

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2015

Η κόρη της θλίψης / Λαμπής Γιάννος


Κάποιος λέει ότι σε είδε,
είχες ριγμένο στον ώμο ένα λαδί σάλι,
ακουμπισμένη σ’ ένα ξεφτισμένο τοίχο,
μιλούσες με τους περαστικούς σε κάποια ιερή οδό,
εκεί όπου ο χρόνος στέκει, μαύρος, πηχτός, ακύμαντος ωκεανός

- Απόψε πάλι ήταν εδώ,
ναι, είμαι σίγουρη, εδώ ήτανε
δεν μπορεί να κάνω τόσο λάθος,
τον είδα να κυκλοφορεί ανάμεσα στο πλήθος,
να με κοιτά κάτω απ’ τα μαύρα του γυαλιά,
ναι σας λέω, είμαι σίγουρη, εδώ ήτανε,
δεν μπορεί να κάνω τόσο λάθος,
τον άκουσα, τους έλεγες, που φώναζε,
« φυσάει απόψε δυνατά, και το στήθος μου,
γεμίζει χώμα σε κάθε μου ανάσα,
τι όμως κι αν ο θάνατος έρχεται ακόμα ένα βήμα πιο μπροστά,
εγώ φεύγω πριν με δεις να σβήνω, αλλά δεν θα σε προδώσω,
έχω προφτάσει ήδη κι έμαθα, μέσα από εσένα εγώ να ζω »
Κοντοστέκονταν, κουνούσαν το κεφάλι
κι έφευγαν μουρμουρίζοντας – τι κρίμα, πάει, σάλεψε κι αυτή -
κι εσύ τους έτρεχες ξοπίσω φωνάζοντας,
- Όχι, να μην τον θάψετε εδώ, όχι σας παρακαλώ,
τρομάζω που το σκέφτομαι,
γιατί ο αέρας που φυσά, θα ‘ναι βαρύς,
θα έχει στην αγκαλιά του, ένα μπουκέτο
απ’ τους τριγμούς της σιωπής, τους στίχους του,
και θα το ρίχνει στη ποδιά μου.

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2015

Σάββατο 20 Ιουνίου 2015

[Ο χρόνος δεν με λογάριασε] / Λαμπής Γιάννος

Ο χρόνος δεν με λογάριασε,
με μάσησε και μ’ έφτυσε
κι έφθασα στο τέρμα δίχως να το καταλάβω
μέσα σε μια μόνο νύχτα

οι αναμνήσεις πιο πολλές από τα όνειρα μου
που δεν πρόλαβα και τ’ άφησα πίσω
φυλαγμένα μέσα σε ένα συρτάρι
όσα κι αν γίνουν, όσα ακόμα δεν έγιναν
να θυμάσαι , δεν θα σταματήσω ποτέ να σ’ αγαπώ
σ’ αισθάνομαι να στέκεις εκεί, αόρατη,
να με παρακολουθείς σαν φτιάχνω
τις βαλίτσες για τον επόμενο σταθμό,
δεν σ’ αποχαιρετώ γιατί βιάζομαι, όμως θα σε περιμένω
να έρχεσαι, τα απογεύματα και τις Κυριακές.