Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

Παράξενο ... Άντης Περνάρης

Αντικαταστήσανε με "νέο" 
τους λαμπτήρες της οδού Σαλαμίνος
πόσο άσπλαχνο είναι το άπλετο φως 
τα σπιτάκια δεξά και τα δένδρα ζερβά
έχουνε χάσει τη γοητεία τους 
και τα ζευγαράκια την άνεσή τους.
Πόσο παράξενο, ο πολιτισμός να καταστρέφει το πολιτισμένο 
                                                      κρυφτούλι της αγάπης 
που παίζεται στις γωνιές των καλυβιών 
και στις σκιές των ευκαλύπτων!

Περιτελλομέναις ώρες 1969

Το εργαστήρι του γλύπτη

ανοίγω την μικρή πόρτα
μπαίνω στη
σιωπή,

ρυτιδωμένες πατωσανίδες
αναπνέουν, βρίσκομαι
στο κατάστρωμα παλιού
καραβιού, το φωτίζει
από ψηλά χάδι αγίου,

τα γύψινα αγάλματα
στο ράφι
γίνονται πουλιά,
πετούν στο δρύινο τραπέζι,
στις λιγνές γυναικείες
παρουσίες που έχουν
τους λαιμούς κύκνων,

ο μικρός κένταυρος
στριφογυρίζει
το αλογίσιο σώμα του
υψώνεται στον ουρανό
προσευχή,

όλα μέσα στην ώρα της φυγής
και στέκω απροσκάλεστος
στα άδυτα της ψυχής του…

Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2016

Το μόνο... / Χαμπουλίδης Δημήτρης

Το μόνο που φοβάται ο θάνατος
                                       είναι η αιωνιότητα.
Κι η αγάπη μας είνια το φόβητρο  του θανάτου, 
                                       αγαπημένη. 

                                                                            περιοδικό "Πνευματική Κύπρος" 1979
                                                                             Δημήτρης Χαμπουλίδης 

Περπάτησε / Χαμπουλίδης Δημήτρης

Περπάτησε να δεις πως να προσκυνώ 
                                         τα βήματά σου.
Διάταξέ με να δεις πως μπορώ να σου φέρω 
                                         τ΄ αθάνατο νερό! 



Δημήτρης Χαμπουλίδης 

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

Βήματα στην άμμο / Γιαννίδης Λευτέρης

Τα βήματά μου εχάραξα στην άμμο
στοχαστικά περνώντας μιαν αυγή
μα ήρθε γοργά ένα κύμα και τα σβει
τα βήματα που εχάραξα στην άμμο...


Βήματα στην άμμο: 1937

Αρνησίπατρις: ποίημα του Κώστα Λαβίθη

Ο Τζώννυ από το Λίβερπουλ κι ο Ζαν απ’ τη Λυών,
o Tζων από το Σίδνεϋ κι ο Γιάννης απ’ τη Σκάλα,
όλοι φαντάροι γελαστοί, μια νύχταν είχαν γνωριστεί
μέσ’ στην Καντίνα του στρατού και κέφια είχαν μεγάλα.
*
Ο Ζαν κι ο Γιάννης τ’ αγγλικά τα ξεύρανε καλά-κακά,
κι ο Τζων κι ο Τζώννυ ξεύρανε τις μπύρες να κερνάνε·
―Εβίβα, εβίβα βρε παιδιά, με μια και μόνο μια καρδιά
τέσσερις χώρες έσμιξαν απόψε και γλεντάνε.
*
Πάνω στη ζάλη του ποτού βγάζουν το μέλλον τους ατού,
και την παρέαν ερώτημα ζωηρό την καταπιάνει:
Σαν του πολέμου η συφορά τελειώσει κι όλοι με χαρά
βρεθούμε στις πατρίδες μας― καθένας τι θα κάνει;
*
Ο Τζώννυ πρώτος τούς λαλεί μ’ αισιοδοξία ριγηλή
ότι μεγάλο ένα γκαράζ στο Λίβερπουλ θα ιδρύσει,
κι ο Τζων με πόζα ταιριαστή λέγει, είναι γυιός εφοπλιστή
και του μπαμπά του την δουλειά σαν πάει θα συνεχίσει.
*
Και το κασκέτο ενώ πετά, λέγει κι ο Ζαν τραγουδιστά,
θα ξαναπιάσει στη Λυών την τέχνη του την ίδια
και σα ρεφραίν αναφωνεί ότι επιστάτης θα γινεί
στο πιο παλιό εργαστάσιο που κάνει κεραμίδια.
*
Και να, του Γιάννη πια η σειρά έρχεται, κι όμως συφορά!
Καθένας τότε μ’ έκπληξη πολλή τον αντικρύζει
ναν’ στις παλάμες του σκυφτός, ο τόσον εύθυμος αυτός,
κι ως από λύπη ξαφνική, μεγάλη, να δακρύζει.
*
―Γιάννη, τι έχεις; Τον ρωτούν κι απορημένοι τον κοιτούν.
―Γιάννη μας, έλα, σύνελθε. Τα κέφια σου μη χάνεις.
Χάιτε λοιπόν, πες μας κι εσύ, σαν στην πατρίδα τη χρυσή
ξαναβρεθείς ελεύθερος πολίτης, τι θα κάνεις;
*
Μα ο Γιάννης είχε πια μπλεχτεί με κάθε ανάμνηση φριχτή
της Κύπρου, που το κέφι του το εκάναν να τουμπάρει.
Κι όλοι τους ξάφνου ακούν εκεί, μιαν ικεσία σπαραχτική:
“Αδέλφια μου, ένας από σας στη χώρα του ας με πάρει”.
*
Γύρω απ’ τον Γιάννη τρέξανε συνάδελφοι καμπόσοι

μ’ απ’ όλους μόνο οι Κύπριοι τον πόνο του είχαν νιώσει

Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2016

Υπόλοιπο Λογαριασμού: Ποιητική Συλλογή της Νένας Φιλούση. Εκδόθηκε το 2008 (μικρό απόσπασμα)


Προφητεία


Στις παρυφές της αυτάρκειας
το αίμα που ξοδεύεται
έχει σημασία και έκταση
όσο να γίνουμε κυανοί ή ολοπόρφυροι
στο ποίημα που πάλιωσε και τη ζωή μας την τόση.
Ας έρθει όμως πρώτα φως και βλέπουμε.
Η δεύτερη εποχή των σωμάτων
αρχινά πρωί καλοκαιριού
θαρρείς πάμφωτο.
Αλλά οι βροχές αργούν.



Καημός


Μικρό συννεφάκι σαν το λευκό στον ύπνο
και γαλάζιο φορτηγό που κατεβαίνει
πατώντας αθόρυβα σε αλήθειες
ασυνείδητες
σαν άγγελος.
Αυτός που είναι καραβάκι μου
ζωντανός αλλού φέρνε μου
χαμένος τάχα
από το φως και άτολμος
φέρνε μου, άγγελος σ’ όλα.
Ας έκανα μια λέξη ωραία
ξελογιάστρα, ηδονικιά, να τον κρατήσω.
Όχι για πάντα
Για όσο ζω στο χρώμα.

Κανονισμοί ασφαλείας


Είναι πονηροί λένε οι καιροί
καθώς οι φίλοι των ανέμων αλλάζουν τη φορά μας.
ανίδεοι εντελώς κάθε σωματικής επαφής ή δικαίου
που ακόμα κι αυτό μεροληπτεί
εις βάρος του εαυτού του.
Όσο για τους δρόμους που κλείσανε
βγήκε ανακοίνωση:
Θα παίρνουμε την εκτροπή
και θα μιλάμε μόνο στο τηλέφωνο.
Για το καλό μας.

Αντινόμος


Στις μικρές νυχτερινές συναυλίες
και στα υπαίθρια θέατρα.
στις γωνίες των σχολείων
και στο ημίφως του έρωτα μόνο
επιτρέπεται το κάπνισμα.

Αισθήσεις προς μνήμη


Αιχμάλωτος ο καιρός που εγκλωβίσαμε
μάτια και στόμα
στη λευκότητα του έρωτα
εδώ κι αλλού
αιχμάλωτος κι ο πόνος.
Τι πήραμε, τι δώσαμε σε ημερομηνίες λιτές
μικρές οδύσσειες στα φανάρια και στις διαβάσεις.
Αιχμάλωτος παραμένει ο έρωτας και πού τελειώνει
ό,τι θαρρείς πως πέρασε απ’ τη γεύση μας μονάχα
κι αλυσοδέθηκε στο νου.

ΜΝΗΜΟΡΟΗ: Ποιητική Συλλογή της Νένας Φιλούση: Εκδόθηκε το 2002 (μικρό απόσπασμα)




ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΡΩΤΟ


Στη σκοτοδίνη του έθνους
η ψεύτρα μητέρα μας ανεβαίνει
στο αυτοκίνητο του Αντρέα μ’ όλο το βιος
των Χριστιανών και κάνει γεια μοιραία.


ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΕΥΤΕΡΟ


Ο μικρός νεκρός με τα χειμερινά φώτα
της ενέδρας και του κλοιού
γυρίζει πάλι στα μάτια μας.
«Ευρίσκομαι μεταξύ αγγέλων…» λέει
και τρώει σαν καλός νεκρός
το φαΐ που ετοίμασε η μάνα του.

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ «ΛΗΔΡΑ ΠΑΛΑΣ»


Ο τόπος είναι αυτόχειρας
και περπατά θηλυπρεπώς
πάνω στα πρηξίματα των αντρών στις φωτογραφίες
που γύρισαν λειψοί τάχα μου ελεύθεροι
τελευταία εποχή της ιστορίας εκείνης.
Έφηβη είναι και η λύπη μας που κλαίει στη φαντασία των αδήλώτων
οι ήρωες θαρρούν πως μπορούν να βγάλουν περίπατο
κάθε δικαίωμα ή ενοχή
χωρίς να τρομάξουν:
άσπρα φουγάρα οι περαστικοί.
Κι εσύ στη μνήμη μου.
Φωτιές δεν έχουν μείνει.
Οι εραστές μας πεθαίνουν κατ’ επανάληψη
στον ύπνο τους
Όλη μας η νιότη ένα οδόφραγμα
όπου κλάψαμε και ομαδικά και μόνοι
τα ταβάνια των ψηφισμάτων κινδυνεύουν
κι αυτά αδήλωτα
να χαθούν.
Όλη μας η νιότη ένα οδόφραγμα
όπου κλάψαμε και ομαδικά και μόνοι

ΑΔΙΑΛΕΙΠΤΩΣ


Των πεθαμένων φίλων τα χέρια μεγάλωσαν και μας
φτάνουν
συνέχεια του κακού ονείρου
μυρωδιά από εγκαύματα στα άκρα μας
και απελπισμένα επιφωνήματα
εδώ.
Τον κουβαλήσαμε μέχρι τον τάφο
παιγνίδι όλα για όλα μην πέσουμε.
Κι εκείνος σηκώθηκε αξιοπρεπώς
έσπασε πιάτο, έχυσε λάδι
και κατέβηκε.
Συνεχίζει να μου γράφει ερωτικά
και μετά θάνατον.
Εγώ πορνεύτηκα
γεννήθηκα
και γέννησα.
Κι αυτός να στέλλει ολοζώντανος
γράμματα αγάπης.

ΕΝ ΤΕΛΕΙ


Οι ποιητές μάχονται ν’ ανέβουν στη λύπη
με τη χαρά στα σακίδια
να σώσουν τα θαύματα και τους αγίους
που αγάπησαν.
Δεν είναι νησί ο τόπος μας
ένα κουβάρι μόνο που μαζεύεται
τεντώνεται κι αναδιπλώνεται
αδιαλείπτως.
Η ποίηση ανεβαίνει στην άσκηση
εν πομπή
με κεριά και λαμπάδες
Κατεβαίνει στον πόνο μοναχή και λάμπουσα
με ένδυμα νυμφώνος καθαρό
από λογής-λογής αγνότητες κι ιδανικά.
«Η ποίηση είναι μνήμη, μνήμα, μνημείο»
και τα πουλιά του σκαλιστή
στ’ αμπέλια της Παναγίας
η νυχτερινή της μεταμόρφωση.
Γονυκλισία ατέλειωτη που καταργεί το τέλος.
Να τώρα μαζεύει τα ρούχα της
και κλείνεται στην ερημιά με πείσμα.

“Από τον κυπριακό στρατό μέχρι και τη δημιουργία της Εθνική (1959-1964)” του Αγγέλου Μ. Χρυσοστόμου

Παρουσίαση του Βιβλίου “Από τον κυπριακό στρατό μέχρι και τη δημιουργία της Εθνική (1959-1964)” του Αγγέλου Μ. Χρυσοστόμου

Ομιλητές:
Χριστόφορος Φωκαίδης, Υπουργός Άμυνας
Χαράλαμπος Λόττας. στρατηγός ε.α
Γεώργιος Καζαμίας, Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου 

Αποφώνηση: Άγγελος Χρυσοστόμου 

Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2016, στις 7 μ.μ στην αίθουσα Συνεδριάσεων της Κυπριακής Ολυμπιακής Επιτροπής (Κ.Ο.Ε παρά τα φώτα Καλησπέρα) 


Π.Α: 99038675 μέχρι 25 Φεβ 2016

Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016

Περπατώντας πάνω σ΄ ένα στίχο του Ποιητή Κώστα Μόντη

 ………..είναι δύσκολο να πιστέψω
πως μας τους έφερε η αγαπημένη θάλασσα της Κερύνειας.
Κώστας Μόντης

Τώρα λοιπόν σ΄ ένα μικρό παραλιακό καφενείο
Της λεύτερης,
Ότι έχει απομείνει στη λεύτερη πλευρά της καρδιάς μου,
Λάβρος ο ήλιος με καίει κατάσαρκα κι ένας κόμπος με δένει
Τώρα που τον βλέπω να κυλά
Στο χωμάτινο δρόμο της προσφυγιάς μου
Πώς να μη ρωτήσω Πενταδάκτυλε.
Σίγουρα τόσο ψηλός που είσαι .
Θα τα είδες όλα.


Αλήθεια η θάλασσα ήταν γαλήνια;
Αλήθεια ο άνεμος πρίμος;
Αλήθεια ορθώθηκαν φάλαγγες;
Αλήθεια πολέμησαν;
Αλήθεια μας πρόδωσαν ή προδοθήκαμε μόνοι μας;
Αλήθεια αφήκαμε τη Κερήνεια μόνη της
Την Αμμόχωστο δεμένη στους κορμούς των πορτοκαλιών της
Τη Μόρφου;
Το Βαρώσι Μάνα
το Βαρώσι πως το αφήκαμε;
Δεν το κατάλαβα όσα χρόνια κι αν …….
Πίστεψε λοιπόν ποιητή
Δεν τους έφερε η αγαπημένη σου θάλασσα
Τους καλούσαμε από το παρελθόν
Κι ήρθαν σαν φαντάσματα στο μέλλον μας.

Και τώρα (ανοίγω επιμελώς τα βιβλία των ισταμένων ιστορικών)
Τώρα
επαίτες της ιστορίες
Σιγοκλαίμε ως έλληνες πάνω στα μάρμαρα
Των λησμονημένων.
Μεγα Αλέξανδροι δεν υπάρχουν
Τον γόρδιο δεσμό μόνοι μας θα λύσουμε

Οι αγνοούμενοι τραγουδούνε τον ύμνο.
Ας μην τους προδώσουμε σήμερα. 

ΣΤΟΧΑΣΤΡΑ

 Ανδρέας Μαλόρης 
Τέλος πάντων θέλαμε να επιβιώσουμε
Και τα δάκτυλα της γης
Κρατούσαν το σφυγμό μας.
Κι’ ο κόσμος στα μπαλκόνια
Χειροκροτούσε
Χωρίς να ξέρει το γιατί.
Μπροστά η γη μας έμπαινε
Σε νέο κτηματολόγιο.
Καιγόμασταν
Ψιθυρίζοντας
Μικρές, μικρές συλλαβές.

Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2016

« Άγνωστα στοιχεία για το ναό του Αγίου Λαζάρου επί βενετοκρτατίας (16ος αι.)»


Η Πολιτιστική Κίνηση «Φίλοι της Λογοτεχνίας και του Πολιτισμού» και η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Λάρνακας
σας προσκαλούν σε διάλεξη με θέμα: « Άγνωστα στοιχεία για το ναό του Αγίου Λαζάρου επί βενετοκρτατίας (16ος αι.)»
από τη Δρα Νάσα Παταπίου, ποιήτρια, ιστορικό-ερευνήτρια στο Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών την Παρασκευή 4 Μαρτίου 2016 και ώρα 7:00 μ.μ. στην αίθουσα της Στέγης (Πλατεία Βασιλέως Παύλου).Στην εκδήλωση θα απευθύνει χαιρετισμό ο Δρ Κώστας Κατσώνης, Πρόεδρος της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Λάρνακας.
Την εκδήλωση συντονίζει ο Αντρέας Τιμοθέου.

ΛΑΘΕΨΑ Πανάγου Μαρούλλα


Κι αν κλαίω που να ξέρεις 
κι αν είναι η καρδούλα μου βαριά 
στο δάκρυ μου το γέλιο πως να φέρεις 
που μου χεις φαρμακώσει την καρδιά.
Δεν είσουνα αυτός που νόμισα πως είδα
φταίει ο μύθος όπου έπλασα για σένα
σε πήρα για σωσίβιο στην καταιγίδα
μα δεν ήσουν κι ας το πίστεψα. Για μένα

ΠΗΓΕΣ ΕΜΠΝΕΥΣΗΣ

του Γιώργου Χριστοδουλίδη 
Υπάρχει μια εκκρεμότητα
που αν δεν την πω δεν θα ησυχάσω.
Κάποιος με παρακολουθεί την ώρα που γράφω.
Ένας αγροίκος
τον ακούω να κόβει τα νύχια του
να ξύνεται να χασμουριέται
μετά να σηκώνεται να σπάει αβγά
να κάνει ομελέτα
ύστερα να ανάβει την τηλεόραση
να ρουφά την ημερήσια φρικαλεότητα
μετά να παθιάζεται μ’ ένα ντέρμπι
να στυλώνει το τεράστιο πούρο του
να στέλλει δαχτυλίδια καπνού
στο γκρίζο ταβάνι του
που καταρρέει αδιάκοπα.
Δεν με ενδιαφέρει καθόλου η ποίηση
μου λέει, σκίζοντας όλα τα πρωτόκολλα
κατ’ ακρίβειαν την έχω εντελώς γραμμένη
και χασκογελά.
Νομίζει ότι έτσι θα με τσαντίσει
ή θα με κάνει να ασχοληθώ
με κάτι πιο προσοδοφόρο.
Ας πιούμε ένα ποτήρι κρασί, του απαντώ
κερασμένο από μένα
πάλι μου έδωσες
το καλύτερο ποίημα.

Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016

Η βαθύτερη γνώση του Γλαύκου Αλιθέρση



Μου μάθανε τα μάτια σου, κι έχω αγαπήσει 
το φέγγος της αυγής, την πορφυρένια δύση. 

Το ψέλλισμά σου, των πουλιών τα θεία τραγούδια, 
το χαμογέλιο σου ό, τι εκφράζουν τα λουλούδια. 

Τα χέρια σου, πλεμένα στο λαιμό μου γύρου, 
μου φανερώσανε την έννοια του απείρου. 

Και τα τσεβδά λογάκια σου μου μάθαν, φως μου, 
την αρμονία, αγάπη και σοφία του κόσμου. 


Απλή προσφορά, 1929