Κυριακή 24 Αυγούστου 2014

Αγγέλα Καϊμακλιώτη: «Γράφω για να μετατρέψω τα σκοτάδια μου σε φως...»



Συνέντευξη της Αγγέλας Καϊμακλιώτη,

                                                                                                                στον Δημήτριο Γκόγκα,
Αύγουστος 2014

Συναντηθήκαμε σε ένα από τα δεκάδες καφέ της περίφημης παραλίας των Φοινικούδων στην Λάρνακα. Με φόντο την καταγάλανα νερά και τον ηλιοφώτιστο της μεγαλονήσου, η ποιήτρια Αγγέλα Καϊμακλιώτη   άνοιξε την καρδιά της και «ξεκλείδωσε την Αλφαβήτα» της ψυχή της σε μια ιδιαίτερη συνέντευξη.  Γεννήθηκε την Αμμόχωστο το 1967. Μετά την Τουρκική εισβολή  το 1974 η οικογένειά της εκτοπίστηκε στην Λάρνακα. Από τότε ζει και δημιουργεί στην πόλη του Ζήνωνα Σπούδασε Παιδαγωγικά στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και είναι κάτοχος του μεταπτυχιακού τίτλου Master of Arts στην Εκπαιδευτική Ηγεσία και Πολιτική. Είναι διευθύντρια σε δημόσια σχολεία της δημοτικής εκπαίδευσης.
Τα τελευταία χρόνια και πιο συγκεκριμένα από το 2011 και μέχρι σήμερα είδαν το φώτα της έκδοσης τρεις ποιητικές συλλογές και μια συλλογή διηγημάτων. (Ποίηση: Ξεκλειδώνοντας την Αλφαβήτα Εκδόσεις Πήλιο 2011,  Στιγμές Αλκυονίδες Εκδόσεις Πήλιο 2012,  Εκ του Σύνεγγυς  Εκδόσεις Φαρφουλάς Αθήνα 2014 και Διηγήματα: Οι ψυχές βαδίζουν μόνες  Εκδόσεις Πήλιο 2011)


Ο ποιητικός της λόγος άλλοτε λυρικός, άλλες φορές ήρεμος, στιγμές – στιγμές δραματικός, πότε μας συγκινεί και πότε μας προβληματίζει. Πάντοτε όμως μας οδηγεί στέρεους στα δύσκολα μονοπάτια της Ποίησης.

Την ευχαριστούμε θερμά



Ø  Κυρία Καϊμακλιώτη,   χρειάστηκε  να «Ξεκλειδώσουμε  την Αλφαβήτα» για να μάθουμε  την ποίησή σας. Από εκείνη την ποιητική συλλογή, έως τις «Στιγμές Αλκυονίδες» και μέχρι  σήμερα, τι συναισθήματα σας έχει δημιουργήσει αυτό σας το ταξίδι; Πόσο εύκολο και κατά πόσο δύσκολο ήταν;

Α Κ : Ευχαριστώ θερμά που επιθυμείτε να ξεκλειδώσετε την αλφαβήτα της γραφής μου. Αυτό είναι άλλωστε ένα από τα ζητούμενα. Η επικοινωνία και οι συναντήσεις  των ψυχών. Το ταξίδι στην ποίηση όπως το αντιλαμβάνομαι δεν έχει αρχή και τέλος, ούτε αφορά το χρόνο ή τον χώρο. Είναι απέραντο και άχρονο γι αυτό και δεν είναι δύσκολο ή εύκολο. Είναι συναρπαστικό.


Ø  Πριν συνεχίσω με τις υπόλοιπες ερωτήσεις αβίαστα μου βγαίνει το σύνηθες ερώτημα: Τι είναι ποίηση για εσάς; Πως θα καταγράφατε τον ορισμό της;

Α Κ : Η ποίηση προκύπτει στις συναντήσεις των ανθρώπων με τον εαυτό τους και τους άλλους. Αισθάνομαι λοιπόν πως ποίηση είναι η απόδειξη της ζωής. Και όταν αυτή η ζωή καίγεται κατάλληλα, τότε η φλόγα της  μπορεί να φωτίσει ή να ζεστάνει κι άλλες ψυχές.


Ø  Γεννηθήκατε στην Αμμόχωστο και λόγω των ιστορικών γεγονότων του 1974 μεγαλώσατε και ζείτε στην Λάρνακα. Η τελευταία σας ποιητική συλλογή είναι ουσιαστικά μια προσπάθεια να εξωτερικεύσετε βιώματα και σκέψεις όλης αυτής της περιόδου. Μιλήστε μας για τα ποιήματα αυτά.

Α Κ : Η Αμμόχωστος είναι το σημείο αναφοράς. Η ρίζα, η μήτρα-μητέρα. Η Λάρνακα είναι η αγαπημένη πόλη, η θετή μάνα που με έβαλε στην αγκαλιά της και με βοήθησε να μεγαλώσω. Αγαπώ και τις δυο πόλεις μου. Στην μια γεννήθηκα, στην άλλη γέννησα. Η ποιητική μου συλλογή «Εκ του Σύνεγγυς» είναι αφιερωμένη στην Αμμόχωστο Αγάπη

Ø  Στις δύο πρώτες ποιητικές συλλογές, υπάρχει το ερωτικό στοιχείο, άλλοτε έντονο και άλλοτε λιγότερο εμφανές αλλά πάντα ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής. Πόσο σημαντικός αλήθεια είναι ο έρωτας στη ζωή σας και ποιος ο ουσιαστικός ρόλος του στην ποίησή σας. Θα τολμούσατε να χαρακτηρίσετε το σύνολο της ποίησή σας, ως ερωτική;

Α Κ : Ο έρωτας είναι η ουσία του κόσμου, η αρχή των πάντων, η κινητήριος δύναμη. Δεν νοείται ζωή και δημιουργία χωρίς έρωτα. Η ποίηση είναι πράξη ερωτική ακόμα και όταν κάποιος γράφει για τον πόλεμο ή το θάνατο, για την πατρίδα ή την ελευθερία.

Ø  Η καταγραφή της γκρίζας ιστορικής περιόδου, στην ποιητική σας συλλογή «ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΝΕΓΓΥΣ» μας δίνει την ευκαιρία να επισημάνουμε ότι  ενώ απουσιάζει ο Θάνατος, το τέλος υπάρχει παντού, αν και γράφετε στο ποίημα «Αιώνες Τώρα» : Περιμέναμε την άνοιξη / και την Ανάσταση (…) Ποια η σημασία του θανάτου στην ζωή σας; Εντάσσεται στους φόβους σας;

Α Κ : Θα διαφωνήσω για το γκρίζο και το θάνατο. Η περίοδος των σαράντα τελευταίων χρόνων στην Κύπρο για μένα προσωπικά ήταν πολύχρωμη, συμπεριλαμβανομένου του μαύρου, του κόκκινου, του γαλανού και του κίτρινου. Αν θα έδινα χρώμα στο θάνατο θα ήταν το  λευκό, όχι το μαύρο. Ίσως γι αυτό δεν τον εντοπίσατε στη συλλογή. Ο θάνατος δεν με τρομάζει, είναι η άλλη όψη του νομίσματος και βρίσκεται παντού, ακριβώς απέναντι από τη ζωή, αλλά πάντα μαζί της. Η μία όψη δεν υφίσταται χωρίς την άλλη.  Υπάρχουμε γιατί πεθαίνουμε και πεθαίνουμε γιατί υπάρχουμε.

Ø  Τα ποιήματα σας πώς γεννιούνται; Υπάρχει μια δεξαμενή θεμάτων από όπου την κατάλληλη στιγμή αλιεύετε  τα θέματα ή είναι εμπνεύσεις της στιγμής;

Α Κ : Το γράψιμο είναι μια συνεχής έκφραση, αδιάλειπτη όπως η προσευχή. Όχι με τη συμβατική έννοια του γραψίματος με χαρτί και μολύβι αλλά με την έννοια του εσωτερικού διαλόγου. Φροντίζω βέβαια να καταγράφω τη σύλληψη μιας ιδέας εν τη γενέσει της, επειδή ποτέ δεν μπορείς να ζήσεις ξανά την ίδια ακριβώς στιγμή.

Ø  Είστε ποιήτρια. Μετά από τρεις ποιητικές συλλογές αν και μας εκμυστηρευτήκατε ότι δεν θα μπορούσατε να ονομαστείτε έτσι, είναι και …έτσι. Θα ήθελα να σας ρωτήσω εάν βαθειά μέσα σας πιστεύετε ότι γεννηθήκατε να γράφετε ή αν η ποίηση είναι απλώς ένα χάρισμα που εσείς με την μεθοδική δουλειά προσπαθείτε να τελειοποιήσετε;

Α Κ : Αν δεχτείτε αυτό που ανέφερα προηγουμένως ότι δηλαδή η ποίηση είναι  η απόδειξη της ζωής τότε ναι, είμαι ποιήτρια. Η ποίηση είναι η απόδειξη ότι ζω,  αγαπώ και αγαπιέμαι, δίνω και παίρνω, ελπίζω και αγωνίζομαι, προσεύχομαι, αγωνιώ και διαμαρτύρομαι. Θυμάμαι τον εαυτό μου παιδιόθεν να εκφράζεται ποιητικά, άρα μάλλον γεννήθηκα με αυτή την ιδιαιτερότητα.

Ø  Θα προσπαθούσατε να γράψετε στην κυπριακή διάλεκτο; Το σύνολο των Κυπρίων  ποιητών επιλέγει την δημοτική γλώσσα. Πόσο μακριά από την γραφή είναι η κυπριακή διάλεκτος; Θα μπορούσε σε μια εποχή που η γλώσσα (μετά από τόσες παρεμβάσεις) φθίνει, να αρχίσει να διδάσκεται στα σχολεία;

Α Κ : Η κυπριακή διάλεκτος είναι υπέροχη αλλά δεν είναι γλώσσα έτσι ώστε να διδάσκεται στα σχολεία. Αγαπώ τη ζωντανή γλώσσα και με αυτήν εκφράζομαι. Αν κάποια στιγμή καρφωθεί στο μυαλό μου μια φράση κυπριακή που εκφράζει έντονα κάποιο βίωμα, μνήμη ή συναίσθημα που δεν θα μπορούσε να αποδοθεί διαφορετικά, ενδεχομένως να γράψω στίχους και στην διάλεκτο. Δεν μου δημιουργήθηκε όμως ακόμα η ανάγκη. Προς το παρόν όσον αφορά στη γραφή, με εκφράζει απόλυτα η γλώσσα μου, η ελληνική.

Ø  Κατά την γνώμη σας, υπάρχουν σύγχρονοι ποιητές της μεγαλονήσου που έχουν ακόμα κάτι να …πούνε. Επικρατεί η άποψη ΟΤΙ ΟΛΑ ΕΧΟΥΝ ΓΡΑΦΕΙ. Ο σύγχρονος τρόπος σκέψης στην ποίηση πόσο μακριά μπορεί να μας ταξιδέψει;

Α Κ : Δεν πιστεύω ότι γράφει κάποιος για να πει κάτι που δεν ειπώθηκε ακόμα ή που δεν επινοήθηκε. Αυτό ας το κάνουν οι επιστήμονες στα εργαστήρια. Η ποίηση δεν αφορά τη γνώση αλλά την επίγνωση. Γράφω για να μετατρέψω τα σκοτάδια μου σε φως, όπως έκαναν πολλοί πριν από μένα και όπως θα συνεχίσουν να κάνουν και άλλοι μετά από μένα. Είμαι σίγουρη πως θα εξακολουθήσουν να ακούγονται διαφορετικές φωνές ποιητικές όσο υπάρχει αγωνία, όσο υπάρχει ζωή. Κι εδώ είναι η ομορφιά. Ότι το καινούργιο και το διαφορετικό έρχονται συνήθως εκεί που δεν τα περιμένεις.

Ø  Όσοι ασχολούνται με την ποίηση είχαν κάποιον δάσκαλο. Ένα/μια ποιητή/τρια που επηρέασε την σκέψη και την γραφή τους, κυρίως την γραφή τους. Εσείς επηρεαστήκατε από κάποιον  Ελληνοκύπριο ή Ελλαδίτη ποιητή; Ποιους διαβάζατε/ζετε ;

Α Κ : Αγαπώ τους Έλληνες ποιητές γιατί η γλώσσα είναι η ταυτότητα και η ρίζα μου. Όμως με συγκινεί ή και με συγκλονίζει η ποίηση, ανεξάρτητα από τη γλώσσα του ποιητή, το φύλο ή την καταγωγή του. Θα μπορούσε να απαριθμήσω μια πληθώρα από ονόματα ποιητών και έργα ποιητικά από την αρχαιότητα έως σήμερα. Διαβάζω ποίηση χωρίς περιορισμούς. Πολλές φορές βρίσκω εκεί τον εαυτό μου και την αλήθεια μου.

Ø  Είστε εκπαιδευτικός. Πόσο σας έχει βοηθήσει η ποίηση στην σχέση σας με τους μαθητές σας; Μιλάτε σ΄ αυτούς για την ποίηση; Πως επηρεάζονται  που η δασκάλα τους είναι ποιήτρια;

Α Κ : Τα παιδιά στο σχολείο, όπως και τα παιδιά που γέννησα είναι ποίηση καθαρή και αποτελούν μεγάλο μέρος της έμπνευσης και της ενέργειας μου. Είναι μεγάλη ευλογία να αφιερώνεις τον περισσότερο χρόνο της ζωής σου,  καλλιεργώντας αθώες και αγνές ψυχές που διψούν να μάθουν, να ακούσουν, να δράσουν. Ελπίζω τα παιδιά μου, οι μαθητές και οι μαθήτριες μου αλλά και οι δικοί μου άνθρωποι να αγάπησαν την ποίηση και να είδαν και αυτοί το φως της. Όμως γνωρίζω ότι δεν ενδιαφέρει όλους τους ανθρώπους η ποίηση και κάποιους μάλιστα τους κουράζει. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι, καθένας εκφράζεται διαφορετικά και αυτή η πολυχρωμία είναι η ομορφιά της ζωής.

Ø  Ο ποιητής όπου και εάν ζει και εργάζεται, θέλοντας και μη, ανήκει σε ένα χώρο που… ξεχωρίζει. Παρ΄ όλο αυτό, υπάρχει διάχυτη η άποψη ότι η ποίηση δεν… πουλάει. Οι νέοι σήμερα, αλλά και γενικότερα οι άνθρωποι δεν διαβάζουν ποίηση. Πού νομίζετε ότι οφείλεται αυτό;

Α Κ : Οι ποιητές είναι νομίζω άνθρωποι που βασανίζουν το μυαλό τους, δύσκολοι τις περισσότερες φορές  και μάλλον δεν τους ενδιαφέρουν οι πωλήσεις με την έννοια της οικονομικής αξίας. Η ποίηση είναι περισσότερο ανάγκη παρά εμπόρευμα. Δεν θα ζητήσω ποτέ από τους νέους ή από κάποιον άλλο άνθρωπο να διαβάσει ποίηση με το ζόρι. Ας κάνουν ότι τους εκφράζει. Όταν και εάν την χρειαστούν, η ποίηση θα βρίσκεται εκεί να τους περιμένει, είτε ως ψυχαγωγία είτε ως ψυχοθεραπεία.

Ø  Ο ποιητής είναι άνθρωπος, είναι πολίτης. Ζει μέσα στον παλμό της πραγματικότητας. Στην Κύπρο ο πολίτης ποιητής δεν μπορεί να παραμένει αμέτοχος των μεγάλων προβλημάτων της Κύπρου. Πώς θα προσδιορίζατε την συμμετοχή σας στις προσπάθειες για εύρεση κάποιων λύσεων ή πως θα καθορίζατε μια συντονισμένη προσπάθεια των ανθρώπων του πνεύματος;

Α Κ : Ο ποιητής εκφράζεται με το λόγο. Η φωνή είναι η δύναμή του. Είναι μέλος της κοινωνίας και βιώνει τα προβλήματα της. Κάποια στιγμή η φωνή του θα εκφράσει κι άλλους και θα δυναμώσει. Όταν έχω να πω κάτι που θα κάνει τα πράγματα καλύτερα, το κάνω με τη γραφή μου. Τότε μόνο αισθάνομαι πως έχω το δικαίωμα, αλλιώς χίλιες φορές καλύτερη η σιωπή.

Ø  Ζούμε στην Λάρνακα, μια πόλη που τα τελευταία χρόνια ουσιαστικά αποκτά ταυτότητα. Είναι ικανοποιητική η πνευματική ζωή στη πόλη; Θα περιμένατε κάτι περισσότερο; Κάτι πιο μεστό, ειδικά στον χώρο της ποίησης;

Α Κ : Όλα αλλάζουν ελπίζω προς το καλύτερο. Η πνευματική ζωή στην πόλη δεν είναι κάτι αφηρημένο αλλά αφορά εκδηλώσεις, δράσεις, ανθρώπους που νοιάζονται και δημιουργούν. Ευελπιστώ ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν βλέποντας ήδη νέες ομάδες καλλιτεχνών να δραστηριοποιούνται.

Ø  Στην αρχή της ποιητικής σας συλλογής «ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΝΕΓΓΥΣ» γράφετε: «Ανάδρομα πορεύεται το σώμα σου/ Εμπορεύεται αναπόδραστα/ Αν σου δώσω ένα μήλο θα μου δώσεις πίσω το φίδι;» Σε ποιον ή ποιους απευθύνεστε και γιατί με αυτούς τους στίχους;

Α Κ : Απευθύνομαι σε μένα, σ’ εσένα και στους άλλους. Στα πρόσωπα εκείνα που δεν έχουν ακόμα αποκλείσει το απρόοπτο και το οξύμωρο από τη ζωή τους, που συνεχίζουν να ονειρεύονται και να ελπίζουν.

Ø  Τελειώνοντας και πριν σας ευχαριστήσω θα ήθελα κάποιες γενικές σκέψεις για την Κύπρο της σημερινής εποχής. Για την θέση της χώρας μας στο παγκόσμιο στίβο αλλά και στην καρδιά μας. Η προσπάθεια που κάνουμε ως Κύπριοι να σταθούμε, να ορθοποδήσουμε θα πρέπει να μας ικανοποιεί;

Α Κ : Σας ευχαριστώ κι εγώ. Είπαμε πολλά και υπονοήσαμε περισσότερα. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να ήταν, αφού κουβεντιάζαμε για την ποίηση; Η τελευταία μου ποιητική συλλογή με τίτλο «Εκ του Σύνεγγυς», έχει εκδοθεί φέτος στην Αθήνα από τις εκδόσεις Φαρφουλά. Σαράντα ποιήματα για τα σαράντα χρόνια κατοχής, προσφυγιάς, οικονομικής εξαθλίωσης, πολιτικής και κοινωνικής διαφθοράς, πίκρας και απογοήτευσης. Επιλέγω εντούτοις να κλείσω τη συνομιλία μας απαντώντας στην τελευταία σας ερώτηση με κάποιους αισιόδοξους στίχους από τη συλλογή μου.

Το ιερό ψωμί

Εγώ θα επιμένω
να ζυμώνω τις μνήμες μου
με τις γροθιές
Μεσαορία
κι εσύ
αλώνιζε τα ματωμένα στάχυα
και κράτα σπόρο καθαρό
αντίδωρο και πρόσφορο

για τους επόμενους


Οι μέρες τ’ Αυγούστου (Δέκατη Τέταρτη,Δέκατη Πέμπτη, Δέκατη Έκτη,Δέκατη Έβδομη)

Ημέρα Δέκατη Τέταρτη

Πολλή η σκοτεινιά τούτου του τόπου,
ο Θεός τους αδίκησε
δεν ξόδεψε όσο φως αναλογούσε.

Ημέρα Δέκατη Πέμπτη

Οι νύχτες τ’ Αυγούστου
παίρνουν ένα χρώμα απ’ τα μάτια σου.
Μα θα χαθούν κι αυτά,
μέσα στις πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη.

Ημέρα Δέκατη Έκτη

Περνούν οι εικόνες
Μπροστά απ’ τα μάτια μου
και μέσα σ’ αυτήν την εναλλαγή
του πρασίνου, της πέτρας και του γκρίζου
καταλαβαίνω πως είμαι ξένος
σε τούτο τον τόπο.

Ημέρα Δέκατη Έβδομη

Φώναζαν στους δρόμους
γι’ αυτό που μαστίζει όλους μας
αυτή την εποχή.
Για την εξαθλίωση του ανθρώπου,
για τους αριθμούς
που υπολόγισαν με τεχνάσματα
για τον καθένα μας.
Φώναζαν με πάθος
κι εμείς απλά τους κοιτάζαμε.
Περιμέναμε να περάσει το πλήθος
για να μπούμε στον απέναντι δρόμο.
Τουλάχιστον εμείς οι ποιητές,

ας μιλάμε με ειλικρίνεια.

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΙ



Γλυκειά φωνή του πρωινού
Η μνήμη στα Μουσεία.
Τσακίζουνε τις Πύλες οι φρουροί
τ΄ αγάλματα ορμούν
κι απ΄ το Σεπτίμιο Σεβήρο αρχηγό
ειρηνικά οδηγούνται στην πορεία.
Χρόνων αρχαίων πολτισμοί
Πιασμένοι χέρι- χέρι

Δικοί μας είναι και δικοί σας. 

Άσπιλο ψέμα




Το πιο μεγάλο ψέμα
βάψε το με το αίμα
του αμνού
άλικο

Το πιο μεγάλο ψέμα
ξόρκισέ το στο βλέμμα
του παιδιού
άχραντο

Το πιο μεγάλο ψέμα
φύλαξέ το για σένα
στο πιο βαθύ ποτάμι
του μυαλού
άθικτο

Το πιο μεγάλο ψέμα
κράτησέ το για μένα
άσπιλο

Στιγμές Αλκυονίδες (απόσπασμα)

Κυοφορώ  την αλήθεια

ισοβίως
τροφοδοτώντας την

με συσίφεια όνειρα.
Εκκρεμώ ανάμεσα


στο ύψος και το βάθος.
Είμαι η Φωνή.
Σε στιγμές αγωνίας
κραυγάζω:
Υπάρχει νίκη;
Υπάρχει διέξοδος;
Υπάρχει νόημα;
Σιωπώ και αφουγκράζομαι.
Διαισθάνομαι πως
τοκετός αναμένεται
παραμονές του κάποτε
και καταγράφεται
στα δεφτέρια του τίποτε.
Έστω ότι γίνεται.
Θα βρίσκεσαι εκεί
για τα συγχαρητήρια
ή θα ξαναχαθείς
στον πηγαιμό
για τις Ιθάκες;





Στιγμές Αλκυονίδες

Ο χρόνος; Άχρωμος, άχραντος και άχρονος. Στριμωγμένος ανάμεσα σε μνήμες, γεύσεις, χρώματα, μετεικάσματα. Εντούτοις αμόλυντος. Οι μήνες δώδεκα, οι ώρες δώδεκα κι οι στιγμές μας τόσες. Μετρημένες κι αμέτρητες. Στιγμές αλκυονίδες, ως στιγμές καλοκαιρίας. Με την Αλκυόνη εντός κι εκτός μας, δέσμια τ’ ουρανού και της θάλασσας. Την Αλκυόνη με τη μπλε φτερούγα μισανοιγμένη, ελεύθερη των ανθρώπων και φυλακισμένη των Θεών εγκλωβισμένη στην αγκαλιά του αδιαπέραστου ορίζοντα. Εκεί μετρώ δώδεκα. Είναι στιγμές. Είναι αλκυονίδες. Και το ξέρω.  Το ξέρεις κι εσύ. Μαζί τις ζήσαμε. Μετά χτυπά ο πανδαμάτωρ μεσάνυκτα. Στεκόμαστε αντίκρυ. Ενός λεπτού σιγή, στη μνήμη του χρόνου που σκοτώσαμε αδίκως. Του το οφείλουμε. Αιωνία του η μνήμη.

 I


Ήσουν
η γεύση του Αυγούστου
κι ήταν
η πρώτη μέρα του χειμώνα

II


Τις ώρες της μνήμης
τις ώρες της λήθης
πάντα επιστρέφεις
Βροχή μου


III


Είναι ό, τι ζήσαμε
φυλακισμένο
Πίσω από πόρτες
κλειστά παράθυρα
Σφικτοδεμένο
Δίχως αέρα


IV



Το νόημα της ζωής
μισοκρύβεται πίσω από το νοητό
παλεύει με το ανόητο
και νικά το αδιανόητο


V


Ανάμεσα
στο "ναι" και στο "όχι"
υπάρχει η φλύαρη νύκτα
και το βουβό κλάμα
στο μαξιλάρι σου
Ύστερα ξημερώνει


VI



Σε ψιθυρίζει ένα κοχύλι
Σε τραγουδούν τα κύματα
Σε αφουγκράζεται η καρδιά μου
Η μνήμη σου βροχή διαττόντων
Μέσα σ' ένα κλειστό δωμάτιο
Με κατακλύζεις



VII



Ακόμη κι άμα δεν έρχεσαι
είναι υπέροχο
που εγώ σε περιμένω



VIII


Το νόημα της λέξης
είναι η ηχώ της
όπως τη φυλακίζεις
μόνο εσύ
μέσα μου


IX



Όταν σε σκέφτομαι βαθαίνω
Κι όταν σε αγαπώ πλαταίνω


X


Η λέξη
σφραγίδα μνήμη
ανεξίτηλη
Γεύση και μυρωδιά
Σε ιχνογραφεί




XI


Ανυπόστατη
Δίχως ταυτότητα

Ιθαγενής
Εντός σου
Σε κατοικώ


XII


Μελαγχολικά απογεύματα
κυοφορούν τη σιωπή σου
Ας μη γεννηθεί ως λέξη
Ας παραμείνει αμόλυντη
εκκωφαντική κι αμετανόητη


Εν αρχή ην ο λόγος




Και μετά τη σιωπή, ο λόγος σου. Νερό γάργαρο, μέλι παχύρευστο, βραχύ φωνήεν, ακριβό. Ο λόγος σου κι η σιωπή σου. Ανατολή και Δύση. Αρχή και τέλος. Παρακαλώ σε. Να μιλάμε για να μοιραζόμαστε ένα κομμάτι σύννεφο. Δίνοντας χώρο στον ουρανό να μπαίνει απ' της ψυχής μας το παράθυρο. Επιτρέποντας στη βροχή να κρυφοκλαίει, κάτω απ'  των ονείρων τα λευκά σεντόνια. Να μιλάμε για να φυτρώσει επιτέλους  της ζωής το δέντρο. Πέρασε το φθινόπωρο. Θυμάσαι τη φυλλορροή; Θα φύγει και φέτος η άνοιξη. Το ξέρω βέβαια, με λόγια δεν ανθίζει τίποτα. Ήλιος χρειάζεται και θέρμη. Αέρας λευτεριάς και ύδωρ. Ωστόσο μην ανησυχείς. Αν όμορφα τον σπόρο φύτεψες κι αν είσαι για τον ήλιο ευγνώμων, εκεί που θέλει και όπως θέλει εκείνος θα φυτρώσει. Κοίτα, το χελιδόνι στην αφετηρία επιστρέφει. Μπορούμε κι εμείς. Να μιλάμε λοιπόν. Εν αρχή ην ο λόγος. Και ο λόγος ην προς τον Θεόν. Και Θεός ην ο λόγος.  





Ψιθυριστά να ονειρεύεσαι


Ψιθύρισα:
-Θέλω ν' αγγίξω την Αλήθεια
Tα όρια να ψηλαφίσω
στην άκρη του γκρεμού να περπατήσω
στη θάλασσα της μέσα να χαθώ

Ψιθύρισες:
-Μη βιάζεσαι
Νωρίς ζητάς στην τρικυμία της
απέναντι να πλεύσουμε
Μείνε σιμά
Τα νώτα μας να προφυλάξουμε
τη μοίρα μας στα μάτια να κοιτάξουμε
Μείνε σιμά
Στη δίνη μιας μεγάλης καταιγίδας
στο μάτι του πιο κόκκινου κυκλώνα
στη χώρα της Αλήθειας λιποτάκτες
λαθραία να αποδράσουμε
Διαβαίνοντας την πύλη των ονείρων
στον  ήλιο να παραδοθούμε
Λευκή σημαία η ελευθερία

Ακούς καρδιά μου;
Ψιθυριστά να ονειρεύεσαι



 Πόρτα τ' ονείρου


Αφήσαμε
ανοιχτούς λογαριασμούς
εκκρεμείς τους λογισμούς
πίσω απ' την πόρτα του ονείρου
στη διασταύρωση του απείρου
Αφουγκραστήκαμε
τον ψίθυρο και την κραυγή
του ανείπωτου
να κόβει ασθμαίνοντας
το νήμα και το νόημα
του έρωτα
του ανίκητου
Ό, τι κερδίσαμε καλπάζει
Άλογο
Άναρχο
Ανυπότακτο


Μαζί σου


Το λίγο γίνεται πολύ
το πολύ λίγο
όταν τολμήσω να το μοιραστώ
μαζί σου
Το λάθος γίνεται σωστό
το σωστό λάθος
όταν τολμήσω να τ’ ονειρευτώ
μαζί σου
Είναι η αίσθηση που γίνεται
ψευδαίσθηση
μαζί σου


 Δακτυλίδια καπνού


Πήρες δειλά να ζωγραφίσεις το τοπίο
Το φεγγάρι, εσύ, το τσιγάρο
κάτι ψευταστέρια κι η αλήθεια
Επικίνδυνη σύναξη
Στεκόσουν
το σώμα μαχαιρώνοντας της νύχτας
δίχως σκιά
μοναχικό κυπαρίσσι
Μετά μίλησε για σένα η σιωπή
ως συνήθως
συνήγορος και κατήγορος
Μάρτυρες τα δακτυλίδια του καπνού
που ακολούθησαν την καρδιά σου
Ένοχοι τα δακτυλίδια του καπνού
που συλλάβισαν ανορθόγραφα τα όνειρά σου
Δικαστής το φεγγάρι
κι εγώ ξανά στο βυθό
κλειστό μαργαριτάρι


  Άσπιλο ψέμα


Το πιο μεγάλο ψέμα
βάψε το με το αίμα
του αμνού
άλικο

Το πιο μεγάλο ψέμα
ξόρκισέ το στο βλέμμα
του παιδιού
άχραντο

Το πιο μεγάλο ψέμα
φύλαξέ το για σένα
στο πιο βαθύ ποτάμι
του μυαλού
άθικτο

Το πιο μεγάλο ψέμα
κράτησέ το για μένα
άσπιλο



Μεσοπέλαγα


Η αγάπη μας βρήκε

ναυαγούς μεσοπέλαγα
βάρκα ήταν
μας μάζεψε
την πορεία της χάραξε
δίχως χάρτη κι ελπίδα
με σπασμένη πυξίδα
μας παράτησε
η αγάπη
ναυαγούς μεσοπέλαγα





Οι μέρες τ’ Αυγούστου ( Ενδέκατη, Δωδέκατη και Δέκατη Τρίτη)

Ημέρα Ενδέκατη

Πάλι εσύ στους στίχους μου.
Η ψευδαίσθηση της ευτυχίας
που ψάχνω χρόνια.
Ξέρω πως είναι ανώφελο,
τώρα αναμένω την επιστροφή.
Τη σιωπή στο βλέμμα σου
που δεν κατάφερα να φιλήσω
θα την ταξιδέψω μαζί μου,
θα φωλιάσει στους στίχους μου.



Ημέρα Δωδέκατη

Είδα δυο χέρια γερασμένα
μέσα απ’ το αυτοκίνητο.
Ανήκαν σε μια κυρία
που με δυσκολία κινιόταν.
Τότε κατάλαβα
πως είναι ανώφελο
να φοβόμαστε το θάνατο
όταν υπάρχει το ενδεχόμενο
των γηρατειών.

Ημέρα Δέκατη Τρίτη

Οι παιδικές φωνές δεν μου ’χαν λείψει,
ήταν μέρος της ζωής μου.
Αυτές όμως είχαν τη μαγεία της αγάπης
στον αντίλαλό τους.
Η αγκαλιά καθώς σε περιμένουνε
είναι απόδειξη
πως όσο μακριά κι αν βρέθηκαν τα μάτια μας,
δεν άφησαν τον χρόνο που πέρασε

να λησμονήσει όσα κτίσαμε.

Σάββατο 23 Αυγούστου 2014

Οι μέρες τ’ Αυγούστου (Έβδομη, Όγδοη, Ένατη και Δέκατη)

Ημέρα Έβδομη

Δεν μου έμελλε να παραδοθώ,
γι’ αυτό δεν έκανα να φύγω.
Παρέμεινα.
Τι κατάρα Θεέ μου οι φόβοι…
Το τίμημά τους, η ίδια η ζωή.


Ημέρα Όγδοη

Πως βασιλεύει στις καρδιές των ανθρώπων
η μάνα γλώσσα…
Πάντα όταν γαμογελάνε οι άνθρωποι
στη γλώσσα τους μιλάνε.

Ημέρα Ένατη

Το παιδικό της χαμόγελο
με ανάγκασε σχεδόν, να χαμογελάσω.
Μετά χαθήκαμε σαν συνηθίζεται
στις πρωινές διαδρομές
των επιβατών.

Ημέρα Δέκατη

Τούτο το Αυγουστιάτικο πρωινό
θυμήθηκα εσένα αγαπημένη.
Σε συναντούσα παντού στις μέρες μου,
κάθε που αντίκριζα την ομορφιά.
Κάνει ψύχρα έξω.
Ένιωσα το δέρμα μου
σαν νιώθω την ψυχή μου
μετά από κάθε δικό σου ταξίδι.


* Πίνακας του Στέφανου Νεάρχου

Οι μέρες τ’ Αυγούστου (πέμπτη και έκτη)

 Ημέρα Πέμπτη

Ανάμεσα στου ήχους,
μονάχα ανάμεσά τους
θυμόμουνα πως τελικά
χαμογελάνε οι άνθρωποι.
Είναι τόση η φθορά των πεζοδρομίων
ενώ οι πλατείες φέρνουν κοντά τους ανθρώπους
μέχρι το χειροκρότημα.
Μετά ο καθένας και πάλι στο πεζοδρόμιό του.

Ημέρα Έκτη

Ανούσιες συζητήσεις,
που οδηγούν στο τίποτα.
Μια απ’ τις μέρες
που οδηγούν όλο και πιο κοντά
στο χάος.