Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2018

Βορεάδης Άγις (μικρή αναφορά) (1898-1981)

Γεννήθηκε στην Λευκωσία το 1898.  Αποφοίτησε από το παγκύπριο Γυμνάσιο και Διδασκαλείο  και εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στην Αίγυπτο και τελείωσε το λειτούργημά του ως Γυμνασιάρχης  στην Κύπρο. 
Σπούδασε φιλολογία και παιδαγωγικά στην Αθήνα. 

Έργο του: 


Απεβίωσε το 1981. 

ΚΑΗΜΟΙ ΠΟΥ ΖΟΥΝΕ (απόσπασμα) / Βορεάδης Άγις

4

[  ]

Της πίκρας το ρημόστρατο δικό μου
τις αγκαθιές του όλο και τρυγάω
μαθές ακλουθητής του μαύρου νόμου
πιστός εγώ και πάω κι όλο πάω.

Ασύντυχη μιαν άκρη, γνέφια πλήθια, 
νυχτιά καταμερίς, σα φρενιασμένα
ματώνουν και πονούν τα ριζολίθια 
και λυτρωμό κανένα και κανένα.

Ξεστέρια καμιανή σε τέτοια ζήση 
κι αναμεσής τα χρόνια ροβολάνε . 
Τη μανιασμένη μιά τους να κρατήσει
τίποτις δε βολεί. Γρααμμένο θά ΄  ναι

ως τα στερνά τη θλίψη να βαστάω 
μονάχο βιος - καλή - που σου χρωστάω. 

Φιλί στα χείλη σου πικρό / Βάσος Βενιζέλος

Λόγια που σου `πα και πήρ’ ο αγέρας
στιγμές που σταθήκαν και γίναν καπνός
ήλιος η αγάπη στη μέση της μέρας
μα είναι η καρδιά σου βαρύς ουρανός
μα είναι βαρύς ουρανός

Φιλί στα χείλη σου πικρό κι αγύριστο
και δρόμος που δεν έφτασε η ματιά σου
παρ’ της αγάπης το κλειδί και γύρισ’ το
ν’ανοίξουν διάπλατα οι πόρτες της καρδιάς σου
παρ’ της αγάπης το κλειδί και γύρισ’ το
ν’ανοίξουν διάπλατα οι πόρτες της καρδιάς σου

Μήνες γιορτές και χαρές που δεν είδες
πόθοι κρυμμένοι στ’ονείρου φωτιά
χρώματα ήλιου γελούν οι ελπίδες
μα είναι η σιωπή σου πικρή μαχαιριά
μα είναι πικρή μαχαιριά

Φιλί στα χείλη σου πικρό κι αγύριστο
και δρόμος που δεν έφτασε η ματιά σου
παρ’ της αγάπης το κλειδί και γύρισ’ το
ν’ανοίξουν διάπλατα οι πόρτες της καρδιάς σου
παρ’ της αγάπης το κλειδί και γύρισ’ το
ν’ανοίξουν διάπλατα οι πόρτες της καρδιάς σου

Βάσος Βενιζέλος (βιογραφικό σημείωμα)


Ο Βάσος Βενιζέλος γεννήθηκε στη Λεμεσό. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στη Μέση Εκπαίδευση. Λογοτέχνης, ασχολήθηκε με την ποίηση και κυρίως με την στιχουργική. Συνεργάστηκε με σπουδαίους μουσικούς και συνθέτες όπως ο Μάριος Τόκας. Από την συνεργασία αυτή προέκυψε και το διαχρονικό πλέον τραγούδι: Συνάχτου πκιον τριανταφυλλιά. 

Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2018

Αχ ουρανέ και θάλασσα / Βενιζέλος Βάσος

Στη θάλασσα ταξίδεψες στον ουρανό γυρνούσες
φιλί σταλιά δε γύρεψες γι’ αγάπη όταν διψούσες
της θάλασσας τα κύματα και τ’ουρανού τ’αστέρια
μπρος τα δικά σου βήματα μες τα δικά σου χέρια

Αχ ουρανέ και θάλασσα γαλάζιο φως του κόσμου
τη δύναμη σου δώσ’ μου
τα χρόνια μου όλα θ’άλλαζα για το φιλί σου φως μου
κι ας είσαι ο θάνατος μου

Αν / Βάσος Βενιζέλος

ΑΝ το φιλί σου μου αρνηθεί την καλημέρα
Και σε μια νύχτα όλ’ η αγάπη σου χαθεί
Ψυχρά θα σπρώξω τη ζωή μου παραπέρα
Όπως του κόσμου συνηθάνε οι δυνατοί

ΑΝ δε θα μ’ αγκαλιάζει πια η ματιά σου
Και της φωνής σου αν δε με λούζει η μουσική
Το μέλλον μου θα πάρω απ’ την καρδιά σου
Να το επενδύσω σε μιαν άλλη προοπτική

Αν με φορτώσεις με του κόσμου όλου τη θλίψη
Και μου στερήσεις της αγάπης σου το φως
Ψυχή και τόλμη στη ζωή δε μου `χουν λείψει
Γνώση είν’ ο πόνος και θα γίνω πιο σοφή

Τριανταφυλλιά / Βάσος Βενιζέλος

“Το φως στο παραθύριν σου
τζι ούλλη δροσιά στο στόμαν
τζι ο ήλιος σαν τον τζύρην σου
πον σου χαλά χαττήριν σου
δικιά σου ζωήν τζιαι χρώμαν.
Τριαντάφυλλα τζ’ αρώματα
τα σιείλη τζι η αγκαλιά σου
τζι εσούνι ούλλον αππώματα
της ομορκιάς καμώματα
σκορπίζεις τα φιλιά σου.
Συνάχτου πκιον τριανταφυλλιά
μεν τα ξοδεύκεις τα φιλιά
τζι έρκομαι ‘γιω ξοπίσω
μαράζιν τρώει με αρσενικόν
που τα φιλιά σου μερτικόν
δος μου τζι εμέν να ζήσω.
Καμοί τζι αναστενάματα
που δίπλα σου όπκοιος ρέξει
κόμα τζι ο αγέρας σταματά
-άκου Θεγέ μου πράματα-
φιλιά ζητά πεντέξι.
Τα σιείλη μου δακκάννω τα
μ’ αναπαμόν εν βρίσκουν
γιατί ομπρός σου χάννω τα
τζιαι διψασμένα τζι άποτα
δίχα φιλίν μεινίσκουν.”

Λεμεσός / Βάσος Βενιζέλος

 Στη μνήμη Μάριου Τόκα 


Σ’ αυτή την πόλη που σκορπάει καρδιά κι αισθήματα 
και με χαμόγελο τον ήλιο κάθε μέρα χαιρετά 
όλα ξεχνιούνται και τα λάθη και τα κρίματα 
γιατί η αγάπη μ’ άλλα μέτρα τους ανθρώπους μελετά
 στον πόνο δίνει βάλσαμο γιορτές και πανηγύρια 
κι έχει ψυχή μ’ ορθάνοιχτο στο φως τα παραθύρια. 

Πόλη μου μάνα, Λεμεσός, αλμύρα ποτισμένη 
με τ’ ουρανού τα χρώματα φαντάζεις στολισμένη 
πόδια θαλασσοφίλητα κι αγκάλη μυροφόρα 
και τ’ όνειρο ταξιδευτής στον Πριν μα και στο Τώρα. 

Σ’ αυτή την πόλη που με πάθος τρέφει οράματα 
και μες στους δρόμους με τραγούδια και παρέες ξενυχτά 
βρίσκουν εξήγηση μυστήρια και θαύματα 
γιατί η αγάπη δένει με όρκο τους ανθρώπους πιο σφιχτά 
οι μούσες τής χαρίζουνε νότες χρυσές και ρίμες
 κι η λεβεντιά καταμετρά και πρόσωπα και μνήμες. 


Αν / Βενιζέλος Βάσος

ΑΝ το φιλί σου μου αρνηθεί την καλημέρα
Και σε μια νύχτα όλ’ η αγάπη σου χαθεί
Ψυχρά θα σπρώξω τη ζωή μου παραπέρα
Όπως του κόσμου συνηθάνε οι δυνατοί

ΑΝ δε θα μ’ αγκαλιάζει πια η ματιά σου
Και της φωνής σου αν δε με λούζει η μουσική
Το μέλλον μου θα πάρω απ’ την καρδιά σου
Να το επενδύσω σε μιαν άλλη προοπτική

Αν με φορτώσεις με του κόσμου όλου τη θλίψη
Και μου στερήσεις της αγάπης σου το φως
Ψυχή και τόλμη στη ζωή δε μου `χουν λείψει
Γνώση είν’ ο πόνος και θα γίνω πιο σοφή

Σωτηρία Βασιλείου (βιογραφικά στοιχεία)

Η Σωτηρία Βασιλείου γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1985. Είναι υποψήφια διδάκτωρ στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Μιλά αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. 
Έργα της :
Μονογραφίες: 
1. "Μυθολογικές ερωτικές αρπαγές σε αρχαία ελληνικά αγγεία", (Επιφανίου: Λευκωσία, 2008), 
2. "Τα εγχειρίδια Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού 1979, 1997, 2006, Παρουσίαση - Ανάλυση" (Επιφανίου: Λευκωσία, 2009), 
3. "Το ονομαστικόν στη Μακεδονία (1750-1900): Διαφωτισμός και Ονοματοδοσία,"(Επίκεντρο: Θεσσαλονίκη, 2012), 
4. "ΑΝΑΣΑΜΙΑ"" (συλλογή διηγημάτων, υπό έκδοση από το ΜΑΖΙ: Λευκωσία) και των επιστημονικών άρθρων 
α. "Το προσφυγικό ζήτημα μέσα από την εφημερίδα Φως της Θεσσαλονίκης (1922-1930)", Οι Πρόσφυγες στη Μακεδονία. Από την τραγωδία στην εποποιία, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών (Μίλητος: Αθήνα, 2009), σ. 156-206, 
β. "Η προσφυγική αποκατάσταση μέσα από την εφημερίδα Φως της Θεσσαλονίκης (1922-1930)", Πρακτικά Λ΄ Πανελληνίου Ιστορικού Συνεδρίου (29-31 Μαΐου 2009), Θεσσαλονίκη 2010, σ. 285-302, 
γ. "Τα δάνεια της Ελληνικής Επανάστασης", 1821 Η Γέννηση ενός Έθνους-Κράτους, τ. Δ΄, Η διαχείριση του Ελληνικού κράτους. Από τον Καποδίστρια στον Όθωνα (ΣΚΑΙ: Αθήνα, 2010), σ. 9-51. 

Επίσης, διηγήματά της έχουν βραβευτεί σε παγκύπριους και πανελλήνιους διαγωνισμούς.

βιογραφικά στοιχεία μπορείτε να διαβάσετε και: http://www.biblionet.gr/author/86608/%CE%A3%CF%89%CF%84%CE%B7%CF%81%CE%AF%CE%B1_%CE%92%CE%B1%CF%83%CE%B9%CE%BB%CE%B5%CE%AF%CE%BF%CF%85

Χρωματικός κύκλος Ή Η δική μου εραλδική - Σωτηρία Βασιλείου

το διαβάζετε πατώντας πάνω στο σύνδεσμο

Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2018

ΕΠΕΙΔΗ ... του Κώστα Βασιλείου

Επειδή κάψατε τα δάση μου
Για να κόψετε τα οικόπεδά σας
Και μιλάτε για Δασούπολη
Εκεί που δεν υπάρχει ούτε ένα δέντρο
Επειδή ανασκάψατε τους κήπους μου
Για ν’ απλώσετε τα γήπεδά σας
Και μιλάτε για Ανθούπολη
Εκεί που δεν υπάρχει ούτε ένα άνθος
Επειδή μωρανθήκατε
Επειδή σκοτώνετε τον ήλιο μου
Για να πλουτίσετε τα σκότη σας
Και μιλάτε για Λάμπουσα
Εκεί που δεν υπάρχει λάμψη
Και μιλάτε για Αλάμπρα
Εκεί που δεν υπάρχει φως
Όμως υπάρχει ο Κεραυνός
Και θα σας κάψει

Κώστας Βασιλείου (βιογραφία)

Ο Κώστας Βασιλείου γεννήθηκε στη Πάνω Δευτερά, το 1939. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1958-1963). Ακολούθως, υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση, ως φιλόλογος από το 1963 ως το 1999 που αφυπηρέτησε
Εμφανίστηκε το 1969 με την ποιητική συλλογή Σκαμάνδριος Εκτορίδης Αστιάναξ,


Ποιητικές Συλλογές:
  •  Σκαμάνδριος Εκτορίδης Αστιάναξ 1969
  •  Κλωνάρι 1971, 
  • Ο μεγάλος Σαμάν 1977, 
  • Ο Πόρφυρας , 1978 , 
  • Pieta , 1983 
  • Ο ευαγγελισμός της Λυγερής , 1988
  • Η Λάμπουσα (1996)
  •  Ο Κανόλλος, 1997 (στην κυπριακή διάλεκτο) 
  • Το ίλαντρον / 2000
  • Rita / 2015
Με δική του επιμέλεια, εκδόθηκαν από τις εκδόσεις «Αιγαίον» (2003) δυο σατιρικά έργα του Βασίλη Μιχαηλίδη: «Ο Ρωμιός» («Ρωμιός και Τζιον Πουλλής, Τζιονής και Κακουλλής») και «Ο Διάβολος».

ΟΣΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑΝ ΤΖΙ ΑΝ ΕΣΙΕΙΣ ΟΥΡΑΝΕ / Βαρνάβας Π. Σωτήρης





Όσην δουλειάν τζι αν έσιεις Ουρανέ

σσιύψε πουπαναθκιόν μας

ρίξε το φώς τ᾽Αυγερινού

της Πούλιας φως του φεγγαρκού

να φκεί  η αλήθκεια να φανεί

να φέξει ο τόπος ούλλος



Δίκλα που την Μεσόγειον

κατα πού φκαίνει ο ήλιος

σσιύψε να δεις έναν νησίν

τζιαμαί στα θκυό κομμένον.



Όσην δουλειάν τζι  αν έσιεις Ουρανέ

μεν  ποϋρίζεις που τζιαμαί,

δίκλα στης Τζιύπρου τες ακτές,

στους κάμπους δίκλα στα όρη,

γονατιστές πάνω σε πέτρες νηστητζιές

μαυροντυμένες μάνες,

μέραν τζιαι νύχταν τζιαχαμαί

κάτι σαν εικονίσματα κρατούν.

Σσιύψε τζιαι ρώτα ουρανέ

ίνταμπου θέλουν τζιαι θρηνούν

τζι εν ούλλον μες στα μαύρα;



Δίκλα στου Μόρφου τους οπωρώνες

ρέξε που τες πορτοκαλιές

μες στες κουρούκλες τυλιμένες

ανθοί γεναίτζιες ανθοί ψυσιές

εμμές στα δέντρα  τζιαι τουρτουρούσιν

ανθοί αθρώποι ανθοί ψυσιές                 

κάμνουν σταυρούς τζιαι καρτερούσιν

να φυσήσει ένας αέρας,

να φυσήσουν οι φωνές

στ᾽αφτίν του πλάστη ν´ακουστούσιν

του  Άη Μάμα οι λουτουρκές .



Όσην δουλειάν τζι αν έσιεις Ουρανέ

ρώτα τζιαι κρώστου ίνταν να πούσιν

στράτες λεμόνια τόσες ψυσιές

τζιητρινισμένες τζι όμως πετούσιν

Τζι εν οι ψυσιές των απελπισμένων

εν οι ψυσιές των αδικημένων

που πάσιν τζι έρκουνται τζιαι ρωτούσιν



ξένα φτερά πά’ στα φτερά τους

ίντα γυρεύκουν εννά σου πούσιν.

Σημείωση: Ευχαριστούμε  τον ποιητή Σωτήρη Βαρνάβα διότι μας απέστειλε ένα ποίημά του αδημοσίευτο και μας τιμά τούτο. Επίσης θέλουμε να τονίσουμε την ιδαίτερότητά του καθώς είναι γραμμένο στην Κυπριακή Διάλεκτο. 

ΧΡΕΟΓΡΑΦΟ / Βαρνάβας Π. Σωτήρης

            

                              Κι αν είν’ ο λάκκος σου πολύ βαθύς
                             Χρέος με τα χέρια σου να σηκωθείς.

                                                                    ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ


Μάθαμε το όνομά του
από τη χάρτα των αγνοουμένων
χρεωθήκαμε την υπόθεση
με φως υπερημερίας για την καθυστέρηση
γράψαμε υποθήκη όσο ήλιο μας αναλογούσε
με μάρτυρα την ιστορία
και βγήκαμε στα χωράφια
καταχρεωμένη φορούσε γάντια η πρόθεση
άπειροι ανασκαφείς σπαταλήσαμε τη φωτογραφία
στην επιφάνεια
γελούσε ο ήλιος τη σκαπάνη μας
ασάλευτη μ’ αίμα
ζύμωνε η μάνα μνήμη
της υποσχέθηκα δυο σελίδες για το ζήτημα
δεν παίζουνε με το προζύμι
θύμωσε
ξερίζωσα μια πέτρα από τη γη
πήρα χαλκό από βαθιά και χάραξα την οφειλή
να αγγίζει η μπάλα
τα παιδιά να διακρίνουν το Χρεόγραφο.

                                 
                                   (από την ποιητική συλλογή Χρεόγραφο,

                                                       εκδόσεις Γαβριηλίδης 2013)