Κάποιες ψυχές είναι τυφλές
σαν πόρτες σφαλισμένες πολλές ζωές,
ατσάλι σφυρηλατημένο
στων θεών την αρχαία φωτιά.
Ήφαιστε για αυτό κουτσαίνεις
στα άδυτα του χρόνου δίχως αγάπη.
Κάποιες ψυχές τρομάζουν σαν δεν βλέπουν
την σκιά να μεγεθύνει την ύπαρξη τους
στης ψευδαίσθησης τους ατέρμονους δρόμους.
Άνθρωπε για αυτό δεν ταξιδεύεις
με την αγάπη συνοδοιπόρο.
Ορφάνεψε το φως μέσα στο σκότος σου.
την σκιά να μεγεθύνει την ύπαρξη τους
στης ψευδαίσθησης τους ατέρμονους δρόμους.
Άνθρωπε για αυτό δεν ταξιδεύεις
με την αγάπη συνοδοιπόρο.
Ορφάνεψε το φως μέσα στο σκότος σου.
Κάποιες ψυχές τον λόγο ξεγελούν
αμφισβητώντας την ιστορία,
ανολοκλήρωτες, επαναλαμβανόμενες. Κι η λεπτομέρεια
κρυμμένη σε κάποιες γραμμές που τις κούρασαν.
Θεέ ενεφύσησες εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής
για να πράξει, για τα παιδιά των παιδιών του.
αμφισβητώντας την ιστορία,
ανολοκλήρωτες, επαναλαμβανόμενες. Κι η λεπτομέρεια
κρυμμένη σε κάποιες γραμμές που τις κούρασαν.
Θεέ ενεφύσησες εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής
για να πράξει, για τα παιδιά των παιδιών του.
Κάποιες ψυχές συνήθισαν την θυσία στον βράχο·
Δεδομένη η φωτιά τρεμοσβήνει στα ανθρώπινα μανουάλια
μέχρι ο αγέρας να την εξυψώσει με τον λυγμό του αθώου.
Ορφέα, Προμηθέα, Χριστέ καρτερεί ο ποιητής να ανατείλει ο ήλιος,
να καρπίσει η γης, να ξεχειλίσει η θάλασσα,
να γεννήσει ξανά ο άνθρωπος την Αγάπη.
Δεδομένη η φωτιά τρεμοσβήνει στα ανθρώπινα μανουάλια
μέχρι ο αγέρας να την εξυψώσει με τον λυγμό του αθώου.
Ορφέα, Προμηθέα, Χριστέ καρτερεί ο ποιητής να ανατείλει ο ήλιος,
να καρπίσει η γης, να ξεχειλίσει η θάλασσα,
να γεννήσει ξανά ο άνθρωπος την Αγάπη.
(Ήλιος και Άνεμος, Α. Τέμβριου)