Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

Ομορφίτα / Φιλίππου - Λαδάκη Νίκη

Πολλά ντουφέκια σε παράταξη
πολλά κορμιά σε γραμμή
πολλές φωλιές χωρίς πουλιά
και η απορία για το μπαρούτι και τον θάνατο

και μια ειρηνοφόρα κατάνυξη να γλείφει
τις καρδιές

κι απέναντι μια άλλη ανθρώπινη παράταξη
από αδελφούς αλλόφυλους

άλλα ντουφέκια σε γραμμή
άλλα κορμιά σε σχηματισμό
άλλα δέντρα στο ίδιο δάσος


κι όλα μαζί να ατενίζουν
το ανεύρετο πάνω στη γη πρόσωπο του Θεού.

[Ριγώ κι ακούω ] Φιλίππου - Λαδάκη Νίκη

Ριγώ κι ακούω… 
να με φωνάζουν τα πουλιά-παιδιά. 
Είσαι καρδιά μου ένα πουλί 
που του χαλάσαν τη φωλιά 
κι όλα τα πουλιά, όλα τα φιλιά 
έχουν φωλιά την ορφάνια. 
Είσαι καρδιά μου ένα πουλί 
που του χαλάσαν τη φωλιά 
κι όλα τα πουλιά, όλα τα φιλιά 
έχουν φωλιά τον κόρφο σου. 
Ρίγος πανάρχαιο 
τρέμει μέσα 
από καινούργιους πόρους 
με πολύ ιδρώτα 
 κρυμμένο στ’ άψυχα 
και το μούσκο 
που κατεβαίνει από το βουνό 
και μπαίνει μέσα στα μάτια 
και τα γεμίζει πληγές 
τα νεκρώνει  
και γίνεται ένα με το ποτάμι 
που φιλά τα σπλάχνα της γης 
και πνίγεται στη ζέση 
της θάλασσας.

Ομολογία: Ποιητική Συλλογή της Φιλίππου - Λαδάκη Νίκης (απόσπασμα)

Εμείς ξέρεις 
από τον καιρό πού έφυγες 
προσπαθήσαμε να γίνουμε 
αλλοιώτικοι. 
Ξαναβάψαμε το σπίτι μας 
αλλάξαμε τα σεντόνια μας 
ράψαμε καινούργια φουστάνια 
και στις νυφομαντηλιές μας 
δώσαμε καινούργια ονόματα 
αλλάξαμε και το χρώμα του σαπουνιού. 
Όλα άλλαξαν 
από τότε 
πού μετράς τον καιρό με το βλέμμα σου 
όλα άλλαξαν 
από τον καιρό πούχεις φύγει 
όλα έχουν πάρει 
το χρώμα τής φυγής σου 
και μιλούν 
και καταλαβαίνουν 
με το δικό σου στόμα

Νίκη Λαδάκη-Φιλίππου (βιογραφία)

Γεννήθηκε στην Λευκωσία το 1937. Σπούδασε Εμπορικές επιστήμες στο Λονδίνο, Ελληνική και Αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εργάστηκε στο Ελληνικό Εκπαιδευτικό Συμβούλιο Κύπρου, στην Ελληνική Κοινοτική Συνέλευση και ως Μορφωτική λειτουργός στις Πολιτιστικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Ασχολήθηκε με την Ποίηση το Δοκίμιο, τη Πεζογραφία και τη Μετάφραση. Διετέλεσε Πρόεδρος της Εθνικής Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών Κύπρου. Τιμήθηκε με το Βραβείο του περιοδικού "πνευματική Κύπρος"  για την Ποιητική της Συλλογή Επεισόδια και  Βραβείο ΕΕΕΛΚ για την ποιητική της συλλογή :  Ωδές, δάφνες, ελπίδες Επίσης έλαβε Α’ Βραβείο δοκιμίου Μάρκου Αυγέρη για τα Μελετήματα λογοτεχνίας. Απεβίωσε στις 23 Οκτωβρίου του 2003

Έργα της: 

Ποίηση
Δρόμοι αγάπης
Άτονα
Επεισόδια
Δέσποινα των βηματισμών
Ομολογία
Ωδές, δάφνες, ελπίδες
Ηρωίδες της Εθνικής Εθνεγερσίας (μελέτη)
Εκτόνωση
Όνειρο
Της αγάπης
Σφαγμένη άνοιξη
Του πατέρα μου που έφυγε
"Το τραγούδι του Πενταδάκτυλου" 
Μανούλα Κυπριώτισσα
Δεκαεννιά κραυγές
Κραυγές Ιούλη
Προς Κερίνιν
"Ουρανέ μου"
Δοκίμια
Μελετήματα λογοτεχνίας 
Essays-Δοκίμια

ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ (απόσπασμα) / Φιλίππου - Λαδάκη Νίκη

ΧΙΙΙ

Χωρίς αγάπη δε σε δέχεται ο ήλιος 

η πρόσκλησή σου σπαθί
που το ζώνομαι στη μέση . 
Στάσου στα μετερίζια σου

να σε κερδίσω

XIV

Ελπίζω
στ΄  άλλο ξημέρωμα 

μεγάλο 
σαν τη μορφή σου 
κι ευδόκιμο
σαν την ηρεμία της Παναγίας

Αμμόχωστος / Φιτικίδου Άντρη

Αμμόχωστος,  
εγώ δεν σ΄ επισκέπτομαι
στα ετήσια καλοκαιρινά συλλαλητήρια
στο συρματόπλεγμα,
όπου μαζεύονται οι πραματευτάδες
να πουλήσουν τα λόγια τους,
πυροτεχνήματα
που δεν αγγίζουν το σκοτάδι,
μα που σκεπάζουνε για λίγο
με τον κούφιο ήχο τους
τον θλιβερό επιθανάτιό σου ρόγχο.
Δεν σ΄ επισκέπτομαι.
Για να το κάνω
πρέπει να΄ ναι  νύχτα χωρίς φεγγάρι,
να΄ μαι ντυμένη μ΄ ενδύματα πένθιμα,
με στάχτες στα μαλλιά,
και σκυφτό το κεφάλι.
Μπορεί να μην σου΄ χωσα το μαχαίρι στη πλάτη
μα είδα που το ΄καναν
και δεν μίλησα.

Βάσταξε / Ποίημα του Μιχαλάκη Φραγκίσου : Μπορείτε να το διαβάσετε πατώντας επί του παρακάτω συνδέσμου

ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΣΤΗΝ ΞΕΝΙΤΙΑ / ΤΑ ΤΣΙΑΤΙΣΤΑ ΤΟΥ ΜΙΧ. ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ

Τιμή στον Αντωνάτζιη Δκιάκου ( τσιατιστός λόγος από τον Μιχαλάκη Φραγκίσκου)






Αγαπητά αδέλφια μου,

Πρώτα θα πω ευχαριστώ στον Αρχιεπίσκοπό μας που κάθε δύσκολην στιγμήν βρίσκεται στο πλευρόν μας. 
Τζίνος βαστά τζιαι το κριάς κάμνει τζιαι τον κασάπην τζιαι συμβουλή που μας διά να έχουμεν αγάπη! 
Θέλει στον Κορμακίτη μας να’ μαστεν ενωμένοι τούτες τις δύσκολες στιγμές μαζίν αγαπημένοι.
 Πρέπει στον επιτάφιον να συμφιλιωθούμεν να πούμεν το πσhυχοτικό μετά μαζί με το Χριστό ούλλοι να αναστηθούμεν!
 Από τα βάθη της ψυχής τζιαι της καρκιάς τους ήχους για τούτον το μνημόσυνον έγραψα λλίους στίχους.
 Με άπειρην εκτίμησην να σας τους φανερώσω τζιαι στον παλιόν Μουκτάρη μας να τους αφιερώσω.
 Αυτόν που ούλλοι ξέρουμεν τον Αντωνάτζιη Δκιάκον τον βράχο τον Αγωνιστή τον ήρωα τον δράκον!
 Αυτόν που μες στην εισβολήν με δύναμην  Γρανίτη δίπλα που τον παπά Ττερζή εμείνασιν τζιαι οι δκυό μαζί μέσα στον Κορμακίτη..
 Εμείναν τζιαι κρατήσασιν το όμορφο χωρκό μας χωρκόν, πον ‘το ξεχνά κανείς έτσι πηαίνουμε τζι’ εμείς μες στο νοικοτζυρκό μας.
Την ώρα που ξεκίνησα τους στίχους να του γράψω ειλικρινά αδέρφκια μου εκόντεψα να κλάψω!
 Γιατί ήμουν τζιαι εγιώ παρών εν έτυχεν να φύω θυμούμαι που επήασιν τζει στο νεκροταφείον.
 Μαζί με τον παπά Ττερζή κουβέντες νανταλλάξουν με Τούρκους αξιωματικούς ίσως εν μας πειράξουν.
 Μάρτυραν έχω τον Θεόν λαλώτο έντζιαι ψέμαν έτρεσσεν που την μούττην του συνέχεια το γαίμαν!
 Έτρεμεν τζιαι εσφότζιζέν το γαίμαν με μαντήλιν τζιάλλα πολλά ετράβησεν μα το χωρκόν εν  τ’ άφησεν αγαπητοί μου φίλοι.
 Τούντο λεβεντοχώρι μας έθελεν να κρατήσει σαν καπετάνιος οδηγός εν το’ καμεν ο Αρχηγός να φύει να μας αφήσει.
 Τελειώνοντας αγαπητοί, οι χωρκανοί γνωρίζουν ποιος κράτησεν τούντο χωρκόν έσσο τους να γυρίζουν.
 Να έχουν τα χωράφκια τους να σπέρνουν να θερίζουν, ελπίζω τζείμαι βέβαιος εννά τον μακαρίζουν.

2ο Διεθνές Φεστιβάλ για Νεαρούς Ποιητές / 4 και 5 Νοεμβρίου, στην Καστελιώτισσα και στο Καφενείο Πρόζακ 29 νεαροί ποιητές μαζί με 10 καταξιωμένους ποιητές, 7 από το εξωτερικό και 3 από την Κύπρο


Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2016

Βραδιά Ποίησης: Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου και Τουρκοκυπρίων Καλλιτεχνών και Λογοτεχνών


Ονειροτριβείο: Ποιητική Συλλογή του Γιώργου Χριστοδουλίδη (2001)

ΟΙ ΒΑΡΒΑΡΟΙ
Με τα χέρια ταξιδεύουμε στο μέλλον
στο πρόσωπό μας
η αφή ενός άγνωστου δέρματος.
Αγαπημένα πράγματα
στη δίνη του χρόνου.
Ο καθρέφτης φτύνει
σκουριασμένα χαμόγελα.
Ασύλληπτοι κραδασμοί
ηχούν από παντού
φωνές άλλων εποχών.
Από την απέναντι λεωφόρο
οι βάρβαροι
που άλλοτε κραδαίναν ακονισμένα σπαθιά
με διαφημιστικές πινακίδες
τώρα θριαμβεύουν.
***
ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΣΕ
Πάνω στο κορμί μου
η σκόνη του δρόμου που πέρασες
τα πόδια μου βαραίνει
η δική σου κούραση.
Πολύ πριν υπάρξεις
σε περίμενε η πόρτα μου.
Εκείνος ο άγνωστος ξυλουργός
που την έφτιαχνε
– τραγουδούσε.
***
ΦΟΒΟΣ
Δεν φοβάμαι το θάνατο.
Τον καυτό ήλιο φοβάμαι
του Αυγούστου.
Τη ζέστη την τρομακτική.
Πού δεν θα ‘μαι
σε κάποια αμμουδιά
να με φιλά η θάλασσα — φοβάμαι —
παρά βαθιά μέσα στο χώμα.
Με τόση ζέστη.
***
ΟΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΙ
Περνούσε η πομπή αμίλητη
ευπρεπώς πένθιμη.
Που και που σποραδικά αναφιλητά έβρεχαν
το ξεραμένο χείλος του νεκροταφείου.
Ήτανε Μάης – ανήσυχος κι ανόθευτος.
Ο ήλιος
αυτός ο μεγάλος ανυποψίαστος
έφεγγε, έφεγγε
στ’ ακονισμένα δόντια
των κληρονόμων.

ΕΛΠΙΔΑ ΖΗΤΑ


μάτια πρισμένα,απο το κλάμα,
δάκρυα κι αίμα, μαζί ένα κράμα,
χέρια που τρέμουν, σώμα σκυφτό,
καρδιά μην σπάσεις, απ τον καυμό,
ελπίδα ζήτα, να σου δοθεί,
να ζήση τ όνειρο, να μην χαθεί,
γιατί ο πόνος, πάντα περνά,
κι όταν μεγάλες πίκρες κερνά,
κι έρχεται η ώρα, που ξημερώνει,
κι ο ήλιος βγαίνει, και μας μελώνει,
στέλνει το φως του, να μας φωτίσει,
κι απ την ζωή μας, πίκρες να σβύσει,
ελπίδα ζήτα
να σου δοθεί,
νάρθει η λύτρωση,
μες στη ψυχή,
με λέξεις φράσεις,
σαν προσευχή
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Ωδή πενιχρή στη Λευκωσία



Τώρα μένει μόνο η μοναξιά,
στην πολιτεία παντοκρατόρισσα∙
και τα πολύφωτα κι οι πολυέλαιοι
κι οι παιδικές φωνές λιγοθυμούν
κι η σάλα της ψυχής μας μόνη – μένει –
κι άφωτη – σαν κάμαρα νεκροτομείου
τη νύχτα... σαν σκελετός που τον
παράτησαν οι σάρκες,
– το χώμα τού πήρε ακόμα και τη στίλβη
και φαντάζει λασπωμένος και φριχτός.
Πικρή πολιτεία – ξένη με τους ξένους
ζωσμένη τείχη, συρματοπλέγματα και
machine guns
μα στιβαρή,
ακατάλυτη – γενναία.
Δώσε μου τη δύναμη – πόλη που με γέννησες∙
να τραγουδήσω το έπος σου.
Είμαι ελεύθερος – ένα περήφανο πουλί –
μακριά από βέβηλες – βάρβαρες – παγίδες.
Κοίτα με! Τα βήματά μου κροταλίζουν
σταθερά στην άσφαλτό σου...
Μουσικές νότες ηχούν στον υγρό σου αέρα
λειψές – σβηστές...
μα εμένα με ραίνουν
Λευκωσία
με μνήμες θαμβωτικές,
από κίτρινα ρόδα...
από λευκές φτερούγες αγγέλων...
από τη φλόγα των βιολετιών
ματιών της Άννας μου
να μου καρφώνει τα μάτια...
σαν σμαραγδιά θάλασσα
σπαρμένη χρυσαστέρια και πάθος

Μα πάλι και πάντα
εσύ Λευκωσία δεσπόζεις!
Έρχεσαι – χάνεσαι – γυρίζεις –
στροβιλίζεσαι – χορεύεις τον ηρωικό χορό σου
πίνεις – μεθάς από τον ίλιγγο του πάθους σου –
μας χαϊδεύεις το μέτωπο...
Εσύ – πριγκιπέσσα μου εξαίσια –
εσύ – Λευκωσία – δυνατή – ακατάλυτη
αλύγιστη.

machine guns:
οπλοπολυβόλα

Γιώργος Φάνος (βιογραφία)

(Λευκωσία, 1918 - Πάφος, 1994) σπούδασε ιατρική στην Αθήνα (1935) και άσκησε το επάγγελμα του γιατρού στην Αμμόχωστο (1942-1974) και ακολούθως στην Πάφο. Δημοσίευσε πεζογραφήματα με το ψευδώνυμο: Σύλβιος Μιράντης

Ποιητικές Συλλογές: 


  •  Στον Μακάριο Γ ́, 1959 
  • Βορά στη Μπόρα , 1965

συνεργασίες του φιλοξενήθηκαν κατά καιρούς σε ελλαδικά και
κυπριακά έντυπα