Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΣΤΗΝ ΞΕΝΙΤΙΑ / ΤΑ ΤΣΙΑΤΙΣΤΑ ΤΟΥ ΜΙΧ. ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ

Τιμή στον Αντωνάτζιη Δκιάκου ( τσιατιστός λόγος από τον Μιχαλάκη Φραγκίσκου)






Αγαπητά αδέλφια μου,

Πρώτα θα πω ευχαριστώ στον Αρχιεπίσκοπό μας που κάθε δύσκολην στιγμήν βρίσκεται στο πλευρόν μας. 
Τζίνος βαστά τζιαι το κριάς κάμνει τζιαι τον κασάπην τζιαι συμβουλή που μας διά να έχουμεν αγάπη! 
Θέλει στον Κορμακίτη μας να’ μαστεν ενωμένοι τούτες τις δύσκολες στιγμές μαζίν αγαπημένοι.
 Πρέπει στον επιτάφιον να συμφιλιωθούμεν να πούμεν το πσhυχοτικό μετά μαζί με το Χριστό ούλλοι να αναστηθούμεν!
 Από τα βάθη της ψυχής τζιαι της καρκιάς τους ήχους για τούτον το μνημόσυνον έγραψα λλίους στίχους.
 Με άπειρην εκτίμησην να σας τους φανερώσω τζιαι στον παλιόν Μουκτάρη μας να τους αφιερώσω.
 Αυτόν που ούλλοι ξέρουμεν τον Αντωνάτζιη Δκιάκον τον βράχο τον Αγωνιστή τον ήρωα τον δράκον!
 Αυτόν που μες στην εισβολήν με δύναμην  Γρανίτη δίπλα που τον παπά Ττερζή εμείνασιν τζιαι οι δκυό μαζί μέσα στον Κορμακίτη..
 Εμείναν τζιαι κρατήσασιν το όμορφο χωρκό μας χωρκόν, πον ‘το ξεχνά κανείς έτσι πηαίνουμε τζι’ εμείς μες στο νοικοτζυρκό μας.
Την ώρα που ξεκίνησα τους στίχους να του γράψω ειλικρινά αδέρφκια μου εκόντεψα να κλάψω!
 Γιατί ήμουν τζιαι εγιώ παρών εν έτυχεν να φύω θυμούμαι που επήασιν τζει στο νεκροταφείον.
 Μαζί με τον παπά Ττερζή κουβέντες νανταλλάξουν με Τούρκους αξιωματικούς ίσως εν μας πειράξουν.
 Μάρτυραν έχω τον Θεόν λαλώτο έντζιαι ψέμαν έτρεσσεν που την μούττην του συνέχεια το γαίμαν!
 Έτρεμεν τζιαι εσφότζιζέν το γαίμαν με μαντήλιν τζιάλλα πολλά ετράβησεν μα το χωρκόν εν  τ’ άφησεν αγαπητοί μου φίλοι.
 Τούντο λεβεντοχώρι μας έθελεν να κρατήσει σαν καπετάνιος οδηγός εν το’ καμεν ο Αρχηγός να φύει να μας αφήσει.
 Τελειώνοντας αγαπητοί, οι χωρκανοί γνωρίζουν ποιος κράτησεν τούντο χωρκόν έσσο τους να γυρίζουν.
 Να έχουν τα χωράφκια τους να σπέρνουν να θερίζουν, ελπίζω τζείμαι βέβαιος εννά τον μακαρίζουν.

2ο Διεθνές Φεστιβάλ για Νεαρούς Ποιητές / 4 και 5 Νοεμβρίου, στην Καστελιώτισσα και στο Καφενείο Πρόζακ 29 νεαροί ποιητές μαζί με 10 καταξιωμένους ποιητές, 7 από το εξωτερικό και 3 από την Κύπρο


Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2016

Βραδιά Ποίησης: Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου και Τουρκοκυπρίων Καλλιτεχνών και Λογοτεχνών


Ονειροτριβείο: Ποιητική Συλλογή του Γιώργου Χριστοδουλίδη (2001)

ΟΙ ΒΑΡΒΑΡΟΙ
Με τα χέρια ταξιδεύουμε στο μέλλον
στο πρόσωπό μας
η αφή ενός άγνωστου δέρματος.
Αγαπημένα πράγματα
στη δίνη του χρόνου.
Ο καθρέφτης φτύνει
σκουριασμένα χαμόγελα.
Ασύλληπτοι κραδασμοί
ηχούν από παντού
φωνές άλλων εποχών.
Από την απέναντι λεωφόρο
οι βάρβαροι
που άλλοτε κραδαίναν ακονισμένα σπαθιά
με διαφημιστικές πινακίδες
τώρα θριαμβεύουν.
***
ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΣΕ
Πάνω στο κορμί μου
η σκόνη του δρόμου που πέρασες
τα πόδια μου βαραίνει
η δική σου κούραση.
Πολύ πριν υπάρξεις
σε περίμενε η πόρτα μου.
Εκείνος ο άγνωστος ξυλουργός
που την έφτιαχνε
– τραγουδούσε.
***
ΦΟΒΟΣ
Δεν φοβάμαι το θάνατο.
Τον καυτό ήλιο φοβάμαι
του Αυγούστου.
Τη ζέστη την τρομακτική.
Πού δεν θα ‘μαι
σε κάποια αμμουδιά
να με φιλά η θάλασσα — φοβάμαι —
παρά βαθιά μέσα στο χώμα.
Με τόση ζέστη.
***
ΟΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΙ
Περνούσε η πομπή αμίλητη
ευπρεπώς πένθιμη.
Που και που σποραδικά αναφιλητά έβρεχαν
το ξεραμένο χείλος του νεκροταφείου.
Ήτανε Μάης – ανήσυχος κι ανόθευτος.
Ο ήλιος
αυτός ο μεγάλος ανυποψίαστος
έφεγγε, έφεγγε
στ’ ακονισμένα δόντια
των κληρονόμων.

ΕΛΠΙΔΑ ΖΗΤΑ


μάτια πρισμένα,απο το κλάμα,
δάκρυα κι αίμα, μαζί ένα κράμα,
χέρια που τρέμουν, σώμα σκυφτό,
καρδιά μην σπάσεις, απ τον καυμό,
ελπίδα ζήτα, να σου δοθεί,
να ζήση τ όνειρο, να μην χαθεί,
γιατί ο πόνος, πάντα περνά,
κι όταν μεγάλες πίκρες κερνά,
κι έρχεται η ώρα, που ξημερώνει,
κι ο ήλιος βγαίνει, και μας μελώνει,
στέλνει το φως του, να μας φωτίσει,
κι απ την ζωή μας, πίκρες να σβύσει,
ελπίδα ζήτα
να σου δοθεί,
νάρθει η λύτρωση,
μες στη ψυχή,
με λέξεις φράσεις,
σαν προσευχή
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Ωδή πενιχρή στη Λευκωσία



Τώρα μένει μόνο η μοναξιά,
στην πολιτεία παντοκρατόρισσα∙
και τα πολύφωτα κι οι πολυέλαιοι
κι οι παιδικές φωνές λιγοθυμούν
κι η σάλα της ψυχής μας μόνη – μένει –
κι άφωτη – σαν κάμαρα νεκροτομείου
τη νύχτα... σαν σκελετός που τον
παράτησαν οι σάρκες,
– το χώμα τού πήρε ακόμα και τη στίλβη
και φαντάζει λασπωμένος και φριχτός.
Πικρή πολιτεία – ξένη με τους ξένους
ζωσμένη τείχη, συρματοπλέγματα και
machine guns
μα στιβαρή,
ακατάλυτη – γενναία.
Δώσε μου τη δύναμη – πόλη που με γέννησες∙
να τραγουδήσω το έπος σου.
Είμαι ελεύθερος – ένα περήφανο πουλί –
μακριά από βέβηλες – βάρβαρες – παγίδες.
Κοίτα με! Τα βήματά μου κροταλίζουν
σταθερά στην άσφαλτό σου...
Μουσικές νότες ηχούν στον υγρό σου αέρα
λειψές – σβηστές...
μα εμένα με ραίνουν
Λευκωσία
με μνήμες θαμβωτικές,
από κίτρινα ρόδα...
από λευκές φτερούγες αγγέλων...
από τη φλόγα των βιολετιών
ματιών της Άννας μου
να μου καρφώνει τα μάτια...
σαν σμαραγδιά θάλασσα
σπαρμένη χρυσαστέρια και πάθος

Μα πάλι και πάντα
εσύ Λευκωσία δεσπόζεις!
Έρχεσαι – χάνεσαι – γυρίζεις –
στροβιλίζεσαι – χορεύεις τον ηρωικό χορό σου
πίνεις – μεθάς από τον ίλιγγο του πάθους σου –
μας χαϊδεύεις το μέτωπο...
Εσύ – πριγκιπέσσα μου εξαίσια –
εσύ – Λευκωσία – δυνατή – ακατάλυτη
αλύγιστη.

machine guns:
οπλοπολυβόλα

Γιώργος Φάνος (βιογραφία)

(Λευκωσία, 1918 - Πάφος, 1994) σπούδασε ιατρική στην Αθήνα (1935) και άσκησε το επάγγελμα του γιατρού στην Αμμόχωστο (1942-1974) και ακολούθως στην Πάφο. Δημοσίευσε πεζογραφήματα με το ψευδώνυμο: Σύλβιος Μιράντης

Ποιητικές Συλλογές: 


  •  Στον Μακάριο Γ ́, 1959 
  • Βορά στη Μπόρα , 1965

συνεργασίες του φιλοξενήθηκαν κατά καιρούς σε ελλαδικά και
κυπριακά έντυπα

Στη γη του ήλιου



Δεν είχα μερτικό στον ήλιο μ’ αγάπησα
τη ζωή για το δείλι.
Μες στο λιγοστό φως και τους
αποκαμωμένους ανθρώπους βρίσκει
κανείς τα χρώματα, την ουσία απ’ τα
μυρωδικά του προορισμού.
Αυτά, που δεν είναι ανάγκη ν’ αγγίξεις
για να πιστέψεις, η καρδιά ξέρει να
γνέφει σαν τα συναντάς, χορεύει στους
παλμούς της αγάπης.
Για λόγια αγάπης θέλησα να μιλήσω.

Οι μέρες τ΄ Αυγούστου του Ανδρέα Τιμοθέου.

γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας

Κρατώ στα χέρια μου τη νέα Ποιητική Συλλογή του Ανδρέα Τιμοθέου: Οι μέρες του Αυγούστου. (Βιβλιεκδοτική 2016) Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στη Διάσημη Υψίφωνο Μαρία Κάλλας που όπως αναφέρεται στις πρώτες σελίδες : η ζωή της υπήρξε ένας Αύγουστος» Η αλήθεια είναι ότι αρχικά δυσκολεύτηκα  να κάνω συνειρμούς, να συνδυάσω τον ποιητικό λόγο του Ανδρέα Τιμοθέου με την προσωπικότητα, τη ζωή της διάσημης Ελληνίδας . Ο ποιητής όμως πάντα γνωρίζει πολύ καλύτερα από εμάς τι συμβαίνει. Και η κατανόηση αυτής της σχέσης μπορεί να υλοποιηθεί ξεκινώντας την ανάγνωση του βιβλίου από την τελευταία σελίδα (του Οπισθόφυλλου) όπου γράφει «Αυτό το βιβλίο, όπως και κάθε βιβλίο, θα παραμείνει εκτεθειμένο στον χρόνο κι αν είναι αλήθεια η ρομαντική σκέψη πως όσοι φεύγουν μας βλέπουν από τον ουρανό, θα χαιρόμουν αν κάποτε πίσω από κάποιοι σύννεφο έβλεπα έστω έναν άνθρωπο να νιώθει πόσο λάτρεψα τη Μαρία. Να νιώθει πως δεν έπαψα στιγμή να είμαι μαγεμένος…Θα μου αρκούσε ακόμα κι αν αυτό ήταν η μόνη θύμηση που είχα από κάποιον εδώ στη γη.»
Οι μέρες του Αυγούστου, ως Ποιητική Συλλογή, γραμμένη σε ένα ταξίδι μεταξύ Λονδίνου και Εδιβούργου, αποτελείται από είκοσι- τέσσερα (24)  μικρά ποιήματα, ένα για κάθε ημέρα, πλην του διαστήματος της εικοστής τρίτης με τριακοστής ημέρας (23-30) όπου ο Ποιητής επιλέγει τη σιωπή ως απάντηση στο μαρτύριο της μαγείας.
«… Ημέρες σιωπής/ Έτσι γευόμουν πάντα τις επιστροφές»
Δύο μικρά κείμενα της Ελληνίδας Υψιφώνου επιλεγμένα κατάλληλα, διευκολύνουν τον ρόλο του αναγνώστη να αντιληφθεί την αόρατη σχέση αγάπης και έρωτα του Ποιητή. Ο ποιητής κινδυνεύει να καμουφλαριστεί έστω και παρωδικά με τη ζωή και το λόγο του ινδάλματός του. Και αυτό τον κίνδυνο που παραμονεύει καλούμαστε εμείς όχι μόνο να τον ανακαλύψουμε, να τον αντικρούσουμε, να τον πολεμήσουμε.
Έτσι λοιπόν ο λόγος της Μ. Κάλλας : «… Αλλά, μέσα στον κόσμο που ζω, ανακάλυψα ότι όσο περισσότερα μαθαίνεις, τόσο συνειδητοποιείς πόσο λίγα ξέρεις.» ουσιαστικά γίνεται λόγος του Ανδρέα Τιμοθέου, που ενστερνίζεται  πλήρως την ουσία και σταυρώνεται πάνω στο νόημα του. Σε άλλο σημείο αναφέρεται «…Δεν λες ποτέ ψέματα, κάνεις ότι μπορείς για να μην τον προδώσεις ποτέ…» (τον έρωτα φυσικά) με αποτέλεσμα οι  δυο τους να πορεύονται χέρι με χέρι, μέσα στις μέρες του Αυγούστου, ακολουθούμενοι από πικρά βιώματα, που άλλοτε θυσιάζονται στη δική τους καθημερινότητα και άλλοτε γίνονται μυριστικό λιβάνι, ευλογία  στην πορεία τους. 
Για τον Ποιητή « Ο Αύγουστος κρύβει μέσα του ένα θανατικό αλλά και όλη τη ζωή, κρύβει τον έρωτα σαν αντίδοτο και υπόσχεση…» Αυτή λοιπόν τη ρομαντική θέση και άποψη, αυτή τη σχέση του μήνα με τη ζωή, με φόντο τη προσωπικότητα της Κάλλας, ανιχνεύει και ως σκαπανέας και καλλιεργητής της ποίησης, προσπαθεί να ανθίσουν οι στίχοι των ημερών του Αυγούστου. Φόβοι, απαισιοδοξίες, αγωνίες, διαρκείς προσπάθειες απεγκλωβισμού, είναι κάποια από τα κύρια χαρακτηριστικά των ποιημάτων. Η συνεχής φθορά του ανθρώπου και η πτώση, στην προσπάθεια αναζήτησης, εύρεσης της ευτυχίας, που δεν έρχεται ποτέ, που δεν εμφανίζεται στον ορίζοντα, που δεν μπορεί να αποκτηθεί. Ο Ποιητής ένας τυχοδιώκτης της ζωής.

«…Φοβόμουν μην την ονειρευτώ…» την ημέρα πρώτη
«…Αλήθεια πόσο απέχουν οι θόρυβοι από τις μελωδίες…» ημέρα Δεύτερη
«…δεν ξέρω αν θα μας ένωνε μέρα ξανά» ημέρα Τρίτη
«Κενή μέρα, δεν είδα τα μάτια σου…»  ημέρα Τέταρτη
«..Είναι τόση η φθορά των πεζοδρομίων…» ημέρα Πέμπτη
«…που οδηγούν στο τίποτα..» ημέρα Έκτη
«…Τι κατάρα θεέ μου οι φόβοι..» την Εβδόμη
«…Κάνει ψύχρα έξω…» Πόση ψύχρα μπορεί να υπάρξει στη ψυχή τον Αύγουστο και στην Δέκατη ημέρα;
«Πάλι εσύ στους στίχους μου. Η ψευδαίσθηση της ευτυχίας…» την Ενδέκατη

 Ψάχνουμε να βρούμε απεγνωσμένα ίχνη αισιοδοξίας και να δικαιολογήσουμε τον Αύγουστο ως μετάβαση στο Φθινόπωρο και στις δροσερές ημέρες του Σεπτέμβρη. (Μην λησμονούμε ότι η Μαρία Κάλλας απεβίωσε μήνα Σεπτέμβρη) Είναι ανώφελο, είναι μία προσπάθεια που στέφεται από ένα άδοξο τέλος; Στη δωδέκατη ημέρα ο ποιητής δεν διστάζει να καταλήξει σε ένα γενναίο συμπέρασμα που όμως πριν τελειώσει η φράση του ουσιαστικά το καταρρίπτει και γυρνά πάλι στην σφαίρα της απαισιοδοξίας. «..Είναι ανώφελο να φοβόμαστε τον θάνατο, όταν υπάρχει το ενδεχόμενο των γηρατειών»
Σε αυτό το μοτίβο κινούνται και οι επόμενοι στίχοι. Δεν φοβάται να σταθεί με ειλικρίνεια απέναντι στον αναγνώστη. Αλλιώς τι αξία θα είχαν τα λόγια του: «…Τουλάχιστον εμείς οι ποιητές, ας μιλάμε με ειλικρίνεια»

Γι αυτό και στεκόμαστε πλάι στον ποιητή. Διότι όταν επικαλείται τον Θεό «..να ΄ταν οι μέρες του Αυγούστου διπλές να προλαβαίνουμε….» δεν μπορούμε παρά να συμπορευτούμε σε ορισμένες από τις επιλογές του, δεχόμενοι πως η ζωή μπορεί να είναι ένας θανατερός Αύγουστος και μία διαρκής φωτισμένη πορεία προς το τέλος. 

Αντρέας Τιμοθέου (βιογραφικά στοιχεία)

Ο Αντρέας Τιμοθέου γεννήθηκε στη Λάρνακα το 1990. Σπούδασε στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου με υποτροφία του κληροδοτήματος Γεωργίου και Μαρίας Τυρίμου. Συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στη Διδακτική του Γλωσσικού μαθήματος, ως υπότροφος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών Κύπρου. Ασχολείται κυρίως με τη συγγραφή ποίησης και διηγημάτων. Ποιήματά του δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά και σε ανθολογίες. Το 2010 τιμήθηκε από την International Art Society&Academy με Α΄ έπαινο, καθώς και με Α΄ βραβείο στον 26ο διαγωνισμό λόγου και τέχνης «Σικελιανά».  Το 2012 του απονεμήθηκε το βραβείο εις μνήμη της εκπαιδευτικού Πόπης Παπαχριστοφόρου-Κυριακοπούλου από το Πανεπιστήμιο Κύπρου και τιμήθηκε με έπαινο για ποίημά του από την Ομάδα Φίλων Ελληνικού Πολιτισμού Στουτγάρδης.  Την ίδια χρονιά τιμήθηκε από το Πανεπιστήμιο Κύπρου με το Βραβείο Ανδρέα Κάραγιαν εις μνήμη Καρμέλας Κάραγιαν για την πολιτισμική του προσφορά.  Αποτελεί μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών Κύπρου και του Πολιτιστικού Ομίλου Λάρνακας «Άρτιον».

Ποιητικές συλλογές:

  • 2011 «Για μια στιγμή και μια αιωνιότητα» (Α΄ βραβείο στον 4ο Διεθνή Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Ελληνικού Πολιτιστικού Ομίλου Κυπρίων Ελλάδος)
  • 2013  «Όλα αυτά που θα ’θελα να ξέρεις».( Συλλογή αποφθεγματικής ποίησης) 
  • 2014  «Τα Άνθη του Φωτός».
  • 2016 :Οι μέρες του Αυγούστου



Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2016

Γιώργος / Τάκης Φυλακτού

 Ανάμεσα στά μπουκαλάκια του, 
« Venena », ιώδια κι’ ασπιρίνες, 
ο Γιώργος, 
« Φαρμακείον το Κεντρικόν » 
Φανερωμένης 216, Λευκωσία. 
Συντροφιά με τα χρυσά του όνειρα 
και την προσμονή του Ανέλπιστου 
ο Γιώργος περνά το υπόλοιπον 
του βίου (είναι τώρα 26 ετών). 

 Καθημερινά οι συνταγές, τα βερεσέδια, 
οι φίλοι που πάνε να ενώσουν 
την πλήξη τους με τη δική του, 
το πολύχρωμο πλήθος του παζαριού. 
Τα μεσημέρια φαγητό απ’ το αντικρινό εστιατόριο 
« μισή ψητό και μία φασόλια, ρε μικρέ » 
κ’ η προσμονή του Ανέλπιστου. 

Φυλακτού Τάκης (βιογραφικό σημείωμα)

Γεννήθηκε στον Καραβά το 1919.
Αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο.
Σπούδασε Οικονομικά και ασφαλιστικά στην Αθήνα και στο Λονδίνο. 
Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1933, μαθητής ακόμα. 
Ποιήματά του δημοσιεύτηκαν σε πολιτιστικά περιοδικά και εφημερίδες της Κύπρου. 
  

Σταυρούλα Πέρικλου (βιογραφικά στοιχεία)


Η Σταυρούλα Πέρικλου γεννήθηκε στο χωριό Τρούλλοι της επαρχίας Λάρνακας το 1943. Σπούδασε στην παιδαγωγική Ακαδημία της Κύπρου. Αργότερα πήρε πτυχίο εξομοίωσης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από το 1963 μέχρι το 2003 υπηρέτησε στη δημοτική εκπαίδευση απ' όπου αφυπηρέτησε ως διευθύντρια.
Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1988, με την ποιητική συλλογή "Ουράνιο Τόξο" που τιμήθηκε με το Α βραβείο του Κυπριακού Συνδέσμου Παιδικού Νεανικού Βιβλίου. Ποιήματά της δημοσιεύτηκαν κατά καιρούς σε λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες.

Κείμενα και ποιήματα της έχουν περιληφθεί σε διάφορες εκδόσεις του Υπουργείου Παιδείας της Κύπρου καθώς και στη «Νέα Ανθολογία Ποίησης για Παιδιά και Νέους», των εκδόσεων «Τοξότης».

Εργογραφία

Ουράνιο Τόξο (ποιήματα για παιδιά), Α’ βραβείο Κ.Σ.Π.Ν.Β, Λευκωσία 1988 και 2006
Ζωγραφίζω την Άνοιξη (ποιήματα για παιδιά), Έπαινος Κ.Σ.Π.Ν.Β., Λευκωσία 1991 και 2009
Η καμπανούλα της αγάπης (Μικρές Ιστορίες), Λάρνακα 2004 και Λευκωσία 2009
Το σκανζοχοιράκι που βγήκε για σταφύλια και άλλα παραμύθια, Λάρνακα 2005
Τρένο Μαγεμένο (ποιήματα για παιδιά), Λευκωσία 2007
Ένα εγγόνι Μα τι εγγόνι!, Λευκωσία 2009
Η κότα που ήθελε να γίνει μητέρα, Δίγλωσσο (Ελληνικά - Αγγλικά), Λευκωσία 2010

Το αγριολούλουδο βρήκε το δρόμο του, Λευκωσία 2010

Άνοιξη και Πασχαλιά / Πέρικλου Σταυρούλα

Άνοιξη και Πασχαλιά
τα ‘χω μέσα στην καρδιά
Ειν’ τα δυο τόσο δεμένα
ξέχωρα δεν πάει κανένα.
Άνοιξη και Πασχαλιά
ειν’ τα δυο τους η χαρά.
Την ελπίδα σ’ όλους δίνουν
τις καρδιές μ’ αγάπη ντύνουν.