Ο Γρίβας Αναστάσιος υπήρξε Λαικός Ποιητής της Κύπρου. Γεννήθηκε στην Επισκοπή Πάφου το 1889 και απεβίωσε το 1961.
Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016
Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016
Κυριάκος Πλήσης (βιογραφικό)
Ο Κυριάκος Πλήσης γεννήθηκε στην
Ακανθού της Αμμοχώστου το 1929. Μετά
την αποφοίτησή του από το Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου, φοίτησε στο
Διδασκαλικό Κολλέγιο Μόρφου .
Στη συνεχεία σπούδασε ελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Εργάστηκε ως καθηγητής,
υποδιευθυντής και γυμνασιάρχης. Ασχολήθηκε, εκτός
από την εκπαίδευση, και με τη λογοτεχνία, ιδιαίτερα με την ποίηση και το
δοκίμιο. Βραβεύτηκε τρεις φορές με το Κρατικό Βραβείο Υπουργείου
Παιδείας της Κύπρου.
Ποιητικές Συλλογές:
Ποιητικές Συλλογές:
- 1988 / Χαράγματα, Εκδόσεις των Φίλων
- 1983 / Ο έρωτας του σώματος, Εκδόσεις των Φίλων
- 1977 / Το τραγούδι της αδελφίδης : συνθετικό ποίημα, Εκδόσεις των Φίλων
- 1991 / Ονομα δ' αυτής Μακαρία : ποιήματα
άλλα έργα του :
(2009) | Τα έργα των ανθρώπων, Ευθύνη |
(2005) | Προσεγγίσεις, Αστήρ |
(1999) | Λόγος περί αλήθειας, Εκδόσεις των Φίλων |
(1998) | Δοκίμιο περί έρωτος, Ευθύνη |
(1996) | Ο ένδον κόσμος, Εκδόσεις των Φίλων |
(1995) | Προσεγγίσεις, Αστήρ |
(1992) | Μετά τη χρεωκοπία του δόγματος, Αστήρ |
(1991) | Όνομα δ' αυτής μακαρία, Εκδόσεις των Φίλων |
Ο ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ / Κυριάκος Πλησής
Ογδόντα πέντε χρόνια δένανε μαργαριτάρια τα κόκκαλά του
τρεφόταν με τον άρτο των αγγέλων και με τον οίνο
φύτευε ελιές, τριανταφυλλιές κι άλλα πάσης λογής λουλούδια
και της πορνείας ο δαίμων κι άλλοι δαίμονες πολλοί
πεζεύανε συχνά πυκνά μες στην καρδιά του.
Μα τον σκέπαζε η χάρις κι η μεσιτεία του Αποστόλου,
γιατί καθάριζε πενήντα συναπτούς ενιαυτούς τον τάφο του
και με τα δάκρυα δρόσιζε κατακαλόκαιρα το πεφρυγμένο χώμα.
τρεφόταν με τον άρτο των αγγέλων και με τον οίνο
φύτευε ελιές, τριανταφυλλιές κι άλλα πάσης λογής λουλούδια
και της πορνείας ο δαίμων κι άλλοι δαίμονες πολλοί
πεζεύανε συχνά πυκνά μες στην καρδιά του.
Μα τον σκέπαζε η χάρις κι η μεσιτεία του Αποστόλου,
γιατί καθάριζε πενήντα συναπτούς ενιαυτούς τον τάφο του
και με τα δάκρυα δρόσιζε κατακαλόκαιρα το πεφρυγμένο χώμα.
Ρίζωσε σαν την αιωνόβια χαρουπιά
και σαν την πέτρα την ακρότομο.
Τα χέρια του άπλωνε σταυροειδώς κι από την Πάφο
ευλογούσε ως τον Απόστολο Ανδρέα.
και σαν την πέτρα την ακρότομο.
Τα χέρια του άπλωνε σταυροειδώς κι από την Πάφο
ευλογούσε ως τον Απόστολο Ανδρέα.
Ήρθαν με τη φωτιά τους και με τ’ άρματα.
Εκείνος ορθός•
και πύλαι Άδου ου κατίσχυσαν αυτού.
Έμειν’ εκεί
πίνοντας μέχρι τρυγός τον πόνο του τόπου του.
Εκείνος ορθός•
και πύλαι Άδου ου κατίσχυσαν αυτού.
Έμειν’ εκεί
πίνοντας μέχρι τρυγός τον πόνο του τόπου του.
Κοιμήθηκε στον τάφο που καθάριζε
με το Ευαγγέλιο στο στήθος του,
το κατά Ματθαίον,
ανοιγμένο στο κεφάλαιο των Παθών του Κυρίου.
με το Ευαγγέλιο στο στήθος του,
το κατά Ματθαίον,
ανοιγμένο στο κεφάλαιο των Παθών του Κυρίου.
Ο Ανθέμιος θα πιστοποιήσει μελλοντικώς την ιθαγένειά του.
ΕΠιμετρο ΙΙ: Να μνημονευονται /Πλησής Κυριάκος
Μικρό ελεγείο / Ανδρέας Παστελλάς
Κάπου εδώ τον θάψαμε
κάπου εδώ ανασαίνει μέσα στα σκοίνα, το θρουμπί και την
πικρή αροδάφνη.
Μια κόκκινη γραμμή στην άκρη των χειλιών του
σκισμένο στον αγκώνα το γκρίζο πουλόβερ του.
Το μόνο που είπε: «αφήστε με μόνο μου, παιδιά…»
κάπου εδώ ανασαίνει μέσα στα σκοίνα, το θρουμπί και την
πικρή αροδάφνη.
Μια κόκκινη γραμμή στην άκρη των χειλιών του
σκισμένο στον αγκώνα το γκρίζο πουλόβερ του.
Το μόνο που είπε: «αφήστε με μόνο μου, παιδιά…»
Κάποιο θρουμπί θάναι τώρα η δροσερή σκέψη του
μια δροσερή αγρότισσα ανεμώνα η καρδιά του.
Κάπου εδώ κοιμάται
μέσα στις φλέβες
μέσα στα όνειρά μας.
μια δροσερή αγρότισσα ανεμώνα η καρδιά του.
Κάπου εδώ κοιμάται
μέσα στις φλέβες
μέσα στα όνειρά μας.
Ανδρέας Παστελλάς (βιογραφικά στοιχεία)
Ο ποιητής-φιλόλογος-συγγραφέας Ανδρέας Παστελλάς γεννήθηκε στην Κάτω Πάφο της Κύπρου το 1932 και απεβίωσε το 2013. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο Βηρυτού. Εργάστηκε ως φιλόλογος Μέσης Εκπαίδευσης στην Κύπρο. Μέλος της εκδοτικής ομάδας των περιοδικών Επιθεώρηση Λόγου και Τέχνης και Κυπριακά Χρονικά. Πρωτοδημοσίευσε στα Κυπριακά Γράμματα. Το ποιητικό του έργο ανθολογήθηκε από τους Ν. Ορφανίση και Σ. Παύλου (1995).Το 1971 του απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Ποίησης.
Μερικά από τα έργα του
- Χώρος διασποράς (1970),
- Μεταθανατίως αποσχηματισθείς (1995),
- Τα καθ’ οδόν (Φιλολογικά και κριτικά κείμενα – 2002),
- Σχήματα αντιθετικών δομών στην ποίηση και την ποιητική του Κωστή Παλαμά (2002),
- Γκρίζο έως βαθύχρωμο σκούρο (Μικρές τομές και ανιχνεύσεις σε μεγάλα θέματα της καθημερινής ζωής – 2003),
- 12 κείμενα για τον Κώστα Μόντη (Συλλογικό έργο με τον Γιώργο Κεχαγιόγλου κ.ά).
Άδεια θρανία / Παστελλάς Ανδρέας
Διάβασα το κατάλογο και σεις λείπατε,
γράφατε την ορθογραφία σας στους τοίχους.
Διάβασα τον κατάλογο
Και σεις βρισκόσαστε στα οδοφράγματα
Διάβασα τον κατάλογο
και σεις γράφατε στις φυλακές
στα μικρά σας γόνατα
την Ιστορία του ανθρώπου.
Κι’ έγραψα στον κατάλογο : όλοι παρόντες!
Και πλάι το βαθμό του καθενός σας : Άριστα.
Άδεια Θρανία / Παστελλάς Ανδρέας
Διάβασα τον κατάλογο και σεις λείπατε,
γράφατε την ορθογραφία σας στους τοίχους.
Διάβασα τον κατάλογο
και σεις βρισκόσαστε στα οδοφράγματα.
Διάβασα τον κατάλογο
και σεις γράφατε στις φυλακές
στα μικρά σας γόνατα
την Ιστορία του Ανθρώπου.
Κι έγραψα στον κατάλογο: όλοι παρόντες!
και πλάι το βαθμό του καθενός σας: άριστα!
γράφατε την ορθογραφία σας στους τοίχους.
Διάβασα τον κατάλογο
και σεις βρισκόσαστε στα οδοφράγματα.
Διάβασα τον κατάλογο
και σεις γράφατε στις φυλακές
στα μικρά σας γόνατα
την Ιστορία του Ανθρώπου.
Κι έγραψα στον κατάλογο: όλοι παρόντες!
και πλάι το βαθμό του καθενός σας: άριστα!
Χώρος διασποράς, 1970
Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016
ΝΑΥΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Βγήκαμε Λάγος κι είπαμε, να πάμε στα μπαράκια,
να βρούμε καμιά γκόμενα, να πιούμε δυό ποτάκια,
να βρούμε καμιά γκόμενα, να πιούμε δυό ποτάκια,
στην πύλη μας της έστησαν πεντέξι νταβατζήδες,
γυναίκα....ττέλεις ρώταγαν, όλους μας οι νταήδες,
γυναίκα....ττέλεις ρώταγαν, όλους μας οι νταήδες,
το χρήμα το παιρναν μπροστά, πριν πάρεις το κορίτσι,
και πριν ακόμα πιάσουμε μ΄αυτές το πίτσι-πίτσι,
και πριν ακόμα πιάσουμε μ΄αυτές το πίτσι-πίτσι,
ήταν σκληροί δεν άφηναν, να βγούνε απ΄το μπαράκι,
αν ήθελες το κάτι τις....είχε ένα καμαράκι.....
αν ήθελες το κάτι τις....είχε ένα καμαράκι.....
κι αυτοί στεκόντουσαν εκεί μην χάσουν την πραμάτεια,
πολλές φορές ερχόντουσαν, ίσαμε τα κρεββάτια,
πολλές φορές ερχόντουσαν, ίσαμε τα κρεββάτια,
να δουν μήπως την έψηνες, για νάρθει στο βαπόρι,
η τάχα μου της πούλαγες, κάποια στιγμή...λαβστόρι.....
η τάχα μου της πούλαγες, κάποια στιγμή...λαβστόρι.....
κάποιοι τα κατάφερανε και πήγανε στη ζουλα....
την νύχτα στην καμπίνα τους....κι έγινε αναμπουμπούλα,
την νύχτα στην καμπίνα τους....κι έγινε αναμπουμπούλα,
ήρθαν οι μάγκες γρήγορα...τραβήξανε πιστόλια,
κι αρπάξανε τις γκόμενες, μες από τα βαπόρια,
κι αρπάξανε τις γκόμενες, μες από τα βαπόρια,
έτσι περνούσε ο καιρός σε τούτα ταλιμάνια,
μέρα τη μέρα μάθαμε και γίναμε τζιμάνια,
μέρα τη μέρα μάθαμε και γίναμε τζιμάνια,
δεν φεύγαμε από μπροστά, παίρναμε μια φελούκα,
και βγαίναμε στον μαχαλλά, έτσι κρυφά στη ζούλα.....
και βγαίναμε στον μαχαλλά, έτσι κρυφά στη ζούλα.....
κα τις νυχτιές πηγαίναμε κρυφά μες στο καράβι,
χωρίς ποτέ ο νταβατζής, αυτό να καταλάβει
χωρίς ποτέ ο νταβατζής, αυτό να καταλάβει
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
ΤΟ ΜΕΤΩΠΟΝ ΣΟΥ ΝΑΝ ΨΗΛΑ
Γιέ μου τωρά που μιάλυνες, ελα δαμέ τζιαι κάτσε,
τζι’αφού το ξέρεις σ’αγαπώ,
άκουσε πρώτα τι θα πώ,
τζιαι σκέφτου πιον τζιαι πράξε.
Θκίαλεξε τζαι με προσοχήν, την στράταν πουν να πιάεις,
γιατ’η ζωή ειναι καλή,
αν έσιεις νου στην τζεφαλή,
όπου ξεβείς τζιαι πάεις.
γιατ’η ζωή ειναι καλή,
αν έσιεις νου στην τζεφαλή,
όπου ξεβείς τζιαι πάεις.
Όπως σε ξέρω ως τωρά, εθ θέλω να αλλάξεις!
Νάσιεις την σοβαρότηταν,
τζιαι πάντα τιμιότηταν,
όπου τζιαι να θκιαλλάξεις.
Νάσιεις την σοβαρότηταν,
τζιαι πάντα τιμιότηταν,
όπου τζιαι να θκιαλλάξεις.
Για πάντα σου τους φίλους σου, θκιάλεε έναν έναν,
τζι’αν θέλεις κάμε εκατόν,
όμως αν ειναι δυνατόν,
καλλύττερους που σέναν.
τζι’αν θέλεις κάμε εκατόν,
όμως αν ειναι δυνατόν,
καλλύττερους που σέναν.
Πόφευκε όσους μάχουνται, με την παρανομίαν!
Που κάμνουν ξηλωσίματα,
τζιαι έχουσιν μπλεξίματα,
με την αστυνομίαν.
Που κάμνουν ξηλωσίματα,
τζιαι έχουσιν μπλεξίματα,
με την αστυνομίαν.
Μακρά που τα ναρκωτικά, μακρά που συμμορίες,
μακρά που τα παλιόπαιδα,
που μπαίννουν μες τα γήπεδα,
τζιαι κάμνουν φασαρίες
μακρά που τα παλιόπαιδα,
που μπαίννουν μες τα γήπεδα,
τζιαι κάμνουν φασαρίες
Να μεν ημπλέξεις πούποτε, κρώστου τζαι μέν του γέρου,
τζι’αν δείς κακόν να σε τραβά,
κάμε τ’αμμάθκια τα στραβά,
τζιαί ρέξε τζιείττεμέρου.
τζι’αν δείς κακόν να σε τραβά,
κάμε τ’αμμάθκια τα στραβά,
τζιαί ρέξε τζιείττεμέρου.
Οι πράξεις μας ναν τίμιες, να μεν ηπροσβαρτούμεν,
για πάντα μας περήφανοι, σαν τύχει να λαλούμεν,
για μιάν τιμήν τζι’υπόληψην, στον κόσμον τούτον ζιούμεν.
για πάντα μας περήφανοι, σαν τύχει να λαλούμεν,
για μιάν τιμήν τζι’υπόληψην, στον κόσμον τούτον ζιούμεν.
Χαμπής Αχνιώτης
ΔΩΣΕ ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ
Πολύ κάποιος σε πίκρανε
δεν σ' έχει εκτιμήσει,
μα κάποια μέρα γύρισε
συγνώμη να ζητήσει!
δεν σ' έχει εκτιμήσει,
μα κάποια μέρα γύρισε
συγνώμη να ζητήσει!
Διχάζεσαι στα ξαφνικά
μα λες δεν του αξίζει,
και η καρδιά σκληρύνεται
καθόλου δεν λυγίζει!
μα λες δεν του αξίζει,
και η καρδιά σκληρύνεται
καθόλου δεν λυγίζει!
Εγώ μονάχα θα σου πω
συγχώρεση να δώσεις,
τον πάγο που 'χεις στην καρδιά
αξίζει να τον λιώσεις!
συγχώρεση να δώσεις,
τον πάγο που 'χεις στην καρδιά
αξίζει να τον λιώσεις!
Αυτός ίσως δεν άξιζε
ξανά φίλος να γίνει,
μα συ αξίζεις σίγουρα
στο είναι σου γαλήνη!
ξανά φίλος να γίνει,
μα συ αξίζεις σίγουρα
στο είναι σου γαλήνη!
Χριστοδούλου Θαλεια.
Επιστροφή στον ήλιο: Ποιητική Συλλογή του Περικλέους Χρυσόστομου (αποσπασματικοί στίχοι)
Μούσα ακριβή τ’ ήταν αυτό
Πώς να το περιγράψω
Βεατρίκη του έκπαγλου φωτός
συ που ανέβασες τον Δάνδη στον Παράδεισο
πες μου τ’ ήταν αυτό ...
(σελ. 20)
...
«Κι εγώ ρουφούσα
σαν τη διψασμένη γη
ήχο και φως και χρώματα κι αρώματα
και τα καταχωρούσα ανάλογα
με υπομονή και τάξη
σε υποδόρια γάγγλια
μέχρι που όταν ήρθε η εντολή
άρχισα μ’ αυτά να συνταιριάζω
και να δένω αρμονικά σκόρπιες ψηφίδες
του Νέου Ηθικού Κώδικα».
(σελ. 28)
...
Καιρός, είπα, να μυηθώ στο μικρό κι ασήμαντο
Γονάτισα πασπάτεψα το χώμα
κι άρχισα να μελετώ ψηλαφητά
της γης τον ταπεινό μικρόκοσμο
Χαρτογράφησα τα αισθήματα του
κι έμαθα την αλφαβήτα του».
(σελ. 34)
...
στίλβωσε την καρδιά του
αφαιρώντας τη σκουριά των λαβωματιών
και τα ουρλιαχτά των λύκων
από το χαραγμένο στήθος του»…
(σελ. 36)
...
Μα δεν υπήρξε ποτέ
η ομορφιά της Ελένης
Μην ήταν η ομορφιά του ονείρου
που στο πέρασμά του
καρφιτσώνει αισθήματα
χρυσά κωνσταντινάτα
πάνω στο πέτο της μνήμης
(σελ. 52)
Πώς να το περιγράψω
Βεατρίκη του έκπαγλου φωτός
συ που ανέβασες τον Δάνδη στον Παράδεισο
πες μου τ’ ήταν αυτό ...
(σελ. 20)
...
«Κι εγώ ρουφούσα
σαν τη διψασμένη γη
ήχο και φως και χρώματα κι αρώματα
και τα καταχωρούσα ανάλογα
με υπομονή και τάξη
σε υποδόρια γάγγλια
μέχρι που όταν ήρθε η εντολή
άρχισα μ’ αυτά να συνταιριάζω
και να δένω αρμονικά σκόρπιες ψηφίδες
του Νέου Ηθικού Κώδικα».
(σελ. 28)
...
Καιρός, είπα, να μυηθώ στο μικρό κι ασήμαντο
Γονάτισα πασπάτεψα το χώμα
κι άρχισα να μελετώ ψηλαφητά
της γης τον ταπεινό μικρόκοσμο
Χαρτογράφησα τα αισθήματα του
κι έμαθα την αλφαβήτα του».
(σελ. 34)
...
στίλβωσε την καρδιά του
αφαιρώντας τη σκουριά των λαβωματιών
και τα ουρλιαχτά των λύκων
από το χαραγμένο στήθος του»…
(σελ. 36)
...
Μα δεν υπήρξε ποτέ
η ομορφιά της Ελένης
Μην ήταν η ομορφιά του ονείρου
που στο πέρασμά του
καρφιτσώνει αισθήματα
χρυσά κωνσταντινάτα
πάνω στο πέτο της μνήμης
(σελ. 52)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)