Τώρα που δεν καρποφορούν,
που δεν ανθίζουν
που δεν βαστάνε πια τα δένδρα,
ένας ξερός ουρανίσκος
ξέρει μονάχα πως πεινά.
Ο σπόρος
δε γεννάει πια το θαύμα,
το πουλί
δεν ξέρει πια να τραγουδεί.
Σε παίρνω στο χέρι μου
και γίνεσαι χώμα.
Κι όμως είναι μια ψυχή
που γυρεύει το θαύμα.
Δεν μπορώ
δεν μπορώ, σου λέω,
περισσότερο να περπατώ
στο χώμα που΄ ναι μονάχα χώμα.
που δεν ανθίζουν
που δεν βαστάνε πια τα δένδρα,
ένας ξερός ουρανίσκος
ξέρει μονάχα πως πεινά.
Ο σπόρος
δε γεννάει πια το θαύμα,
το πουλί
δεν ξέρει πια να τραγουδεί.
Σε παίρνω στο χέρι μου
και γίνεσαι χώμα.
Κι όμως είναι μια ψυχή
που γυρεύει το θαύμα.
Δεν μπορώ
δεν μπορώ, σου λέω,
περισσότερο να περπατώ
στο χώμα που΄ ναι μονάχα χώμα.