Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

ΗΜΙΧΡΟΝΟ (απόσπασμα) / Μηχανικός Παντελής

Τώρα που δεν καρποφορούν, 
που δεν ανθίζουν 
που δεν βαστάνε πια τα δένδρα, 
ένας ξερός ουρανίσκος
ξέρει μονάχα πως πεινά.

Ο σπόρος 
δε γεννάει πια το θαύμα, 
το πουλί 
δεν ξέρει πια να τραγουδεί.

Σε παίρνω στο χέρι μου
και γίνεσαι χώμα.
Κι όμως είναι μια ψυχή
που γυρεύει το θαύμα.
Δεν μπορώ 
δεν μπορώ, σου λέω, 
περισσότερο να περπατώ
στο χώμα που΄ ναι μονάχα χώμα. 

« Η ΜΕΓΑΛΗ ΘΕΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ: ΑΠΟ ΤΗ ΧΑΛΚΟΛΙΘΙΚΗ ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ».

 Η εταιρεία παραγωγών ΤΕΤΡΑΚΤΥΣ με περηφάνια ανακοινώνει την ολοκλήρωση της παραγωγής του ντοκιμαντέρ της με τίτλο « Η ΜΕΓΑΛΗ ΘΕΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ: ΑΠΟ ΤΗ ΧΑΛΚΟΛΙΘΙΚΗ ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ». Το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ επιχειρεί να ρίξει φως σε γνωστές και άγνωστες πτυχές της ιστορίας της Μεγάλης Θεάς της Κύπρου στο νησί που τη γέννησε και τη λάτρεψε για αιώνες, μελετώντας τα τεκμήρια της παρουσίας της από τη χαλκολιθική περίοδο μέχρι και τα ρωμαϊκά χρόνια.

Σας προσκαλούμε στην πρώτη προβολή του ντοκιμαντέρ που θα γίνει στις 24 Νοεμβρίου 2014, στο Συνεδριακό Κέντρο "Φιλοξένια" στη Λευκωσία, στις 7:30 μ.μ.

ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗΝ ΤΗΛΛΥΡΙΑ / Λυκαύγης Άνθος

Γαρούφαλα ολοπόρφυρα, κορμιά πυροκαμένα, 
ανάσες όλο θάνατο της προδομένης γης
θρύψαλα, σάρκες όμορφες στο πόνο ζυμωμένα, 
το μοιρολόι της Τηλλυριάς, προζύμι της οργής. 

ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ / Λυκαύγης Άνθος

Ερατεινή, Πάλευκη μνήμη της γης μου, 
γείρε στοχαστικά κι απόθεσε φίλημα
στις καρδιές που σηκώνουν την ιστορία σου. 

Μου το 'παν οι νεράιδες

[Κι έτσι έπιναν ...]

Κι έτσι έπιναν κ΄έτσι έτρωγαν αράδα ολημερίς, 
από τα σπίτια τους χωρίς 
να φέρνουν τίποτα κι αυτοί γιατί είχεν ο Αγαμέμνονας 
φροντίσει για όλα από ενωρίς. 

[Και με τον ούριον άνεμο..]

Και με τον ούριον άνεμο και τη γαληνεμένη 
τη θαλασσαν ο Αλέξανδρος φτάνει απ΄τη Σπάρτη στο Ίλιο
- γοργό ταξίδι τριήμερο - φέρνοντας την Ελένη

Ο ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΝΤΗΣ ΚΑΙ Η ΜΟΡΦΟΥ (επιστημονική ημερίδα)


Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014

Η ένδοξη


Κυκλοφοράς σαν φάντασμα στο κέντρο της πόλης.
Η περιφέρεια δε θα σ’ άντεχε
στο κέντρο πάντα κρύβονται οι κατατρεγμένοι.
Σ’ ένα παλιό καμαράκι μου ’δειξαν πως μένεις
στο νοίκι κι αυτό σαν τα όνειρά σου.
Περιφερόμενο λείψανο κατάντησες.
Τα βλέμματα των περαστικών
αναρωτιούνται πώς και δεν πέθανες ακόμη;
Μα εσύ εκεί, κάθε μέρα εκεί
να θυμίζεις στον κάθε καλό οικογενειάρχη
μια στιγμή δικής του και δικής σου ματαίωσης,
κάθε εφήβου την πρώτη του λαχτάρα
χωρίς ίχνος έρωτα.
Μηχανικά, γρήγορα, αηδιαστικά.
Το πρόσωπό σου δεν μαρτυρά καμιά ομορφιά
κι ας λένε οι άλλοι.
Θα το ’χουν αγγίξει
όπως το σώμα σου πολλοί.
Δεν ξέρω αν ένιωσαν ποτέ για σένα.
Τώρα μονάχα περιφέρεσαι, να μας θυμίζεις.

Συνάντηση ψυχών


Οι ζωές μας σε κοινή τροχιά.
Οι έρωτές μας,
λάθη που μας μαστίγωσαν.
Η ευτυχία,
όνειρο που ψάχναμε σ’ όλη τη διαδρομή
πάντα με τη θυσία της αγάπης.
Αφήσαμε το παρελθόν να εισβάλει
διότι δεν το συγχωρέσαμε,
θελήσαμε να τ’ αλλάξουμε.
Αυτό δε δέχθηκε
και έτσι ζήσαμε με το φόβο της καταστροφής.

Νυχτερινή διαδρομή


Αιμορραγούν οι μέρες μακριά σου
και γω μες στης ζωής μου το δίπολο προχωρώ.
Αυτό της ζωής και του θανάτου,
αυτό του έρωτα και της απόγνωσης.
Θύμησή μου το χαμόγελό σου,
καθρέφτισμά του
τα φρεσκοποτισμένα μου μάτια…
Φοβάμαι μάτια μου τον αντίλαλο της σιωπής,
την αδειανή σκέψη, το ξεφτισμένο συναίσθημα.
Φοβάμαι μην έρθουν μέρες
που δε θα ματώνω πια για σένα.

Νοσταλγικός χρόνος


Οι πόρτες έκλεισαν,
τα παράθυρα σφραγίστηκαν,
οι κήποι ξεράθηκαν.
Φέτος το σπίτι σου
δε γέμισε μυρωδιές του Πάσχα.
Η αγάπη έπαψε να ζει
στο καταφύγιο των παιδικών μου χρόνων.
Τούτες τις Άγιες μέρες
ο χρόνος σταμάτησε
στον επιτάφιο του Χριστού.
Την Ανάσταση, τη ζούσαμε μαζί…

Στη γιορτή σου


Σήμερα θα γέμιζα την αγκαλιά σου με λουλούδια.
Θα χωνόμουν μέσα της για να μου πεις ευχαριστώ,
να με φιλήσεις μ’ αγάπη, να σε δω να γελάς.
Αντί γι’ αυτό μαρτυράω το χρόνο,
αυτόν που δεν έμελλε να ’μαστε μαζί.
Αντί γι’ αυτό ήρθα και πέταξα δυο γαρύφαλλα
σ’ ένα κομμάτι γης
αφιλόξενο, ξένο.
Θα λιώσουν κι αυτά σε λίγες μέρες
σαν τις ζωές που θάφτηκαν,
σαν τις ζωές που έμειναν να μαρτυράνε τη φθορά.

Με τη δικιά σου σκέψη


Ψάχνω δυο σου λόγια
να σκεπάσουν τη μοναξιά.
Να πείσουν τον θάνατο να μη με βρει νεκρό
και να ζω
μέχρι τη μέρα του τέλους.
Να μη σκοτώσω το χρόνο
μα να με σκοτώσει η φθορά του.
Να μην καταδεχθώ για τη δική μου ζωή
λίγο χώμα και δυο καλές κουβέντες
που θα σβήσουν στον άνεμο.

Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

΄ΓΡΑΦΟΥΜΕ / Κανάκης Άντης

Κάτω  από τα πεύκα 
                                 και τις χαρουπιές 
Μέσα στα αντίσκυνα 
                                με μουσική τη βροχή 
Και τον άνεμο να μπαινοβγαίνει 
                                  από τις χαραμάδες.
Γράφουμε ποιήματα 
           ν΄ ανάψουμε μια σπίθα 
           στη στάχτη των ονείρων μας.