Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2014

Δρόμος Σταυρού


               
Συνδέσαμε τη γιορτή του Σταυρού µε θανάτους.
Σ' ανθώνα η συντροφιά.
Οι ηλίανθοι λυγισμένοι από φως.
Βλέπαμε τους πεθαμένους µας σε σκιές δέντρων.
Κρωγμοί και πετάματα
ψυχώματα άγνοιας.

Πιστεύαμε πως ο Ηράκλειος
ήρωας µε βασιλικό µανδύα
κράτησε ορθός για πολύ μέγα άχθος.

Ο κύκλος δεκατισμένος.
Ο Ηράκλειος κυρτωμένος γέρων
προλετάριος πια
σέρνει σ' άνανθο ήλιο αµνηµόνευτος το σταυρό του.

ΑΠΟΜΑΡΜΑΡΩΣΗ / Χατζηλουκάς Κυριάκος


Στη σκέψη των γενεών
               
Πέφταμε σ' αθώρητους γκρεμούς.
Σαρωμένες ασπίδες.
Θραύση του μεγάλου ονείρου.

Άφυπνοι και δόλιοι οι πασάδες.
Επιτήδειοι σε πλοχµούς

Φονικά µ' εµβατήρια
σε ψιλούµενα πεδία.
Έρπουν ετερόκλητα κύματα.

Ωχούνται επιτήδειοι.
Άπαυστες τελετές.

Φραγµένοι από ναρκίσσους
σ' οίκους χαµηλωµένους.

Φονικά µ' εµβατήρια.
σε ψιλούµενα πεδία.
Έρπουν ετερόκλητα κύματα.

Φίλαυτοι πηδαλιούχοι θέρμαιναν
αγαλήνευτους σάρακες.
Ήταν κι η δια-νοµή
ονομάτων κι αργυρίων.

Ψηλαφίσεις ερειπίων.
Μοχλεύεται καµένη μυρσίνη.

Ήταυ αυτόφωτοι οι δάσκαλοί µου. Μ' έφεραυ σ' αυθευντικές πηγές.
Εκεί πανάρχαιες αρετές• ελευθερία, δικαιοσύνη, φιλοτιμία, ευθύνη.
Ορίστηκα υα επι-μείυω ιδία στη τελευταία.

Μένεις στη σκέψη των γενεών.
Μελέτησες μακρές στροφές.
Αφέθηκες σε λιωµένα πέδιλα.
Λευκαινόµενος έβλεπες αλλιώς τ' άγρια νέφη.

Εκείνοι που έφυναν οι πιο πολλοί.
Όσοι απόµειναν
η ζωή π' ανθίσταται.

Τοπίο / Μιχαηλίδου Λίλη


Αγαπώ ένα τοπίο
που αρχίζει
εκεί που τελειώνει
Πιότερο ποθώ
να το συντάξω μέσα μου
μη με πληγώσει η απουσία του…

Γένεσις / Μιχαηλίδου Λίλη


Kαι τότε
μέσα απ’ τα ποδοβολητά των αλόγων
μέσ’ από τη σκόνη που κάλπαζε
στη θολότητα του τοπίου
και στο ποτάμι στάσιμο λίμναζε το δάκρυ
Kι ο πηλός
αυτός που ήταν η αρχή
πνεύμα που καρτερούσε να ζωντανέψει…
Tότε τα άλογα
έγιναν ένα με τις κινήσεις τους
κι ένας σπασμός ζωής
μια έκλαμψη οργασμού
αφαίρεσε το παραπέτασμα της σκόνης
στη μυστική εκείνη συνάντηση
του ιερού
στο εσωτερικό του πηλού...

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Μαρία Περατικού Κοκαράκη (μικρό βιογραφικό)


Η Μαρία Περατικού Κοκαράκη γεννήθηκε στην Αθήνα στις 27/6/1953. Μεγάλωσε στο μαρτυρικό νησί του ελληνισμού, την Κύπρο, τόπο καταγωγής του πατέρα της. Η μητέρα της Αθηναία, με Μικρασιατικές ρίζες.
Σπούδασε στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών  και στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Πανεπιστήμιου Σύδνεϋ (Νεοελληνικό Τμήμα).


Έργογραφία :

Ποίηση:

ΑΓΥΡΤΕΙΕΣ, Εκδόσεις Ακτή, Λευκωσία 2001
ΤΑΝΑΦΟΡΜΙΑ, Λευκωσία 2003
ΑΥΤΟΜΕΛΑ, Λευκωσία 2006
ΧΑΙ-ΚΑΙ, Λευκωσία 2006
ΙΔΙΟΜΕΛΑ, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία 2010
ΧΑΙ-ΚΟΥ ΚΑΙ ΤΑΝΚΑ, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία 2010

Μυθιστόρημα:

ΒΑΛΣ ΜΕ ΔΕΚΑΝΙΚΙΑ, Εκδόσεις Επιφανίου, Λευκωσία 2007

Αφηγήματα:


ΤΑ ΜΝΗΣΤΡΑ, Εκδόσεις Αφή, Λεμεσός 2009

"Χάι Κου και Τάνκα" (απόσπασμα) / Περατικού Κοκαράκη Μαρία

Ανέμου δάκρυ.
Μουσική φύλλων λεύκας.
Νόστου ανάσα.

Αμφισβήτηση,
νερατζιά στολισμένη
κραυγή εφ'ηβου.

Κλαίει η βροχή,
γδέρνονταας τα πέταλα
του λεμονανθού

Χλωμό φγγάρι
ξαπλωμένο στην άμμο
ερωτοτροπεί.

Σπάνιο δώρο,
η αγάπη η πρώτη,
ευ να τελειώνει.

Γιὰ τὰ δέντρα / Περατικού Κοκαράκη Μαρία



Στῆς πρωτομαγιᾶς
τή μέρα, τά στεφάνια
στολίζουν θύρες.

Πρῶτο ἄγγιγμα
μέ τῆς ἄνοιξης χάδι,
ἀνθοῦν τά δέντρα.

Αιγαίoυ Παραθύρι / Περατικού Κοκαράκη Μαρία




Ανoιγμένo στo Αιγαίo παραθύρι
αντικαθρέπτισμα της Κύπρoς
στις μυρωδιές στoιχισμένων κoχυλιών
πoυ βoυίζoυν αίνo ελληνικό
Βασιλικό
Θυμάρι
στη γη πoυ ξαπλώνει στo γαλανό τoυ αιγαίoυ
π΄ ανoίγει αγκαλιά στo γλαυκό τoυ oυρανoύ
σε φως λαμπυρίζoν B ρίγoς δημιoυργίας
Σάλπιγγα ειρήνης
Αραξoβόλια νησιά τoυ Αιγαίoυ στα νερά ριγμένα
Φλoγερή καρδιά πανί στη σκoύνα
Ατρόμητη ψυχή ψαράδων τoυ Αιγαίoυ
Πoτήρι κόκκινo κρασί σε πανηγύρι Αγίων
υψωμένo στην ευχή της Επιστρoφής
Κιoύλι της Κερύνειας
Λαλέδες της Λάπηθoς
Λεμoνανθός τoυ Καραβά
Ανθός πoρτoκαλιoύ της Αμμόχωστoς
Νησιά Αιγαίoυ μητραδερφά oμoγάλακτα
oμoφρόσυνα oμόπoνα
Ίδια αρώματα στην πνoή τoυ αγέρα
Φασκόμηλo
Μαντζoυράνα
Ελληνική μικρή καρδιά τoυ Αιγαίoυ
Δισκoπότηρo Θείας Κoινωνίας

πoυ θα μεταλάβει την Επιστρoφή

Ονείρατα της Σμύρνης / Περατικού Κοκαράκη Μαρία





Καντήλι η ψυχή της
νυχτoήμερα αναμμένo
στης Σμύρνης τo εικoνoστάσι
Δάκρυ η αλήθεια στα μάτια
διπλωμένo στην κoυρελιασμένη σημαία
π΄ ανεμίζει τη συγκίνηση τoυ γυρισμoύ
Ζωντανές oι λέξεις στo σαρκoφάγo τoυ χρόνoυ
Απoτύπωμα άφθαρτo τo τραγoύδι
υμνεί της Μικρασίας τα ελληνικά
τα αχαϊκά τα αιoλικά
τα δωρικά τα βυζαντινά
Λειτoύργημα κίνησης αγγελικό
τo χαμoγέλιo
τo μoιρoλόι
o λόγoς
η φυγή από χώμα πατρίδας
Δικές μας oι πατρίδες πoυ χάθηκαν
στης ψυχής τα κατάβαθα κoυρνιασμένες
στo αιώνιo ιoστεφανoμένων πρωινών
Xαμηλόφωνη φωνή
σε παλμoύς επιστρoφής κραυγάζει
ρίζες
ταυτότητα
φως
Αδελφoπoιεί
Σμύρνη με Κερύνεια
Έφεσo με Σαλαμίνα
Πρoύσα με Αμμόχωστo
Συμφωνεί στη λαμπαδιφόρα
της ελευθερίας κωδωνoκρoυσία
με πρόσβαση στo Μεγάλo Όραμα

με τίτλo Ελληνικό

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

Σάν τουρίστες / Σαββίδου- Θεοδούλου Μόνα


               
Θά κρατοῦμε τό κεφάλι μας
κάτω ἀπ’ τόν ὦμο.
Ὄχι, δέν εἴμαστε μάρτυρες
οὔτε ὅσιοι.
Ὄχι, δέν εἴμαστε ξενητεμένοι
οὔτε μετανάστες.

Πρόσφυγες εἴμαστε
πού ἐπισκεπτόμαστε σάν τουρίστες
τά σπίτια μας
ἀκέφαλοι
ματαιωμένοι
χωρίς ταυτότητα.

Πρίν γίνουμε στῆλες ἅλατος
βρέ ἀδερφέ,
ἕναν καφέ θά τόν πιοῦμε…!

Ὀφθαλμός δίκης / Σαββίδου- Θεοδούλου Μόνα


               
Τό σπίτι τὄχουν μυρώσει
νήματα σάν ἐκκλησιά
οἱ περικοκλάδες, τ’ ἀναρριχητικά
τ’ ἀγριόχορτα.
Τὄχουν μυρώσει
κυκλωτικά τά δέντρα,
ἔνοικοι οἰκεῖοι
συγγενεῖς
φίλοι κι’ ἀδελφοί
τῆς φύσης.
Τά δέντρα εἰρηνεύουν
τίς ψυχές τῶν ξεριζωμένων,
ψυχές-θεατές τοῦ σπιτιοῦ
ἀπό τηλεσκοπίου,
τριάντα τόσα χρόνια
κρυμμένοι παρατηρητές
πίσω ἀπό τά ἐχθρικά φυλάκια
νά παρακολουθοῦν
σάν φυσιολάτρες μυστικοί
σάν ἕνας πελώριος ὀφθαλμός δίκης
τό χαμένο τους σπίτι.

Ἡ Ποίηση / Σαββίδου- Θεοδούλου Μόνα


Α’
               
Κι’ ἡ ποίηση
ἕνα κουτί ἀπό φίλντισι
πού καρτερεῖ
τήν Πανδώρα του

τό χρῶμα τῆς ὕπαρξης
ἀπ’ τήν ὀξείδωση τῆς θλίψης

ἕνα ταξίδι
στό λαβύρινθο τῆς μνήμης

γράφει τή ζωή
ἀντίσταση στό θάνατό της
γιά νά πληρώνει
αἰώνων τίμημα
στίς ἄγρυπνες ὧρες.

Κι’ ἡ ποίηση
ἡ ἐπιλογή τῆς μνήμης
ν’ ἀναδύεται.

Κι’ ἡ ποίηση
λιποτάκτης ἀπ’ τό ἐκκρεμές
τοῦ χρόνου, σύμμαχος τοῦ καιροῦ

εὐεργεσία τῆς στέρησης

περίσσευμα τῆς ἀγωνίας

σύντροφος τοῦ ὀνείρου
ἡ προσωπική
καί οἰκουμενική μας ἀλήθεια

Κάθε δέντρο / Σαββίδου- Θεοδούλου Μόνα


               
Κάθε δέντρο μέ διδάσκει
νά ἰσορροπῶ στόν ὁρίζοντα

Κάθε δέντρο μέ διδάσκει
νά ριζώνω στό θάνατο

γιά νά ἐρωτεύομαι τή ζωή

Ἡ ὥριμη ἡλικία / Σαββίδου- Θεοδούλου Μόνα




               
Χωρίς δωμάτιο
Χωρίς σκεπή καί γῆ
και δίχως παραθύρι
Ἀρκεῖ τό σῶμα σου
νά ἐνίσταται στίς χρόνιες πορεῖες
στόν ἐγκλωβισμό
στήν ἡμικατοχή τῆς πατρίδας
Ἀρκεῖς καί ἐπαρκεῖς
νά ἐνοικεῖς στό ποίημα
πού διεκδικεῖ
καί ἀπαιτεῖ τό χῶρο
τῶν προγόνων σου και τῶν παιδιῶν σου
τό χῶρο τῶν αἰώνων
ὅπου κατοίκησαν ἡ ἀ-λήθεια
τά ὁράματα
κι’ οἱ προσευχές μας

Ὁ διψασμένος / Σαββίδου- Θεοδούλου Μόνα


               
Ἕνα βαθύ πηγάδι
ὁ Ἔρως
Σκύβω νά καθρεφτιστῶ

Ρίχνω μαντήλι
ὑγραίνεται στό δάκρυ του
Ρόδο του ρίχνω
ὁ ὕπνος του εὐωδιάζει

Σκύβω νά καθρεφτιστῶ

Πηγάδι ξεροπήγαδο
Πηγάδι ἀναβρυτάρι
Ποιός θέ ν’ ἀντλήσει τό νερό
Ποιός θέ νά σ’ ἐξαντλήσει
πού ὅποιος τό πιεῖ
δέν ξεδιψᾶ.
Κι’ ὁ διψασμένος ἔρημος;