Σάββατο 10 Μαρτίου 2018

Χριστόδουλος Παπαχρυσοστόμου (μικρή αναφορά)

Ο Χριστόδουλος Παπαχρυσοστόμου γεννήθηκε το 1905 και απεβίωσε το 1987. Διατέλεσε Διευθυντής του Τμήματος Πνευματικής και Πολιτιστικής Αναπτύξεως της Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης .

Ποιητική Συλλογή: Αίμα και πυρ

Στίχοι του Παπαχρυστοφόρου Χριστόδουλου.

[..]

Μονάχα! μονάχα μες  στον κάμπο ήλιος και χρώματα κι αέρας
έχουν πεθάνει , κι ούτε πουλί απλώνει τα φτερά.
Ως και το χώμα
ξερνάει λάβα εκεί που πάει να πέσει,
μην τύχει και δεχτεί - του Καίν το σώμα.

Μούσα στο  μάρμαρο
την αρετή σας θα σκαλίσω
στα εγγόνια μου τη δόξα σας
αθάνατη ν΄ αφήσω. 

ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ ΗΡΩΟ ΜΑΤΣΗ- ΓΕΩΡΓΙΟΥ- ΚΑΡΑΟΛΗ / Παπαχρυσοστόμου Χριστόδουλος

Φλόγα, μαρτύριο κι αγχόνη, 
της λευτεριάς το τίμημα, 
σκεπάζει η πλάκα ετούτη.
Κι η Μάνα- Κύπρο, Δόξα, 
τα παιδιά της παραστέκει
και τα καμαρώνει. 

ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΠΙΕΡΙΔΗΣ (βιογραφικά στοιχεία)





Ο Θεοδόσης Πιερίδης, γεννήθηκε το 1908 στο Τσέρι της Κύπρου. Έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στο Κάιρο της Αιγύπτου  όπου ήταν εγκατεστημένη η οικογένειά του. Αποφοίτησε από το εμπορικό τμήμα της Αμπέτειου Σχολής του Καΐρου και από το Γαλλικό Λύκειο της ίδιας πόλης. Σπούδασε γαλλική φιλολογία και ιστορία πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης στη Γαλλία (1949-1952). Εργάστηκε ως δημόσιος υπάλληλος και ως δημοσιογράφος. ΑΙδρυτικό μέλος του Ελληνικού Απελευθερωτικού Συνδέσμου (Ε.Α.Σ.) το 1943, εκδότης και αρχισυντάκτης του αγωνιστικού περιεχομένου και οργάνου του Ε.Α.Σ. περιοδικού Έλλην και διευθυντής του εκδοτικού οίκου Ορίζοντες (1944-1947), συνελήφθη το 1944 από της αγγλικές αρχές και φυλακίστηκε, καθώς υποστήριζε το αίτημα των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων Μέσης Ανατολής για σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας Από το 1947 ως το 1949 έζησε στην Αμμόχωστο, λόγω απαγόρευσης της επιστροφής του από το καθεστώς Φαρούκ. Μεγάλο μέρος της υπόλοιπης ζωής του έζησε στο Παρίσι (1949-1952) και τις χώρες του σοσιαλισμού, κυρίως στη Ρουμανία (1952-1962), από όπου συνέχισε την αγωνιστική του δράση. Στην Κύπρο επέστρεψε το 1962, μετά την απελευθέρωση του νησιού από την αγγλική κυριαρχία, εργάστηκε ως καθηγητής γαλλικών στην Παγκύπρια Ακαδημία Θηλέων, ενώ συνεργάστηκε με έντυπα όπως η Χαραυγή και η Νέα Εποχή. Πέθανε στο Βουκουρέστι το 1968 , κατά τη διάρκεια αναρρωτικού ταξιδιού και ενταφιάστηκε στη Λευκωσία. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1930 από τις σελίδες του περιοδικού Πρωτοπορία της Αλεξάνδρειας με τη δημοσίευση του ποιήματος: Εμβατήριο του παλιού ποιητή.



Έργα του


Ποίηση

• Ξέρουμε κι εμείς να τραγουδούμε. Κάιρο, 1937.
• Η μπαλλάντα της Μαρίας. Κάιρο, 1939.
• Δέκα τραγούδια. Κάιρο, 1940.
• Ερωτική ιστορία. Αλεξάνδρεια, 1943.
• Αγωνιστές. Λευκωσία, 1950.
• Ωδή στην επικαιρότητα. 1951.
• Ποιήματα. 1953.
• Το εμβατήριο της ειρήνης. 1955 (και β’ έκδοση αναθεωρημένη, Αλεξάνδρεια, 1958).
• Κυπριακή συμφωνία. Βουκουρέστι, Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1956 (β’ έκδοση, αναθεωρημένη).
• Νόστος. Λευκωσία, 1958.
• Το μεγάλο ταξίδι. 1959.
• Το χρυσό μονοπάτι· Ποίηση Θ.Πιερίδη · Παρουσίαση Μ.Αυγέρη. Βουκουρέστι, Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1961.
• Πρωτομαγιά. Αθήνα, 1961.
• Ένας ξένος ποιητής σεργιανά στο Βουκουρέστι. Βουκουρέστι, 1961.
• Ονειροπόληση πάνω στα τείχη της Αμμοχώστου. 1965.
• Ξαναρχινούμε. 1967.
• Φθινόπωρο. Λευκωσία, 1967.
• Ποιητικά ΆπανταΑ’· Τα εκδομένα· επιμέλεια του Γ.Πιερίδη. Λευκωσία, 1975.
• Ποιητικά ΆπανταΒ’· Τα ανέκδοτα· επιμέλεια Γ.Πιερίδη. Λευκωσία, 1976.

Μεταφράσεις

• Αριστοφάνη, Ειρήνη (κωμωδία)· Ελεύθερη λογοτεχνική απόδοση στα νέα ελληνικά Θ.Πιερίδη. Κεντρική Επιτροπή Ειρήνης Πολιτικών Προσφύγων από την Ελλάδα, 1954.

Μελέτες

• Ο ακριτικός κύκλος της Κύπρου. 1960.
ΙV. Συγκεντρωτικές εκδόσεις
• Επιλογή Ποιημάτων Θ.Πιερίδη. Λευκωσία, έκδοση Κ.Ε. ΑΚΕΛ, 1978.
• Ποιητικά Άπαντα· Επιμέλεια Γ.Φ.Πιερίδη, τόμος πρώτος: Τα εκδομένα. Λευκωσία, Πυρσός, 1975.

• Ποιητικά Άπαντα· Επιμέλεια Γ.Φ.Πιερίδη, τόμος δεύτερος: Τα ανέκδοτα.. Λευκωσία, Πυρσός, 1975.

Το πέλαγο / Πιερίδης Θεοδόσης


Περσέψαν οι λογοήρωες στον τόπο μας.

Περσέψαν οι ανδριάντες, οι επέτειες, οι λόγοι,
οι λόγοι, λόγοι, λόγοι –οι λόγιοι λογάδες, 
οι λογοκόποι*, οι λογοφάγοι, οι λογοκατασκευαστές,
περσέψαν οι προσλαλιές*, τα μεγαλολαλήματα, 
ξενολαλιές, ντοπιολαλιές, λογοπεζά, λογοποιήματα,
περσέψαν και ξεχείλισαν τα λόγια, λόγια, λόγια,
τ’ άλογα λόγια κάναν ένα πέλαγο
που ορμά με μάνητα* για να μας λογοπνίξει.

Αδέρφια, κρατηθείτε στον αφρό. 

Αδέρφια, παραμερίστε τα κύματα
ρίξετε στον ορίζοντα της σωτηρίας την κραυγή:
«Γη, γη!»

Η γη των ονείρων σας είναι οι άνθρωποι –δεν είναι οι λόγοι.

Τα κύματα της ιστορίας / Πιερίδης Θεοδόσης



Αχ, αλήθεια, η θάλασσα ετούτη πώς μυρίζει μουράγιο
πώς μυρίζει ολογέμιστα αμπάρια και πλούσια ξεφορτώματα
και ξένην αρχοντιά που ήρθε μια μέρα κι έμεινε
με τα σκληρά κοντάρια της και με τις μαλακές της υποκλίσεις.

Θα' τανε, λέω, γλυκιές πολύ, θα' τανε μεταξένιες
σαν τα πολλά που φέρανε μετάξια τους.
θα' ταν ξανθές κι αστραφτερές σαν τα πολλά χρυσά τους.
Θα' ταν περίσσια ευγένισσες εκείνες οι κυρίες.
Και θα τους άρεσε ο περίπατος απάνω στα τείχη.

Εδώ δεν είχαν να νανουρίσουν τη λεπτή τους μελαγχολία
όπως τον καιρό που προσμένανε τον περαστικό τροβαδούρο
πλάι στο ποταμάκι της πατρικής τους Αραγωνίας.
Εδώ είχανε μια μεγάλη θάλασσα που τους κουβαλούσε τα πλούτη
είχαν ένα μεγάλον ουρανό
που έβαζε στο κεφάλι τους ζαφειρένια κορώνα
είχαν ένα φέγγος μεγάλο που μπορούσαν και να νομίσουνε
πως μόλις γεννήθηκε ήρθε οε τούτο τον κόσμο
μόνο και μόνο για να πλαισιώσει τα τριανταφυλλένια τους μηλομάγουλα.

Τις βλέπω να σεργιανούνε απάνω στα τείχη
τις Ισαβέλες, τις Καρλότες, τις Ελεονόρες,
που ήρθαν μια μέρα κι έμειναν - κι ήρθε μια μέρα και φύγαν
χωρίς ν' αφήσουν, χωρίς να πάρουνε τίποτα.

Μπορεί εκείνες να ξανάδεσαν τον πριγκιπικό τους περίπατο
πλάι στο ποταμάκι της Αραγωνίας
μπορεί να κλωθογύρισαν και πάλι πολυστέναχτες
κάτω απ' τα σκεβρωμένα κλαριά της γενεαλογίας τους
ενώ εδώ εξακολουθούσαν να ζούνε οι πληβείες αφέντρες του τόπου
εξακολουθούσανε να' ρχονται και να φεύγουνε
να ορμούν, να σβήνουνε, να παφλάζουνε.
ένα-ένα τα κύματα της ιστορίας.

ΜΑΤΑΙΟΠΟΝΙΑ / Πιερίδης Θεοδόσης


Όταν είναι Αύγουστος μήνας και μεσημέρι και σαρανταδύο υπό σκιάν
οι δρόμοι της Λευκωσίας γίνονται ανθρωποφάγοι.
Μασουλούνε παχιές γυναίκες, γερόντους, μωρά,
αποφεύγουν προσεχτικά τους σκληρόπετσους έφηβους,
αγαλλιούν σαν τύχει ποιητής κάτω απ’ το δόντι τους.
Όταν είναι Αύγουστος μήνας και μεσημέρι και σαρανταδύο υπό σκιάν
ο ποιητής που τερματίζει το δρόμο του κόσμου
έσχατος και άδοξος μέσα στους δρόμους της Λευκωσίας
μάταια γυρεύει να επιδείξει έναν αθλοπρεπή διασκελισμό
μάταια εκλιπαρεί ένα έσχατο βραβείο παρηγοριάς
παίρνει μάταιες ανάσες, κοιτάζει τις κερκίδες με μάτια μάταια,
επί ματαίω πασχίζει ν’ ανακαλύψει ένα ψήγμα τρυφερότητας
ξεχασμένο στην άκρη του δρόμου ανάμεσα στ’ απορρίμματα
απ’ τους καιρούς που η τρυφερότητα δεν είχε ολότελα φυλλορροήσει.
Όταν είναι Αύγουστος μήνας και μεσημέρι και σαρανταδύο υπό σκιάν
ο μάταιος ποιητής αναθυμάται δροσιές των ανθρώπων και των νερών
και ματαιοπονεί μέσ’στους ανθρωποφάγους δρόμους της Λευκωσίας.

Τα παιδιά / Πιερίδης Θεοδόσης


Μόνο τα παιδιά ξέρουν να γίνονται ένα με τη θάλασσα.

Οι μεγάλοι κολυμπούνε, κουράζονται 
βγαίνουν, ξαπλώνουν, λαδώνουν την πλάτη τους, 
δυο παίζουνε σκάκι, ένας επιδείχνει το φορητό του ραδιόφωνο, 
ο καθένας έχει τις υποθέσεις του κι όλη τη συνέχεια της 
καθημερινότητας. 
Μόνο τα παιδιά ξέρουν να κάθονται ανακούρκουδα στην άκρη-άκρη
του νερού

να προσηλώνονται σ’ ένα χοχλαδάκι που μαζέψανε 
σε μια στάλα που ιριδίζει στο γόνατό τους 
να γίνονται ένα με την κάθε στάλα της θάλασσας 
να τήνε κλείνουν όλη μέσα στο κουβαδάκι τους 
σα να ’ναι πράμα δικό τους –σα να μεγάλωσε πια και τους έφτασε 
σε τρυφερότητα και σε μπόι

Εδώ κι εκεί / Πιερίδης Θεοδόσης

Κάλλιο απ’ τον πρώτο λόγο να σ’ το πω
προτού κινήσουμε για το σεργιάνι μας τ’ ωραίο
κάλλιο ν’ αρχίσει το τραγούδι μας αυτό
από κείνο που θα κρατούσαμε τελευταίο

Εδώ κι εκεί στον ίδιο το βοριά
στρέφει η ψυχή του ανθρώπου μεθυσμένη
εκεί κι εδώ τη λένε λευτεριά
την πρώτη και στερνή τους ερωμένη

Γιατ’ είπαμε ετούτη τη φορά
να βγούμε άτεχνοι στ’ ωραίο μας το σεργιάνι
να λέμε ανέμελοι χωρίς καμιά σειρά
ό, τι μας τύχει μας αρέσει και μας κάνει

Λογαριάσατε λάθος / Πιερίδης Θεοδόσης


Άσε πλέον φωνή μου τον ανέμελο στίχο
το μεθύσι σου δέσε και τη φλόγα σου κράτα
σφίξε τώρα ζευγάρια την ηχώ με τον ήχο
στρώσε στέρεο το βήμα στράταν ίσια περπάτα
μεγαλόφωνος ύμνος στο φαρί του ας σε πάρει
που ζητά δεξιοσύνη και καλό χαλινάρι

Κι ας μην πουν πως τραγούδι σαν κι αυτό δεν ταιριάζει
τέτοια σκότεινη ώρα που τα στήθια σου πνίγει
λέω εκείνο που μένει και που μόνο θ’ αλλάζει
στο καλύτερο πάντα σαν η αγκούσα θα φύγει
γιατί αυτοί θε να φύγουν πες πως κιόλας κινάνε
μα όλα τ’ άλλα θα μείνουν και δικά μας θε να `ναι

Όχι εσάς δε σας θέλει τούτη η γη δε σας ξέρει
όλα εδώ είναι δικά μας τι απ’ το κάθε λιθάρι
απ’ το χώμα απ’ το δέντρο το νερό και τ’ αγέρι
το κορμί μας μια στάλα για να γίνει έχει πάρει
η ψυχή μας επήρε μια πνοή απ’ το καθένα
όλα εδώ είναι δικά μας μα για σας όλα ξένα

Γιατί εσείς είστε ξένοι κι όσα βάγια αν κρατάτε
τούτη η γη δεν πουλιέται δεν της γίνεστε φίλοι
η πατρίδα είναι μάνα έχει μνήμη θυμάται
απ’ τον άγιο της κόρφο ποια βυζάξανε χείλη
κι η γλυκιά μας η Κύπρος ήταν είναι θα μένει
για τα τέκνα της μάνα μα για σας πάντα ξένη

Λογαριάσατε λάθος με το νου σας εμπόροι
δε μτριέται πατρίδα λευτεριά με τον πήχη
κι αν μικρός είναι ο τόπος και το θέλει και μπορεί
τον ασήκωτο βράχο να τον φάει με το νύχι
Τούτη η δίψα δε σβήνει τούτη η μάχη δε παύει
χίλια χρόνια αν περάσουν δεν πεθαίνουμε σκλάβοι

Κύπρος 1958 / Πιερίδης Θεοδόσης


Ήταν οχτώ χρονώ.
Είχε δυο άταχτα πλεξουδάκια
κι αμέτρητα χρόνια ακόμα να ζήσει.
Σκορπίστηκαν όλα, ανακατώθηκαν όλα με τις λάσπες του δρόμου.
Είπανε για μια σφαίρα αδέσποτη.
Γιατί τη λέξη δολοφονία δύσκολα την προφέρνουν οι δολοφόνοι.
Δύσκολα παραδέχονται πως μαζευτήκανε τόσοι άντρες σιδερόφρακτοι
για να σκοτώσουν ένα παιδάκι.

Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Ο ποιητής Σωτήρης Π. Βαρνάβας στην Ι.Π. Μεσολογγίου,Τετάρτη 7 Μαρτίου – ώρα 19.00 στην αίθουσα Συνεδριάσεων του Διοικητηρίου της Ιεράς Πόλεως




ΤΟ ΜΕΤΑΛΛΕ ΙΟ

Σκάβανε βαθιά οι ανθρακωρύχοι
ελπίδες δεμένες στο καλάθι
φόβοι συνοδοί
πριν ξημερώσει
κατέβαιναν στα βάθη
Μονίμως ο ήλιος έγερνε στη δύση
σχεδόν δεν είδανε ποτέ ανατολή.

Κάτω απ’ τη γη οι μεταλλωρύχοι
μάθανε παγκόσμια γεωγραφία
μέθοδο σιωπής
αφαίρεση
αφή
τέλεια εργαλεία
Τόνοι πυρίτιδα στα στήθη
συσκευασμένοι κρότοι στην ψυχή
κινούσανε ολάκερη αμαξοστοιχία
Μετάλλευμα μοναδικό
στοιβάζονταν στην αποβάθρα
πλοία φορτώνανε για την Ευρώπη
μάρτυρες ταραγμένοι ωκεανοί.

Πλάστιγγες
Σταθμά στα τελωνεία
πρώτη εξέταση ανταύγεια
να λάμπει το άγαλμα
συνάμα να έχει και αντοχή

Όπου κοιτάξω σπλάχνα της γης μου
κοσμούνε ξένες λεωφόρους.

                      Σωτήρης Π. Βαρνάβας

                     από τη συλλογή Χρεόγραφο 2013
   

Λόγος κοφτός, ουσιώδης, πλήρης και πολυδύναμος ο οποίος ταυτόχρονα αποπνέει μουσικότητα, ρυθμό και μια απρόσμενη ειλικρίνεια. Αυτά είναι μερικά από τα κύρια χαρακτηριστικά του ποιητικού λόγου του Σωτήρη Π. Βαρνάβα. Ποιητής που έχει επηρεαστεί στα τρυφερά χρόνια της νεότητας από τα τραγικά γεγονότα της Κύπρου, που έζησε την προσφυγιά, τον πόνο του άδικου, το δάκρυ στα μάτια της μάνας που αναζητά το χαμένο στα κατεχόμενα παιδί της, ή εκείνο που έχει μπροστά της νεκρό και έχει μείνει αποσβολωμένη, ανήμπορη… να μη θέλει τη ζωή της άλλο. Μέσα από την επώδυνη αυτή διαδικασία της ψυχής και του πνεύματος ο Σωτήρης Π. Βαρνάβας αντρώθηκε ως ένας από τους πλέον αξιόλογους Κυπρίους ποιητές με πλούσια εργογραφία.
Την Τετάρτη 7 Μαρτίου και ώρα 19.00 παρουσιάζονται οι τέσσερεις ποιητικές του συλλογές στην αίθουσα Συνεδριάσεων του Διοικητηρίου της Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου, οδός Κύπρου 30.
Πρόκειται για τις ποιητικές συλλογές  Ψήγματα Απείρου (2006), Ηχογράμματα (2008), Χρεόγραφο (2013) και Γράμματα Εμπράγματα (2015) από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης.
Την εκδήλωση που διοργανώνουν ο Πολιτιστικός Λαογραφικός Σύλλογος Ι. Π. Μεσολογγίου, το Πνευματικό Κέντρο Ι.Π. Μεσολογγίου και η Αιτωλική Πολιτιστική Εταιρεία θα χαιρετίσει ο κ. Λάμπρος Μπίσσας (Προέδρος του Πολιτιστικού Λαογραφικού Συλλόγου Ι.Π. Μεσολογγίου, ενώ το συντονισμό της εκδήλωσης θα έχει ο καθηγητής κ. Παναγιώτης Κοντός (Πρόεδρος της Αιτωλικής Πολιτιστικής Εταιρείας).
Για το έργο του Σωτήρη Π. Βαρνάβα θα μιλήσουν: Σωκράτης Λ. Σκαρτσής (ποιητής, ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών), Χρυσούλα Σπυρέλη (Διδάκτωρ νεοελληνικής φιλολογίας, σχολική σύμβουλος), Δημήτρης Δραγγανάς (φιλόλογος, έφορος Βαλβείου Δημοτικής Βιβλιοθήκης), Χρύσα Γραβάνη Λύρου (δικηγόρος) και Θανάσης Αγάθος (Επικ. Καθηγητής Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Τμήμα Φιλόλογίας Εθνικού Καποδοστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τα σχέδια των βιβλίων έχει φιλοτεχνήσει ο Χρόνης Μπότσογλου.
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Σωτήρης Π. Βαρνάβας γεννήθηκε στη Μηλιά Αμμοχώστου και φοίτησε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο Λευκωσίας. Σπούδασε στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Φυσιογνωστικές Επιστήμες και στη συνέχεια Γεωλογία. Εκπόνησε διδακτορική διατριβή στο Imperial College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και υπηρέτησε ως καθηγητής στο Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών. Είναι μέλος της Επιτροπής της UNESCO Άνθρωπος και Βιόσφαιρα. Είναι μέλος της οργανωτικής επιτροπής του Συμποσίου Ποίησης που πραγματοποιείται στο Πανεπιστήμιο Πατρών και μέλος της οργανωτικής επιτροπής Σεμιναρίων Ποίησης του ίδιου Πανεπιστημίου. Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές Ψήγματα Απείρου (2006), Ηχογράμματα (2008), Χρεόγραφο (2013) και Γράμματα Εμπράγματα (2015) από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης. Είναι συνεπιμελητής της Ανθολογίας Κυπρίων Ποιητών (2008), εκδόσεις Ταξιδευτής. Ασχολήθηκε με τη μελέτη της κυπριακής ερωτικής ποίησης του 16ου αιώνα μέσα από το έργο του άγνωστου ποιητή της ποιητικής συλλογής «Ρίμες Αγάπης», συμμετείχε σε συλλογικά έργα, ενώ δημοσίευσε και μικρά σχόλια για ποιητικές εκδόσεις.

Κυριακή 4 Μαρτίου 2018

Ελεγείο των αποτυχημένων: Ποιητική Συλλογή του Μάνου Κράλη εκδοθείσα το έτος 1938


Θα ’ναι αργά, πολύ αργά –που κουρασμένοι
απ’ το λιμάνι θα γυρίσουν, δίχως λύσεις
διστακτικοί στις μάταιες των βαποριών σειρήνες.

Ίδιες οι φτωχογειτονιές κι οι δρόμοι
που τα χαμένα βήματα παίρνουν ασυναισθήτως
ίδια τ’ αναιμικά κορίτσια στο μπαλκόνι
με τ’ άδειο βλέμμα τους, το «διανυκτερεύον φαρμακείον»
και το παλιό φεγγάρι απελπισμένο
στα γυμνά κλώνια της πλατέας.

Κι ο χλωροφορμισμένος εαυτός τους
χρόνια πικρά, λουλουδιασμένα χρόνια
από κρεβάτι σε κρεβάτι λαϊκών ξενοδοχείων
(βρόμικες κάμαρες, γυμνές
που περιμένουν τους αυτόχειρες μονάχα
τα ιδρωμένα σώματα που δίνονται 6 γρόσια).

Στην πόλη που αγάπησαν
που κάποτε σχεδίασαν μεγάλες εξορμήσεις
στην πόλη με τις πλάνες τους και τις εγκαταλείψεις
τώρα μοναδική τους περιπέτεια πια θα ’ναι
μια φτωχική, ανώνυμη κηδεία.

Κι όμως πολύ νοστάλγησαν
ώραν πολλή στην προκυμαία έχουνε γλυκά ονειροπολήσει
τα έρημα, κοράλλινα νησιά του Ειρηνικού
που πάνε και πεθαίνουν τ’ άλπατρος μονάχα..

Γεύση θανάτου : Ποιητική Συλλογή του Μάνου Κράλη εκδοθείσα το έτος 1974


Χ

Η πλατεία ήταν έρημη εκείνη τη νύχτα
Με τα κλειστά περίπτερα, τις ξεσκισμένες αφίσες.
Μύριζε καμένο ρούχο, στάχτη, πυρκαγιά.
Πηγαίναμε μαζί μα οι λέξεις στέγνωσαν στα χείλη.
Μόνο κοινό σημείο επαφής ήταν ο φόβος
Εκείνος ο πρωτόπλαστος, απροσδιόριστος φόβος
Που γνώρισε ο άνθρωπος σ’ ένα χωράφι τριβόλων.
Μετρούσαμε τους οβολούς της πίκρας μας
σκαλίζαμε την τέφρα της ψυχής.
Κι άξαφνα πέρασαν με ορμή, μουγκρίζοντας
Τα στρατιωτικά αυτοκίνητα, κατάφορτα κλαδιά των ευκαλύπτων
κι ακακίες,
Κι εχάθηκαν γοργά σ’ ένα πυκνό σκοτάδι.
Όμως σ’ αυτό το ελάχιστο διάστημα, για λίγα δευτερόλεπτα μονάχα
Το μάτι πρόφτασε να ιδεί στο δυνατό το φως των προβολέων
Ένα κεφάλι εφηβικό, που με ανάστροφη ματιά εκοίταζε το χάος
Τα στιβαγμένα σώματα κομμάτια.
– Τι γρήγορα που χάθηκαν τούτα τα νέα παιδιά
Απροετοίμαστα για θάνατο, γι’ αυτό το είδος του θανάτου..



ΧΙΙ
Καθόμαστε πλάι πλάι σε καρέκλες καφενείων
Παίζουμε τάβλι, φυλλομετρούμε τις εφημερίδες
Με τις Γεννήσεις και τους Θανάτους
τους βιασμούς και τις λεηλασίες, πράματα καθημερινά.
Κουβεντιάζουμε, φλυαρούμε σε μια παράξενη γλώσσα
Που κανείς δεν ακούει, δεν την καταλαβαίνει.
Περιμένουμε και ρωτούμε, περιμένουμε και ρωτούμε
Αν φάνηκαν καθόλου τα πανιά
Ας ήτανε και τα ιστία του πένθους

Μάνος Κράλης (Λευκωσία 1914-1989) (βιογραφικό)

Ψευδώνυμο του Γεωργίου Μίνωος. Αποφοίτησε από το Παγκύπριο Διδασκαλείο και το Διδασκαλικό Κολέγιο Μόρφου και εργάστηκε ως δάσκαλος. Ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση, αλλά δημοσίευσε και κριτική βιβλίου και ζωγραφικής και μεμονωμένα διηγήματα. 

Ποιητικές συλλογές : 
  • "Ταξίδι στη γυμνή χρονιά", 1936·, 
  • "Φθινόπωρο στην κόλαση", 1938  
  • "Επιτάφιος πληρώματος ", 1946. 
  • "Ποιητικά άπαντα 1936-1971" (1973)·  
  • "Γεύση θανάτου" (1974)· 
  • "Εντάφιον έαρ" (1984). 

Συγκεντρωτική έκδοση: "Τα ποιήματα (1936-1984)", επιμ. Λ. Παπαλεοντίου, εκδ. "Μικροφιλολογικά", 2005.