Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2014

[Ν΄ ανάψουμε πυρσούς ]

[..]

Ν΄ ανάψουμε πυρσούς 
για να φωτίσουμε το δρόμο, πέρα απ΄ τον ορίζοντα
σ΄ αυτούς που έρχονται , 
σ΄ αυτούς που θά ΄  ρθουν πασπατεύοντας μην πέσουν 
στις κρυμμένες παγίδες και τα δόκανα. 

ΤΟΥ ΦΙΛΟΥ ΜΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ / Περνάρης Άντης

ΙΧ 

Παραμύθι ολόκοσμο
που στάθη και δικό μου 
και με τυράνναε στ΄ όνειρο
και στο ξυπνητό μου, 

που ρθε με το ξέφωτο 
σαν κάποιο ουράνιο χάδι
κι ύστερα με πλήγωσε 
και χάθη στο σκοτάδι. 

ΧΙ

Βαρέθης το μονότονο 
σιγανό φλοίσβισμά σου
κι  άπλωσες και ξετίναξες 
την άσπρη την ποδιά σου

και μ΄ αυτή να σκέπασες
ακρογιαλιές και βράχους. 
Να κλαίμε δε μας άφησες 
την τύχη μας μονάχους. 

Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ / Παττίχη Μαρία

Κατάξερη κι ολόγυμνη πέτρα
η πατρίδα μου
ένας μόνο χωμάτινος λόφος
εκεί στο Μαραθώνα. 

ΜΗΤΕΡΑ ..... / Παττίχη Μαρία

Ο αέρας σφύριζε στα σπασμένα 
της στέγης κεραμίδια....
Το νερό της βροχής τρύπωνε απ΄  τις ρωγμές 
των τοίχων.
Μα τα ρούχα ήταν ζεστά
απ΄ την αγάπη σου Μητέρα. 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ / Πασιαρδής Μιχάλης

Πίσω ο ήχος των βημάτων του απέμεινε 
σαν ανοιχτός λογαριασμός στο χρόνο. 

Η ΠΟΙΗΣΗ / Πασιαρδής Μιχάλης

Η ποίηση είναι σαν το πρωί της άλλης 
μέρας - πάντα ένα κύκλο πιο μπροστά 
απ΄ τον κόσμο. 

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ / Πασιαρδής Μιχάλης

Το χωριό μου δέκα σπίτια γυμνά 
που δοξάζουν τον ήλιο. 

(Είπες κάποτε πως οι νεκροί ....) / Πασιαρδής Μιχάλης

Είπες κάποτε πως οι νεκροί βλασταίνουνε και μεγαλώ­νουν
βγάνουν ανθούς, καρπίζουν, έρχονται τα πουλιά,
σιωπηλά ρυάκια κυλούν κάτω απ' τα πόδια τους.
Είπες πως γελαστήκαμε στον κόσμο, μια
ολόκληρη αρχή χάθηκε ανεπίστρεπτα· και δεν προφταί­νεις.
Είπες. Ομως τα δέντρα είναι πάντοτε μοναχικά
ακόμα και στα δάση. Το πέρασμα του αγέρα το προδίδει.
Κι εσύ στον κόσμο μόνος.

ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΚΑΙ Η ΟΔΟΣ / Παπαδόπουλος Κ. Γιάννης

[..]

όταν πια είδαμε κι αποείδαμε 
με τα τηλεγραφήματά και τις πρεσβείες, 
κλείσαμε τη μικρή ζωή μας  σ΄ ένα φάκελο
μικρό που να  χωράει στη φούχτα μιας μαθητριούλας, 
στον προβολές ενός ποδηλάτου, στη ράχη ενός βιβλίου
και γράψαμε με κόκκινο μελάνι τη διεύθυνση:

                                                            Αξιότιμον Ελληνικόν Κυπριακόν Λαόν
                                                             Οδός Ελευθερίας ή Θανάτου
                                                                    Χωριά και Πόλεις
                                                                          Κύπρον

Το στείλαμε  χωρίς το γραμματόσημο με την ξένη βασίλισσα.
Ταξίδεψε με χίλιους δικούς μας συνδέσμους, 
κρυμμένο σε γαλάζιες ποδιές και κόρφους παρθένων 
ή το πέρασαν από μπλόκα γαιδουράκια αθώα
που κουβαλούσαν χειροβομβίδες κι άλλους καρπούς της γης μας. 

ΠΡΟΣΜΟΝΕΣ / Μυριάνθη Παναγιώτου- Παπαονησιφόρου

[..]

Το χαρτί δε φιλοξένησε το πόνο.
Στα πλατανόγυλλα
οι μοίρες των ανθρώπων μένουν μυστικές. 

[..]

Βροχή. 
Στη πολιτεία των ξερών φύλλων. 

[Πως διαπλάσαμε τους δέκτες μας] / Κορφιώτη Παναγιωτίδου Βέρα

[..]  Πως διαπλάσαμε τους δέκτες μας
και δέχονται μόνο 
τους ερεθισμούς της λύπης
και δε λειτουργούν 
στους ερεθισμούς της χαράς;

Στην απουσία μας στήθηκαν οι προτομές, 
στην απουσία μας τςι απεκάλυψαν.

Υφαίνουμε τη Λευκωσία
με τη ζωή μας
κάθε απόγευμα, ενώ μας αριθμεί ο ήλιος. 

ΜΙΑ ΝΥΞ (απόσπασμα) / Μιχαηλίδης Βασίλης

Αχ! της καρδιάς μου την φωτιάν εκείνη μόνο σβήνει.
Ω! άγγελέ μου στην ομορφιάν! 
Ω! Πλάστη μου, δώσμου καρδιάν, 
να ζωχωρίς εκείνην! 

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014

ΑNAMONH / Μικελίδης Νίνος Φένεκ


Ανέβηκα στο λόφο να φωνάξω το όνομά σου
κι ο ήλιος αρνιόταν να βγει
κάθισα να σου γράψω
κι οι λέξεις αρνιόντουσαν να μείνουν στο χαρτί
προσπάθησα να σου στείλω ένα φιλί
και τα χείλη μου μάτωσαν
Τώρα κάθομαι στην άκρη του λόφου
και περιμένω τον ήλιο να βγει
τώρα άφησα το χαρτί
και αναζητώ τη μορφή σου
τώρα που σκοτείνιασε
τώρα που το τραπέζι άδειασε
απλώνω την καρδιά μου γυμνή
στο υγρό χορτάρι
που μου θυμίζει το στόμα σου
τότες που μ’ αγαπούσες
τότες που καθόσουν στο παράθυρο
κι αγνάντευες το δρόμο
ώσπου να ’ρθω.

ΜΑΛΒΙΝΑ / Μικελίδης Νίνος Φένεκ

Τη θάλασσα να φοβάσαι με τα νεκρόψαρα
γλυκόνερο δροσερό σαν τα χείλια σου, Μαλβίνα. 
Γλυφάδα στα στήθια σου και στο κορμί σου.
Ψαρένια τα μάτια σου
- Θάλασσα χωρίς αλάτι. 

Τα μουχλιασμένα καράβια που ταξιδεύουν, 
οι πόθοι σου ανεκπλήρωτοι, 
τ΄ αγκυροβολημένα καράβια που νειρεύονται, 
οι πόθοι σου εκπληρωμένοι.
Μαλβίνα, Μαλβίνα 
ανεράδα του νεκρολίμανου, 
να φοβάσαι την θάλασσα με τα νεκρόψαρα
και τα μουχλιασμένα καράβια που ταξιδεύουν, 
Μαλβίνα!

ΑΣΤΕΡΙ ΜΟΥ





Αστέρι μου απόψε
στον ουρανό κοιτάζω.
Ψιλά για να σε ειδώ
και να σου πω την αγαπώ


Αστέρι μου σου λεω πες της
πως τρελά την αγαπώ
Στην ζωή μου δεν θα πάψω
να της λεω σ` αγαπώ

Αστέρι μου σε σένα λεω
ότι υποφέρω και πονώ
Κι η καρδιά μου κτυπάει για κείνη
τόση αγάπη πως να στην πω

Αστέρι μου κάθε βράδυ όλο
για εκείνη τραγουδώ
Και της λεω αυτό που ξέρεις  
πως πολύ την αγαπώ